Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πατριάρχης Αγαθάγγελος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πατριάρχης Αγαθάγγελος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1769
Arnavutköy
Θάνατος30  Νοεμβρίου 1831
Αδριανούπολη
Χώρα πολιτογράφησηςΟθωμανική Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΑνατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Τουρκικά
Βουλγαρικά
Ρωσικά
Γαλλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταορθόδοξος ιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΟικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1826–1830)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Αγαθάγγελος ήταν Οικουμενικός Πατριάρχης την περίοδο 1826-1830.

Γεννήθηκε σε χωριό κοντά στην Αδριανούπολη, πράγμα το οποίο συνετέλεσε στο να κατηγορηθεί πως είχε βουλγαρική καταγωγή[1]. Εκεί έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Εκάρη μοναχός στη Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους. Γύρω στο 1800 έγινε ιερέας της ελληνικής κοινότητας της Μόσχας. Το Νοέμβριο του 1815 εξελέγη Μητροπολίτης Βελιγραδίου και τον Αύγουστο του 1825 Μητροπολίτης Χαλκηδόνος. Στις 26 Σεπτεμβρίου του 1826, αφού ο Πατριάρχης Χρύσανθος καθαιρέθηκε και εξορίστηκε, ο Αγαθάγγελος εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.

Υπήρξε από τους πιο μορφωμένους Πατριάρχες της εποχής του. Μιλούσε ελληνικά, τουρκικά, βουλγαρικά, ρωσικά και γαλλικά. Φαίνεται επίσης πως είχε ικανότητες, αφού διαχειρίστηκε με επιτυχία τα προβλήματα που δημιούργησε στο ποίμνιό του η Ναυμαχία του Ναυαρίνου (1827) και ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος (1828-1829)[2]. Η Πατριαρχία του όμως συνδέθηκε και με ατυχείς ενέργειες, οι οποίες καταρράκωσαν το κύρος του και προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις, που τελικά οδήγησαν στην καθαίρεσή του. Το 1827, όταν οπλαρχηγοί της Στερεάς Ελλάδας ζήτησαν τη μεσολάβησή του στο Σουλτάνο Μαχμούτ Β΄, ώστε να τους χορηγηθεί αμνηστία, ο Αγαθάγγελος, κατόπιν εντολής του Σουλτάνου, έστειλε αντιπροσωπεία στον Καποδίστρια, ζητώντας του την υποταγή των επαναστατημένων Ελλήνων. Η απάντηση ήταν αρνητική, αλλά η ενέργεια αυτή του Πατριάρχη θεωρήθηκε αντεθνική. Σε αυτήν ήρθε να προστεθεί η ανάμειξή του στην εκλογή Πατριάρχη Ιεροσολύμων, όπου προσπάθησε ανεπιτυχώς να επιβάλει ως Πατριάρχη τον Κυζίκου Ματθαίο, θεωρούμενο επίφοβο αντίπαλό του, προκειμένου να τον απομακρύνει[3]. Η ανάμειξη αυτή, μαζί με την αυταρχικότητα του συμβούλου του Βασιλάκη Βούκα και την αποστολή όλων των ενδημούντων αρχιερέων στις επαρχίες τους[2] οδήγησε, μαζί με οικονομικές και διοικητικές ατασθαλίες, στην καθαίρεσή του, στις 5 Ιουλίου 1830.

Κατόπιν αυτού εξορίστηκε στην Καισάρεια και κατόπιν στην Αδριανούπολη, όπου και πέθανε το 1832.

  • Οικουμενικό Πατριαρχείο
  • Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larousse-Britannica, 2007, τόμ. 1, σελ. 152
  • Χαμχούγιας, Χρήστος (2006). Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ΣΤ' ο Φουρτουνιάδης εν μέσω εθνικών και εθνοφυλετικών ανταγωνισμών, διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Θεολογική Σχολή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας. 


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Μελέτιος
Μητροπολίτης Βελιγραδίου
1815-1825
Διάδοχος
Κύριλλος
Προκάτοχος
Καλλίνικος
Μητροπολίτης Χαλκηδόνος
1825-1826
Διάδοχος
Ζαχαρίας
Προκάτοχος
Χρύσανθος
Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
1826-1830
Διάδοχος
Κωνστάντιος Α΄