Τσοπανόσκυλο
Τσοπανόσκυλο ή ποιμενικός σκύλος ονομάζεται κοινώς ένας τύπος σκύλου που είτε έχει εκπαιδευθεί στο να κατευθύνει στη βοσκή κοπάδια αιγοπροβάτων ή και άλλων ζώων στην κτηνοτροφία, είτε ανήκει σε κάποια από τις φυλές (ράτσες) σκύλου που αναπτύχθηκαν για τον σκοπό αυτόν.
Συμπεριφορά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το σύνολο της συμπεριφοράς φυλάξεως κοπαδιών είναι στην πραγματικότητα τροποποιημένη θηρευτική συμπεριφορά. Μετά από γενεές επιλεκτικής αναπαραγωγής, οι άνθρωποι μπόρεσαν να ελαχιστοποιήσουν τη φυσική τάση του σκύλου να αντιμετωπίζει τα αιγοπρόβατα (αλλά και τα βοοειδή) ως θηράματα, ενώ ταυτοχρόνως διατηρήθηκαν οι θηρευτικές δεξιότητες του σκύλου.[1][2]
Οι σκύλοι μπορούν να ελέγξουν άλλα ζώα με διάφορους τρόπους. Κάποιες φυλές, όπως ο αυστραλιανός σκύλος των βοοειδών, συνήθως «τσιμπούν» τις φτέρνες των ζώων, ενώ άλλες, ιδίως το μπόρντερ κόλεϊ, μπαίνουν μπροστά από το κοπάδι και χρησιμοποιούν το βλέμμα τους για να περιορίσουν τη συμπεριφορά των ζώων.[3] Πολλά είναι τα τσοπανόσκυλα που μπαίνουν μπροστά από το κοπάδι προκειμένου να το στρέψουν προς άλλη κατεύθυνση ή να το σταματήσουν, ενώ άλλα παραμένουν πίσω και ωθούν έτσι το κοπάδι προς τα εμπρός. Ο αυστραλιανός κέλπι και ο επίσης αυστραλιανός κούλι (Koolie) εφαρμόζουν αμφότερες τις μεθόδους και επιπλέον τρέχουν επάνω στις ράχες των προβάτων.[1][2][4] Από την άλλη υπάρχουν φυλές όπως ο αυστραλιανός ποιμενικός, ο αγγλικός ποιμενικός και ο ουαλικός ποιμενικός, που εργάζονται πιο ανεξάρτητα. Ο χάνταγουεϋ της Νέας Ζηλανδίας χρησιμοποιεί το δυνατό του γαύγισμα προκειμένου να συγκεντρώνει μεγάλα κοπάδια προβάτων.[5] Ο βελγικός ποιμενικός, ο γερμανικός ποιμενικός και οι μπριάρ («μπερζέ ντε μπριέ») είναι ιστορικά «φυλακτήριοι σκύλοι», που ενεργούν ως «ζωντανοί φράκτες», οδηγώντας μεγάλα κοπάδια προβάτων στη βοσκή, ενώ τα αποτρέπουν από το να τρώνε πολύτιμες καλλιέργειες, ή από το να περιπλανώνται στους δρόμους.
