acceptable: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό Προχωρημένη επεξεργασία από κινητό
(9 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από τον ίδιο χρήστη δεν εμφανίζεται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-en-}}==
=={{-en-}}==
{{en-adj|more=1}}
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{l|accept|en}} + {{p|-able|en}}


==={{επίθετο|en}}===
==={{επίθετο|en}}===
{{τ|en|{{PAGENAME}}}}
{{τ|en|{{PAGENAME}}}}
# [[ανεκτός]], [[σωστός]], που εγκρίνεται από τους περισσότερους ανθρώπους μιας κοινωνίας
* [[αποδεκτός]], [[ανεκτός]]
#: {{eg}} ''This behavior is not '''acceptable'''.''
#:: Αυτή η συμπεριφορά σου δεν είναι '''ανεκτή'''.
#: {{eg}} ''It is not '''acceptable''' to tell lies.''
#:: Δεν είναι '''σωστό''' να λες ψέματα.
#: {{συνών}} {{cf|lang=en|right}}
# [[δεκτός]], για κάποιον που συμφωνεί ότι είναι αρκετά καλός ή επιτρέπεται
#: {{eg}} ''if it is '''acceptable''' to your parents'' - αν είναι '''δεκτό''' από τους γονείς σου
#: {{eg}} ''Your offer is not '''acceptable'''.''
#:: Η προσφορά του δεν είναι '''δεκτή'''.
# [[ανεκτός]], [[καλούτσικος]], όχι πολύ καλό αλλά αρκετά καλό
#: {{eg}} ''-“What was the food like?” -“'''Acceptable.'''”''
#:: -«Πώς ήταν το φαΐ;» -«'''Ανεκτό'''.»
#: {{eg}} ''an '''acceptable''' knowledge of English'' - '''καλούτσικα''' αγγλικά
#: {{συνών}} {{cf|lang=en|satisfactory}}


===={{αντώνυμα}}====
===={{αντώνυμα}}====
* {{λ|unacceptable|en}}
* {{l|unacceptable|en}}

==={{πηγές}}===
* {{R:OxLD}}
* {{R:Stavropoulos 2008|63, 210|ανεκτός, δεκτός}}





Αναθεώρηση της 07:29, 27 Μαρτίου 2024

παραθετικά
θετικός acceptable
συγκριτικός more acceptable
υπερθετικός most acceptable

Ετυμολογία

acceptable < accept + -able

Επίθετο

acceptable (en)

  1. ανεκτός, σωστός, που εγκρίνεται από τους περισσότερους ανθρώπους μιας κοινωνίας
    This behavior is not acceptable.
    Αυτή η συμπεριφορά σου δεν είναι ανεκτή.
    It is not acceptable to tell lies.
    Δεν είναι σωστό να λες ψέματα.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη right
  2. δεκτός, για κάποιον που συμφωνεί ότι είναι αρκετά καλός ή επιτρέπεται
    if it is acceptable to your parents - αν είναι δεκτό από τους γονείς σου
    Your offer is not acceptable.
    Η προσφορά του δεν είναι δεκτή.
  3. ανεκτός, καλούτσικος, όχι πολύ καλό αλλά αρκετά καλό
    -“What was the food like?” -“Acceptable.
    -«Πώς ήταν το φαΐ;» -«Ανεκτό
    an acceptable knowledge of English - καλούτσικα αγγλικά
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη satisfactory

Αντώνυμα

Πηγές



Προφορά

ΔΦΑ : /a.ksɛp.tabl/
 

Επίθετο

acceptable (fr)

  1. δεκτός, ανεκτός
  2. ικανοποιητικός
  3. υποφερτός