πηγή εθνικά δάνεια
πηγή εθνικά δάνεια
πηγή εθνικά δάνεια
gr/9-uncategorised/124-
%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1.html
εμπόριο – εξαγωγές
Πιο θεαματική απ’ όλες τις άλλες είναι η πτώση των εξαγωγών των κατεργασμένων δερμάτων·
εδώ είναι κυρίως που η αδυναμία των ελλήνων κατασκευαστών να διαφοροποιηθούν αισθητά
από την παραδοσιακή βιοτεχνία της ευρύτερης περιοχής αποδεικνύεται αποφασιστικός
παράγοντας. Πράγματι οι μέθοδοι κατεργασίας δεν διαφέρουν ουσιαστικά, ανάμεσα στα
μεγάλα καταστήματα της Ερμούπολης και τα άλλα μικρότερα βυρσοδεψεία που φυτρώνουν
λίγο -πολύ παντού, κατά τη δεκαετία του 1880, στα νησιά του Αιγαίου, και κυρίως στη Χίο, τη
Σάμο και τη Μυτιλήνη. Έτσι, αν οι δύο απότομες κάμψεις της καμπύλης των εξαγωγών (στα
1866-70 και στα 1876-81) οφείλονται στα πολιτικά γεγονότα, η μακροπρόθεσμη πτωτική τάση
τους μαρτυρεί τη σταδιακή απώλεια των αγορών της Μικράς Ασίας, της Μέσης Ανατολής, της
Βουλγαρίας -Ρωμυλίας και της Αλβανίας, προς όφελος των ανερχόμενων βιομηχανιών της
Χίου -Σάμου, αλλά και της Αλεξάνδρειας. Το γεγονός ότι τα βυρσοδεψεία της Ερμούπολης
παράγουν δέρματα καλύτερης ποιότητας, δεν μετράει και πολύ για τους καταναλωτές της
περιοχής. Από την άλλη μεριά, οι εξαγωγές δερμάτων στη Ρουμανία, που απορροφούσε μεταξύ
1877 και 1882 το 25-33% του συνόλου των εξαγωγών, εκλείπουν εντελώς “ένεκα του
επιβληθέντος βαρέος δασμού” ( από τα μέσατης δεκαετίας του 1880).(Γενικότερα, η μείωση
των ανταλλαγών με τη χώρα αυτή αποδίδεται επίσης και στην παρακμή, αριθμητική και
οικονομική, των ελληνικών παροικιών που άνθιζαν κάποτε στα αστικά κέντρα των
παραδουνάβιων περιοχών.)Χ. Αγριαντώνη, ΚΕΕ
Εθνικές γαίες
Λαμβάνοντας υπόψη το κείμενο του βιβλίου σας και το περιεχόμενο των παραπάνω
πηγών:
α) Να παρουσιάσετε το περιεχόμενο της αγροτικής μεταρρύθμισης του 1871.
β) Να επισημάνετε τις συνέπειες της μεταρρύθμισης στη γεωργία, στην εθνική
οικονομία γενικότερα.
ΠΗΓΗ 1
Η αγροτική μεταρρύθμιση του 1871
Γενικώς, το ελληνικό κράτος, εθνικοποιώντας την γη στα 1828, εμφανίζεται ως πρωτοποριακό
μεταξύ των συγχρόνων καπιταλιστικών κρατών, επί του θέματος της γεωργικής πολιτικής.
Ομοίως, η εν συνεχεία διανομή της εθνικοποιημένης γης στα 1871 δεν ήταν παρά μια λογική
συνέπεια του ίδιου θεμελιώδους κρατικού προσανατολισμού: η διανομή της γης,
κατακερματισμέ-νης σε μικρούς οικογενειακούς κλήρους, δεν ήταν αντίθετη με την
προηγηθείσα εθνικοποίηση, αλλά μάλλον μια ρεαλιστικότερη εφαρμογή της ίδιας αρχής. Ο
κοινός στόχος και στις δύο περιπτώσεις ήταν να εμποδιστεί η μεγάλη γαιοκτησία. Η πρόοδος
της μικρής οικογενειακής επιχείρησης, ισοδυναμώντας
με μια de facto εθνικοποίηση της γης, είχε ακόμη ως συνέπεια την ευρύτερη εθνικοποίηση της
αγροτικής οικονομίας στο σύνολό της, θεωρούμενης ως όλου. Στο σημείο αυτό, η πολιτική του
ελληνικού κράτους προανάγγελλε ή την ανάλογη πολιτική των συγχρόνων καπιταλιστικών
κρατών υπέρ μιας μικροαγροτικής γεωργίας, όπως αυτή εφαρμόστηκε στα ευρωπαϊκά κράτη
από τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα.