Τα καθοδηγητικά ένστικτα και η εκπαιδευσιμότητα ενός τσοπανόσκυλου μπορούν να αποτιμηθούν όταν αυτό χρησιμοποιείται σε ένα νέο για αυτό κοπάδι ή σε μη συναγωνιστικές δοκιμές. Τα άτομα που επιδεικνύουν τα βασικά ένστικτα του τσοπανόσκυλου μπορούν να εκπαιδευθούν ώστε να περάσουν τέτοια «τεστ».[6]
Βασικές διακρίσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και τις ΗΠΑ τα τσοπανόσκυλα αποκαλούνται «σκύλοι εργασίας» (working dogs), ανεξαρτήτως ράτσας.[7] Ορισμένες φυλές τσοπανόσκυλου εργάζονται καλά με όλα τα είδη αγελαίων ζώων, ενώ άλλα έχουν εκτραφεί επί πολλές γενεές να εργάζονται με ένα είδος ζώου και έχουν έτσι αναπτύξει φυσικά χαρακτηριστικά ή συμπεριφορές εργασίας που επαυξάνουν την ικανότητά της να χειρίζονται αυτό το είδος ζώου. Τα συνηθέστερα είδη ζώων με τα οποία εργάζονται τα τσοπανόσκυλα είναι τα βοοειδή, τα πρόβατα, οι αίγες και οι τάρανδοι[6], ενώ δεν είναι σπάνιο τα σκυλιά να χειρίζονται πουλερικά.[1]
Στην ελληνική γλώσσα, ο όρος «τσοπανόσκυλο» (αγγλ. herding dog) χρησιμοποιείται για να περιγράψει και τον σκύλο-ζωοφύλακα (αγγλ. livestock guardian dog), του οποίου το βασικό καθήκον είναι να προστατεύει το κοπάδι από φυσικούς θηρευτές (λύκους, αλεπούδες κλπ.) και από τη ζωοκλοπή. Τέτοιοι σκύλοι όμως έχουν μειωμένο το ένστικτο του καθαυτό τσοπανόσκυλου. Γενικώς, όταν κατατάσσονται φυλές σκύλων, τα τσοπανόσκυλα θεωρούνται μια υποκατηγορία των σκύλων εργασίας, αλλά σε επιδείξεις/διαγωνισμούς εκπαιδεύσεως σκύλων συνήθως αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία.
Προέλευση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η δημιουργία φυλών τσοπανόσκυλων συνδέεται με την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, με την εξημέρωση των αιγοπροβάτων να εκτιμάται ότι άρχισε την 8η ή την 7η χιλιετία π.Χ., στη Δυτική Ασία, σε περιοχές που σήμερα ανήκουν στο Ιράν και το Ιράκ. Η βοσκή ήταν δύσκολη εργασία: οι πρώτοι βοσκοί δεν διέθεταν άλογα και μετακινούσαν τα ζώα τους για βοσκή περπατώντας, καθώς τα άλογα και τα γαϊδούρια δεν είχαν ακόμη εξημερωθεί πλήρως. Οι σκύλοι, που έως τότε βοηθούσαν τους ανθρώπους μόνο στο κυνήγι, έγιναν βοηθοί στη διατήρηση του ζωικού κεφαλαίου. Στα πρώτα στάδια της εκτροφής βοοειδών, το βασικό καθήκον για τους σκύλους ήταν η προστασία των κοπαδιών από διάφορους άγριους θηρευτές, που ήταν πολυπληθείς.[8]
Η λειτουργία αυτή προκαθόρισε τα χαρακτηριστικά των τσοπανόσκυλων: έπρεπε να είναι δυνατά, νευρώδη, θαρραλέα, αποφασιστικά, ικανά να αντιμετωπίζουν μόνα τους έναν μεγάλο θηρευτή και, το σημαντικότερο, έτοιμα να υπερασπισθούν το κοπάδι. Η ιστορία των προγόνων των τσοπανόσκυλων μπορεί να άρχισε το 4000 π.Χ. περίπου, καθώς τα αρχαιότερα αρχαιολογικά ευρήματα υπολειμμάτων προβάτων και σκύλων στο ίδιο σημείο χρονολογήθηκαν στο 3685 π.Χ..[9] Η περιοχή όπου σημειώθηκε αυτή η νέα τότε πρακτική θεωρείται ότι βρίσκεται σήμερα στις χώρες Τουρκία, Ιράκ και Συρία. Τσοπανόσκυλα αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη, στα έργα του Κάτωνος του Πρεσβυτέρου και του Βάρρωνος, ενώ απεικονίσεις τους απαντώνται σε έργα τέχνης της προχριστιανικής εποχής. Τα τσοπανόσκυλα δεν χρησίμευαν τότε μόνο για τη φύλαξη κοπαδιών, αλλά και για στρατιωτικούς σκοπούς.[10]
