ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΨΥΧΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΙΙ

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 40

Σημειώσεις Ψυχοφυσιολογίας ΙΙ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ

Η συναισθηματική φόρτιση γύρω από τον όρο "ναρκωτικά", που για τον κοινό άνθρωπο
σημαίνει ουσία που δίνει ηδονή αλλά και σκλαβώνει και στο τέλος καταστρέφει τον
άνθρωπο, καθώς και n επιστημονική σύγχυση για τον ορισμό των ναρκωτικών ουσιών, έχει
σαν αποτέλεσμα να κριθεί ο όρος αδόκιμος και να αντικατασταθεί από τον όρο "ψυχότροπες
ουσίες" (United Nations, 1971).
Με τον όρο ψυχότροπες ουσίες, εννοούμε όλες τις ουσίες ή φάρμακα που προκαλούν
εξάρτηση ψυχική ή σωματική, ή που n χρήση τους οδηγεί σε μεταβολές στο επίπεδο της
νοητικής σφαίρας, του συναισθήματος ή της συμπεριφοράς του ατόμου. Στον όρο
ψυχότροπες ουσίες, εκτός από τις νομοθετικά απαγορευμένες ουσίες, περιλαμβάνονται και
ουσίες των οποίων η χρήση είναι γενικά αποδέκτη από την κοινωνία, όπως ο καφές, το
τσιγάρο, το οινόπνευμα και τα ηρεμιστικά που χορηγούνται με συνταγή. Επιπρόσθετα, ο
όρος ψυχότροπες ουσίες δεν είναι συναισθηματικά φορτισμένος και έτσι γίνεται κοινωνικά
πιο αποδεκτός, ενώ είναι και σωστότερος φαρμακολογικά.
Για τον προσδιορισμό των ψυχοτρόπων ουσιών από καθαρά φαρμακολογική και
τοξικολογική άποψη, χρησιμοποιούνται μόνο τρείς όροι: ψυχολογική εξάρτηση, σωματική
εξάρτηση και αντοχή, οι οποίοι αποτελούν και τα οδηγά σημεία για την ταξινόμηση των
ψυχοτρόπων ουσιών.
1. Η ψυχολογική εξάρτηση ορίστηκε σαν "αίσθηση ικανοποίησης" και ψυχολογική τάση,
που απαιτεί περιοδική ή συνεχή λήψη του ναρκωτικού, για να παράγει το επιθυμητό
αποτέλεσμα ή να αποτρέπει τη δυσφορία" (Π.Ο.Υ. 1965). Μ' άλλα λόγια, ψυχολογική
εξάρτηση είναι η έντονη επιθυμία για ένα φάρμακο, επειδή προκαλεί κάποια ευχάριστη
φαρμακολογική ενέργεια στην οποία είχε συνηθίσει το άτομο.
2. Η σωματική εξάρτηση είναι το φαινόμενο κατά το οποίο, μετά από παρατεταμένη χρήση
μιας ουσίας, η απότομη διακοπή της οδηγεί στην εμφάνιση των δυσάρεστων συμπτωμάτων
του συνδρόμου στέρησης. Το σύνδρομο στέρησης χαρακτηρίζεται από έντονες διαταραχές
διαφόρων φυσιολογικών λειτουργιών, που εκδηλώνονται τόσο στην ψυχική, όσο και στην
σωματική σφαίρα και που λίγο-πολύ είναι χαρακτηριστικές για κάθε φάρμακο. 0 βαθμός της
φυσικής εξάρτησης μπορεί να εκτιμηθεί μόνον από τη σοβαρότητα του συνδρόμου
στέρησης.
3. Αντοχή είναι n ανάγκη να αυξηθεί η δοσολογία ενός φαρμάκου για να διατηρηθεί το
αρχικό φαρμακολογικό αποτέλεσμα. Φάρμακα που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και έχουν
κοινές ιδιότητες, εμφανίζουν το φαινόμενο της διασταυρούμενης αντοχής. Η
διασταυρούμενη αντοχή είναι n ικανότητα ενός φαρμάκου να υποκαθιστά κάποιο άλλο,
ώστε να προλαμβάνεται η εμφάνιση του συνδρόμου στέρησης. Συνήθως, με την φυσική
εξάρτηση παρατηρείται παράλληλη εγκατάσταση αντοχής. Πρέπει να διευκρινισθεί όμως, ότι
