Ζωγραφική en plein air
En plein air ; Γαλλικά για "υπαίθρια", ή ζωγραφική στην ύπαιθρο, ονομάζεται η ζωγραφική που πραγματοποιείται σε εξωτερικούς χώρους.
Αυτή η μέθοδος έρχεται σε αντίθεση με τη ζωγραφική σε εργαστήριο ή τους ακαδημαϊκούς κανόνες που μπορούν να δημιουργήσουν μια προκαθορισμένη άποψη. Η θεωρία της ζωγραφικής «En plein air» πιστώνεται στον Πιερ-Ανρί ντε Βαλανσιέν (Pierre-Henri de Valenciennes) (1750-1819), ο οποίος, για πρώτη φορά την αναφέρει σε πραγματεία με τίτλο Éléments de perspective pratique, a l'usage des artistes, suivis de réflexions et conseils à un élève sur la peinture, et particulièrement sur le genre du paysage, (1799), [1] όπου ανέπτυξε την έννοια της προσωπογραφίας με την οποία ο καλλιτέχνης ζωγραφίζει απευθείας σε καμβά επί τόπου (in situ) στο τοπίο.
Η μέθοδος αυτή επέτρεψε στον καλλιτέχνη να αποτυπώσει καλύτερα τις μεταβαλλόμενες λεπτομέρειες των καιρικών συνθηκών και του φωτός. Η εφεύρεση φορητών καμβάδων και καβαλέτων επέτρεψε στην πρακτική να αναπτυχθεί ιδιαίτερα στη Γαλλία και στις αρχές της δεκαετίας του 1830 η Σχολή ζωγραφικής της Μπαρμπιζόν σε φυσικό φως άσκησε ιδιαίτερη επιρροή. [2]
Μεταξύ των πιο σημαντικών χαρακτηριστικών αυτής της Σχολής ήταν οι τονικές ιδιότητες, το χρώμα, οι χαλαρές πινελιές και η απαλότητα της φόρμας. Αυτές ήταν παραλλαγές που σχετίζονταν ιδιαίτερα με τη Σχολή του Ποταμού Χάντσον (Hudson River) στα μέσα του 19ου αιώνα και τον ιμπρεσιονισμό. [3]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πριν από τον 19ο αιώνα, οι καλλιτέχνες αναμείγνυαν τα δικά τους χρώματα από ακατέργαστες χρωστικές που συχνά άλεθαν οι ίδιοι από μια ποικιλία υλικών. Αυτό είχε κάνει άβολη τη φορητότητα και κράτησε τις περισσότερες δραστηριότητες γύρω από τη ζωγραφική στο εργαστήριο.
Αυτό άλλαξε τη δεκαετία του 1800, όταν έγιναν διαθέσιμα τα σωληνάρια ελαιοχρωμάτων, επιτρέποντας στην ζωγραφική en plein air να γίνει βιώσιμη για πολλούς καλλιτέχνες. Στη δεκαετία του 1830, η Σχολή της Μπαρμπιζόν στη Γαλλία, που περιλάμβανε τον Σαρλ-Φρανσουά Ντωμπινύ (Charles-François Daubigny) και τον Τεοντόρ Ρουσσώ (Théodore Rousseau), χρησιμοποίησε αυτή την πρακτική για να απεικονίσει με ακρίβεια τη μεταβαλλόμενη εικόνα του φωτός, καθώς οι καιρικές συνθήκες άλλαζαν. [4]
Στις αρχές της δεκαετίας του 1860, τέσσερις νεαροί ζωγράφοι, οι: Κλωντ Μονέ, Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ, Αλφρέ Σισλέ (Alfred Sisley) και Φρεντερίκ Μπαζίλ, συναντήθηκαν ενώ σπούδαζαν υπό τον ακαδημαϊκό καλλιτέχνη Σαρλ Γκλαιρ. Ανακάλυψαν ότι μοιράζονταν το ενδιαφέρον για τη ζωγραφική τοπίου και της σύγχρονης ζωής και συχνά τολμούσαν να ζωγραφίσουν στην ύπαιθρο. [5] Ανακάλυψαν ότι θα μπορούσαν να ζωγραφίσουν το φως του ήλιου απευθείας από τη φύση και, χρησιμοποιώντας συνθετικές χρωστικές ουσίες με ζωηρά χρώματα, που ήταν διαθέσιμες, άρχισαν να αναπτύσσουν έναν πιο ελαφρύ και πιο φωτεινό τρόπο ζωγραφικής, που επεκτάθηκε περαιτέρω στον ρεαλισμό του Γκυστάβ Κουρμπέ και στη Σχολή της Μπαρμπιζόν. [6] Ήταν ριζοσπαστική πρακτική κατά την δημιουργία της, αλλά κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα η απλή θεωρία είχε μετατραπεί σε κανονική καλλιτεχνική πρακτική.
