ζῶν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | ζῶν | ἡ | ζῶσᾰ | τὸ | ζῶν |
γενική | τοῦ | ζῶντος | τῆς | ζώσης | τοῦ | ζῶντος |
δοτική | τῷ | ζῶντῐ | τῇ | ζώσῃ | τῷ | ζῶντῐ |
αιτιατική | τὸν | ζῶντᾰ | τὴν | ζῶσᾰν | τὸ | ζῶν |
κλητική ὦ! | ζῶν | ζῶσᾰ | ζῶν | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ | ζῶντες | αἱ | ζῶσαι | τὰ | ζῶντᾰ |
γενική | τῶν | ζώντων | τῶν | ζωσῶν | τῶν | ζώντων |
δοτική | τοῖς | ζῶσῐ(ν) | ταῖς | ζώσαις | τοῖς | ζῶσῐ(ν) |
αιτιατική | τοὺς | ζῶντᾰς | τὰς | ζώσᾱς | τὰ | ζῶντᾰ |
κλητική ὦ! | ζῶντες | ζῶσαι | ζῶντᾰ | |||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ζῶντε | τὼ | ζώσᾱ | τὼ | ζῶντε |
γεν-δοτ | τοῖν | ζώντοιν | τοῖν | ζώσαιν | τοῖν | ζώντοιν |
3η&1η κλίση, Κατηγορία 'τιμῶν' όπως «τιμῶν» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Μετοχή
[επεξεργασία]ζῶν, ζῶσα, ζῶν
Πηγές
[επεξεργασία]- ζῶ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Μετοχές με κλίση όπως το 'τιμῶν' (αρχαία ελληνικά)
- Μετοχές 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Μετοχές που κλίνονται όπως το 'τιμῶν' (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις περισπώμενες (αρχαία ελληνικά)
- Μετοχές περισπώμενες (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Μετοχές (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Μετοχές ενεργητικού ενεστώτα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)