Διπολική Διαταραχή

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 25

0

Τμήμα Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης

EDUG-623: ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ


(Ακροατήριο 9)

ΘΕΜΑ: ΔΙΠΟΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Σπουδάστρια: Σαλτερή Γεωργία


U171N0780

Διδάσκουσα: Δρ. Χατζηχαραλάμπους Ξένια

Χειμερινό εξάμηνο: 2017


1

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ…………………………………..…………….........…..................…..2

2. Εννοιολογική διασάφηση και συμπτωματολογία Διπολικής Διαταραχής..........2

3. Τύποι Διπολικής Διαταραχής.................................................................................4

4. Αιτιολογία/ Παράγοντες κινδύνου..........................................................................5

4.1. Γενετική ευπάθεια.............................................................................................5

4.2. Νευροενδοκρινολογικοί παράγοντες...............................................................5

4.3. Κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες................................................6

5. Αντιμετώπιση/ Θεραπεία........................................................................................7

5.1. Ψυχοθεραπεία...................................................................................................8

5.2. Φαρμακευτική αγωγή....................................................................................12

5.3 Ηλεκτροσπασμοθεραπεία...............................................................................17

6.Συμπερασματα........................................................................................................19

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.......................................................................................................20
2

1. Εισαγωγή

Η συγκεκριμένη εργασία αποτελεί μια βιβλιογραφική ανασκόπηση

σχετικά με την παρουσίαση της ψυχικής νόσου της διπολικής διαταραχής.

Η διπολική διαταραχή ή με την πρότερη ονομασία της μανιοκατάθλιψη

αποτελεί μια συναισθηματική διαταραχή, που εμφανίζεται τόσο σε άνδρες

όσο και σε γυναίκες με μεγαλύτερη συχνότητα στην παιδική ή εφηβική

ηλικία. Στο πλαίσιο της ασθένειας αυτής το άτομο βιώνει επεισόδια

κατάθλιψης που εναλλάσσονται με μανιακά επεισόδια. Στόχος, λοιπόν, της

εργασίας είναι να γίνει εναργέστερη η ψυχική αυτή νόσος μέσα από τη

διερεύνηση των συμπτωμάτων της, των παραγόντων κινδύνου αλλά και των

κατάλληλων παρεμβάσεων για τη θεραπεία του ασθενούς.

2. Εννοιολογική διασάφηση και συμπτωματολογία

Η Διπολική Διαταραχή συνιστά μια χρόνια ψυχική ασθένεια, ανήκει στην

κατηγορία των συναισθηματικών διαταραχών και παρουσιάζει σοβαρή

συμπτωματολογία που μπορεί να επιδεινωθεί και να οδηγήσει ακόμα και σε

λειτουργική ανικανότητα ή και στην αυτοκτονία (Economou,& Charitsi,

2017). Σύμφωνα, μάλιστα, με την κατάταξη του Παγκόσμιου Οργανισμού

Υγείας η διπολική διαταραχή κατέχει την έκτη θέση παγκοσμίως ως αιτία

αναπηρίας για την ηλικιακή ομάδα των 15–44 ετών (Murray, & Lopez,

2007).

Τα άτομα με την εν λόγω διαταραχή βιώνουν υπερβολικές εναλλαγές

διάθεσης. Σε πολλές περιπτώσεις έχει τη μορφή ψυχικής ευφορίας με

αυξημένη ενεργητικότητα και δραστηριότητα (μανία ή υπομανία), ενώ σε

άλλες περιπτώσεις υπάρχει πτώση της διάθεσης και μειωμένη

ενεργητικότητα (κατάθλιψη). Στη φάση που ο ασθενής αισθάνεται ψυχική


3

ευφορία, νιώθει ικανός για τα πάντα. Μάλιστα μπορεί να αισθανθεί τόσο

υπέρμετρη μεγαλομανία και αυτοπεποίθηση, που να αρχίσει να παραληρεί

και να πιστεύει πως είναι είτε κάποιο διάσημο πρόσωπο, είτε πως διαθέτει

υπερδυνάμεις (Hirschfeld et al, 2005). Όσο όμως εντείνεται το μανιακό

επεισόδιο αρχίζει να συγκεντρώνεται πληθώρα σκέψεων στο μυαλό του και

έτσι διασπάται η συγκέντρωσή του, ενώ μπορεί να αρχίσει να έχει

ψευδαισθήσεις και να επιδεικνύει αρνητική, επιθετική και γενικότερα

επικίνδυνη συμπεριφορά, τόσο για τον ίδιο όσο και για τον περίγυρό του,

όπως π.χ. αλόγιστα έξοδα που οδηγούν σε οικονομική εξαθλίωση,

ανεξέλεγκτη σεξουαλική επιθυμία, κατάχρηση ουσιών κ.α.

Στον αντίποδα, η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από γενικότερη βραδύτητα,

απαισιοδοξία, λύπη, θλίψη και παραίτηση από οποιοδήποτε ευχάριστο

γεγονός. Ο ασθενής αισθάνεται ανεπαρκής, ανίκανος, βάρος της κοινωνίας

και έτσι αποκόπτεται από τον κοινωνικό περίγυρο, ενώ όσο βαθαίνει η

κατάθλιψη η ιδέα του θανάτου φαντάζει όλο και πιο οικεία. Επίσης, ο

ασθενής ενδέχεται να υποφέρει από αϋπνία ή και το αντίστροφο, δηλαδή να

κοιμάται πολλές ώρες, περίπου 10-15 και παρόλα αυτά να αισθάνεται

κόπωση (Λαγού, & Κώστογλου, 2017). Όλα αυτά δυσκολεύουν και τη

συγκέντρωση του ατόμου και έτσι δυσχεραίνεται η ολοκλήρωση απλών και

καθημερινών δραστηριοτήτων, πχ. η εργασία ή το διάβασμα (Λαγού, &

Κώστογλου, 2017).

Ωστόσο, η δυσκολότερη φάση είναι τα μικτά επεισόδια, που στις

περισσότερες περιπτώσεις οδηγούν στη χρήση ουσιών και στην αυτοκτονία.

To μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών με αυτή τη νόσο χρήζει θεραπευτικής

παρέμβασης, είτε με τις κατάλληλες υπηρεσίες ψυχικής υγείας, είτε με

νοσηλεία στο νοσοκομείο όταν τα συμπτώματα είναι σε έξαρση (Bourdon,


4

Rae, Narrow, Manderscheid & Regier, 1994). Εντούτοις, επειδή συνιστά μια

υποτροπιάζουσα νόσο, η σταθεροποίηση του ασθενούς δεν είναι βέβαιη.

3.Τύποι Διπολικής Διαταραχής

Η Διπολική Διαταραχή χωρίζεται σε τέσσερις κατηγορίες, τη Διπολική

Διαταραχή τύπου Ι και τη Διπολική Διαταραχή τύπου ΙΙ, την Κυκλοθυμική

Διαταραχή και τη Διπολική Διαταραχή μη αλλιώς προσδιοριζόμενη (DSM-

5, 2013).

Η Διπολική Διαταραχή τύπου Ι χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα

επεισόδια κατάθλιψης και μανίας που μπορούν να πλήξουν ψυχικά και

κοινωνικά ένα άτομο, ωστόσο όταν η νόσος είναι σε ύφεση το άτομο

λειτουργεί φυσιολογικά (Λαγού, & Κώστογλου, 2017).

Η Διπολική Διαταραχή τύπου ΙΙ χαρακτηρίζεται από υπομανιακά

επεισόδια, εφόσον η ψυχική κατάσταση ευφορίας είναι πιο περιορισμένη

και το άτομο παρουσιάζει λιγότερο έντονα συμπτώματα σε σχέση με τη

Διπολική Διαταραχή τύπου Ι. Έτσι, κάποιος που έχει αυτή τη νόσο μπορεί

να είναι αρκετά παραγωγικός κατά τη διάρκεια ενός υπομανιακού

επεισοδίου.

Η Κυκλοθυμική Διαταραχή είναι μια ήπια μορφή Διπολικής Διαταραχής,

χωρίς τις υπερβολικές εναλλαγές διάθεσης, όπως συμβαίνει με τη Διπολική

Διαταραχή τύπου Ι ή ΙΙ. Επομένως, το άτομο δεν οδηγείται σε ανικανότητα

ή αντικοινωνικότητα (Λαγού, & Κώστογλου, 2017).

Η Διπολική Διαταραχή μη αλλιώς προσδιοριζόμενη εντάσσεται σε μια

υπολειπόμενη κατηγορία (Παπαδημητρίου, 2013).


5

4. Αιτιολογία/ Παράγοντες κινδύνου

Η Διπολική Διαταραχή είναι μια ψυχική νόσος που συγκαταλέγεται στις

συναισθηματικές διαταραχές, και, όπως συμβαίνει σε όλες τις

συναισθηματικές διαταραχές, στην εκδήλωσή της μπορεί να οδηγήσει ένας

συνδυασμός παραγόντων, όπως γενετικοί, νευροενδοκρινολογικοί,

περιβαλλοντικοί αλλά και κοινωνικοί (Χαρτοκόλλης, 1991).

4.1. Γενετική ευπάθεια

Έρευνες έχουν δείξει πως τα παιδιά που έχουν γονείς πάσχοντες από

διπολική διαταραχή κινδυνεύουν πολύ περισσότερο να εμφανίσουν την

οικεία διαταραχή συγκριτικά με παιδιά με υγιείς γονείς (Hirshfeld- Becker et

al., 2007). Επομένως, το οικογενειακό ιστορικό διπολικής διαταραχής είναι

ένας παράγοντας που αυξάνει τις πιθανότητες να διαγνωστεί κάποιος με την

ανάλογη νόσο. Mάλιστα σύμφωνα με τον Levine (1999), υπάρχει

πιθανότητα 30%- 40% ένα άτομο του οποίου ένας από τους γονείς έχει την

οικεία διαταραχή να την "κληρονομήσει" και η πιθανότητα αυτή αυξάνεται

εάν υπάρχουν περισσότεροι συγγενείς που έχουν νοσήσει από αυτή την

ασθένεια. Μελέτες έδειξαν, ακόμη, πως ποσοστό 78% αυτών που είχαν

γονέα με διπολική διαταραχή εμφάνισαν τουλάχιστον μία διαταραχή του

DSM-IV, ενώ από όσους είχαν υγιείς γονείς μόνο το 24% παρουσίασε

διαταραχή (Wilmshurst, 2011).

4.2. Νευροενδοκρινολογικοί παράγοντες

Έρευνες έχουν αποδείξει πως τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης συνδέονται

με τη μανία και όταν μάλιστα αυτός ο παράγοντας συνδυάζεται με υψηλά


6

επίπεδα νορεπινεφρίνης μπορεί να προκληθεί μανιακό επεισόδιο (Shastry,

2005· Sobczak, Honig, van Duinen, & Riedel, 2002). Ακόμη, έχει

αποδειχθεί πως η ύπαρξη ανωμαλιών νευρογλοιακών κύτταρων στο

μετωπιαίο φλοιό συντελεί στην εκδήλωση Διπολικής Διαταραχής. (Cooper,

Bloom, & Roth, 2003· Moore et al., 2007). Επιπροσθέτως, δομικές και

λειτουργικές ανωμαλίες στην αμυγδαλή, στο κοιλιακό ραβδωτό σώμα και

στον κοιλιακό μετωπιαίο φλοιό μπορούν να προκαλέσουν διαταραχές στα

συναισθήματα και στη συμπεριφορά ατόμων με διπολική διαταραχή

(Blumberg, 2007, σ.104).

