Σταντ-απ κόμεντι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
+ πληροφορίες... |
||
Γραμμή 17: | Γραμμή 17: | ||
Το stand up παρουσιάζεται σε ειδικά για τον σκοπό «κλαμπ» (comedy club), αλλά και σε μπαρ (bar) και θέατρα. |
Το stand up παρουσιάζεται σε ειδικά για τον σκοπό «κλαμπ» (comedy club), αλλά και σε μπαρ (bar) και θέατρα. |
||
Στην Ελλάδα το stand up comedy ήρθε τη δεκαετία του 1970 με τον [[Χάρρυ Κλυνν]], αλλά σημαντικός σταθμός της ευρείας διάδοσης του αποτελούν τα μέσα της δεκαετίας του 1990 με τη δημιουργία και τη λειτουργία του πρώτου comedy club στην Ελλάδα, τις "Νύχτες Κωμωδίας", το οποίο λειτουργούσε η [[Λουκία Ρικάκη]] από το 1994–95. |
Στην Ελλάδα το stand up comedy ήρθε τη δεκαετία του 1970 με τον [[Χάρρυ Κλυνν]], αλλά σημαντικός σταθμός της ευρείας διάδοσης του αποτελούν τα μέσα της δεκαετίας του 1990 με τη δημιουργία και τη λειτουργία του πρώτου comedy club στην Ελλάδα, τις "Νύχτες Κωμωδίας", το οποίο λειτουργούσε η [[Λουκία Ρικάκη]] από το 1994–95. |
||
Μέσα από τις "νύχτες κωμωδίας" ξεκίνησαν πολλοί γνωστοί κωμικοί που συνεχίζουν μέχρι τις μέρες μας: συγκεκριμένα, τα αδέρφια Θανάσης και Κώστας Παπαγεωργίου, ο Σίλας Σεραφείμ, ο Δημήτρης Δημόπουλος, ο μουσικός Μίλτος Τζαλαγιάννης (με το καλλιτεχνικό όνομα ''Μπεμπέκος'' ή ''Μπεμπέκος Μικρούλης''), ο [[Λάμπρος Φισφής]], ο [[Γιώργος Χατζηπαύλου]] και ο Διονύσης Ατζαράκης, και με αρκετούς από αυτούς να έχουν κάνει και "πέρασμα" από την τηλεόραση. |
|||
Τα τελευταία χρόνια γνωρίζει τεράστια άνθηση στη χώρα μας, με δεκάδες κωμικούς που πραγματοποιούν παραστάσεις σε όλη τη χώρα σε θέατρα, bar και σε φεστιβάλ, ενώ λειτουργούν και δύο comedy club, το Γκάζι Κόμεντι Κλαμπ (Gazi Comedy CLub) στην Αθήνα και το "Μαιευτήριο" στη Θεσσαλονίκη. Στις παραστάσεις των comedy club συμμετέχουν 2 και παραπάνω κωμικοί παρουσιάζοντας σε μια βραδιά από 5 έως 30 λεπτά το άτομο. Οι βραδιές αυτές συνήθως έχουν κάποιον-α έμπειρο-η κωμικό ως παρουσιαστή που παίζει το υλικό του/της ανάμεσα στους υπόλοιπους και παρουσιάζει τους άλλους κωμικούς. Ο ρόλος του/της παρουσιαστή-ριας, γνωστός-ή ως Εμ-Σι (από τα αρχικά "MC", από το Master of Ceremony), είναι πολύ βασικός για την επιτυχία μιας παράστασης. Πολλές φορές στις βραδιές αυτές έχουν την ευκαιρία να εμφανιστούν και κωμικοί με 5 ή 10 λεπτά υλικού ως "γκεστ" (guest). |
Τα τελευταία χρόνια γνωρίζει τεράστια άνθηση στη χώρα μας, με δεκάδες κωμικούς που πραγματοποιούν παραστάσεις σε όλη τη χώρα σε θέατρα, bar και σε φεστιβάλ, ενώ λειτουργούν και δύο comedy club, το Γκάζι Κόμεντι Κλαμπ (Gazi Comedy CLub) στην Αθήνα και το "Μαιευτήριο" στη Θεσσαλονίκη. Στις παραστάσεις των comedy club συμμετέχουν 2 και παραπάνω κωμικοί παρουσιάζοντας σε μια βραδιά από 5 έως 30 λεπτά το άτομο. Οι βραδιές αυτές συνήθως έχουν κάποιον-α έμπειρο-η κωμικό ως παρουσιαστή που παίζει το υλικό του/της ανάμεσα στους υπόλοιπους και παρουσιάζει τους άλλους κωμικούς. Ο ρόλος του/της παρουσιαστή-ριας, γνωστός-ή ως Εμ-Σι (από τα αρχικά "MC", από το Master of Ceremony), είναι πολύ βασικός για την επιτυχία μιας παράστασης. Πολλές φορές στις βραδιές αυτές έχουν την ευκαιρία να εμφανιστούν και κωμικοί με 5 ή 10 λεπτά υλικού ως "γκεστ" (guest). |
Έκδοση από την 21:57, 3 Φεβρουαρίου 2022
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
To stand-up comedy (σταντ απ κόμεντι) είναι είδος κωμωδίας που πραγματοποιείται ζωντανά σε κοινό και ο/η καλλιτέχνης απευθύνεται απευθείας στο κοινό με στόχο το γέλιο, συνήθως σε όρθια στάση και με χρήση μικροφώνου, δηλαδή με την απουσία ενός θεατρικού «τέταρτου τοίχου», αφού οι κωμικοί απευθύνονται στο κοινό και τις περισσότερες φορές υπάρχει και σχετική αλληλεπίδραση με το κοινό.
