dbo:abstract
|
- مجاعة البنغال 1943 (البنغالية: pañcāśēra manvantara) كانت مجاعة كبرى في مقاطعة البنغال في الهند خلال الحرب العالمية الثانية. توفي ما يقدر بـ 2.1-3 مليون من أصل 60.3 مليون نسمة؛ بسبب الجوع والملاريا وأمراض أخرى تفاقمت بسبب سوء التغذية، ونزوح السكان، والظروف غير الصحية، ونقص الرعاية الصحية. بالإضافة إلى أنه أُصيب الملايين بالفقر بسبب تكاثر الأزمة في قطاعات كبيرة كالاقتصاد والنسيج الاجتماعي. كثيرًا ما وصف المؤرخون المجاعة بأنها «من صنع الإنسان»، مؤكدين أن السياسات الاستعمارية في زمن الحرب قد خلقت ثم فاقمت الأزمة. أما وجهة نظر الأقلية فهي بأن المجاعة نشأت من أسباب طبيعية. كان اقتصاد البنغال في الغالب زراعياً. في السنوات التي سبقت المجاعة كان ما بين نصف وثلاثة أرباع فقراء الريف يعيشون في «حالة شبه تعاني من الجوع». ولم تكن الإنتاجية الزراعية الراكدة والقاعدة الأرضية المستقرة كافية لارتفاع مستويات السكان، مما أدى إلى انخفاض طويل الأجل في نصيب الفرد من الأرز، وتزايد أعداد العمال الفقراء أو الذين لا يملكون أرضاً. تحت دائرة مزمنة ومتصاعدة من الديون انتهت بعبودية الديون وفقدان ملكية الأراضي بسبب الاستيلاء عليها.وشملت الأسباب الأكثر مباشرة للأزمة كوارث طبيعية واسعة النطاق في جنوب غرب البنغال وتبعات الحرب. وأثار التراكم العسكري والتمويل التضخم في زمن الحرب، في حين تم الاستيلاء على الأراضي من آلاف البنغاليين. في أعقاب الاحتلال الياباني لبورما (ميانمار الحديثة) فقدت واردات الأرز، ثم تعطل الكثير من إمدادات السوق ونظم النقل في البنغال بسبب «سياسات الإنكار» البريطانية للأرز والقوارب (استجابة «الأرض المحروقة» للاحتلال). واصلت الحكومة البريطانية أيضا توزيع الأولوية للإمدادات الحيوية إلى الجيش والموظفين المدنيين وغير ذلك من «الطبقات ذات الأولوية». وتفاقمت هذه العوامل بسبب القيود المفروضة على الوصول إلى الحبوب: حيث كانت المصادر المحلية مقيدة بالحواجز التجارية الطارئة بين المقاطعات، بينما حرم مجلس وزراء حرب تشرشل من الوصول إلى المصادر الدولية إلى حد كبير، ويرجع ذلك إلى النقص في الشحن في زمن الحرب. كل من هذه العوامل المساهمة في عدد القتلى والدمار الاقتصادي هو مسألة جدل مستمر. نفت الحكومة المحلية حدوث المجاعة، وأثبتت المساعدات الإنسانية عدم جدواها طوال أشد شهور الأزمة سوءًا. في البداية حاولت الحكومة التأثير على أسعار الأرز غير المقشور، وكانت النتيجة عكسية مع ظهور سوق سوداء شجعت الباعة على احتكار مخزونهم، ما أسفر عنه تضخم مفرِط بسبب المضاربة والتكديس بعد تخلي الحكومة عن الرقابة. ارتفعت نسبة المساعدات عندما تولى الجيش الهندي عملية التمويل في أكتوبر 1943، ولكن الإغاثة الفاعلة وصلت مع محصول الأرز القياسي في ديسمبر من ذلك العام. انخفضت نسبة الوفيات بسبب المجاعة، رغم أن نصف نسبة الوفيات المرتبطة بالمجاعة وقعت في العام 1944 نتيجة الأوبئة، بعد انفراج أزمة الأمن الغذائي. (ar)
- La fam a Bengala de 1943 va ser una de les diverses fams sobrevingudes en la Presidència de Bengala sota l'administració britànica. S'estima que cap a 2 milions de persones van morir de desnutrició en aquest període. Una gran part de les conseqüències s'han atribuït a les decisions del primer ministre britànic Winston Churchill, car aquest temia que els japonesos avancessin travessant Birmània i ataquessin la frontera oriental de Bengala. Com a mesura preventiva, es va prendre una iniciativa de terra arrasada en dues parts a Bengala oriental i costanera. Les repercussions de les polítiques sobre el desenvolupament de la fam van ser decisives. A la fi de març del 1942, el Governador Herbert, actuant sota les ordres directes de Winston Churchill, emeté una directiva que exigia que les existències excedentàries d'arròs i altres aliments fossin retirades o destruïdes a tot Bengala. (ca)
