teorie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
teorie < teori- + -e

Επίρρημα

[επεξεργασία]

teorie (eo)


Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
teoria teorie

teorie (it)