Είναι διαδεδομένη τέχνη σε όλον τον κόσμο, η οποία ξεκίνησε από τις ΗΠΑ στα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά άκμασε κυρίως στην Αγγλία από τη δεκαετία του 60 και μετά, και ειδικότερα από το 80 και μετά, σε συνδυασμό με την "εναλλακτική κωμωδία" που το ανταγωνιζόταν, και αυτό επειδή πριν τη δεκαετία του 60 τα περισσότερα θέματα του stand-up δεν ήταν "πολιτικώς ορθά" (ήταν προσβλητικά ή/και ρατσιστικά ή/και σεξιστικά, κ.λπ.).
Ένας καλλιτέχνης που ασχολείται με το stand up comedy ονομάζεται κωμικός (comic) ή stand up κωμικός. Αποτελεί μια τέχνη με πολλές ιδιαιτερότητες και δυσκολίες, αλλά και κάποιους βασικούς κανόνες και απαράβατους κανόνες που έχουν δομηθεί επί σκηνής τα τελευταία 50 χρόνια.
Ο/Η κωμικός συχνά διηγείται μια γρήγορη ακολουθία χιουμοριστικών ιστοριών ή σύντομων αστείων, γνωστά ως ουάν-λάινερς (one-liners) ή παρουσιάζει την άποψή του/της για ένα θέμα, τα οποία αποτελούν το μονόλογο του/της (ή αλλιώς τη ρουτίνα του/της).
Απαράβατος κανόνας του stand up είναι ότι ο/η καλλιτέχνης γράφει μόνος-η του/της τα κείμενά του/της, δεν "κλέβει" αστεία άλλων κωμικών, δε χρησιμοποιεί ανέκδοτα και δεν υποδύεται κάποιον ρόλο. Αντιθέτως, από ότι πιστεύει ο περισσότερος κόσμος, στο stand up δεν είναι απαραίτητη η άμεση συνομιλία του/της καλλιτέχνη-ιδας με το κοινό. Το κομμάτι αυτό ονομάζεται κράουντ γουόρκ (crowd work) και αποτελεί ίσως το πιο δύσκολο μέρος καθώς ο/η κωμικός πρέπει να αυτοσχεδιάσει πάνω στις απαντήσεις που θα πάρει από το κοινό, να προκαλέσει το γέλιο αλλά να μην προσβάλει ή φερθεί άσχημα στον θεατή. Η επαφή του κόσμου με τον κωμικό γίνεται μόνο όταν ο/η ίδιος-η το ζητήσει και απευθυνθεί προς το κοινό. Κάποιος θεατής που παρεμβαίνει από μόνος του, φωνάζει τη διάρκεια της παράστασης και ενοχλεί γενικότερα την παράσταση ονομάζεται χέκλερ (heckler). Στις περιπτώσεις αυτές ο/η κωμικός έχει δικαίωμα να απαντήσει όπως θέλει και σε πολλές περιπτώσεις να προβάλλει και να μιλήσει άσχημα με σκοπό να τον κάνει να σταματήσει ή να φύγει.
Το stand up παρουσιάζεται σε ειδικά για τον σκοπό «κλαμπ» (comedy club), αλλά και σε μπαρ (bar) και θέατρα.