Από τη Δυτική Ασία η κτηνοτροφία εξαπλώθηκε προς τα δυτικά και τα βόρεια, ακολουθούμενη από αύξηση στον αριθμό των κατοικιδίων ζώων. Σε ευρωπαϊκό έδαφος, οι πρόγονοι των σημερινών τσοπανόσκυλων εμφανίσθηκαν τον 7ο και τον 6ο αιώνα π.Χ.. Σύμφωνα με την αρχαιολογική έρευνα, η κτηνοτροφία και η καλλιέργεια των φυτών εξαπλώθηκαν στην Ευρώπη με διαφορετικούς τρόπους, είτε κατά μήκος του Δούναβη και του Ρήνου μέχρι τη σημερινή Γερμανία, τη βόρεια Γαλλία και την Ολλανδία, είτε με τα ταξίδια στη Μεσόγειο Θάλασσα μέχρι τις Άλπεις, ανεβαίνοντας τον Ροδανό μέχρι την κεντρική Γαλλία.[8][9]
Η ανάπτυξη της γεωργίας, ο αυξανόμενος αριθμός οικισμών και η ίδρυση πόλεων είχαν ως αποτέλεσμα μια μείωση στους αριθμούς των λύκων, αλεπούδων και άλλων θηρευτών. Μετά την έκλειψη των μεγάλων θηρευτών στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, με την τεράστια εξάπλωση της εκτροφής προβάτων και με την αύξηση στο ποσοστό εδαφοκαλύψεως της καλλιεργούμενης και της κατοικούμενης γης, το κυριότερο καθήκον των τσοπανόσκυλων συνίστατο πλέον στην προστασία των καλλιεργειών, των ιδιωτικών και προστατευόμενων εκτάσεων από τη βόσκηση και γενικότερα την καταπάτηση. Οι μεσαίου μεγέθους σκύλοι ήταν καταλληλότεροι για το έργο αυτό από ό,τι οι μεγαλύτερες και δυνατότερες φυλές, καθώς οι πρώτοι ήταν πιο ευκίνητοι. Τέτοιοι σκύλοι διαχειρίζονταν μικρά και μεγάλα ζώα, ακόμα και πουλερικά. Εκτός από τον κεντροευρωπαϊκό τύπο τσοπανόσκυλου, εμφανίσθηκε ένας άλλος τύπος, συχνά με χονδρή γούνα, καταλληλότερος για τα ψυχρότερα κλίματα. Με την εξάπλωση εξάλλου της εκτροφής ταράνδων από τους βόρειους λαούς, κυνηγόσκυλα τύπου σπιτς «επανεκπαιδεύθηκαν» ώστε να γίνουν τσοπανόσκυλα.[10]
Οι περισσότερες φυλές κεντροευρωπαϊκών τσοπανόσκυλων – με όρθια αυτιά και κοντό τρίχωμα στην κεφαλή, παρόμοια με λύκους, δημιουργήθηκαν κυρίως κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα, ενώ οι ράτσες των σκύλων με κατσαρό τρίχωμα του βορειοευρωπαϊκού τύπου δημιουργήθηκαν αργότερα.[8]
Φυσικά χαρακτηριστικά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη διαδικασία επιλογής αναπτύχθηκαν τα ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά των τσοπανόσκυλων, που τους επέτρεπαν να εκτελούν την εργασία τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ανεξαρτήτως των συνθηκών υπό τις οποίες εργάζονται οι σκύλοι αυτοί και της λειτουργίας που επιτελούν, διαθέτουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά: Είναι δυνατοί και έχουν μεγάλη αντοχή. Τα άκρα των ποδιών τους είναι καλά προστατευμένα από αγκάθια και κοφτερές πέτρες: Τα δάκτυλα είναι συμπιεσμένα σε έναν σφικτό συσσωμάτωμα, τα σημεία επαφής με το έδαφος είναι χονδρά και τα νύχια ισχυρά. Η γούνα τους είναι πυκνή και «δομημένη» με τρόπο που προστατεύει το ζώο από τη βροχή και τις ακραίες θερμοκρασίες. Και όλα τα τσοπανόσκυλα έχουν πολύ καλή όραση και ακοή. Από την άλλη, το χρώμα τους ποικίλλει και εξαρτάται από τις προτιμήσεις των τοπικών εκτροφέων.