Τέλος, οι νευροφυσιολογικές ανωμαλίες, όπως έχουν μελετηθεί κατά το

ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, προκαλούν διαταραχές στη διάθεση των

ασθενών με την οικεία νόσο (Λαγού, & Κώστογλου, 2017). Οι πάσχοντες

από διπολική διαταραχή παρουσιάζουν ποικίλες ανωμαλίες κατά

τη διάρκεια του ύπνου τους, γεγονός που επιδρά αρνητικά στην

ψυχολογία τους και έχει διαπιστωθεί πως αυτό οφείλεται στον

αυξημένο μεταβολισμό στους μετωποβρεγματικούς λοβούς και

στον θάλαμο τη στιγμή που το άτομο περνάει από την αϋπνία στον

μη- Rem ύπνο(Λαγού, & Κώστογλου, 2017).

4.3. Κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες

Το κοινωνικό υπόβαθρο, αλλά και το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει

κάποιος άνθρωπος είναι πολύ συχνά παράγοντες που συμβάλλουν στην υγιή

ή μη ψυχική ανάπτυξή του. Συνήθως, όταν ένα παιδί μεγαλώνει σε δύσκολες

συνθήκες είναι και πιο επιρρεπές σε ψυχικά νοσήματα λόγω τραυματικών

και άλλων δυσάρεστων καταστάσεων. Το παράδοξο όμως, σ' αυτήν την

περίπτωση είναι πως υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος να παρουσιάσει την


7

οικεία ψυχική διαταραχή άτομο υψηλού κοινωνικοοικονομικού υποβάθρου

(Ραγκαβά, & Παπασπυρόπουλος, 2015).

Σύμφωνα, επίσης, με επιστημονικές έρευνες, εάν ένα άτομο πάσχει από

κάποια αγχώδη διαταραχή, μετατραυματικό στρες ή φοβίες, αυξάνεται ο

κίνδυνος εκδήλωσης διπολικής διαταραχής. Το ίδιο ισχύει και για

εξαιρετικά στρεσογόνες εμπειρίες, όπως το βαθύ πένθος. Επίσης, εμπειρίες

όπως ένας χωρισμός, ένα διαζύγιο, μια αποτυχία σε εξετάσεις ή η σωματική

και σεξουαλική κακοποίηση στην παιδική ηλικία υπάρχει περίπτωση να

προκαλέσουν κατάθλιψη ή και δυσκολίες στον ύπνο, που μπορεί να

συνεχιστούν για εβδομάδες (Λαγού, & Κώστογλου, 2017), ενώ παράλληλα

το άτομο μπορεί να στραφεί στο αλκοόλ ή σε ναρκωτικές ουσίες.

Εντούτοις, η κατάχρηση ουσιών δεν μπορεί να αποτελέσει λύση στο

πρόβλημα, αντιθέτως εντείνει τα συμπτώματα της κατάθλιψης και τις

εναλλαγές της διάθεσης. Τα γεγονότα, επομένως, που προκαλούν στρες και

ψυχική πίεση προκαλούν βιολογική αντίδραση που είναι δύσκολο να

σταματήσει με επακόλουθο την εμφάνιση ενός επιδεινωμένου

καταθλιπτικού συνδρόμου, ιδιαιτέρως σε αγχώδη ή υπερευαίσθητα άτομα

(DSM-5, 2013).

5. Αντιμετώπιση/ Θεραπεία

Η θεραπεία της διπολικής διαταραχής περιλαμβάνει την αντιμετώπιση

των δύο επεισοδίων που τη χαρακτηρίζουν, δηλαδή της μανίας και της

κατάθλιψης. Αυτό σημαίνει πως απαιτείται ένα σύνθετο θεραπευτικό

πρόγραμμα που συνδυάζει φάρμακα και ψυχοθεραπεία (AACAP, Practice

Parametrs1997), ενώ σε κάποιες περιπτώσεις και ηλεκτροσπασποθεραπεία.


8

5.1. Ψυχοθεραπεία

Η ψυχοθεραπεία είναι μια υποστηρικτική μέθοδος θεραπείας που στόχο

έχει να ενδυναμώσει τις ικανότητες και την αυτοεκτίμηση του ασθενούς,

μέσα από τη συνειδητοποίηση των πράξεών του και την απόκτηση

δεξιοτήτων για την επίλυση των προβλημάτων που προκαλεί η διπολική

διαταραχή. Στη συγκεκριμένη νόσο πλήττεται πολύ συχνά η αυτοπεποίθηση

και η αυτοεκτίμηση του ασθενούς ειδικά όταν βρίσκεται σε πολύ νεαρή

ηλικία, αφού τα επεισόδιά της έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη σχολική

απόδοση, στις σχέσεις με τους άλλους, αλλά στη συνέχεια και στον

εργασιακό τομέα πράγμα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει το άτομο σε κατάθλιψη

και σε πάρα πολλές περιπτώσεις και σε απόπειρα αυτοκτονίας. Γι' αυτό το

λόγο, παρόλο που το άτομο πρέπει να ακολουθήσει ψυχοθεραπεία, είναι

απαραίτητο αυτή να γίνεται παράλληλα και με φαρμακευτική αγωγή, καθώς

η λήψη φαρμάκων είναι πρωτεύουσας σημασίας και μάλιστα διευκολύνει

την ψυχοθεραπεία.

Α) Οικογενειακή θεραπεία

Σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην αντιμετώπιση της διπολικής

διαταραχής είναι η οικογένεια, εφόσον ο ασθενής ζει το μεγαλύτερο

διάστημα μέσα σ' αυτήν. Είναι επόμενο, λοιπόν, ο ασθενής να επηρεάζεται

από τα μέλη της οικογένειας, όπως και τα υπόλοιπα μέλη να επηρεάζονται

από το άτομο που νοσεί. Γι' αυτό το λόγο είναι σημαντικό τα μέλη της

οικογένειας να διδαχθούν τεχνικές που θα τους βοηθήσουν στη σύσφιξη των

σχέσεών τους, στην καλύτερη επικοινωνία και αλληλοϋποστήριξη. Με

αυτόν τον τρόπο θα μειωθούν οι στρεσογόνοι παράγοντες μέσα στο

οικογενειακό περιβάλλον, γεγονός που επιβαρύνει τη διπολική διαταραχή


9

και θα δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για τη θεραπεία του

ασθενούς.

