Μετάβαση στο περιεχόμενο

Παπαφλέσσας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτή είναι μια παλιά έκδοση της σελίδας, όπως διαμορφώθηκε από τον TFLESSAS (συζήτηση | συνεισφορές) στις 05:56, 2 Ιανουαρίου 2005. Μπορεί να διαφέρει σημαντικά από την τρέχουσα έκδοση.
(διαφ.) ← Παλαιότερη έκδοση | Βλέπε τελευταία έκδοση (διαφ.) | Νεότερη έκδοση → (διαφ.)

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣ — ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ: ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΘΡΥΛΟΣ "Ήταν σεβαστή κι υπολογίσιμη ή φάρα των Φλεσσαίων στην Πολιανή. Έβγαλε σπουδαίους κλεφταρματωλούς και τ' όνομα Φλέσσας χτύπαγε πάντα άσχημα στ' αφτιά της Τουρκιάς. Κι οι Φλεσαίοι γνωρίζοντας τη μοίρα τους από τότε πού ποδοστατοϋσαν, έπαιρναν τα βουνά να γίνουν κλέφτες ή το μοναστήρι να γίνουν καλόγεροι. Ό Δημήτρης Φλέσσας προτίμησε να γίνει νοικοκύρης. Παντρεύτηκε κι έκανε οικογένεια μεγάλη. Το 1788 η δεύτερη γυναίκα του γεννούσε το 28 και τελευταίο τους παιδί, το Γεώρη. Ό Γεώρης δεν θα καταδεχόταν ποτέ να νοικοκυρευτεί. Δυο ήταν οι ανομολόγητες αγάπες του: Λευτεριά και Δράση μέσα στο κοινωνικό κοπάδι. Κι ή κλεφτουριά, γεμάτη από τ' αδέρφια του, ήταν στενή για να προσφέρει διέξοδο στις φιλοδοξίες του. Κι έτσι τα μέτρησε καλά, ρώτησε την καρδιά του και σαν καλός ρεαλιστής προτίμησε το δρόμο του Ράσου. Μορφώθηκε στη Σχολή Δημητσάνας, έκάρη στο μοναστήρι της Παναγιάς της Βελανιδιάς και μετονομάστηκε Γρηγόριος. Παπαφλέσσας, να ό θρύλος πού ίσκιωσε την πραγματικότητα του Γιωργή Φλέσσα... Ήταν ωραίο παιδί. Κοιτάζοντας το πορτραίτο του στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Αθήνας μπορεί κανείς να αναγνωρίσει στο πρόσωπο του τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων της Μεσσηνίας. Πλατύ μέτωπο με λιτό πηγούνι, παχιά γενειάδα, ισχνά ζυγωματικά και μια δεσπόζουσα μύτη πάνω στο σουρτό μουστάκι. Κείνη ή διπλή φιδωτή ρυτίδα στο μεσόφρυδο σε συνδυασμό με τα παντοδύναμα μάτια του, φαίνεται πώς έδιναν στον Παπαφλέσσα τη συναρπαστική του γοητεία. Κι ό ίδιος έχοντας βαθιά γνώση της δύναμης εκείνης μετεωρίστηκε πάνω από τα σύνορα της πραγματικότητας κι έγινε θρύλος. Πάνω από γεγονότα, σφάλματα, κι ευθύνες, ήταν εκείνη ή δύναμη μαζί με τη ρητορική του μεγαλοστομία πού ηλέκτριζε το λαό κι έχτιζε το θρύλο του. Ή ωμή πραγματικότητα τον αναγνώριζε σαν «ό άπατεών και έξωλέστατος καλόγηρος» στη φρασεολογία του Π. Πατρών Γερμανού. Ό θρύλος, ακόμη και σήμερα, τον θέλει σα μια καταιγίδα μέσα στο φουρτουνιασμένο πέλαγο: να με μια φράση κι ό Παπαφλέσσας κι ή εποχή του. Σ' αυτό ομόψυχα συμφωνούν κι ό θρύλος κι ή πραγματικότητα. Στα μάτια του θρύλου Παπαφλέσσας σημαίνει ζεστή^ μαγιάτικη βροχή πού ζωογονεί τα πάντα. Στο πρίσμα της πραγματικότητας πάλι είναι το καυτό χαλάζι του