Τα τσοπανόσκυλα στον σύγχρονο κόσμο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σε χώρες όπου διατηρείται η βοσκή σε βοσκοτόπια, τα τσοπανόσκυλα συνεχίζουν να εργάζονται στην επιτήρηση της βοσκής και εκτιμώνται ως αποτελεσματικοί έως και αναντικατάστατοι βοηθοί, που μπορούν να μειώσουν το εργατικό κόστος και να σώσουν επενδύσεις σε ακριβό εξοπλισμό. Οικονομικές μελέτες στην Αυστραλία έχουν αποδειξει ότι τα τσοπανόσκυλα αποδίδουν πάνω από πέντε φορές το κόστος διατηρήσεώς τους, μαζί και της εκπαιδεύσεώς τους.[11]
Τον 21ο αιώνα τα τσοπανόσκυλα επιλέγονται συχνά ως οικιακά ζώα συντροφιάς. Οι ράτσες κόλεϊ, όπως το γενειοφόρο κόλεϊ και το μπόρντερ κόλεϊ, είναι πολύ γνωστές. Δίνουν καλούς οικογενειακούς σκύλους, που είναι στα καλύτερά τους όταν έχουν μια δουλειά να κάνουν.[1] Καθώς έχουν επιλεκτικά ανατραφεί ως σκύλοι εργασίας, χρειάζεται να διατηρούνται σωματικά και νοητικά δραστήριοι. Διατηρούν τα «κτηνοτροφικά» τους ένστικτα και ίσως κάποιες φορές να σκουντούν ανθρώπους σε μια απόπειρα να συγκεντρώσουν την οικογένειά τους, και να χρειάζεται να εκπαιδευθούν να μην το κάνουν.[1] Τα επίπεδα δραστηριότητας και η ευφυΐα τους τα καθιστούν θαυμάσια σκυλιά-αθλητές. Ο αυστραλιανός ποιμενικός, ο ποιμενικός των νήσων Σέτλαντ, το μακρότριχο κόλεϊ, το κοντότριχο κόλεϊ και ο παλαιός αγγλικός ποιμενικός είναι οι πλέον προτιμώμενες φυλές τσοπανόσκυλων για ζώα συντροφιάς.[1]
Σήμερα σκύλοι από ράτσες τσοπανόσκυλου ζουν συχνά σε αστικές ή προαστιακές συνοικίες. Οι ιδιοκτήτες τους πρέπει να διατηρούν τη σωματική και νοητική υγεία τους, λαμβάνοντας υπόψη το ένστικτο και τις ιδιότητές τους. Οι υπηρεσίες εκπαιδευτών σκύλων παρουσιάζουν έτσι μεγάλη ζήτηση, μαζί και κέντρα εκπαιδεύσεως για σκύλους εργασίας, που προσφέρουν ακόμα και ενοικίαση προβάτων και βόλτες σε βοσκοτόπους. Οι σκύλοι που ζούν στα προάστια ή σε χωριά μπορούν να απασχολούνται με μικρά κοπάδια αιγοπροβάτων ή με πουλερικά. Κάποιες φορές οι ιδιοκτήτες φθάνουν στο σημείο να αγοράζουν λίγα πρόβατα, έτσι ώστε οι σκύλοι τους να μπορούν να ασχοληθούν με αυτό για το οποίο «είναι γεννημένοι».[12][13]
Ο συνδυασμός της ικανότητας για ταχεία εκμάθηση, της σωματικής ισχύος, της αντοχής, της αφοσιώσεως στο αφεντικό τους και μια θέληση για εργασία έχει οδηγήσει στην ευρεία χρήση μεγάλων ευρωπαϊκών ποιμενικών για άλλα καθήκοντα. Ποιμενικοί είναι οι περισσότεροι σκύλοι της αστυνομίας και του στρατού, με καθήκοντα φρουράς, έρευνας, διασώσεως και άλλα.[14][15] Ο σύγχρονος κόσμος παρουσιάζει νέα ζητήματα, που μπορούν να επιλυθούν επιτυχώς με τη βοήθεια σκύλων. Π.