Μετάβαση στο περιεχόμενο

Νέο Μυθιστόρημα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Νέο Μυθιστόρημα (γαλλικά: Nouveau Roman), ονομάζεται επίσης αντι-μυθιστόρημα, είναι λογοτεχνικό κίνημα που εμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στη Γαλλία, με κοινό χαρακτηριστικό την απόρριψη του παραδοσιακού μυθιστορήματος. Μεταξύ των εισηγητών του είναι ο Αλαίν Ρομπ-Γκριγιέ, η Ναταλί Σαρώτ και ο Μισέλ Μπυτόρ, οι οποίοι στα έργα τους κατάργησαν την περιγραφή των χαρακτήρων, την ψυχολογική ανάλυση και την ευθύγραμμη αλληλουχία των γεγονότων. Το Νέο Μυθιστόρημα ήταν αντίθετο στο κυρίαρχο εκείνη την εποχή υπαρξιστικό ρεύμα, που τάσσονταν υπέρ της «στρατευμένης λογοτεχνίας». Τα περισσότερα έργα εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Les Éditions de Minuit.[1]

Ο όρος αναφέρθηκε για πρώτη φορά από τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ το 1948 σε μια εισαγωγή στο Πορτρέτο ενός αγνώστου (1948) της Ναταλί Σαρώτ. Τον χρησιμοποίησε επίσης σε άρθρο στη γαλλική εφημερίδα Le Monde στις 22 Μαΐου 1957, ο κριτικός Εμίλ Ανριό με αναφορά στο τέταρτο μυθιστόρημα του Αλαίν Ρομπ-Γκριγιέ Η Ζήλεια (1957) και στους Τροπισμούς (1932) της Ναταλί Σαρώτ.

Το 1956 η Ναταλί Σαρώτ δημοσίευσε το κλασικό δοκίμιο Η εποχή της υποψίας, όπου εξέθεσε τα κύρια χαρακτηριστικά. Το 1963, ο Ρομπ-Γκριγιέ δημοσίευσε το Για ένα Νέο Μυθιστόρημα, μια συλλογή θεωρητικών κειμένων του που είχε δημοσιεύσει στο παρελθόν. Τα δύο έργα αποτελούν τα μανιφέστα του Νέου μυθιστορήματος.[2]

Το Νέο μυθιστόρημα, πρωτοποριακό μυθιστόρημα των μέσων του 20ου αιώνα, σηματοδοτεί μια ριζική απόκλιση από τις συμβάσεις του παραδοσιακού μυθιστορήματος καθώς αγνοεί βασικά στοιχεία όπως η πλοκή, ο διάλογος, η γραμμική αφήγηση, το ανθρώπινο ενδιαφέρον και η περιγραφή των χαρακτήρων, η οποία κατά τους συγγραφείς διαμεσολαβείται από ιδεολογικές προκαταλήψεις. Ξεκινώντας από την υπόθεση ότι οι δυνατότητες του παραδοσιακού μυθιστορήματος είχαν εξαντληθεί, όπως εξήγησε η Σαρώτ στο δοκίμιο Η εποχή της υποψίας (L'ère du soupçon, 1950), «δεν έχει πλέον νόημα να γράφει κανείς μυθιστορήματα με τον τρόπο του Μπαλζάκ, με χαρακτήρες, πλοκή, αρχή, εξέλιξη και τέλος», οι συγγραφείς αναζήτησαν νέους δρόμους φανταστικής εξερεύνησης, αμφισβητώντας το παραδοσιακό μυθιστόρημα του 19ου αιώνα. Στην προσπάθειά τους να ξεπεράσουν τις λογοτεχνικές συμβάσεις και να αμφισβητήσουν τις προσδοκίες των αναγνωστών τους, απέφυγαν οποιαδήποτε έκφραση της προσωπικότητας, των προτιμήσεων ή των αξιών του συγγραφέα. Απέρριψαν τα στοιχεία της ψυχαγωγίας, της δραματικής προόδου και του διαλόγου που χρησιμεύουν για την οριοθέτηση του χαρακτήρα ή την ανάπτυξη της πλοκής. [3]

Αντί για το παραδοσιακό αφηγηματικό μοντέλο, πρόσφεραν στον αναγνώστη πιο απαιτητική μυθοπλασία, παρουσιάζοντας επαναλαμβανόμενα ή αόριστα επεξηγημένα γεγονότα των οποίων το νόημα είναι σπάνια σαφές ή οριστικό. Στο μυθιστόρημα Η Ζήλεια (1957) του Ρομπ-Γκριγιέ, για παράδειγμα, οι υποψίες του αφηγητή για την απιστία της συζύγου του δεν επιβεβαιώνονται ούτε διαψεύδονται ποτέ. Η ιστορία δεν εκτίθεται χρονολογικά, αλλά ο αναγνώστης υπόκειται στην εμμονική ανασκόπηση των παρατηρούμενων λεπτομερειών και γεγονότων.[4]

Αν και ο όρος Νέο Μυθιστόρημα εμφανίστηκε το 1948, η μη γραμμική προσέγγιση στη μυθιστορηματική γραφή είναι παλαιότερη, όπως σε έργα του Γκυστάβ Φλωμπέρ, του Φραντς Κάφκα, του Τζαίιμς Τζόυς, της Βιρτζίνια Γουλφ, του Ουίλιαμ Φώκνερ, του Σάμιουελ Μπέκετ κά.[5]

Οι συγγραφείς που εκπροσωπούν το Νέο μυθιστόρημα είναι η Ναταλί Σαρώτ, ο Μισέλ Μπυτόρ, ο Κλωντ Σιμόν, ο Αλαίν Ρομπ-Γκριγιέ, η Μαργκερίτ Ντυράς, ο Ρομπέρ Πενζέ, ο Κλωντ Ολιέ και ο Ζαν Ρικαρντού, με έργα τους στις δεκαετίες του 1950 έως και του 1970. Ωστόσο, κάτω από αυτόν τον όρο έχουν συγκεντρωθεί και άλλοι συγγραφείς όπως ο Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό. Κύριο κοινό τους χαρακτηριστικό ήταν η καινοτόμα προσέγγιση ως προς τον τρόπο αφήγησης, οι αόριστα προσδιορισμένοι χαρακτήρες, η περιστασιακή διάταξη των γεγονότων και η ασάφεια νοήματος, αλλά ο καθένας τους εξελίχθηκε με διαφορετικό τρόπο. [6]