Λίβρα Τουρ
Η λίβρα της πόλης Toυρ, γαλλ.: livre tournois προφ. /livʁ tuʁnwa/, ήταν ένα από τα πολλά νομίσματα που χρησιμοποιούντο στη Γαλλία κατά τον Μεσαίωνα, και μία λογιστική μονάδα (δηλαδή, μία νομισματική μονάδα που χρησιμοποιείται θεωρητικά για τους λογαριασμούς) που χρησιμοποιείτο στην Πρώιμη Σύγχρονη Γαλλία.
Η νομισματική μεταρρύθμιση του 1262 καθιέρωσε τη λίβρα Τουρ ως 20 σολδία Τουρ (sous tournois), ή 80,88 γραμ. καθαρού αργύρου. Το φράγκο με τον ίππο (franc à cheval) ήταν ένα αργυρό νόμισμα μίας λίβρας Τουρ, που κόπηκε σε μεγάλους αριθμούς από το 1360. Το 1549, η λίβρα Τουρ ορίστηκε ως λογιστική μονάδα και το 1667 αντικατέστησε επίσημα τη λίβρα Παρισιού. Το 1720 η λίβρα Τουρ επαναπροσδιορίστηκε ως 0,31 γραμ. καθαρού χρυσού και το 1726, σε υποτίμηση επί Λουδοβίκου ΙΕ΄, ως 4,50516 γραμ. καθαρού αργύρου. Ήταν η βάση του επαναστατικού Γαλλικού φράγκου του 1795, που ορίστηκε ακριβώς ως 4,5 γραμ. καθαρού αργύρου.
Κυκλοφορούν νόμισμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η λίβρα Τουρ δεν κόπηκε ποτέ, γιατί αντιστοιχούσε αρχικά σε μία λίβρα αργύρου, αλλά η υποδιαίρεση του ήταν το νόμισμα δηνάριο Τουρ (denier tournois). Στη Γαλλία, η λίβρα άξιζε 240 δηνάρια. Τα τελευταία είχαν κοπεί αρχικά από το αβαείο του Σαιν Μαρτίν στην περιοχή Τουραίν της Γαλλίας. Λίγο αφότου ο Φίλιππος Β΄ της Γαλλίας κατέλαβε τις κομητείες Aνζού και Tουραίν το 1203 και τυποποίησε τη χρήση της λίβρας Τουρ, εκεί η λίβρα Τουρ άρχισε να αντικαθιστά τη λίβρα Παρισιού, που ήταν μέχρι εκείνη την εποχή το επίσημο νόμισμα του Οίκου των Καπετιδών.
Η λίβρα Τουρ ήταν, από κοινού με την αρχική λίβρα του Καρλομάγνου, χωρισμένη σε 20 σολδία (sols, sous μετά το 1715). Kαθένα από τα οποία χωρίστηκε σε 12 δηνάρια.
Μεταξύ 1360 και 1641 κόπηκαν νομίσματα αξίας μίας λίβρας Τουρ, γνωστά ως φράγκα (το όνομα προέρχεται από την επιγραφή "Johannes Dei Gratia Francorum Rex", "Ιωάννης, Θεού χάριτι της Φραγκίας βασιλιάς"). Άλλα φράγκα κόπηκαν υπό τον Κάρολο Ε΄, τον Ερρίκο Γ΄ και τον Ερρίκο Δ΄. Η χρήση του ονόματος «φράγκο» έγινε συνώνυμο της λίβρας Τουρ στη λογιστική.
Το πρώτο Γαλλικό χαρτονόμισμα, που εκδόθηκε μεταξύ 1701 και 1720, εκφραζόταν σε λίβρες Τουρ (βλ. "Τυπικός κατάλογος του παγκόσμιου χαρτονομίσματος", Άλμπερτ Πικ). Αυτή ήταν η τελευταία φορά, που το όνομα χρησιμοποιήθηκε επίσημα, καθώς τα μετέπειτα χαρτονομίσματα και κέρματα ονομάζοντο απλώς σε λίβρες, ενώ η λίβρα Παρισιού καταργήθηκε τελικά το 1667.
