χίντι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χίντι θηλυκό άκλιτο (εννοείται: γλώσσα) ή ουδέτερο πληθυντικός: τα χίντι άκλιτο (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
- (γλώσσα) μία από τις επίσημες γλώσσες της Ινδίας. Γράφεται με το αλφάβητο ντεβανάγκαρι.
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] χίντι
|
Πηγές
[επεξεργασία]- ως επίρρημα: χίντι — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)
Κατηγορίες:
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Σελίδες για τεκμηρίωση
- Γλώσσες (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)