- Bengálský hladomor je označení pro období akutního nedostatku jídla a související vysokou úmrtnost obyvatelstva v bengálské provincii Britské Indie (nyní Bangladéš a východní Indie) během druhé světové války. Podle odhadů zemřelo z populace čítající 60,3 milionů lidí na vyhladovění, malárii a další nemoci způsobené podvýživou od 2,1 do 3 milionů obyvatel. Další část obyvatelstva se pak ocitla pod hranicí chudoby, jelikož válečná krize zasáhla důležité sektory ekonomiky Bengálska. Historici obvykle charakterizují hladomor jako antropogenní (způsobený člověkem), existuje však menšinový názor, že hladomor byl důsledkem přirozených příčin. Bengálská ekonomika byla závislá na zemědělství, ale její vývoj stagnoval a produkce tak nedokázala pokrýt stále se zvyšující počet obyvatel. V době druhé světové války pak došlo k inflaci, čímž prudce vzrostly ceny, reálná mzda poklesla a mnoho obyvatel tak nemělo ani na základní potřeby. Vláda provincie popřela, že by došlo k jakémukoliv hladomoru a obyvatelům se zpočátku nedostávalo téměř žádné humanitární pomoci. Poté, co v říjnu 1943 britská indická armáda převzala kontrolu nad financováním provincie, se situace mírně zlepšila. V prosinci téhož roku došlo k velké sklizni rýže a úmrtnost tak začala klesat, ale i tak v roce 1944 došlo k více úmrtím než v roce 1943, a to kvůli různým nemocem. (cs)
- Ο λιμός της Βεγγάλης του 1943 ήταν λιμός ο οποίος ξέσπασε στην στην Βρετανική Ινδία (της οποίας τα εδάφη ανήκουν πλέον στο Μπαγκλαντές και στην ) κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Υπολογίζεται 2,1 με 3 εκατομμύρια άτομα πέθαναν από πείνα, ελονοσία και άλλες ασθένειες, οι οποίες επιδεινώθηκαν από τον υποσιτισμό, την εκτόπιση πληθυσμού, τις ανθυγιεινές συνθήκες και την έλλειψη υγειονομικής περίθαλψης στην επαρχία της Βεγγάλης μόνο. Ο πληθυσμός της περιοχής ήταν 60,3 εκατομμύρια άτομα εκείνη την εποχή. Εκατομμύρια άτομα εξαθλιώθηκαν καθώς η κρίση επηρέασε σοβαρά την οικονομία και διατάραξε καταστροφικά την κοινωνία. Πολλές οικογένειες διαλύθηκαν, ενώ άνδρες πούλησαν τις μικρές φάρμες τους και εγκατέλειψαν την κατοικία τους για να εργαστούν ή για να ενταχθούν στον , ενώ πολλά γυναικόπαιδα έγιναν άστεγοι μετανάστες , οι οποίοι συχνά ταξίδευαν στην Καλκούτα ή σε άλλες μεγάλες πόλεις αναζητώντας οργανωμένη ανθρωπιστική βοήθεια. Συνήθως οι ιστορικοί χαρακτηρίζουν τον λιμό ως ,, υποστηρίζοντας ότι οι έκτακτες αποικιακές πολιτικές για τον πόλεμο ήταν η αφορμή για την δημιουργία και για την επιδείνωση, στη συνέχεια, της κρίσης. Υπάρχει μια μειοψηφική άποψη ότι ο λιμός ήταν αποτέλεσμα φυσικών αιτίων. Η οικονομία της περιοχής ήταν κατά κύριο λόγο αγροτική, ενώ το 50 με 75% των φτωχών κατοίκων των αγροτικών περιοχών ζούσαν σε μια κατάσταση ημιυποσιτισμού. Τα στάσιμα επίπεδα παραγωγικότητας και η σταθερή βάση γης δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του ταχέως αναπτυσσόμενου πληθυσμού, οδηγώντας σε μακροπρόθεσμη μείωση της διαθεσιμότητας ρυζιού κατά κεφαλήν, ενώ αυξανόταν ο αριθμός των αγροτών που είτε διέθετε χαμηλή ποσότητα γης ή ήταν ακτήμονες. Ένα μεγάλο ποσοστό αγροτών είχε προβλήματα λόγω χρεών, κάτι που οδηγούσε στο τέλος στην απώλεια της γης τους και σε δουλεία λόγω χρεών. Η χρηματοδότηση της στρατιωτικής κλιμάκωσης οδήγησε σε πολεμικό πληθωρισμό, καθώς χιλιάδες αγρότες έβλεπαν την γη τους να απαλλοτριώνεται. Πολλοί εργάτες αμείβονταν με χρήματα και όχι με κάποιο τμήμα της συγκομιδής. Όταν οι τιμές αυξήθηκαν απότομα, οι μισθοί απέτυχαν να αυξηθούν παρομοίως, με αποτέλεσμα να υπάρξει πτώση των πραγματικών μισθών και στην ικανότητα των αγροτών να αγοράσουν τρόφιμα. Κατά τη διάρκεια της Ιαπωνικής κατοχής της Βιρμανίας, πολλές εισαγωγές ρυζιού χάθηκαν καθώς οι προμήθειες της αγοράς και τα συστήματα μεταφοράς της περιοχής διαταράχθηκαν από το κάψιμο