trivial

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
παραθετικά
θετικός trivial
συγκριτικός more trivial
υπερθετικός most trivial

Επίθετο

[επεξεργασία]

trivial (en)



γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό trivial triviaux
θηλυκό triviale triviales

Επίθετο

[επεξεργασία]

trivial (fr)

  1. κοινότοπος

Συγγενικά

[επεξεργασία]