Το ελληνικό κράτος, είτε εθνικοποιώντας την γη στα 1828 είτε διανέμοντάς την στα 1871,
ετήρησε πάντα μια καθαρώς δύσπιστη και εχθρική στάση απέναντι της μεγάλης γαιοκτησίας
και του αγροτικού καπιταλισμού εν γένει. Εκπαραλλήλου, το Κράτος ευνόησε πάντα την
κοινωνική ενσωμάτωση της γεωργίας, δια μέσου του προνομιούχου χώρου της αγοράς, επί τη
βάσει της μικρής οικογενειακής επιχείρησης και ιδιοκτησίας.
Κ. Βεργόπουλου, Το Αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα, σ. 115
ΠΗΓΗ 2
Η γεωργία και η αγροτική μεταρρύθμιση του 1871
Τελικά το Μάρτιο του 1871, ο Κουμουνδούρος, με υπουργό το Σωτηρόπουλο, πέτυχε την
ψήφιση νόμου με αποτέλεσμα να διανεμηθούν 2.650.000 στρέμματα σε 357.217 κλήρους με
αγοραία αξία 90.000.000 δρχ.
Η σημασία της αγροτικής αυτής μεταρρυθμίσεως εκτιμάται πληρέστερα, όταν
συνειδητοποιηθεί το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων χωρικών της εποχής
εκείνης αποκαταστάθηκαν ως ιδιοκτήτες στη γη που καλλιερ-γούσαν. Οι μικροί ιδιοκτήτες
καλλιεργητές επιδόθηκαν, όπως ήταν φυσικό, στις πιο κερδοφόρες καλλιέργειες και
ιδιαίτερα σε εκείνες που προορίζονταν για εξαγωγή. Μέσα σε διάστημα μιας τριετίας, τα 40%
και πλέον των καλλιεργούμενων εκτάσεων καλύπτονταν από φυτείες (σταφιδαμπελώνες,
βαμβακοφυτείες, καπνοφυτείες, κλπ.). Οι αγαθές για την οικονομία επιπτώσεις υπήρξαν
άμεσες. Από την μια πλευρά παρατηρήθηκε ραγδαία εισροή ξένου συναλλάγματος και από
την άλλη τα έσοδα του Δημοσίου από τους τελωνειακούς δασμούς εξαγωγής
πολλαπλασιάσθηκαν. Τα στοιχεία για τη σταφιδοπαραγωγή και εξαγωγή σταφίδας την
περίοδο 1860-1878 είναι αποκαλυπτικά.
