amazing
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | amazing |
συγκριτικός | more amazing |
υπερθετικός | most amazing |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]amazing (en)
- πολύ εκπληκτικός, ειδικά με τρόπο που σας αρέσει ή θαυμάζετε
- ↪ amazing discoveries - εκπληκτικές ανακαλύψεις
- (ανεπίσημο) θαυμάσιος, πολύ καλός
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]amazing (en)