γης ως απάντηση των Βρετανών στους Ιάπωνες. Το (αποτελούμενο κυρίως από Βρετανικές επιχειρήσεις), με την έγκριση της , σχεδίασε ένα Σχέδιο Διανομής Τροφίμων για την παροχή υψηλότερων ποσοτήτων αγαθών και υπηρεσιών σε ρόλους υψηλής σημασίας όπως είναι οι ένοπλες δυνάμεις, οι πολεμικές βιομηχανίες και οι κυβερνητικοί υπάλληλοι, ώστε να μη εγκαταλείψουν τη θέση τους. Αυτοί οι παράγοντες συνδυάστηκαν με περιορισμό της πρόσβασης σε σιτηρά: οι εγχώριες πηγές περιορίζονταν από τους έκτακτους διαεπαρχιακούς φράκτες εμπορίου, ενώ η βοήθεια από την ήταν περιορισμένη δήθεν λόγω έλλειψης ναυτιλιακών γραμμών λόγω του πολέμου. Άλλες αιτίες του λιμού ήταν οι μεγάλες φυσικές καταστροφές στην νοτιοδυτική Βεγγάλη (ένας κυκλώνας, παλιρροϊκά κύματα και πλημμύρες, καθώς και μια ασθένεια που έπληττε τις καλλιέργειες ρυζιού). Η σχετική επίδραση του κάθε παράγοντα στον αριθμό των θανάτων είναι θέμα αντιπαράθεσης. Η Βεγγάλη είναι ιδιαίτερα πεδινή περιοχή και είναι επιρρεπής σε πλημμύρες και άλλες φυσικές καταστροφές. Η επαρχιακή κυβέρνηση αρνήθηκε ότι η επαρχία υπέφερε από λιμό ενώ η ανθρωπιστική βοήθεια ήταν αναποτελεσματική στους χειρότερους μήνες της κρίσης. Η κυβέρνηση αρχικά προσπάθησε να επηρεάσει την τιμή του ρυζιού, αλλά εντέλει δημιούργησε μια μαύρη αγορά η οποία ενθάρρυνε τους πωλητές να παρακρατήσουν τα αποθέματά τους, οδηγώντας σε υπερπληθωρισμό από την κερδοσκοπία και την αφού οι έλεγχοι εγκαταλείφθηκαν. Η βοήθεια προς τον πληττόμενο λαό αυξήθηκε σημαντικά, όταν ο Βρετανικός Ινδικός Στρατός ανέλαβε τον έλεγχο της χρηματοδότησης τον Οκτώβριο του 1943. Ωστόσο αποτελεσματική βοήθεια για τον λαό ήρθε μετά από μια πολύ αποδοτική σοδειά τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Οι θάνατοι από πείνα μειώθηκαν, ωστόσο το 1944 κατεγράφησαν πάνω από τους μισούς θανάτους από λιμό, λόγω ασθενειών αυτή τη φορά, αφού η κρίση είχε κοπάσει. (el)
- The Bengal famine of 1943 was a famine in the Bengal province of British India (present-day Bangladesh, West Bengal and eastern India) during World War II. An estimated 2.1 to 3.8 million Bengalis perished, out of a population of 60.3 million, from starvation, malaria and other diseases aggravated by malnutrition, population displacement, unsanitary conditions and lack of health care. Millions were impoverished as the crisis overwhelmed large segments of the economy and catastrophically disrupted the social fabric. Eventually, families disintegrated; men sold their small farms and left home to look for work or to join the British Indian Army, and women and children became homeless migrants, often travelling to Calcutta or other large cities in search of organised relief. Historians usually characterise the famine as anthropogenic (man-made), asserting that wartime colonial policies created and then exacerbated the crisis. A minority view holds that the famine was the result of natural causes. Bengal's economy had been predominantly agrarian, with between half and three-quarters of the rural poor subsisting in a "semi-starved condition". Stagnant agricultural productivity and a stable land base were unable to cope with a rapidly increasing population, resulting in both long-term decline in per capita availability of rice and growing numbers of the land-poor and landless labourers. A high proportion laboured beneath a chronic and spiralling cycle of debt that ended in debt bondage and the loss of their landholdings due to land grabbing. The financing of military escalation led to war-time inflation, as land was appropriated from thousands of peasants. Many workers received monetary wages rather