Υπήρχαν ομάδες καλλιτεχνών σε όλη τη Γαλλία, όπως αυτή του Ετάπλ (Étaples) στην Κυανή Ακτή που περιελάμβανε ιμπρεσιονιστές τοπιογράφους όπως οι Εζέν Σιγκό (Eugène Chigot) και Ανρί Λε Σιντανέ (Henri Le Sidaner). Ο τελευταίος καλλιτέχνης ειδικεύτηκε στη μεταφορά του νυχτερινού φωτός σε καμβά χρησιμοποιώντας λάδι και παστέλ. [7]
Οι Μακιαγιόλι ήταν μια ομάδα Ιταλών ζωγράφων που δραστηριοποιήθηκαν στην Τοσκάνη το δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα, οι οποίοι, παραβιάζοντας τις παλαιότερες συμβάσεις που δίδασκαν οι ιταλικές ακαδημίες τέχνης, δημουργούσαν μεγάλο μέρος του έργου τους σε εξωτερικούς χώρους, για να συλλάβουν φυσικό φως, σκιές, και χρώματα. Αυτή η πρακτική συνδέει τους Μακιαγιόλι με τους Γάλλους ιμπρεσιονιστές, που εμφανίστηκαν μερικά χρόνια αργότερα, αν και οι Μακιαγιόλι επιδίωκαν ελαφρά διαφορετικούς σκοπούς. Το κίνημά τους ξεκίνησε στη Φλωρεντία στα τέλη του 1850.
Στην Αγγλία η Σχολή Νιούλυν ήταν επίσης σημαντικός υποστηρικτής της τεχνικής αυτής στα τέλη του 19ου αιώνα. [8] Υπήρχαν λιγότερο γνωστές ομάδες καλλιτεχνών, συμπεριλαμβανομένης μιας χαλαρής ομάδας στο Άμπερλυ (Amberley) στο Δυτικό Σάσεξ, που επικεντρώθηκε γύρω από τον εκπαιδευμένο στο Παρίσι, Έντουαρντ Στοτ (Edward Stott), ο οποίος δημιούργησε ατμοσφαιρικά αγροτικά τοπία που ήταν πολύ δημοφιλή σε ορισμένους όψιμους Βικτωριανούς. [9]
Το κίνημα επεκτάθηκε στην Αμερική, ξεκινώντας από την Καλιφόρνια και στη συνέχεια διαδόθηκε σε άλλες αμερικανικές περιοχές που ήταν αξιοσημείωτες για τις φυσικές ιδιότητες του φωτός, όπως η κοιλάδα του ποταμού Χάντσον στη Νέα Υόρκη.
