perseverance
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- perseverance < παλαιά γαλλική perseverance < λατινική perseverantia
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]perseverance (en)
perseverance (en)