Μάη πού σπέρνει την καταστροφή. Αλήθεια, τι σημαίνει το αίνιγμα Παπαφλέσσας;... ...Ήταν τότε σαν διαδάζαμε τα «Ματωμένα Ράσα» του Μελά πού γεννιόντουσαν οι πρώτες απορίες. Άπόκοντα ήρθαν κι οι πηγές και τα δοκουμέντα. Οι Ιστορίες του Τρικούπη, του Φωτάκου, του Κόκκινου, τ' απομνημονεύματα των αγωνιστών. Κι ή προφορική Μεσσηνιακή φυλλάδα του Παπαφλέσσα πού ακόμη δεν έχει επιστημονικά αξιολογηθεί. Τώρα βγαίνουν και τα έγγραφα των αρχείων. Κι ή οδυνηρή πραγματικότητα τολμά συχνά ν' αντιμετωπίζει τους ενθουσιασμούς του θρύλου... ...Τι να του πρωτοθυμηθούμε... Τα βλοσυρά επεισόδια στη Μονή Βελανιδιάς και Ρεκίτσας; Το σκάνδαλο στο Λεοντάρι με μιαν Άγγέλω πού του κόστισε το καλογερικό του γόητρο; Τη συμπεριφορά απέναντι στον ηγούμενο του Γαβριήλ; Το κυνηγητό του από την Πελοπόννησο γεμάτο από δραματικές απειλές; Να μια του φράση: «πού θα μου πάτε ρε; θα ξαναγυρίσω ή δεσπότης ή πασσάς και τότε θα λογαριαστούμε!...» και φυσικά ξαναγύρισε στο Μωρία. Δεν έγινε ούτε δεσπότης ούτε πασσάς. Κάτι συναρπαστικότερο: ξαναγύρισε σαν αρχάγγελος της λευτεριάς, έξαρχος, λέει, του Πατριαρχείου. Κι αφού είχε εκθέσει ανεπανόρθωτα τον προστάτη του Πατριάρχη Γρηγόριο Ε'. Αφού είχε εκδικάσει τον φιλικό Αναγνωστόπουλο κι είχε σπρώξει τον Υψηλάντη στη σφαγή του Δραγατσανίου. Κι εκεί στο Μωρία στην περίφημη σύσκεψη της Βοστίτσας (26-29 Ίαν. 1821) έλαβε μέρος. Κι από επίσημα στόματα ειπώθηκαν γι' αυτόν πικρές κουβέντες. Ήταν ή έκφραση της στεγνής πραγματικότητας. Μα ή μεγαλοστομία του Παπαφλέσσα κι ή πύρινη ματιά του ζωγράφιζαν με χίλια μύρια καλόλογα τα οράματα της απελευθέρωσης. Ή 23 Μαρτίου στην Καλαμάτα κι ή 25 Μαρτίου στην "Αγια Λαύρα ήταν ή υλοποίηση εκείνου του Οράματος, πού άστραψε σα θρύλος κι' έδόνησε την ψυχή της Ρωμιοσύνης. Ουσιαστικά ήταν μόνο τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου (1822-1825) πού καθιέρωσαν τον Παπαφλέσσα σαν εθνικό κεφάλαιο. Κι ήταν μόνο το Μανιάκι πού εξαγίασε τα κρίματά του, μολογημένα κι ανομολόγητα. Ωστόσο κι εδώ ή πραγματικότητα διαφωνεί. Φανερά υποστηρίζει πώς ό Παπαφλέσσας στο Μανιάκι αυτοκτόνησε. Και πήρε στο λαιμό του και τους 300 συντρόφους του... Ήταν την εποχή των φοιτητικών μου χρόνων στην ξενιτιά πού κατέγινα συστηματικά με το φάκελο «Παπαφλέσσας». Ή εντύπωση μου ότι ό Υπουργός των Στρατιωτικών πήγε στο Μανιάκι για να πεθάνει δυνάμωνε