Η πράξη της υπαίθριας ζωγραφικής από παρατήρηση παρέμεινε δημοφιλής και στον 21ο αιώνα. [10] [11]
Εξοπλισμός και προκλήσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τα μέσα του 19ου αιώνα εφευρέθηκε το "καβαλέτο σε κουτί", συνήθως γνωστό ως "καβαλέτο γαλλικού κουτιού" ή "καβαλέτο πεδίου". Είναι αβέβαιο ποιος το εφηύρε, αλλά αυτά τα εξαιρετικά φορητά καβαλέτα με τα τηλεσκοπικά πόδια και ενσωματωμένα κουτί και παλέτα χρωμάτων, διευκόλυναν τη μετάβαση στο δάσος και σε πλαγιές βουνών. [12] Κατασκευάζεται ακόμη σήμερα, παραμένει δημοφιλής επιλογή (ακόμη και για οικιακή χρήση), καθώς διπλώνει σε μέγεθος μιας μικρής βαλίτσας και έτσι είναι εύκολο να αποθηκευτεί. [13]
Το κουτί Pochade είναι μικρό κουτί που επιτρέπει στον καλλιτέχνη να διατηρεί όλα τα υλικά και την παλέτα του μέσα σε αυτό και να έχει και το έργο του στο εσωτερικό του καλύμματος. Ορισμένα σχέδια επιτρέπουν μεγαλύτερο καμβά, που μπορεί να συγκρατηθεί από σφιγκτήρες ενσωματωμένους στο κάλυμμα. Υπάρχουν σχέδια που μπορούν επίσης να διατηρήσουν μερικούς καμβάδες ή πάνελ με ακόμη νωπά τα έργα μέσα στο κάλυμμα. [14] Αυτά τα κουτιά έχουν αυξανόμενη δημοτικότητα καθώς ενώ χρησιμοποιούνται κυρίως για τη ζωγραφική en plein air, μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν στο εργαστήριο, στο σπίτι ή στην τάξη. Δεδομένου ότι τα κουτιά Pochade χρησιμοποιούνται κυρίως για ζωγραφική στην ύπαιθρο, ο καμβάς ή η επιφάνεια εργασίας ίσως είναι μικρές, συνήθως όχι περισσότερο από 20 ίντσες (50 εκ). [15]
Οι προκλήσεις περιλαμβάνουν τον τύπο του χρώματος που χρησιμοποιείται για ζωγραφική σε εξωτερικούς χώρους όταν απεικονίζονται ζώα, έντομα, θεατές και περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως ο καιρός. Το ακρυλικό χρώμα μπορεί να σκληρύνει και στεγνώνει γρήγορα σε ζεστό, ηλιόλουστο καιρό, και δεν μπορεί να ξαναχρησιμοποιηθεί. Στην αντίθετη πλευρά του φάσματος είναι η πρόκληση της ζωγραφικής σε συνθήκες με βροχή, χιόνι ή υγρασία. Η έλευση της ζωγραφικής en plein air προηγήθηκε της εφεύρεσης των ακρυλικών. Η παραδοσιακή και καθιερωμένη μέθοδος ζωγραφικής en plein air περιλαμβάνει τη χρήση ελαιοχρωμάτων.
Υποστηρικτές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γάλλοι ιμπρεσιονιστές ζωγράφοι όπως ο Κλωντ Μονέ, ο Καμίλ Πισαρό, ο Αλφρέ Σισλέ και ο Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ υποστήριξαν τη ζωγραφική en plein air και μεγάλο μέρος της εργασίας τους έγινε σε εξωτερικούς χώρους υπό το διάχυτο φως μιας μεγάλης λευκής ομπρέλας. Ο Μονέ ήταν φανατικός καλλιτέχνης en plein air που συνεπέρανε ότι για να συλλάβει την εγγύτητα και την ομοιότητα ενός εξωτερικού σκηνικού σε μια συγκεκριμένη στιγμή, κάποιος έπρεπε να είναι σε εξωτερικό χώρο για να το επιτύχει, αντί να ζωγραφίσει ένα εξωτερικό σκηνικό στο εργαστήριό του. [16] Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού αιώνα στη Ρωσία, ζωγράφοι όπως ο Βασίλι Πολένοφ, ο Ισαάκ Λεβιτάν, ο Βαλεντίν Σερόφ, ο Κονσταντίν Κορόβιν και ο Ιγκόρ Γκράμπαρ (Igor Grabar) ήταν γνωστοί για τη ζωγραφική en plein air.
Όμως οι λάτρεις της ζωγραφικής en plein air δεν περιορίζονταν στον Παλαιό Κόσμο. Οι Αμερικανοί ιμπρεσιονιστές επίσης, όπως αυτές της Σχολής Old Lyme, ήταν μανιώδεις ζωγράφοι en Plein Air. Αξιοσημείωτοι Αμερικανοί ιμπρεσιονιστές ζωγράφοι που χρησιμοποίησαν αυτή την πρακτική εκείνη την εποχή περιλαμβάνουν τους Γκάι Ρόουζ (Guy Rose), Ρόμπερτ Ουίλιαμ Γουντ (Robert William Wood), Μαίρη ΝτεΝηλ Μόργκαν (Mary DeNeale Morgan), Τζον Γκαμπλ (John Gamble) και Άρθουρ Χιλ Γκίλμπερτ (Arthur Hill Gilbert). Στον Καναδά, η Ομάδα των Επτά και ο Τομ Τόμσον (Tom Thomson) αποτελούν παραδείγματα υποστηρικτών ζωγραφικής en plein air.