Β) Γνωστική και συμπεριφορική θεραπεία

Με αυτήν τη θεραπευτική μέθοδο ο ασθενής αποκτά δεξιότητες και

μαθαίνει να αλλάζει τους επιβλαβείς τρόπους σκέψεις και συμπεριφοράς και

έτσι περιορίζονται οι πιθανότητες να χειροτερέψει η νόσος και να πέσει το

άτομο σε κατάθλιψη, ενώ παράλληλα αυξάνεται η λειτουργικότητα και η

ποιότητα ζωής του.

Με αυτού του είδους τη θεραπεία οι ασθενείς θα μπορέσουν να

αντιμετωπίσουν τη διπολική διαταραχή εφόσον θα αποκτήσουν τις

κατάλληλες δεξιότητες για να εκτιμούν και να μεταβάλλουν προς το

καλύτερο τις ερμηνείες που αποδίδουν στους σημαντικούς τομείς της ζωής

τους. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Τσώλα - Γιαννατσή (2017) θα

αντιμετωπίσουν τη διαταραχή:

 Χρησιμοποιώντας γνωστικές δεξιότητες για να αντισταθμίσουν

συναισθηματικές διακυμάνσεις και παρορμήσεις συμπεριφοράς.

 Βελτιώνοντας την αίσθηση ελπίδας ώστε να μειώσουν τον κίνδυνο

αυτοκτονίας.

 Συνειδητοποιώντας και συγκρίνοντας τα υπέρ και κατά των σημαντικών

αποφάσεων της ζωής τους πιο προσεκτικά και αντικειμενικά.

 Μεταβάλλοντας τον τρόπο αντίληψης των συζυγικών και οικογενειακών

αλληλεπιδράσεων.

 Μειώνοντας τη ντροπή που συνδέεται συχνά με τη διπολική διαταραχή.

Ωστόσο, το κόστος αυτής της μορφής θεραπείας είναι υψηλό γεγονός που

αποτελεί πολύ συχνά ανασταλτικό παράγοντα για τους ασθενείς. Τέλος,


10

αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η θεραπεία λειτουργεί υποστηρικτικά στη

φαρμακευτική αγωγή και δεν την υποκαθιστά.

Γ. Θεραπεία διαπροσωπικού-κοινωνικού ρυθμού

Η θεραπεία διαπροσωπικού και κοινωνικού ρυθμού στηρίζεται στη

διαπροσωπική θεραπεία και αναπροσαρμόστηκε από την Ellen Frank το

2005 (Τσώλα - Γιαννατσή,2017). Συνδυάζει στοιχεία από την

ψυχοεκπαίδευση, τη θεραπεία κοινωνικού ρυθμού και τη διαπροσωπική

ψυχοθεραπεία σε μια θεραπεία ειδικά διαμορφωμένη για την αντιμετώπιση

της διπολικής διαταραχής (Τσώλα - Γιαννατσή,2017).

Η θεραπεία διαπροσωπικού-κοινωνικού ρυθμού βασίζεται στην αντίληψη

ότι τα άτομα με την αρρώστια αυτή έχουν γενετική προδιάθεση σε

ανωμαλίες των βιολογικών ρυθμών και των κύκλων ύπνου-εγρήγορσης, που

με τη σειρά τους διαταράσσονται από καθημερινά γεγονότα και ενδέχεται

να προκαλέσουν ή να επιδεινώσουν ένα μανιακό, μεικτό ή υπομανιακό

επεισόδιο (Τσώλα - Γιαννατσή,2017). Η θεραπεία αυτή αποσκοπεί στη

σύνδεση των ποικίλων γεγονότων που συμβαίνουν στη ζωή των ατόμων με

τους βιολογικούς τους ρυθμούς και τα επεισόδια διάθεσης, βοηθώντας τους

ασθενείς να σταθεροποιηθούν, να μειώσουν τα διαπροσωπικά τους

προβλήματα και να τηρούν επιμελώς την φαρμακευτική αγωγή (Τσώλα -

Γιαννατσή,2017).

Δ. Ψυχοεκπαίδευση

Η θεραπεία της ψυχοεκπαίδευσης αφορά την εκπαίδευση τόσο του

ασθενούς όσο και των οικείων του προσώπων σχετικά με την ασθένεια,

ώστε η θεραπεία να γίνει όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματική. Βέβαια, για


11

τη σωστή εκπαίδευση απαιτείται εξειδικευμένο προσωπικό που να μπορεί

να ενημερώνει ολοκληρωμένα τον ασθενή και τα κοντινά του πρόσωπα

σχετικά με τη συμπτωματολογία της νόσου και σχετικά με μεθόδους

πρόληψης και ελέγχου των επεισοδίων.

Η θεραπεία αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε σε μια σειρά από

συνεδρίες άμεσα με τον θεραπευτή είτε σε ομαδικές συνεδρίες με άλλα

άτομα με διπολική διαταραχή και με τους οικείους τους, που βέβαια μπορεί

να διαρκέσουν μήνες ή χρόνια (Λαγού, & Κώστογλου, 2017). Η οικογένεια

μπορεί να συνεισφέρει σε αυτού του είδους τη θεραπεία αποκτώντας την

ικανότητα να αναγνωρίσει τη νόσο και παίρνοντας πρωτοβουλίες που θα

βοηθήσουν στη δημιουργία ενός ιδανικού οικογενειακού περιβάλλοντος ,

όπου θα κυριαρχεί η ηρεμία και θα περιορίζονται οι οικογενειακές διαμάχες

και εντάσεις.