than payment in kind with a portion of the harvest. When prices rose sharply, their wages failed to follow suit; this drop in real wages left them less able to purchase food. During the Japanese occupation of Burma, many rice imports were lost as the region's market supplies and transport systems were disrupted by British "" for rice and boats (a "scorched earth" response to the occupation). The Bengal Chamber of Commerce (composed mainly of British-owned firms), with the approval of the Government of Bengal, devised a Foodstuffs Scheme to provide preferential distribution of goods and services to workers in high-priority roles such as armed forces, war industries, civil servants and other "priority classes", to prevent them from leaving their positions. These factors were compounded by restricted access to grain: domestic sources were constrained by emergency inter-provincial trade barriers, while aid from Churchill's War Cabinet was , ostensibly due to a wartime shortage of shipping. More proximate causes included large-scale natural disasters in south-western Bengal (a cyclone, tidal waves and flooding, and rice crop disease). The relative impact of each of these factors on the death toll is a . The provincial government denied that a famine existed, and humanitarian aid was ineffective through the worst months of the crisis. The government first attempted to influence the price of rice paddy, but instead created a black market which encouraged sellers to withhold stocks, leading to hyperinflation from speculation and hoarding after controls were abandoned. Aid increased significantly when the British Indian Army took control of funding in October 1943, but effective relief arrived after a record rice harvest that December. Deaths from starvation declined, yet over half the famine-related deaths occurred in 1944, as a result of disease, after the food security crisis had abated. (en)
- Die Hungersnot in Bengalen 1943 (bengalisch পঞ্চাশের মন্বন্তর) betraf die Präsidentschaft Bengalen im damaligen Britisch-Indien während des Zweiten Weltkrieges. Die Zahl der Hungertoten wird auf 1,5 bis 4 Millionen geschätzt. (de)
- La hambruna de Bengala de 1943 fue una de las varias hambrunas ocurridas en la Provincia de Bengala, una división de la India durante la administración de la Corona británica. Se estima que entre 1,5 millones (estimación minimalista) y más de 3 millones(cifra maximalista) de bengalíes fallecieron de desnutrición y las causas derivadas durante ese periodo. La hambruna de Bengala fue una hambruna de guerra ocasionada en el contexto de la Segunda Guerra Mundial, en que una combinación de factores como la invasión japonesa de Birmania, la hiperinflación y la exportación de alimentos al frente causaron la devastación de la región. (es)
- Kelaparan di Benggala 1943 adalah peristiwa kelaparan yang menimpa Benggala (yang saat itu dijajah oleh Britania). Diperkirakan sekitar 3 juta orang tewas akibat kelaparan dan gizi buruk. Pemerintah Benggala bereaksi dengan malas-malasan dan tidak kompeten, menolak untuk menghentikan ekspor makanan dari Benggala. (in)
- La famine du Bengale de 1943 est la deuxième famine la plus meurtrière à s'être déroulée durant la colonisation du sous-continent indien par l'Empire britannique, après la grande famine de 1770 pendant la domination du Bengale par la Compagnie britannique des Indes orientales. Il est estimé qu'entre deux et quatre millions de personnes sont mortes de faim en 1943. (fr)
- 1943年のベンガル飢饉(1943ねんのベンガルききん、英: Bengal famine of 1943)は、第二次世界大戦中の1943年から1944年にかけて、イギリス領インド帝国のベンガル地方において発生した大飢饉である。 (ja)