Λογιστικό νόμισμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με πολλές μορφές εγχώριου και διεθνούς χρήματος (με διαφορετικό βάρος, καθαρότητα και ποιότητα) να κυκλοφορούν σε όλη την Ευρώπη στα τέλη του Μεσαίωνα και στην πρώιμη σύγχρονη περίοδο, η χρήση τού λογιστικού νομίσματος έγινε οικονομική αναγκαιότητα. Αυτό στον κόσμο των διεθνών τραπεζών του 13ου αι. ήταν το φλωρίνι και το δουκάτο που χρησιμοποιούντο συχνά. Στη Γαλλία η λίβρα Τουρ και το νομισματικό σύστημα που βασίζεται σε αυτό, έγιναν μία τυπική νομισματική μονάδα λογιστικής και συνέχισαν να χρησιμοποιούνται ακόμη και όταν η λίβρα Τουρ έπαψε να υπάρχει ως πραγματικό νόμισμα. Για παράδειγμα η συνθήκη Αγοράς της Λουιζιάνα το 1803 καθόριζε τις σχετικές ισοτιμίες του φράγκου, του δολαρίου και της λίβρας Τουρ.
Η επίσημη χρήση της λογιστικής μονάδας λίβρα Τουρ σε όλα τα συμβόλαια στη Γαλλία νομοθετήθηκε το 1549, αλλά ήταν μία από τις τυπικές λογιστικές μονάδες στη Γαλλία από τον 13ο αι. Το 1577 η λογιστική μονάδα λίβρα Τουρ καταργήθηκε επίσημα και οι λογιστές μεταπήδησαν στο εσκούδο (écu), που ήταν εκείνη την εποχή το σημαντικότερο Γαλλικό χρυσό νόμισμα σε πραγματική κυκλοφορία, αλλά το 1602 η λογιστική μονάδα λίβρα Τουρ επανήλθε. Μόνο μία νομισματική μονάδα λογιστικής βασισμένης στη λίβρα Παρισιού συνέχισε να χρησιμοποιείται για μικρές χρήσεις μέσα και γύρω από το Παρίσι και καταργήθηκε επίσημα το 1667 από τον Λουδοβίκο ΙΔ΄.
Από τα νομίσματα στην Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα και την πρώιμη σύγχρονη περίοδο (Γαλλικό εσκούδο (écu), λουδοβίκειο, αργυρό τεστόν, δηνάριο, ντούπλα, φράγκο, ισπανικό δουβλόνι, πιστόλα, ρεάλ, ιταλικό φλορίνι, δουκάτο ή τσεκίνι, Γερμανικό και Αυστριακό τάλερ, Ολλανδικό γκούλντεν, κ.λπ.) δεν είχαν καμία ένδειξη για την αξία τους, η επίσημη αξία τους καθοριζόταν από βασιλικά διατάγματα. Σε περιπτώσεις οικονομικής ανάγκης, οι Γάλλοι βασιλείς μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την επίσημη αξία για να υποτιμήσουν το νόμισμα. Αυτό θα μπορούσε να γίνει με δύο τρόπους: (1) η ποσότητα πολύτιμου μετάλλου σε ένα νεόκοπο γαλλικό νόμισμα θα μπορούσε να μειωθεί, διατηρώντας ωστόσο την παλαιά αξία σε λίβρες Τουρ ή (2) η επίσημη αξία ενός εγχώριου ή ξένου νομίσματος σε κυκλοφορία θα μπορούσε να αυξηθεί. Αντιστρέφοντας αυτές τις τεχνικές, τα νομίσματα θα μπορούσαν να ενισχυθούν.
Για παράδειγμα:
- η αξία ενός χρυσού εσκούδου (écu d'or,) ενός Γαλλικού χρυσού νομίσματος, άλλαξε από 60 σε 57 σολδία (sol) το 1573.
- για να περιοριστεί η αυξανόμενη χρήση του Ισπανικού ρεάλ, η επίσημη αξία του μειώθηκε σε 4 σολδία και 2 δηνάρια τη δεκαετία του 1570.
Οι βασιλικοί οικονομικοί αξιωματικοί αντιμετώπιζαν πολλές δυσκολίες. Εκτός από την κερδοσκοπία συναλλάγματος, την κιβδηλία και το σκόπιμο ξύσιμο των πολύτιμων μετάλλων από τα νομίσματα (το οποίο τιμωρείτο αυστηρά), είχαν το δύσκολο πρόβλημα να καθορίσουν τιμές για νομίσματα χρυσού, αργύρου, χαλκού και από κράμα (billon), ανταποκρινόμενοι στη συχνά μεγάλη εισροή ξένων νομισμάτων και την εμφάνιση κατώτερων ξένων νομισμάτων, εσκεμμένα παρόμοιου σχεδίου. Για περισσότερα σχετικά με αυτά τα ζητήματα, δείτε Νομισματική πολιτική και Νόμος του Γκρέσαμ.
Σύμβολο Unicode
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ένα σύμβολο για τη λίβρα Τουρ προστέθηκε στο Unicode 5.2, στο τμήμα Σύμβολα Νομισμάτων στο σημείο κωδικού U+20B6: lt.