Όσον αφορά, όμως στον ίδιο τον ασθενή, αυτό το πρόγραμμα

περιλαμβάνει την εκμάθηση μεθόδων για τον εντοπισμό των συμπτωμάτων

μανίας και κατάθλιψης, τρόπους πρόληψης και γίνεται πλήρης καταγραφή

της πορείας του ασθενούς, δηλαδή της εξέλιξης από τη λήψη φαρμάκων και

τους τρόπους που ο ασθενής αντιμετώπισε στρεσογόνες και άλλες

προβληματικές καταστάσεις. Επιπλέον, αυτή η θεραπεία βοηθάει το άτομο

να αποκτήσει μια σταθερή και προγραμματισμένη ζωή, μακριά από ουσίες,

όπως ναρκωτικά και αλκοόλ και εκτός των άλλων ασχολείται με θέματα

όπως τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και οι ψυχολογικές εντάσεις

που μπορεί να προκύψουν σε οικογένειες με συγγενή που έχει την οικεία

νόσο (Κονταξάκης και άλλοι, 2005).


12

5.2. Φαρμακευτική αγωγή

Καθοριστικής σημασίας στη θεραπεία της διπολικής διαταραχής είναι η

λήψη φαρμάκων. Δεν θεραπεύει οριστικά τον ασθενή, αλλά με τον έλεγχο

των συμπτωμάτων που παρέχει, τον βοηθάει να μπορεί να αντεπεξέλθει στις

απαιτήσεις της καθημερινότητας. Υπάρχει, ωστόσο, ένα σημείο στη

φαρμακοθεραπεία της διπολικής διαταραχής που την καθιστά πιο περίπλοκη

σε σχέση με άλλα ψυχικά νοσήματα. Αυτό είναι ότι τα φάρμακα πρέπει να

στοχεύουν ταυτόχρονα στην αντιμετώπιση των επεισοδίων μανίας, αλλά και

της κατάθλιψης και βέβαια πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ιδιαιτερότητα της

κάθε περίπτωσης (Δασκαλόπουλος, 2006). Τέτοιου είδους φάρμακα είναι τα

αντικαταθλιπτικά και το λίθιο.

Α. Αντικαταθλιπτικά φάρμακα

Τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά: Αυτά τα αντικαταθλιπτικά έχουν σημαντικά

θετική επίδραση στην αντιμετώπιση των επεισοδίων κατάθλιψης, αφού

επιδρούν ιδίως στη σεροτονίνη και τη νορεπινεφρίνη, που ενισχύουν τη

δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα, εφόσον αναστέλλεται η

επαναπρόσληψή τους από τους προσυναπτικούς νευρώνες (Coryell et all,

1995). Σ' αυτήν την κατηγορία ανήκουν οι εξής ουσίες (Coryell et all,

1995).:

 Αμιτριπτυλίνη (Saroten,Maxivalet)

 Ιμιπραμίνη (Tofranil,Venefon)

 Νορτριπτυλίνη (Nortrilen)

 Δεσιπραμίνη(Pertofrane)

 Δοξεπίνη(Sinequan)
13

 Προτριπτιλίνη (Concordin)

 Χλωριμιπραμίνη (Anafranil)

Η ψυχιατρική βασίστηκε σ' αυτήν την κατηγορία φαρμάκων για τη

θεραπεία της νόσου, ιδιαίτερα τις προηγούμενες δεκαετίες, αλλά σήμερα δεν

αποτελούν την πρώτη επιλογή των γιατρών, λόγω των πολλών

παρενεργειών που μπορεί να προκαλέσουν. Τέτοιες παρενέργειες είναι η

υπνηλία, η ξηροστομία, η ταχυκαρδία, η δυσκοιλιότητα, η θολή όραση,

εφιάλτες, επιληπτικές κρίσεις κ.λπ. (World Health Organisation, 2004).

Εντούτοις, διαφέρουν από φάρμακο σε φάρμακο.

Τετρακυκλικά αντικαταθλιπτικά: Αυτή η κατηγορία αντικαταθλιπτικών

είναι εξίσου παλιά με τα τρικυκλικά. Και αυτά δεν θεραπεύουν ριζικά τον

ασθενή αλλά περιορίζουν τα συμπτώματα, είναι ωστόσο πιο δραστικά από

τις άλλες κατηγορίες και δεν παρουσιάζουν πολλές παρενέργειες. Όταν

όμως αρχίζει να αυξάνεται η διάθεση και η ενεργητικότητα του ατόμου,

αυξάνεται και η πιθανότητα αυτοκτονίας (Λαγού, & Κώστογλου, 2017). Σ'

αυτήν την κατηγορία ανήκουν οι εξής ουσίες (Κουκία, 2015):

 Τραζοδόνη (Trittico)

 Μιανσερίνη (Τrilvon)

 Mαπροτιλίνη (Retinyl, Lydiamil, Klimastress)

Αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης: Τα φάρμακα που ανήκουν σε αυτήν

την κατηγορία είναι τα λιγότερο αποτελεσματικά και με τις περισσότερες

παρενέργειες, γι' αυτό και αποτελούν την τελευταία επιλογή των γιατρών.
14

Στις παρενέργειες παρατηρούνται πονοκέφαλος, ξηροστομία, θαμπή όραση,

υπέρταση κ.λπ . Οι σύγχρονοι, όμως αναστολείς θεωρούνται πιο ασφαλείς

και δεν έχουν τις δυσάρεστες παρενέργειες των κλασικών αναστολέων

(Λαγού, & Κώστογλου, 2017). Σε αυτά τα φάρμακα περιλαμβάνονται οι

εξής ουσίες:

 Ισοκαρβοξαζίδη (Marplan)

 Φενελζίνη (Nardil)

 Τρανυλκυπρομίνη(Pamate)

Νεότερα αντικαταθλιπτικά: Αυτά τα αντικαταθλιπτικά έχουν, το ίδιο

σημαντική επίδραση στην αντιμετώπιση των επεισοδίων κατάθλιψης, όπως

και τα τρικυκλικά αφού επιδρούν στη σεροτονίνη και τη νορεπινεφρίνη, που

ενισχύουν τη δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα, εφόσον αναστέλλεται η

επαναπρόσληψή τους από τους προσυναπτικούς νευρώνες. Τέλος, και αυτά

εμφανίζουν παρενέργειες, όπως εμετός, ναυτία κ.λπ. (Coler, Vincent, 2001).