- 1943년 벵골 기근은 제2차 세계 대전 동안 영국령 인도의 벵골 지방에서 발생한 기근이다. 약 300만 명의 사람들이 영양 결핍으로 사망했다고 알려지고 있으나, 당시 6,000만 명의 벵골 인구 가운데 150만 명에서 400만 명이 기근으로 피해를 입었고, 12월 곡식이 들어온 후에도 이전의 영향으로 희생자의 반이 사망하였다. 기근의 피해는 이전의 가난한 계층의 사람들이 아니라 일자리를 잃은 수공업자들이나 소매업자들이 가장 많이 받았다. 전시 식민지 정책이 위기를 조성하고 악화시켰다. 벵골의 경제는 농업이 지배적이었고, 농촌 빈곤층의 절반에서 4분의 3이 "반쯤 굶은 상태"에서 살고 있었다. 농업 생산성의 정체와 안정적인 토지 기반은 급격히 증가하는 인구에 대처할 수 없었고, 이로 인해 쌀의 1인당 가용성이 장기적으로 감소하고, 토지 빈익빈 및 무토지 노동자의 수가 증가하게 되었다. 높은 비율은 부채의 구속으로 끝난 만성적이고 소용돌이치는 부채 순환과 토지 압류 때문에 그들의 토지 보유의 손실에 시달렸다. 수천 명의 농민들로부터 토지를 전용했기 때문에 군사력 증강의 재원은 전쟁 기간 인플레이션으로 이어졌다. 많은 노동자들이 수확량의 일부를 현물로 지불하기보다는 금전적인 임금을 받았다. 물가가 급격히 올랐을 때, 그들의 임금은 따라가지 못했다; 실질 임금의 하락으로 그들은 음식을 구입할 능력이 떨어졌다. 버마의 일본 점령 기간 동안, 이 지역의 시장 공급과 운송 시스템이 쌀과 배에 대한 영국의 "불안한 정책"으로 인해 중단되면서 많은 쌀 수입이 중단되었다. 벵골 상공회의소는 벵골 정부의 승인을 받아 군, 전쟁 산업, 공무원, 기타 "우선 계급"과 같은 높은 우선순위 역할을 하는 근로자들에게 상품과 용역을 우대적으로 분배하는 식품 계획을 고안했다. 지방 정부는 기근이 있었다는 것을 부인했고, 인도적 지원은 위기의 최악의 달 동안 효과적이지 못했다. 정부는 처음에는 논값에 영향을 미치려 했으나, 대신 매도자들이 주식을 보유하도록 부추기는 암시장을 조성하여, 통제가 중단된 후 투기와 사재기로 인한 초인플레이션으로 이어졌다. 1943년 10월 영국 인도군이 자금을 통제했을 때 원조는 상당히 증가했지만, 12월에 기록적인 쌀 수확 후에 효과적인 구제가 이루어졌다. 기아로 인한 사망은 감소했지만, 식량 안보 위기가 진정된 후, 1944년에 기근과 관련된 사망의 절반 이상이 질병의 결과로 발생했다. (ko)
- La carestia del Bengala del 1943-1944 è stata una carestia verificatasi nella regione del Bengala durante la seconda guerra mondiale. La regione faceva parte dell'India britannica, ma l'Esercito imperiale giapponese aveva occupato la Birmania e controllava il golfo del Bengala. L'emergenza iniziò in seguito ad un'inondazione che nell'ottobre 1942 distrusse i raccolti. Il numero delle vittime, a seconda delle stime, varia tra i due e i quattro milioni di persone. Si stima che persero la vita 2,1-3 milioni di persone su una popolazione di 60,3 milioni a causa di inedia, malaria e altre malattie aggravate da malnutrizione, migrazione forzata, condizioni igieniche precarie e assenza di cure mediche. Milioni di persone si impoverirono quando la crisi travolse ampi segmenti dell'economia e sconvolse in modo catastrofico il tessuto sociale. Alla fine, le famiglie si disintegrarono; gli uomini vendettero le loro piccole fattorie e abbandonarono le casa per cercare lavoro o per unirsi al British Indian Army, mentre donne e bambini divennero migranti senza casa, viaggiando spesso a Calcutta o in altre grandi città in cerca di aiuto. Gli storici di solito attribuiscono alla carestia una causa antropica, affermando che le politiche coloniali durante il periodo di guerra crearono ed esacerbarono la crisi. Una minoranza di studiosi afferma tuttavia che la carestia abbia avuto cause naturali. L'economia del Bengala era prevalentemente agricola, e tra la metà e i tre quarti della popolazione povera rurale viveva in una "condizione di semi-fame". La produttività agricola stagnante non fu in grado di far fronte a una popolazione in rapido aumento, con un conseguente calo a lungo termine della disponibilità pro capite di riso e un numero crescente di lavoratori poveri e senza terra. Un'alta percentuale di persone lavorò sotto un ciclo cronico e vertiginoso di indebitamento che si concluse con la schiavitù per debiti e la perdita delle loro proprietà fondiarie a causa dell'accaparramento di terreni. Il finanziamento bellico portò all'inflazione, poiché la terra fu sottratta a migliaia di contadini. Molti lavoratori ricevevano salari monetari anziché pagamenti in natura con una parte del raccolto. Quando i prezzi aumentarono bruscamente, i loro salari rimasero invariati ed il calo dei salari reali rese loro meno capaci di acquistare cibo. Durante