Αντλώντας στοιχεία από το παρακάτω κείμενο και αξιοποιώντας τις ιστορικές σας
γνώσεις:
«Δεν είναι γνωστό πόσο πίστευε πραγματικά ο Χ. Τρικούπης στη δυνατότητα κατασκευής του
δικτύου των εσωτερικών σιδηροδρόμων μέσα σε πέντε χρόνια. Γεγονός είναι ότι η
ολοκλήρωση του έργου θα απαιτήσει 4-5 φορές περισσότερο χρόνο. γεγονός όμως επίσης είναι
ότι ο Τρικούπης θα ξεκινήσει ορμητικά: από τα 1.065 χλμ., που λειτουργούν στο τέλος της
εικοσαετίας 1882-1902, τα μισά (543 χλμ.) έχουν παραδοθεί στην κυκλοφορία κατά την πρώτη
πενταετία (1882-1887). Από τα επόμενα χρόνια και πέρα, πολλοί λόγοι θα επιβάλουν μια
φθίνουσα εξέλιξη στην επέκταση του δικτύου. Στο δεύτερο μισό της «τρελής δεκαετίας» του
Τρικούπη (1887-1892) θα προστεθούν με εξαιρετική δυσκολία 374 χλμ. ακόμη. Κατά την
πενταετία που αρχίζει με την πτώχευση του κράτους (1892-1897) μόνο 50 χλμ. θα παραδοθούν
στην κυκλοφορία, κι αυτά τα δύο τελευταία χρόνια. Την τελευταία πενταετία της περιόδου το
ενδιαφέρον της Χώρας για τους σιδηροδρόμους θα ξαναζωντανέψει. Στο διάστημα 1897-1902
θα παραδοθούν βέβαια μόνο 100 χλμ., αλλά έχουν κλείσει οι οριστικές συμφωνίες και είναι
υπό κατασκευή άλλα 520 χλμ., που θα παραδοθούν τμηματικά ως το 1909″. (Λευτέρης
Παπαγιαννάκης, Οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι, Μ.Ι.Ε.Τ., σ. 94)
Εξωτερικός δανεισμός
Πριν από το 1878 η Ελλάδα είχε τεράστιες δυσκολίες να δανειοδοτηθεί από τις διεθνείς
χρηματαγορές, αλλά τελικά εκείνη τη χρονιά κατόρθωσε να ρυθμίσει το εκκρεμούν εξωτερικό
χρέος της από τα παλιότερα δάνεια της «ανεξαρτησίας» των ετών 1824, 1825, 1833.
«Η μετριοπάθεια του Τρικούπη ενέπνεε αρκετή εμπιστοσυνης στους ξένους επενδυτές» και η
Ελλάδα συνήψε μεταξύ 1879 και 1890 πολλαπλά δάνεια από το εξωτερικό(2).
Σύμφωνα με τον Βεργόπουλο, «δεδομένου ότι στα 1883 οι υποχρεώσεις της χώρας σε χρυσό
προς το εξωτερικό είχαν περιορισθεί σε 16 μόνον εκατομμύρια χρυσών δραχμών, είναι
προφανές ότι τα κρίσιμα ελλείμματα που έγιναν αιτία να διογκωθεί το δημόσιο χρέος και
οδήγησαν στην πτώχευση του 1893 δεν οφείλονται σε παλιότερες διαχειρίσεις, αλλά
τοποθετούνται σχεδόν καθ' ολοκληρίαν στην περίοδο 1883-1893».
Τα δάνεια από το εξωτερικό που συνήφθησαν μεταξύ 1879-1893 ήταν εννέα. Με μοναδική
εξαίρεση το δάνειο του 1879 ύψους 44 εκατομμυρίων, όλα τα υπόλοιπα συνομολογήθηκαν από
τις κυβερνήσεις Τρικούπη.
Το συνολικό ονομαστικό ποσό των δανείων έφτασε το ονομαστικό ύψος των 640
εκατομμύριων χρυσών φράγκων. Αλλά η πραγματική τιμή έκδοσης ήταν περί το 70% της
ονομαστικής τμής, γεγονός που σήμαινε ότι από τα 640 εκατ. φράγκα έφτασαν στην Ελλάδα
μόνο τα 462,5 εκατ. Δηλαδή οι δανειστές του ελληνικού Δημοσίου πλήρωναν μόνο το 70% της
ονομαστικής τιμής των ελληνικών χρεογράφων και αποκομίζουν επίσης επιτόκιο της τάξης
περί το 5% επί της ονομαστικής τιμής.
Δεδομένου ότι η Ελλάδα είχε πτωχεύσει ήδη δύο φορές, το 1826 και το 1843, είναι απορίας
άξιο πού βρέθηκαν τόσο μεγάλα ποσά δανεισμού στο εξωτερικό. Αλλά τα κέρδη ήταν πολύ
μεγάλα που επέτρεπαν στους δανειστές του ελληνικού κράτους να ριψοκινδυνέψουν.
«Υπολογίζοντας με βάση τον μέσο τόκο των δανείων (5%) και το μέσο ποσοστό των ετήσιων
χρεολυτικών πληρωμών (0,5%) βρίσκουμε ότι η Ελλάδα σε δέκα χρόνια επέστρεψε αυτά που
πραγματικά -και όχι ονομαστικά- είχε εισπράξει».
« Πού έφερε την Ελλάδα», Γελοιογραφία του Μιχαήλ Αθανασιάδη από την εφημερίδα Σκριπ