Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ένα δράμα στην ακροθαλασσιά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ένα δράμα στην ακροθαλασσιά
ΣυγγραφέαςΟνορέ ντε Μπαλζάκ
ΤίτλοςUn drame au bord de la mer
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1834
Μορφήνουβέλα
ΣειράΗ Ανθρώπινη κωμωδία
Δημοσιεύθηκε στοΗ Ανθρώπινη κωμωδία

Ένα δράμα στην ακροθαλασσιά (γαλλικός τίτλος:Un drame au bord de la mer) είναι διήγημα του Ονορέ ντε Μπαλζάκ που δημοσιεύθηκε το 1834 και εντάσσεται στις Φιλοσοφικές μελέτες της Ανθρώπινης κωμωδίας.[1] Ο αρχικός τίτλος του έργου ήταν Η πατρική δικαιοσύνη (La justice paternelle). Αναφέρεται σε μια οικογενειακή τραγωδία και παρά τις ρεαλιστικές περιγραφές, η πλοκή είναι έντονα επηρεασμένη από τον ρομαντισμό.[2]

Η ιστορία διαδραματίζεται το 1821 και την αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο ένας νεαρός συγγραφέας, ο Λουί Λαμπέρ. Μαζί με την αγαπημένη του Πωλίν κάνουν διακοπές στην παραλιακή πόλη Λε Κρουαζίκ, σε μια ακτή της Βρετάνης. Μόλις έκαναν μπάνιο στη θάλασσα, κάνουν τη βόλτα τους και συναντούν έναν φτωχό ψαρά από τον οποίο ζητούν να τους ξεναγήσει σε ένα τοπικό αξιοθέατο. Σύντομα φτάνουν στην άκρη ενός βραχώδους ακρωτηρίου το οποίο ο ψαράς σκοπεύει να παρακάμψει. Όταν τους εξηγεί ότι κάποιος μένει εκεί και ότι, αν και δεν υπάρχει κίνδυνος, κανείς δεν τον πλησιάζει, η περιέργειά τους αυξάνεται και, παρά την προειδοποίηση, επιμένουν να προχωρήσουν. Συνεχίζοντας, βρίσκουν μια μικρή σπηλιά και μπροστά της έναν άνθρωπο που κάθεται κάτω από τον ήλιο, ακίνητος σαν τους βράχους που τον περιβάλλουν. Εντυπωσιασμένοι από το θέαμα, ο Λουί και η Πωλίν ζητούν από τον ψαρά να τους πει την ιστορία του άνδρα.[3]

Ο άνδρας ονομάζεται Πιερ Καμπρεμέρ. Ήταν ψαράς και ζούσε με τη γυναίκα του και τον γιο του Ζακ σε ένα απομονωμένο σπίτι. Από μικρό παιδί δεν χαλούσαν στον γιο τους κανένα χατίρι, έτσι καθώς μεγάλωνε ο Ζακ έγινε βίαιος, ψεύτης, κλέφτης, που του άρεσε να πίνει και να συχνάζει σε ανυπόληπτα μέρη της κοντινής Ναντ. Ο πατέρας, που συχνά έλειπε για ψάρεμα στη θάλασσα, αρνιόταν να δει την πραγματικότητα μέχρι που μια μέρα έμαθε ότι ο γιος του είχε πουλήσει έπιπλα για να αποκτήσει χρήματα για τις διασκεδάσεις του. Όταν ένα βράδυ ο Ζακ μαχαίρωσε στο χέρι τη μητέρα του για να πάρει ένα χρυσό νόμισμα που η γυναίκα είχε ράψει σε ένα πάπλωμα, ο πατέρας του τον έδεσε και τον πέταξε στη θάλασσα όπου πνίγηκε. Η γυναίκα του Πιερ πέθανε λίγο αργότερα από τη θλίψη της. Από τότε, ο Καμπρεμέρ άφησε το σπίτι του και εγκαταστάθηκε στη σπηλιά δίπλα στη θάλασσα, αγναντεύοντας ακίνητος τον ωκεανό για να εξιλεωθεί για τη δολοφονία του γιου του. Η μόνη του επαφή με τον κόσμο είναι με τη νεαρή ανιψιά του που του φέρνει φαγητό. Οι άλλοι ντόπιοι τον αποφεύγουν.[4]

Ο Λουί και η Πωλίν επηρεάσθηκαν τόσο πολύ από την ιστορία, που αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τις διακοπές τους. Η Πωλίν, ανήσυχη για την επίδραση που είχε αυτή η τραγική ιστορία στην οξυμένη ευαισθησία του Λουί, τον παρότρυνε να απελευθερωθεί γράφοντάς την: η μεγάλη επιστολή που έστειλε στον θείο του ο νεαρός δεν είναι άλλο από αυτό το δράμα που μόλις διαβάσαμε.[5]

Η παραλία Πορ Λιν

Στη δεκαετία του 1830, ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ έμεινε με τη Λωρ ντε Μπερνί στο Μπα-συρ-Μερ, στο Λουάρ-Ατλαντίκ. Εκεί έγραψε το Ένα δράμα στην ακροθαλασσιά, μια σύντομη ρομαντική ιστορία που διαδραματίζεται στην άγρια ακτή της χερσονήσου Λε Κρουαζίκ. Την εποχή που διαδραματίζεται το διήγημα, η μόδα του θαλάσσιου μπάνιου ήταν εκκολαπτόμενη στη Γαλλία και οι παραλίες Σαιν-Γκουστάν και στη συνέχεια Πορ Λιν στο Λε Κρουαζίκ ήταν από τις πρώτες που υποδέχτηκαν τους λουόμενους.[4]

Οι κεντρικοί χαρακτήρες εμφανίζονται επίσης στο μυθιστόρημα Λουί Λαμπέρ (1832).

1920: L'Homme du large, γαλλική βουβή ταινία σε σκηνοθεσία Μαρσέλ Λ'Ερμπιέ.[6]

Μετάφραση στα ελληνικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Ένα δράμα στην ακροθαλασσιά, μετάφραση: Βαρβάρα Νουνοπούλου, εκδόσεις Ηριδανός, 2005 [7]