Αξιοσημείωτοι καλλιτέχνες (επιλογή)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πίτερ Σέιτζ Άνταμς (Peter Seitz Adams)
- Φρεντερίκ Μπαζίλ (Frédéric Bazille)
- Ανρί Μπιβά (Henri Biva)
- Ραλφ Ουάλλας Μπάρτον (Ralph Wallace Burton)
- Μαίρη Κάσσατ (Mary Cassatt)
- Τζακ Κασινέττο (Jack Cassinetto)
- Ουίλιαμ Μέριτ Τσέιζ (William Merritt Chase)
- Εζέν Σιγκό (Eugène Chigot)
- Ρομπέρ Κλυνί (Robert Clunie)
- Τζον Κόνσταμπλ (John Constable)
- Λάβις Κόρινθ (Lovis Corinth)
- Ουιλιάμ Νιντιέ-Πουζέ (William Didier-Pouget)
- Ράκστρο Ντάουνς (Rackstraw Downes)
- Καρλ Έυτελ (Carl Eytel)
- Φραντσέσκο Φιλιππίνι (Francesco Filippini)
- Ντέιβιντ Γκάλουπ (David Gallup)
- Αντόνιο Λόπεθ Γκαρσία (Antonio López García)
- Άρθουρ Χιλλ Γκίλμπερτ (Arthur Hill Gilbert)
- Βίνσεντ βαν Γκογκ (Vincent van Gogh)
- Ιγκόρ Γκράμπαρ (I. E. Grabar)
- Τζορτζ Χέτζελ (George Hetzel)
- Ουινλοου Χόμερ (Winslow Homer)
- Τζορτζ Ίνες (George Inness)
- Κονσταντίν Κορόβιν (Konstantin Korovin)
- Ανρί Λε Σιντανέ (Henri Le Sidaner)
- Άιζακ Λεβιτάν (Isaac Levitan)
- Θίοντορ Λούκιτς (Theodore Lukits)
- Μακιαγιόλι (Macchiaioli)
- Μάρβιν Μάνγκους (Marvin Mangus)
- Φρέντρικ ΜακΚάμπιν (Frederick McCubbin)
- Στανισουάβ Μακουόσκι (Stanisław Masłowski])
- Ουίλαρντ Μέτκαλφ (Willard Metcalf)
- Κλωντ Μονέ (Claude Monet)
- Μπερτ Μοριζό (Berthe Morisot)
- Έντγκαρ Πέιν (Edgar Payne)
- Ρομπέρ Αντουάν Πινσόν (Robert Antoine Pinchon)
- Καμίλ Πισαρό (Camille Pissarro)
- Ουίλιαμ Πρέστον Φελπς (William Preston Phelps)
- Βασίλι Πολένοφ (Vasily Polenov)
- Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ (Pierre-Auguste Renoir)
- Τομ Ρόμπερτς (Tom Roberts)
- Γκάι Ρόουζ (Guy Rose)
- Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ (John Singer Sargent)
- Βαλεντίν Σέροφ (Valentin Serov)
- Αλφρέ Σισλέ (Alfred Sisley)
- Μάθιου Σμιθ (Matthew Smith)
- Τιμ Σολλιντέι (Tim Solliday)
- Χοακίν Σορόλλα (Joaquín Sorolla)
- Έντουαρντ Στοτ (Edward Stott)
- Άρθουρ Στρίτον (Arthur Streeton)
- Άντονι Τιμ (Anthony Thieme)
- Τομ Τόμσον (Tom Thomson)
- Χένρι Σκοτ Τουκ (Henry Scott Tuke)
- Άντριου Ουίντερ (Andrew Winter)
- Ρόμπερτ Ουίλιαμ Γουντ (Robert William Wood)
- Μαίρη Άγκνες Γιερκς (Mary Agnes Yerkes)
Εικόνες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]-
Καλλιτέχνης που εργάζεται en plein air, χρησιμοποιώντας ένα κουτί Pochade στον φάρο Pigeon Point στην Καλιφόρνια .