l'occupazione giapponese della Birmania, molte importazioni di riso andarono perse poiché le forniture di mercato e i sistemi di trasporto della regione furono interrotti dalle "politiche di negazione" britanniche per riso e barche. La Camera di commercio del Bengala (composta principalmente da aziende britanniche) con l'approvazione del governo del Bengala, applicò un regime alimentare per garantire la distribuzione preferenziale di beni e servizi ai lavoratori di settori prioritari come forze armate, industrie belliche, dipendenti pubblici e altre "classi prioritarie", per impedire loro di lasciare i propri incarichi. Questi fattori furono aggravati da un accesso limitato al grano: le fonti interne erano limitate da barriere commerciali interprovinciali di emergenza, mentre gli aiuti dal gabinetto di guerra di Churchill erano limitati, apparentemente a causa di una carenza di spedizioni in tempo di guerra. Tra le altre cause vi erano disastri naturali su larga scala nel Bengala sud-occidentale, come un ciclone, maremoti, inondazioni e malattie delle colture di riso. L'impatto relativo di ciascuno di questi fattori sul bilancio delle vittime è oggetto di controversie. Il governo provinciale negò inizialmente l'esistenza di una carestia e gli aiuti umanitari furono inefficaci durante i mesi peggiori della crisi. Il governo tentò prima di influenzare il prezzo della risaia, ma provocò invece la creazione di un mercato nero che incoraggiò i venditori a trattenere le scorte, portando ad un'iperinflazione dovuta alla speculazione e all'accaparramento dopo l'abbandono dei controlli. Gli aiuti aumentarono in modo significativo quando l'esercito indiano britannico prese il controllo dei finanziamenti nell'ottobre 1943, ma i soccorsi effettivi arrivarono dopo un raccolto record di riso a dicembre. Le morti per fame diminuirono, ma più della metà dei decessi correlati alla carestia si verificò nel 1944 per malattie, dopo che la crisi della sicurezza alimentare si era attenuata. (it)
- Den bengaliska hungersnöden var en svältkatastrof som drabbade provinsen Bengalen i dåvarande Brittiska Indien åren 1942–1943 och orsakade omkring 2–3 miljoner människors död. (sv)
- A Fome de 1943 em Bengala é um entre vários eventos de fome em massa que ocorreram na história de Bengala administrada pelo Império britânico. Estima-se que 2 a 3,5 milhões de pessoas morreram de fome, malária e outras doenças agravadas pela desnutrição durante o período. As causas da fome ainda não são claras, e explicações incluem causas naturais como quebras de safra e um ciclone, a invasão japonesa da Birmânia, erros da administração inglesa no local e falhas de mercado. (pt)
- Голод Бенгалии 1943 года (бенг. পঞ্চাশের মন্বন্তর) — события в британской Бенгалии, во время которых от недоедания и болезней умерло по разным оценкам от 0,8 до 3,8 миллиона человек из 60,3 миллионов населения. (ru)
- 1943年孟加拉饥荒发生在1943年英属印度的孟加拉地区(今独立国家孟加拉国与印度共和国西孟加拉邦)。估计有210-300万人死于饥饿、营养不良和饥荒期间有关的疾病。 (zh)
- Голод Бенгалії 1943 року (бенг. পঞ্চাশের মন্বন্তর) — події в британській Бенгалії, під час яких від недоїдання і хвороб померло, за різними оцінками, від 2,1 до 3 мільйонів людей із 60,3 мільйона населення. (uk)
|
rdfs:comment
|
- Die Hungersnot in Bengalen 1943 (bengalisch পঞ্চাশের মন্বন্তর) betraf die Präsidentschaft Bengalen im damaligen Britisch-Indien während des Zweiten Weltkrieges. Die Zahl der Hungertoten wird auf 1,5 bis 4 Millionen geschätzt. (de)
