Category:Greek terms derived from Byzantine Greek
Newest and oldest pages |
---|
Newest pages ordered by last category link update: |
Oldest pages ordered by last edit: |
Greek terms that originate from Byzantine Greek.
Top – Αα Ββ Γγ Δδ Εε Ζζ Ηη Θθ Ιι Κκ Λλ Μμ Νν Ξξ Οο Ππ Ρρ Σσ Ττ Υυ Φφ Χχ Ψψ Ωω |
Subcategories
This category has the following 3 subcategories, out of 3 total.
- Greek male surnames from Byzantine Greek (0 c, 1 e)
- Greek terms inherited from Byzantine Greek (0 c, 996 e)
Pages in category "Greek terms derived from Byzantine Greek"
The following 200 pages are in this category, out of 1,151 total.
(previous page) (next page)Α
- αβγατίζω
- αβεβαιότητα
- άβλαφτος
- αγαθότητα
- αγαναχτώ
- αγαπημένος
- Αγαρηνός
- αγγειό
- Άγγελος
- αγγίζω
- αγγούρι
- αγίασμα
- αγιοποιώ
- αγκαλιάζω
- αγκινάρα
- αγκίστρι
- αγκιστρώνω
- αγκυλώνω
- αγκώνας
- αγκωνή
- αγναντεύω
- άγνωρος
- αγόρι
- αγριεύω
- αγρικώ
- αγροικώ
- αδειάζω
- αδελφότητα
- αδράχτι
- αδρότητα
- αερίζω
- αετιδεύς
- αηδόνα
- αηδόνι
- άθαφτος
- αθερίνα
- Αθίγγανος
- αίγα
- αίμα
- αιμομιξία
- άκανθος
- ακατάδεχτος
- ακατοίκητος
- -άκης
- -άκι
- ακόμα
- ακουμπάω
- ακουμπιστήρι
- ακρίβεια
- ακρίτας
- ακρίτης
- ακριτικός
- αλάτι
- αλαφιάζω
- Αλβανία
- αλέθω
- αλεπού
- αλέτρι
- αλησμόνητος
- αλίμονο
- αλλάζω
- αλλοκοτιά
- αλλού
- άλμη
- αλμύρα
- αλόγιαστος
- αλουργίδα
- αλυσοδένω
- αλυσώνω
- αλφάβητο
- αλφάβητον
- αλώνι
- αμ
- άμε
- άμετε
- αμέτε
- άμπακας
- άμπακος
- αμπέλι
- αμπελοχώραφα
- αμυγδαλωτός
- αναβράζω
- ανάβω
- αναγέρνω
- αναγιγνώσκω
- ανακατώνω
- ανακριβής
- ανάλατος
- αναλώνω
- ανάμεσα
- αναμπαίζω
- Ανάπλι
- ανάποδα
- ανάποδος
- Ανάργυρος
- αναρωτιέμαι
- αναρωτώ
- ανασκολοπιστής
- αναστεναγμός
- ανεβάζω
- ανεβαίνω
- ανεμώδης
- Άνθιμος
- άνθος
- ανοιγοκλείνω
- ανοιχτήρι
- αντάμα
- ανταμείβω
- ανταμώνω
- αντάμωση
- άντε
- αντίδι
- αντίδωρον
- αντιλόπη
- αντιστέκομαι
- άντρας
- αντρίκειος
- ανυπόμονος
- άξαφνα
- αξίζω
- αξιοπρέπεια
- αξιώνω
- απελπισία
- απίστευτος
- απλώνω
- απογευματινός
- αποθαμένος
- αποκόβω
- απόκριση
- αποκτώ
- απολαμβάνω
- απολογητικώς
- αποσταίνω
- αποτελειώνω
- απούντο
- αποφαίνομαι
- απόφαση
- απόψε
- αράζω
- -αράς
- αραχνιάζω
- αργυρός
- αρέσω
- -άρης
- αρίφνητος
- αρκούδα
- άρμα
- αρμενίζω
- άρμη
- αρμοδιότητα
- αρνί
- αρνιέμαι
- αρτζι-μπούρτζι
- αρχίδι
- αρχινάω
- αρχινώ
- αρχιπέλαγος
- ασβέστης
- ασκέρι
- ασπράδι
- άσπρο
- αστέρας
- αστέρι
- αστράφτω
- άτονος
- αυλάκι
- αφέντης
- αφεντικό
- αφήνω
- αφιόνι
- αφού
- αφράτος
- αφτί
- αχλάδι
- αψιθιά