η ανάπτυξη αντοχής και n φυσική εξάρτηση, είναι δύο ξεχωριστά φαινόμενα, τα οποία
μπορούν να εμφανιστούν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο.
Οι έννοιες χρήση, κατάχρηση και εξάρτηση
Αλλά και οι έννοιες χρήση, κατάχρηση και εξάρτηση, είναι δύσκολο να ορισθούν, δηλ. να
ορισθεί πού επακριβώς σταματάει η χρήση και αρχίζει η παθολογική χρήση μιας ουσίας.
Σύμφωνα με τον Goth ,"ο όρος κατάχρηση υποδηλώνει πως ένα φάρμακο χρησιμοποιείται
κατά τρόπο μάλλον καταστρεπτικό παρά εποικοδομητικό για το άτομο ή την κοινωνία". Είναι
προφανές, βάσει αυτού του ορισμού, ότι η διάκριση ανάμεσα σε καταστρεπτική και
εποικοδομητική χρήση, για το άτομο και πολύ περισσότερο για την κοινωνία, είναι πολλές
φορές πολύ δύσκολη, αν όχι αδύνατη. Γι' αυτό, πολλοί μελετητές υπογραμμίζουν ότι ο όρος
"κατάχρηση φαρμάκων" αποτελεί απλώς μομφή που στηρίζεται στις ηθικές και πολιτιστικές
προκαταλήψεις ενός συγκεκριμένου κοινωνικού πλαισίου.
Όμως, πολλές φορές μπορούμε να μιλάμε για πραγματική "κατάχρηση φαρμάκου",
ανεξάρτητα από οποιαδήποτε περιστασιακή κοινωνική θεώρηση π.χ. η παρατεταμένη χρήση
μεγάλων δόσεων αμφεταμινών οδηγεί σε προϊούσα εγκεφαλική βλάβη. Άρα, θα
μπορούσαμε να θεωρήσουμε τη χρήση μιας ουσίας σαν παθολογική, όταν, σαν συνέπεια της
λήψης της, παρατηρούνται συμπτώματα και δυσπροσαρμοστική συμπεριφορά, που θα
θεωρούνταν εξαιρετικά ανεπιθύμητα σε οποιαδήποτε πολιτισμική ομάδα.
Ιστορικά, η παθολογική χρήση μιας ουσίας διακρίνεται σε "κατάχρηση" της ουσίας και
"εξάρτηση" από την ουσία. Μεγάλη σημασία έχει και ο διαχωρισμός των εννοιών
"κατάχρηση" και "εξάρτηση" (δηλ. τάση για επαναλαμβανόμενη χρήση). Οι δυο καταστάσεις
μπορεί να συνυπάρχουν, αλλά και μπορεί η καθεμιά να αναπτυχθεί ξεχωριστά από την άλλη.
Μία μόνο δόση ενός φαρμάκου (π.χ. υπερβολική λήψη οινοπνεύματος) αποτελεί κατάχρηση
χωρίς εξάρτηση, ενώ η αγωγή ενός καρκινοπαθή με μορφίνη, αποτελεί
εξάρτηση χωρίς κατάχρηση.
Πρέπει, όμως, να σημειωθεί, ότι η κατάχρηση και η εξάρτηση δεν είναι γνωρίσματα μόνο των
ψυχοτρόπων ουσιών, γιατί, μπορεί να έχουμε εξάρτηση ενός διαβητικού από την ινσουλίνη,
ενώ από την άλλη μεριά παρατηρούμε σε πολύ κόσμο άσκοπη κατανάλωση μη-
ψυχοτρόπων φαρμάκων π.χ. καθημερινή λήψη ασπιρίνης για "ευεξία". Ακόμη και η
ψυχολογική εξάρτηση δεν αποτελεί αποκλειστικό γνώρισμα των ψυχοτρόπων ουσιών. Στην
πραγματικότητα υπάρχει μια ψυχική εξάρτηση απ’ όλα όσα αποτελούν τρόπο ζωής ενός
ατόμου.
Διαγνωστικά κριτήρια της εξάρτησης από ψυχότροπες ουσίες κατά DSM
Τη σύγχυση αυτή προσπάθησε να διαλευκάνει το DSM (ταξινόμηση της American Psychiatric
Association).
Τα διαγνωστικά κριτήρια της εξάρτησης από ψυχότροπες ουσίες κατά DSM είναι:
Α. Τουλάχιστον τρία από τα παρακάτω: 1. Η ουσία συχνά λαμβάνεται σε μεγαλύτερα ποσά η
για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα απ' ό,τι το άτομο είχε σκοπό.
2. Επίμονη επιθυμία η μια η περισσότερες αποτυχημένες προσπάθειες του ατόμου να
ελαττώσει ή να ελέγξει τη χρήση της ουσίας.