- La hambruna de Bengala de 1943 fue una de las varias hambrunas ocurridas en la Provincia de Bengala, una división de la India durante la administración de la Corona británica. Se estima que entre 1,5 millones (estimación minimalista) y más de 3 millones(cifra maximalista) de bengalíes fallecieron de desnutrición y las causas derivadas durante ese periodo. La hambruna de Bengala fue una hambruna de guerra ocasionada en el contexto de la Segunda Guerra Mundial, en que una combinación de factores como la invasión japonesa de Birmania, la hiperinflación y la exportación de alimentos al frente causaron la devastación de la región. (es)
- Kelaparan di Benggala 1943 adalah peristiwa kelaparan yang menimpa Benggala (yang saat itu dijajah oleh Britania). Diperkirakan sekitar 3 juta orang tewas akibat kelaparan dan gizi buruk. Pemerintah Benggala bereaksi dengan malas-malasan dan tidak kompeten, menolak untuk menghentikan ekspor makanan dari Benggala. (in)
- La famine du Bengale de 1943 est la deuxième famine la plus meurtrière à s'être déroulée durant la colonisation du sous-continent indien par l'Empire britannique, après la grande famine de 1770 pendant la domination du Bengale par la Compagnie britannique des Indes orientales. Il est estimé qu'entre deux et quatre millions de personnes sont mortes de faim en 1943. (fr)
- 1943年のベンガル飢饉(1943ねんのベンガルききん、英: Bengal famine of 1943)は、第二次世界大戦中の1943年から1944年にかけて、イギリス領インド帝国のベンガル地方において発生した大飢饉である。 (ja)
- Den bengaliska hungersnöden var en svältkatastrof som drabbade provinsen Bengalen i dåvarande Brittiska Indien åren 1942–1943 och orsakade omkring 2–3 miljoner människors död. (sv)
- A Fome de 1943 em Bengala é um entre vários eventos de fome em massa que ocorreram na história de Bengala administrada pelo Império britânico. Estima-se que 2 a 3,5 milhões de pessoas morreram de fome, malária e outras doenças agravadas pela desnutrição durante o período. As causas da fome ainda não são claras, e explicações incluem causas naturais como quebras de safra e um ciclone, a invasão japonesa da Birmânia, erros da administração inglesa no local e falhas de mercado. (pt)
- Голод Бенгалии 1943 года (бенг. পঞ্চাশের মন্বন্তর) — события в британской Бенгалии, во время которых от недоедания и болезней умерло по разным оценкам от 0,8 до 3,8 миллиона человек из 60,3 миллионов населения. (ru)
- 1943年孟加拉饥荒发生在1943年英属印度的孟加拉地区(今独立国家孟加拉国与印度共和国西孟加拉邦)。估计有210-300万人死于饥饿、营养不良和饥荒期间有关的疾病。 (zh)
- Голод Бенгалії 1943 року (бенг. পঞ্চাশের মন্বন্তর) — події в британській Бенгалії, під час яких від недоїдання і хвороб померло, за різними оцінками, від 2,1 до 3 мільйонів людей із 60,3 мільйона населення. (uk)
- مجاعة البنغال 1943 (البنغالية: pañcāśēra manvantara) كانت مجاعة كبرى في مقاطعة البنغال في الهند خلال الحرب العالمية الثانية. توفي ما يقدر بـ 2.1-3 مليون من أصل 60.3 مليون نسمة؛ بسبب الجوع والملاريا وأمراض أخرى تفاقمت بسبب سوء التغذية، ونزوح السكان، والظروف غير الصحية، ونقص الرعاية الصحية. بالإضافة إلى أنه أُصيب الملايين بالفقر بسبب تكاثر الأزمة في قطاعات كبيرة كالاقتصاد والنسيج الاجتماعي. كثيرًا ما وصف المؤرخون المجاعة بأنها «من صنع الإنسان»، مؤكدين أن السياسات الاستعمارية في زمن الحرب قد خلقت ثم فاقمت الأزمة. أما وجهة نظر الأقلية فهي بأن المجاعة نشأت من أسباب طبيعية. (ar)
- La fam a Bengala de 1943 va ser una de les diverses fams sobrevingudes en la Presidència de Bengala sota l'administració britànica. S'estima que cap a 2 milions de persones van morir de desnutrició en aquest període. Una gran part de les conseqüències s'han atribuït a les decisions del primer ministre britànic Winston Churchill, car aquest temia que els japonesos avancessin travessant Birmània i ataquessin la frontera oriental de Bengala. Com a mesura preventiva, es va prendre una iniciativa de terra arrasada en dues parts a Bengala oriental i costanera. Les repercussions de les polítiques sobre el desenvolupament de la fam van ser decisives. A la fi de març del 1942, el Governador Herbert, actuant sota les ordres directes de Winston Churchill, emeté una directiva que exigia que les existè (ca)