Σε αυτά τα φάρμακα περιλαμβάνονται οι εξής ουσίες:

 Σερταλίνη (Zoloft)

 Φλουβοξαμίνη(Dymyrox)

 Σιταλοπράμη (Seropram)

 Φλουξετίνη (Ladose,Fluxadir)

 Παροξετίνη (Seroxat)
15

Β. Λίθιο

Το Λίθιο αποτελεί το παλαιότερο και αποτελεσματικότερο φάρμακο για

την αντιμετώπιση της διπολικής διαταραχής και γι' αυτό είναι ακόμα και

σήμερα η πρώτη επιλογή των γιατρών. Χρησιμοποιείται για την πρόληψη

αλλά και τη θεραπεία τόσο των επεισοδίων κατάθλιψης όσο αυτών της

μανίας. Δεν είναι ακριβώς γνωστό το πώς λειτουργεί ο μηχανισμός δράσης

τους, αλλά η επικρατούσα άποψη είναι πως προωθεί την επαναπρόσληψη

των βιογενών αμυνών στον εγκέφαλο με συνέπεια να ελαττώνονται τα

επίπεδά τους στον οργανισμό (Ραγκαβά, Παπασπυρόπουλος, 2015).

Φάρμακα που περιέχουν λίθιο είναι τα Esqualith, Lithane,

Lithobid, Carbolith και Lithonate (Κυριακίδου, 2004).

Παρόλα αυτά από τη στιγμή που το άτομο θα πάρει αυτό το

φάρμακο μέχρι τη στιγμή που θα επιδράσει μεσολαβούν μία με

δύο εβδομάδες και γι' αυτό στο μεσοδιάστημα χορηγούνται

αντιψυχωτικά φάρμακα, όπως chloropromazin, ή haloperidol

(Ραγκαβά,& Παπασπυρόπουλος, 2015).

Ακόμη, πριν τη χορήγηση του λιθίου πρέπει να γίνεται έλεγχος

στον ασθενή στα νεφρά και τον θυρεοειδή και στις γυναίκες που

είναι σε ηλικία αναπαραγωγής να γίνεται τεστ κυήσεως, ενώ κατά

στο διάστημα της χορήγησης του λιθίου θα πρέπει ανά τακτά

χρονικά διαστήματα να γίνονται εξετάσεις αίματος για τον έλεγχο

της τοξικότητας του λιθίου στο αίμα και έλεγχος στα νεφρά και το

θυρεοειδή, εφόσον μπορεί να υπάρξουν ανεπιθύμητες

παρενέργειες. Οι παρενέργειες του λιθίου, όπως αναφέρονται από τις

Λαγού και Κώστογλου (2017) είναι:


16

 Υπερβολική δίψα και ξηροστομία, που όμως ανακουφίζονται με άγλυκες

καραμέλες, παγάκια ή μικρές ποσότητες υγρών.

 Πολυουρία, η οποία συνήθως υποχωρεί κατά μετά την πρώτη ή τη δεύτερη

εβδομάδα (Παπαγεωργίου-Βασιλοπούλου, 2012)

 Λεπτό τρέμουλο στα χέρια, το οποίο μπορεί να διορθωθεί με χορήγηση

ενός άλλου φαρμάκου ή σταματά με την ελάττωση της δόσης του ήδη

υπάρχοντος φαρμάκου.

 Γαστρεντερικές διαταραχές, που υποχωρούν μετά από λίγες μέρες ή με τη

λήψη άλλου φαρμάκου μαζί με το φαγητό.

 Αύξηση του σωματικού βάρους, το οποίο ενοχλεί πολύ τους ασθενείς. Η

αντιμετώπιση του γίνεται με προσεκτικό διαιτολόγιο και μείωση των

θερμίδων, με χρήση επαρκούς ποσότητας νατρίου και με αύξηση της

σωματικής δραστηριότητας.

 Τριχόπτωση ή αλλαγή της υφής των μαλλιών.

 Υποθυρεοειδισμός, ο οποίος καταπολεμάται με θυριξίνη.

 Μείωση του ενθουσιασμού και του αυθορμητισμού, καθώς και της

μνημονικής λειτουργίας και σ' αυτήν την περίπτωση κρίνεται αναγκαία η

προσαρμογή της δόσης του φαρμάκου.

Πολλές φορές μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα

τοξικότητας, λόγω της αύξησης του λιθίου στο αίμα. Αυτό μπορεί

να συμβεί είτε από την αλληλεπίδρασή του με φάρμακα, όπως

αντιυπερτασικά, στεροειδή αντιφλεγμονώδη κ.λπ., είτε από

αφυδάτωση ή και μείωση της ποσότητας αλατιού. Συνήθως η

συγκέντρωση του λιθίου στο αίμα κυμαίνεται από 0,5έως1,5mEq/L

και τα συμπτώματά του γίνονται φανερά όταν υπερβεί το 1,5mEq/L.


17

Είναι απαραίτητο, λοιπόν, να μετράται το λίθιο στο αίμα μία με δύο

φορές κατά την πρώτη εβδομάδα λήψης του μέχρι να διαπιστωθεί ότι τα

επίπεδα είναι σταθερά (Λαγού, & Κώστογλου, 2017). Έτσι, θα μπορούν να

αποφευχθούν δυσάρεστες παρενέργειες, όπως είναι ο ασταθής βηματισμός,

η θαμπή όραση, οι εμβοές αυτιών, η δυσκολία στην ομιλία , η ναυτία, οι

εμμετοί και η διάρροια (Ραγκαβά,& Παπασπυρόπουλος, 2015).

Επομένως, αν δεν αντιμετωπιστούν άμεσα και τελικά αυξηθούν τα επίπεδα

λιθίου ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει σπασμούς, να πέσει σε κώμα και

τελικά να οδηγηθεί στο θάνατο (Hirshfeld et al., 2000).

Τέλος, καλό είναι, όταν χορηγείται για πολύ καιρό το λίθιο, να μην

διακόπτεται απότομα, αλλά σταδιακά, διαφορετικά υπάρχει μεγάλη

πιθανότητα να υποτροπιάσουν τα συμπτώματα και ο ασθενής να εκδηλώσει

αυτοκτονική συμπεριφορά (Παπαδημητρίου, 2013).