κάθε φορά πού ξαναδιάδαζα τις διάφορες πηγές και προσπαθούσα να ερμηνεύσω τα φουρτουνιασμένα μηνύματα πού βγαίνουν μέσα στα μισόλογα και τις συγχυσμένες γνώμες. Κι' ήταν τότε πού με συνεπήρε ή επιθυμία να βρεθώ στο Μανιάκι και να μελετήσω τα λείψανα της προφορικής παράδοσης και των εντόπιων θρύλων. Δια τρία καλοκαίρια συζητήσεων με τους γεροντότερους των χωριών Μανιάκι, Φλεσσιάδα (Παιδεμένου), Μεταξάδα (Σαπρίκι), Παλαιό Λουτρό (Άληκοντούζι) και Παπαφλέσσα (Κοντογόνι) απέδωσαν μια σημαντική αμεσότητα θρύλων, διηγήσεων και δημοτικών τραγουδιών. Το υλικό αυτό τελικά συνθέτει μια σπαραχτικά ενδιαφέρουσα άποψη των γεγονότων, των πρωταγωνιστών και των αισθημάτων τους στην τραγική εκείνη ώρα. Ελπίζω να μπορέσω να αξιολογήσω κάποτε το υλικό αυτό με μια ξεχωριστή δημοσίευση. Εδώ θα 'θελα να ξεχωρίσω μερικές μνήμες: τη συγκλονιστική περιγραφή του γερο-Θόδωρου Στεφανόπουλου (από τη Φλεσσιάδα, 78 χρονών το 1962), «για τη συνομιλία του Παπαφλέσσα με τα παλικάρια του πριν τη Μάχη». Την είχε λέει ακούσει από τον παππούλη του για τον δικό του παππούλη πού γλίτωσε φεύγοντας «με άδεια δυο μέρες πριν τη μάχη του Μανιακίου». Το τραγούδι για το Μαθόλαμπρο, προεστό στοϋ Παιδεμένου το 1825, πού «στο σπίτι του ξενύχτησε ό Παπαφλέσσας, πριν πάει στο Μανιάκι». Μου το είχε τραγουδήσει σ' ένα παραλήρημα αισθημάτων ό τρισέγγονος του Μάθιος Μαθιόπουλος, μυλωνάς στο ποτάμι του Παλαιού Λουτρού (74 χρονών το 1962). Κι αυτός ό πονεμένος θρύλος για τον άμαχο πληθυσμό της περιοχής «πού από τη σκιάχτρα της κρυφτήκανε στον κουφιέρο στη σπηλιά, κάπου δυο χιλιάδες χριστιανοί. Μετά τη μάχη στα Ταμπούρια πήρε ό αντίχριστος ό Άραπατάς, ό Μπραήμης, παγανιά και του ανακάλυψε. Δεν μπορούσε όμως να πλησιάσει τη σπηλιά και τους έ6αλε φωτιά να τους κάψει. Δεν καήκανε αλλά άπινογιαστήκανε (= λιποθύμησαν) όλοι από την καπνούρα. Και τους πιάσανε όλους, δυο χιλιάδες ανθρώπους και τους φέρανε στοϋ Σάρα τ' 'Αλώνι και τους αλωνίσανε, σου λέει, με τα μουλάρια πεταλωμένα ανάποδα (με τα καρφιά προς τα κάτω άκοπα). Και θυμάμαι, παιδάκι μου, παιδιά πού πήγαινα εκεί με τα πρόβατα το χειμώνα, κι όταν έβρεχε πολύ νερό έβγαινε κάτω από τ' αλώνι σαν κόκκινο. Τόσο πολύ είχε ποτίσει το αίμα!...» "Έτσι θυμότανε κλαίγοντας ή θεια Ελένη Μαρίνη (84 χρονών το 1962). Να και το πορτραίτο του ήρωα της Πολιανής από τον γέρο Τιμόθεο Φιλόπουλο από του Παπαφλέσσα (76 χρονών το 1963): Ήταν, λέγανε, ό Μακαρίτης (ό Παπαφλέσσας), άντρουκλας ψήλος, μελαχρινός, με μαύρα κατσαρά μαλλιά, μακριά κι άκουρα σαν κριάρι. Κι ένα μουστάκι τσιγκελωτό και γιομάτο. Πάταγε, σου