χ. στις ΗΠΑ είδη χήνας που προστατεύονται από τον νόμο δημιουργούν συχνά σοβαρά προβλήματα για ανθρώπινες δραστηριότητες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μπόρντερ κόλεϊ και κάποιες άλλες φυλές τσοπανόσκυλων με ισχυρή όραση χρησιμεύουν στην περιφρούρηση καλλιεργειών, πάρκων, παραλιών και πάνω από όλα αεροδρομίων. Η προστασία από πουλιά με τη βοήθεια τσοπανόσκυλων αποδείχθηκε η πλέον αποτελεσματική και εύκολη στην εφαρμογή της μέθοδος: περιπολώντας στις εκτάσεις πολλές φορές κάθε ημέρα, οι σκύλοι υποχρεώνουν τις χήνες να καταφεύγουν σε μέρη όπου δεν προκαλούν προβλήματα, ενώ το φυσικό περιβάλλον δεν βλάπτεται.[16]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Renna, Christine Hartnagle (2008). Herding Dogs: Selection and Training the Working Farm Dog. Kennel Club Books (KCB). ISBN 978-1-59378-737-0.
- ↑ 2,0 2,1 Hartnagle, Jeanne Joy. Herding I, II, III. Canine Training Systems (CTS).
- ↑ "Heading dogs, huntaways and all-purpose dogs", Te Ara
- ↑ Hartnagle-Taylor, Jeanne Joy (2005). All About Aussies. Alpine Publications. ISBN 1-57779-074-X.
- ↑ «Sheep Herding Dogs». RaisingSheep.net. Ανακτήθηκε στις 18 Απριλίου 2015.
- ↑ 6,0 6,1 Hartnagle-Taylor, Jeanne Joy· Taylor, Ty (2010). Stockdog Savvy. Alpine Publications. ISBN 978-1-57779-106-5.
- ↑ "DOGS, WORKING", 1966, An Encyclopaedia of New Zealand
- ↑ 8,0 8,1 8,2 Hancock, David (31 Αυγούστου 2014). Dogs of the Shepherds: A Review of the Pastoral Breeds. Crowood. ISBN 978-1-84797-809-7.
- ↑ 9,0 9,1 Grandin, Temple (2007). Livestock Handling and Transport. CABI. ISBN 978-1-84593-220-6.
- ↑ 10,0 10,1 Serpell, James· Serpell, Professor of Humane Ethics & Animal Welfare James· Barrett, Priscilla (21 Σεπτεμβρίου 1995). The Domestic Dog: Its Evolution, Behaviour and Interactions with People. Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-42537-7.
- ↑ Arnott, E.; Early, J.; Wade, C.; McGreevy, P. (2014-05-01). «Estimating the Economic Value of Australian Stock Herding Dogs». Sport and Working Animal Welfare Collection 23 (2): 189-197. doi:. https://www.wellbeingintlstudiesrepository.org/spwawel/2.
- ↑ Hartnagle-Taylor, Jeanne Joy· Taylor, Ty (17 Μαΐου 2019). Stockdog Savvy. Dogwise Publishing. ISBN 978-1-61781-251-4.
- ↑ Renna, Christine Hartnagle (10 Απριλίου 2012). Herding Dogs: Selecting and Training the Working Farm Dog. Fox Chapel Publishing. ISBN 978-1-59378-653-3.
- ↑ Hancock, David (31 Αυγούστου 2014). Dogs of the Shepherds: A Review of the Pastoral Breeds. Crowood. ISBN 978-1-84797-809-7.
- ↑ «Nordic Herding Dogs». Canine Chronicle. Ανακτήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2021.
- ↑ Gompper, Matthew E. (17 Οκτωβρίου 2013). Free-Ranging Dogs and Wildlife Conservation. Oxford University Press, Οξφόρδη. ISBN 978-0-19-164011-7.