5.3 Ηλεκτροσπασμοθεραπεία

Η ηλεκτροσπασμοθεραπεία είναι μια μέθοδος θεραπείας που εφαρμόζεται

σε βαριές περιπτώσεις κατάθλιψης, όπου τα αντικαταθλιπτικά δεν έχουν

αποτέλεσμα ή δεν επιτρέπεται η χορήγησή τους, όπως σε περίπτωση

εγκυμοσύνης ή καρδιαγγειακής πάθησης ή όταν ο κίνδυνος αυτοκτονίας

είναι πολύ υψηλός (Ραγκαβά, & Παπασπυρόπουλος, 2015).

Θεωρείται, επίσης, μια ασφαλής μέθοδος θεραπείας, παρά τις

διαστρεβλωμένες αντιλήψεις που κυριαρχούν γύρω από αυτήν.

Πριν ο ασθενής προβεί σε αυτήν τη θεραπευτ ική μέθοδο, είναι

απαραίτητη η ενδελεχής εξέτασή του, που περιλαμβάνει εξετάσεις

ούρων και αίματος, ακτινογραφία θώρακος και

ηλεκτροκαρδιογράφημα, καθώς και ακτινογραφία σπονδυλικής


18

στήλης, όταν υπάρχει υπόνοια βλάβης σε αυτήν (Ραγκαβά,&

Παπασπυρόπουλος, 2015). Επιπροσθέτως, αν υπάρχει ένδειξη

επιληπτικών κρίσεων ή χωροκατακτητικής επεξεργασίας

ενδείκνυται αξονική ή μαγνητική τομογραφία ( Ραγκαβά, &

Παπασπυρόπουλος, 2015).

Η διαδικασία της ηλεκτροσπασμοθεραπείας, όπως αναγράφεται από τις

Λαγού και Κώστογλου (2017) είναι η εξής:

 Τοποθέτηση ηλεκτροδίων σε συγκεκριμένα σημεία στο ένα ή και στα δύο

ημισφαίρια του εγκεφάλου.

 Χορήγηση μυοχαλαρωτικού φαρμάκου και γενικής αναισθησίας στον

ασθενή που έχει διάρκεια λίγων λεπτών.

 Παροχή ηλεκτρικού ρεύματος διαμέσου των ηλεκτροδίων και πρόκληση

σπασμών χρονικής διάρκειας περίπου 20 με 60 δευτερόλεπτα.

 Χορήγηση οξυγόνου και αφύπνιση του ασθενούς μετά από λίγα λεπτά.

Η ηλεκτροσπασμοθεραπεία πραγματοποιείται συνήθως δύο με τρεις

φορές την εβδομάδα και κατανέμεται σε έξι με δεκαπέντε συνεδρίες κατά

μέσο όρο, ενώ τα αποτελέσματα κανονικά αρχίζουν να διαφαίνονται τη

δεύτερη βδομάδα θεραπείας και αν αυτό δεν συμβεί η θεραπεία λαμβάνει

τέλος.

Οι παρενέργειες που ενδέχεται να προκληθούν από την εν λόγω

θεραπεία είναι η διαταραχή της μνήμης και της γνωστικής λειτουργικότητας,

κεφαλαλγίες, εμετοί και μυϊκοί πόνοι, που ωστόσο αντιμετωπίζονται με

φάρμακα. Ιδιαίτερα η γνωστική λειτουργικότητα μπορεί να επανέλθει στην

πρότερη κατάσταση σε διάστημα 6 μηνών, από το πέρας των συνεδριών

(American Psychiatric Association, 2000).

Προκύπτει, επομένως, το συμπέρασμα ότι η οικεία θεραπεία δύναται


19

να θεραπεύσει πολύ σοβαρές καταστάσεις και σε κάποιες περιπτώσεις

πραγματοποιείται πριν τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής. Είναι, μάλιστα,

αποδεδειγμένη η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητά της σε σχέση με τα

φάρμακα (Λαγού, & Κώστογλου, 2017).

6.Συμπερασματα

Προκύπτει, λοιπόν, πως η διπολική διαταραχή αποτελεί μια πολύπλοκη

ψυχική νόσο, που εμφανίζεται σε μεγάλα ποσοστά του πληθυσμού της γης

και συνεχώς γίνονται μελέτες και έρευνες που αποσκοπούν στην

αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή της.

Η επιστημονική έρευνα έχει προοδεύσει σημαντικά , όσον αφορά την

ανακάλυψη της αιτιολογίας της διπολικής διαταραχής. Σύμφωνα με τα

πορίσματά της, η εμφάνιση της νόσου αποδίδεται σε είτε σε λόγους

κληρονομικότητας, είτε σε εγκεφαλικές ανωμαλίες, είτε και κοινωνικούς και

περιβαλλοντικούς παράγοντες.

Επιπλέον, μεγάλη προσοχή πρέπει να δοθεί στη θεραπεία και την

πρόληψη της νόσου. Η πολυπλοκότητά της και ο διττός της χαρακτήρας, με

τα επεισόδια κατάθλιψης αλλά και μανίας καθιστούν αναγκαία τη συνεχή

αναζήτηση νέων μεθόδων θεραπείας, αλλά και τη βελτίωση των ήδη

υπαρχουσών, εφόσον με αυτές δεν καλύπτεται όλο το εύρος των ασθενών,

ενώ ταυτόχρονα παρατηρούνται ποικίλες δυσάρεστες παρενέργειες.

Κρίνεται επομένως άκρως απαραίτητη η παραγωγή μιας νέας

φαρμακευτικής ουσίας που η δράση της θα έχει αντίκρισμα σε μεγαλύτερο

ποσοστό ασθενών, χωρίς παράλληλα να υφίστανται δυσάρεστες

παρενέργειες και που θα οδηγεί σε ολοκληρωτική και οριστική θεραπεία της

ασθένειας.
20

Βιβλιογραφία

Ελληνική

Δασκαλόπουλος,Θ.(2006).Φάρμακα στην Ψυχιατρική.