- Bengálský hladomor je označení pro období akutního nedostatku jídla a související vysokou úmrtnost obyvatelstva v bengálské provincii Britské Indie (nyní Bangladéš a východní Indie) během druhé světové války. Podle odhadů zemřelo z populace čítající 60,3 milionů lidí na vyhladovění, malárii a další nemoci způsobené podvýživou od 2,1 do 3 milionů obyvatel. Další část obyvatelstva se pak ocitla pod hranicí chudoby, jelikož válečná krize zasáhla důležité sektory ekonomiky Bengálska. Historici obvykle charakterizují hladomor jako antropogenní (způsobený člověkem), existuje však menšinový názor, že hladomor byl důsledkem přirozených příčin. (cs)
- Ο λιμός της Βεγγάλης του 1943 ήταν λιμός ο οποίος ξέσπασε στην στην Βρετανική Ινδία (της οποίας τα εδάφη ανήκουν πλέον στο Μπαγκλαντές και στην ) κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Υπολογίζεται 2,1 με 3 εκατομμύρια άτομα πέθαναν από πείνα, ελονοσία και άλλες ασθένειες, οι οποίες επιδεινώθηκαν από τον υποσιτισμό, την εκτόπιση πληθυσμού, τις ανθυγιεινές συνθήκες και την έλλειψη υγειονομικής περίθαλψης στην επαρχία της Βεγγάλης μόνο. Ο πληθυσμός της περιοχής ήταν 60,3 εκατομμύρια άτομα εκείνη την εποχή. Εκατομμύρια άτομα εξαθλιώθηκαν καθώς η κρίση επηρέασε σοβαρά την οικονομία και διατάραξε καταστροφικά την κοινωνία. Πολλές οικογένειες διαλύθηκαν, ενώ άνδρες πούλησαν τις μικρές φάρμες τους και εγκατέλειψαν την κατοικία τους για να εργαστούν ή για να ενταχθούν στον , ενώ πολλά γυναικ (el)
- The Bengal famine of 1943 was a famine in the Bengal province of British India (present-day Bangladesh, West Bengal and eastern India) during World War II. An estimated 2.1 to 3.8 million Bengalis perished, out of a population of 60.3 million, from starvation, malaria and other diseases aggravated by malnutrition, population displacement, unsanitary conditions and lack of health care. Millions were impoverished as the crisis overwhelmed large segments of the economy and catastrophically disrupted the social fabric. Eventually, families disintegrated; men sold their small farms and left home to look for work or to join the British Indian Army, and women and children became homeless migrants, often travelling to Calcutta or other large cities in search of organised relief. Historians usually (en)
- 1943년 벵골 기근은 제2차 세계 대전 동안 영국령 인도의 벵골 지방에서 발생한 기근이다. 약 300만 명의 사람들이 영양 결핍으로 사망했다고 알려지고 있으나, 당시 6,000만 명의 벵골 인구 가운데 150만 명에서 400만 명이 기근으로 피해를 입었고, 12월 곡식이 들어온 후에도 이전의 영향으로 희생자의 반이 사망하였다. 기근의 피해는 이전의 가난한 계층의 사람들이 아니라 일자리를 잃은 수공업자들이나 소매업자들이 가장 많이 받았다. 전시 식민지 정책이 위기를 조성하고 악화시켰다. 벵골의 경제는 농업이 지배적이었고, 농촌 빈곤층의 절반에서 4분의 3이 "반쯤 굶은 상태"에서 살고 있었다. 농업 생산성의 정체와 안정적인 토지 기반은 급격히 증가하는 인구에 대처할 수 없었고, 이로 인해 쌀의 1인당 가용성이 장기적으로 감소하고, 토지 빈익빈 및 무토지 노동자의 수가 증가하게 되었다. 높은 비율은 부채의 구속으로 끝난 만성적이고 소용돌이치는 부채 순환과 토지 압류 때문에 그들의 토지 보유의 손실에 시달렸다. (ko)
- La carestia del Bengala del 1943-1944 è stata una carestia verificatasi nella regione del Bengala durante la seconda guerra mondiale. La regione faceva parte dell'India britannica, ma l'Esercito imperiale giapponese aveva occupato la Birmania e controllava il golfo del Bengala. L'emergenza iniziò in seguito ad un'inondazione che nell'ottobre 1942 distrusse i raccolti. Il numero delle vittime, a seconda delle stime, varia tra i due e i quattro milioni di persone. (it)
|