λέει, κι' έτριζε ή γης. Δε διάταζε ποτέ του, γύριζε το μάτι και σου 'δινε να καταλάβεις το θέλημα του. Κι αν γύριζε τ' ασπράδι, κοντάγανε να φύγουμε όλοι από μπροστά του... Του είχανε βγάλει πολλές σάλτουρες (= σάτιρες, τραγούδια) αλλά ή καλύτερη ήτανε για τη Μάχη (στο Μανιάκι). Ως κι ό Μπραήμης τον έθάμαξε σαν τον είδε σκοτωμένο! Τέτοιο παλικάρι θεριό ήτανε... Αυτός ό θρύλος... Κι εμείς μιλάμε για θυσία. Δεν είναι παράδοξο; Στις 16 Μαΐου ό σοφός Πλαπούτας έγραφε στον Παπαφλέσσα για υποχώρηση στα βουνά μέχρι να φτάσουν οι δυνάμεις από την Ηλεία. Ό λαϊκός θρύλος αποκαλύπτει πώς ό Παπαφλέσσας απέλυσε από το

στρατόπεδο τους στρατιώτες «πού δεν ήταν έτοιμοι ή δεν μπορούσαν να πεθάνουν». Κι ακόμη στις 17-18 Μαΐου το Άνάπλι ζητωκραύγαζε την απελευθέρωση του Κολοκοτρώνη και μαγεμένος ό λαός άκουγε τα σχέδια του Γέρου για την καταστροφή του Μπραήμη, την ίδια μέρα ό Παπαφλέσσας ετοίμαζε στον εντελώς απρόσφορο βράχο του Μανιακίου τον τραγικό τάφο για τον εαυτό του και την Ελληνική αντίσταση στη Μεσσηνία. Ό Παπαφλέσσας χάθηκε στο Μανιάκι εκούσια. Μα και πάλι ό θρύλος μεσολαβεί. "Όχι, ό Παπαφλέσσας στο Μανιάκι θυσιάστηκε. Και καταξίωσε με το θρύλο της θυσίας την πραγματικότητα μιας φουρτουνιασμένης ζωής. Το αίνιγμα Παπαφλέσσας... Τι είναι; Νομίζω πώς είναι ή παράδοξη μοίρα πού τα παίζει και τα χάνει όλα κι απάνω από τη στάχτη της καταστροφής κάνει την αποτυχία να φαντάζει σα σύμβολο και σαν ιερό σημάδι. Είναι ή ένθεη μανία ενός ανθρώπου ν' ανατινάζει τα πάντα, να θυσιάσει τα πάντα στο βωμό μιας λευτεριάς, πού όταν φτάσει δε βρίσκει παρά λευκασμένα κρανία. Κι είναι ακόμη ή δύναμη εκείνη της ψυχής πού ξεχύνεται από μάτια και στόμα σαν πυρηνικός κρουνός, ηλεκτρίζει τις απλές ψυχές του λαού, παρασέρνει στη φουσκοθαλασσιά του τους ιδεολόγους και γίνεται καταιγίδα να πνίξει τη δύναμη της βίας και του σκοταδιού. Ή ίδια τούτη δύναμη γίνεται ταραχή κι αντάρα για το κατεστημένο και την ηγεσία του, αναστατώνει τη λογική κι επιβάλλει είναι το παράλογο. Και θαυματουργικά, μέσα από κείνο το παράλογο κάτι πού ξεπηδά ή αθανασία κι ό θρύλος σ' όλο το ρομαντικό τους μεγαλείο... Τελικά τον Παπαφλέσσα, πού κάθε φορά με τόση μαεστρία έβρισκε τρόπους να εκβιάζει την πραγματικότητα, τον εξαγίασε ό θρύλος. Ένας θρύλος γεμάτος ομορφιά και παλικαροσύνη. Πού ξεκίνησε το 1788 στην Μεσσηνία και βασίλεψε το 1825 πάλι εκεί, στο Μανιάκι. 37 θυελλώδη χρόνια πού ομόρφυναν μια τραγική πραγματικότητα με το συνεπαρμό του θρύλου. Και πάνω άπ' όλα: ετράνωσαν και καταξίωσαν στην αιωνιότητα τον άλλο, το Μεγάλο θρύλο της Ρωμιοσύνης.