Στην Ελλάδα το stand up comedy ήρθε τη δεκαετία του 1970 με τον Χάρρυ Κλυνν, αλλά σημαντικός σταθμός της ευρείας διάδοσης του αποτελούν τα μέσα της δεκαετίας του 1990 με τη δημιουργία και τη λειτουργία του πρώτου comedy club στην Ελλάδα, τις "Νύχτες Κωμωδίας", το οποίο λειτουργούσε η Λουκία Ρικάκη από το 1994–95.
Μέσα από τις "νύχτες κωμωδίας" ξεκίνησαν πολλοί γνωστοί κωμικοί που συνεχίζουν μέχρι τις μέρες μας: συγκεκριμένα, τα αδέρφια Θανάσης και Κώστας Παπαγεωργίου, ο Σίλας Σεραφείμ, ο Δημήτρης Δημόπουλος, ο μουσικός Μίλτος Τζαλαγιάννης (με το καλλιτεχνικό όνομα Μπεμπέκος ή Μπεμπέκος Μικρούλης), ο Λάμπρος Φισφής, ο Γιώργος Χατζηπαύλου και ο Διονύσης Ατζαράκης, και με αρκετούς από αυτούς να έχουν κάνει και "πέρασμα" από την τηλεόραση.
Τα τελευταία χρόνια γνωρίζει τεράστια άνθηση στη χώρα μας, με δεκάδες κωμικούς που πραγματοποιούν παραστάσεις σε όλη τη χώρα σε θέατρα, bar και σε φεστιβάλ, ενώ λειτουργούν και δύο comedy club, το Γκάζι Κόμεντι Κλαμπ (Gazi Comedy CLub) στην Αθήνα και το "Μαιευτήριο" στη Θεσσαλονίκη. Στις παραστάσεις των comedy club συμμετέχουν 2 και παραπάνω κωμικοί παρουσιάζοντας σε μια βραδιά από 5 έως 30 λεπτά το άτομο. Οι βραδιές αυτές συνήθως έχουν κάποιον-α έμπειρο-η κωμικό ως παρουσιαστή που παίζει το υλικό του/της ανάμεσα στους υπόλοιπους και παρουσιάζει τους άλλους κωμικούς. Ο ρόλος του/της παρουσιαστή-ριας, γνωστός-ή ως Εμ-Σι (από τα αρχικά "MC", από το Master of Ceremony), είναι πολύ βασικός για την επιτυχία μιας παράστασης. Πολλές φορές στις βραδιές αυτές έχουν την ευκαιρία να εμφανιστούν και κωμικοί με 5 ή 10 λεπτά υλικού ως "γκεστ" (guest).
Για να ξεκινήσει κάποιος να ασχολείται με το stand up δηλώνει συμμετοχή σε ένα "όπεν μάικ" (open mic, μετάφραση: "ανοιχτό μικρόφωνο").
Τα open mic είναι βραδιές όπου μπορεί να συμμετέχει όποιος θέλει, και έχει την ευκαιρία να παρουσιάσει τη ρουτίνα του/της, διάρκειας μέχρι 5 λεπτών. Με τη συμμετοχή σε open mic οι νέοι κωμικοί αποκτούν εμπειρία, δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους και έχουν την ευκαιρία να δούνε άλλους κωμικούς. Χρειάζεται χρόνια δουλειάς για να αποκτήσει ένας/μία κωμικός υλικό μεγάλης διάρκειας σε επαγγελματικό επίπεδο.
Πάντως, στα open mic συμμετέχουν και παλαιότεροι κωμικοί με σκοπό να δοκιμάζουν τα νέα τους κείμενα, με τον θεσμό των open mic να είναι όχι μόνο γνωστός σε όλο τον κόσμο, αλλά και ένας από τους βασικούς τρόπους με τον οποίο διαδίδεται και εξαπλώνεται το stand up.
Open mic βραδιές διοργανώνονται κυρίως σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αλλά έχουν κατά καιρούς οργανωθεί και σε πολλές άλλες πόλεις της Ελλάδας.
Όταν ο/η κωμικός έχει συγκεντρώσει υλικό διάρκειας πάνω από μία ώρας παρουσιάζει, συνήθως, σόλο (solo) παραστάσεις, οι οποίες στο εξωτερικό ονομάζονται σπέσιαλς (specials). Πολλές φορές οι παρατάσεις αυτές ηχογραφούνται ή βιντεοσκοπούνται ώστε να κυκλοφορήσουν στο εμπόριο.