-
Ζωγράφοι en plein air στο Ρίνγκγουντ, Νιου Τζέρσι. Οι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν γαλλικό καβαλέτο στα αριστερά της εικόνας και κουτί Pochade στα δεξιά.
-
Ουίνσλοου Χόμερ, Artists Sketching in the White Mountains, 1868, λάδι σε πάνελ, 24,1 × 40,3 cm, Μουσείο Τέχνης του Πόρτλαντ
-
Καμίλ Πισαρό, 1872, Hameau aux environs de Pontoise, λάδι σε καμβά, 54 × 74 cm, ιδιωτική συλλογή
-
Ανρί Μπιβά, περ.1905–06, Matin à Villeneuve, λάδι σε καμβά, 151.1 × 125.1 εκ
-
Κλωντ Μονέ, 1887, Στα δάση του Giverny, στο Easel με την Suzanne Hoschedé να διαβάζει, λάδι σε καμβά, 91,4 x 97,7 cm, Μουσείο Τέχνης Κομητείας του Λος Άντζελες
-
Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ, c.1888-89 Όρος Sainte-Victoire, λάδι σε καμβά, 53 x 64.1 cm, Πινακοθήκη Πανεπιστημίου Γέιλ
-
Πωλ Σεζάν, c.1897, La Montagne Sainte-Victoire vue de la carrière Bibémus, λάδι σε καμβά, 65,1 × 81,3 cm, Μουσείο Τέχνης της Βαλτιμόρης
-
Ζωγραφική στο βουνό Sainte-Victoire με περιπατητές
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Joshua Taylor (1989), Nineteenth Century Theories of Art, pages 246-7, University of California Press, USA. (ISBN 0520048881)
- ↑ Stephen Adams (1997), The Barbizon School and the Origins of Impressionism, Phaidon Press, (ISBN 978-0714836232)
- ↑ Bernard Denvir, (1990). The Thames and Hudson Encyclopaedia of Impressionism. London: Thames and Hudson. (ISBN 0500202397)
- ↑ Auricchio, Laura (October 2004). «The Transformation of Landscape Painting in France». Heilbrunn Timeline of Art History. https://www.metmuseum.org/toah/hd/lafr/hd_lafr.htm.
- ↑ Harrison C White, Cynthia A. White (1993). Canvases and Careers: Institutional Change in the French Painting World. University of Chicago Press. (ISBN 0226894878)
- ↑ Malafronte, Allison (October 2009). «The History of the Plein Air Movement». American Artist: 20–24. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2018-12-12. https://web.archive.org/web/20181212051335/http://connection.ebscohost.com/c/articles/43929615/history-plein-air-movement. Ανακτήθηκε στις 2021-05-26.
- ↑ Antoine Descheemaeker- Colle (2008),Eugène Chigot, Sa Vie, Son Oevre Peint, Editions Henri, France. (ISBN 9782917698020)
- ↑ «Newlyn School, Landscape Painting Artist Colony, Cornwall: History, Artists, Stanhope Forbes, Frank Bramley». Visual-arts-cork.com. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2010.
- ↑ Valerie Webb (2018), Edward Stott (1855 – 1918):A Master of Colour and Atmosphere, Sansom & Company, Bristol, England. (ISBN 9781911408222)
- ↑ «Artists who work en plein air share their motivations: Arts». adn.com. 6 Ιουνίου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Αυγούστου 2010. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2010.
- ↑ «Plein Air Painting - Painting Outside Plein Air». Painting.about.com. 16 Αυγούστου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Μαρτίου 2017. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2010.
- ↑ «Invention of box/ Field easel». Realism & Impressionism. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2015.
- ↑ «Plein Air». PBS. 6 Αυγούστου 2007. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Αυγούστου 2011. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2010.
- ↑ Pochade Boxes
- ↑ «Pochade box». Artwork Essentials. Ανακτήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2016.
- ↑ Kleiner, F. S., Gardner's Art Through the Ages (15th ed.), Boston, Cengage Learning, 1915
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Painting en plein air στο Wikimedia Commons
- The Virtual Art Academy Guide: Pochade Boxes and Plein Air Easels