Κονταξάκης, & Χαβάκη (2005). Ψυχικές διαταραχές και ποιότητα ζωής.

Κούκια, Ε.(2015).Ψυχιατρική νοσηλευτική, νοσηλευτική ψυχικής υγείας.

Αθήνα: Ιατρικές εκδόσεις Βήτα.

Κυριακίδου, Ε. (2004). Ανάλυση και χαρακτηριστικά οικογένειας. Στο:

Κοινοτική Νοσηλευτική. Αθήνα: Εκδόσεις Ταβίθα.

Λαγού, Α., Κώστογλου. Μ. (2017). Διπολική Διαταραχή, Ψυχοκοινωνικές

Παρεμβάσεις και ο Ρόλος του Νοσηλευτή. Επιμέλεια: Ρόμπολας Π.

Πτυχιακή Εργασία: Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πατρών. Τμήμα

Νοσηλευτικής.

Παπαγεωργίου-Βασιλοπούλου, Α. (2012). Ψυχική Υγεία και Νοσηλευτική

Επιστήμη. Αθήνα: Ιατρικές Εκδόσεις Βήτα.

Παπαδημητρίου & συν. (2013). Σύγχρονη Ψυχιατρική. Αθήνα: Εκδόσεις

Βήτα.
21

Ραγκαβά, Ε., Παπασπυρόπουλος, Ι. (2015). Η Διπολική Διαταραχή

και ο Ρόλος του Νοσηλευτή. Πτυχιακή Εργασία: Τεχνολογικό

Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πατρών. Τμήμα Νοσηλευτικής.

Τσώλα - Γιαννατσή, Δ.(2017). Όπως και η διάγνωση, έτσι και η

αποτελεσματική θεραπεία για τη διπολική διαταραχή βασίζεται

σε μια βιοψυχοκοινωνική προσέγγιση. Θεραπεία της διπολικής

διαταραχής.

https://mazi.org.gr

Τελευταία προσπέλαση 10 Δεκεμβρίου 2017

Χαρτοκόλλης, Π. (1991). Εισαγωγή στην Ψυχιατρική. Αθήνα: Εκδόσεις

Θεμέλιο.

Ξενόγλωσση

American Psychiatric Association. (2000). Diagnostic and Statistical

Manual of Mental Disorders, Fourth Edition. Text Revision. Washington,

DC: APA

Blumberg, H. P. (2007). Dimensions in the development of bipolar

disorder. Biological psychiatry, 62, 104-106.

Bourdon Κh., Rae Ds., Narrow We., Μanderscheid Rw., Regier Da.

(1994). National prevalence and treatment of mental and addictive

disorders. In: Manderscheid RW, Sonnenschein ΜA (eds) Mental health


22

services, United States, 1993. US Government Printing Office,

Washington, DC.

Coler, M-S., Vincent, K-G. (2001). Ψυχιατρική Νοσηλευτική Φροντίδα.

Αθήνα: Εκδόσεις ΕΛΛΗΝ.

Cooper, J., Bloom, E., & Roth, R. (2003). Amino acid transmitters (8th

ed.). The Biochemical Basis of Neuropharmacology. New York: Oxford

University Press

DSM-5, (2013), Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders,

American Psychiatric Association. Arlington.

Coryell, W., Endicott, J., Maser, JD., Keller, MB., Leon, AC., Akiskal,

HS. (1995). Longterm stability of polarity distinctions in the effective

disorders. Am J Psychiatry.

Economou, M., Charitsi, Μ. (2017) Patients with bipolar disorder and

their families: The contribution of psychoeducation to the management of

bipolar disorder. Archives of Hellenic Medicine, 34(1):32–41

Hirshfeld- Becker, D., Biederman, J., Henin, A., Faraone, S., Micco, J.,

Van Grondelle, A., et al. (2007). Clinical outcomes of laboratory-observed

preschool behavioral disinhibition at five-year follow up. Biological

Psychiatry. Retrieved August 15,2007.


23

Ηirschfeld RMA et al. (2005).Screening for bipolar disorder in patients

treated for depression in a family medicineclinic. JAmBoard FainPract.

Hirshfeld RM., Williams, JB, Spitzer RL, et all. (2000). Development and

validation of a screening instrument for bipolar spectrum disorder: the

Mood Disorder Questionnaire. Am J Psychiatry.

Levine, M., & Levine, A. (1999). Helping children: A social history. New

York: Oxford University Press.

Moore, C. A., Biederman, J., Wozniak, J., Mick, E., Aleardi, M.,

Wardrop, M., et al. (2007). Mania, glutamate/glutamine and risperidone in

pediatric bipolar disorder: A proton magnetic resonance spectroscopy

study of the anterior cingulate cortex. Journal of Affective Disorders, 99,

19-25.

Murray Cl, lopez Ad. (2007). The global burden of disease. 2nd ed. New

York: Oxford University Press.

Shastry, B.S. (2005). Bipolar disorder: An update. Neurochemistry

International, 46, 273-279.


24

Sobczak, S., Honig, A., Van Duinen, M.A., Riedel, W.J. (2002).

Sertonergic dysregulation in bipolar disorders: A literature review of

serotonergic challenge studies. Bipolar Disorders, 4, 347-356.

Who gets Bipolar Disorder? Psych Central

https://psychcentral.com/lib/who-gets-bipolar-disorder

Τελευταία προσπέλαση 10 Δεκεμβρίου 2017

Wilmshurst, L. (2011), Εξελικτική Ψυχοπαθολογία. Μια αναπτυξιακή

προσέγγιση, Επιμέλεια Μπεζεβέγκης, Η., Αθήνα: Gutenberg, κεφ. 8,

σ.σ.259- 320.

World Health Organisation. The global burden of disease.

http://www.who.int/healthinfo/global_burden_disease/2004_report_update/en/in

dex.htm

Τελευταία προσπέλαση 11 Δεκεμβρίου 2017

You might also like