Μετάβαση στο περιεχόμενο

hat

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
hat hats

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

hat (en)



Προφορά

[επεξεργασία]
 
 

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

hat (de)