Category:Greek terms suffixed with -τικός

From Wiktionary, the free dictionary
Jump to navigation Jump to search
Newest and oldest pages 
Newest pages ordered by last category link update:
  1. διαπεραστικός
  2. κοροϊδευτικός
  3. προκλητικός
  4. κοπιαστικός
  5. στερητικός
  6. ενδεικτικός
  7. περιοριστικός
  8. καθησυχαστικός
  9. ανησυχητικός
  10. απωθητικός
Oldest pages ordered by last edit:
  1. θρησκευτικός
  2. ενοχλητικός
  3. κουραστικός
  4. ανησυχητικός
  5. αποδεικτικός
  6. απωθητικός
  7. τρομακτικός
  8. μεγεθυντικός
  9. αναψυκτικός
  10. συνοδευτικός

Greek terms ending with the suffix -τικός (-tikós).

Terms are placed in this category using {{af|el|base|-τικός}} or {{affix|el|base|-τικός}} (or the more specific and less-preferred equivalents {{suf}} or {{suffix}}), where base is the base lemma from which this term is derived.