3. Ξοδεύεται πολύς χρόνος από το άτομο σε δραστηριότητες απαραίτητες για να βρει την
ουσία (π.χ. κλοπή), για να πάρει την ουσία (π.χ. ένα τσιγάρο μετά το άλλο) ή για να συνέλθει
από τη δράση της.
4. Συχνά υπάρχουν συμπτώματα τοξίκωσης ή στερητικού συνδρόμου, ενώ το άτομο πρέπει
να εκπληρώσει μείζονες υποχρεώσεις που απορρέουν από το ρόλο του στην εργασία του,
στο σχολείο η στο σπίτι (π.χ. δεν πηγαίνει στην εργασία του λόγω καρηβαρίας, πηγαίνει στο
σχολείο η στη δουλειά του "φτιαγμένο", βρίσκεται σε κατάσταση τοξίκωσης ενώ φροντίζει
τα παιδιά του), ή, ενώ αναλαμβάνει δραστηριότητες επικίνδυνες για την σωματική του
ακεραιότητα (π.χ. οδηγεί σε κατάσταση τοξίκωσης).
5. Σημαντικές κοινωνικές, επαγγελματικές ή ψυχαγωγικές δραστηριότητες έχουν
εγκαταλειφθεί η ελαττωθεί, λόγω της χρήσης της ουσίας.
6. Το άτομο συνεχίζει τη χρήση της ουσίας παρά το ότι γνωρίζει πως έχει ένα επίμονο η
υποτροπιάζον κοινωνικό, ψυχολογικό η σωματικό πρόβλημα που προκαλείται ή παροξύνεται
από τη χρήση της ουσίας (π.χ. το άτομο εξακολουθεί να κάνει χρήση ηρωίνης, παρά τους
οικογενειακούς καυγάδες που γίνονται για αυτό, κοκαΐνης, παρότι του έχει προκληθεί
κατάθλιψη, οινοπνευματωδών ποτών, παρότι το έλκος του επιδεινώνεται).
7. Υπάρχει εκσεσημασμένη αντοχή, δηλ. αύξηση τουλάχιστον Κατά για να επιτευχθεί
τοξίκωση η επιθυμητό αποτέλεσμα η υπάρχει εκσεσημασμένα ελαττωμένο αποτέλεσμα με
συνεχή χρήση του ίδιου ποσού.
8. Υπάρχουν χαρακτηριστικά στερητικά συμπτώματα.
9. Η ουσία συχνά λαμβάνεται για ν' ανακουφισθούν ή να αποφευχθούν στερητικά
συμπτώματα.
Β. Μερικά συμπτώματα της διαταραχής έχουν επιμείνει τουλάχιστον για ένα μήνα, η έχουν
συμβεί επανειλημμένα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Διαγνωστικά κριτήρια της κατάχρησης ψυχοτρόπων ουσιών κατά DSM
Τα διαγνωστικά κριτήρια της κατάχρησης ψυχοτρόπων ουσιών κατά DSM είναι:
Α. Ένας δυσπροσαρμοστικός τύπος χρήσης ψυχοτρόπου ουσίας, που φαίνεται από
τουλάχιστον ένα από τα παρακάτω:
1. Το άτομο συνεχίζει τη χρήση, παρά το ότι γνωρίζει ότι έχει ένα επίμονο η υποτροπιάζον
κοινωνικό, επαγγελματικό ψυχολογικό η σωματικό πρόβλημα που προκαλείται η
παροξύνεται από τη χρήση της ψυχότροπης ουσίας.2. Επανειλημμένη χρήση σε περιστάσεις
στις οποίες η χρήση είναι σωματικά επικίνδυνη (π.χ. οδήγηση σε καταστάσεις τοξίκωσης).
Β. Μερικά συμπτώματα της διαταραχής έχουν επιμείνει τουλάχιστον για ένα μήνα, ή έχουν
επανειλημμένα συμβεί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Γ. Ποτέ δεν συμπλήρωσε τα κριτήρια για εξάρτηση από ψυχότροπες ουσίες για αυτή την
ουσία.

Η ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΨΥΧΟΤΡΟΠΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

Τα φαρμακολογικά αποτελέσματα των εξαρτησιογόνων ουσιών δεν εξαρτιούνται


αποκλειστικά από τις φαρμακολογικές ιδιότητες της ουσίας, τη δοσολογία της και την οδό
χορήγησης της» δηλ. μια συγκεκριμένη ουσία, σε μια συγκεκριμένη δόση με ένα
συγκεκριμένο τρόπο δεν δίνει πάντα τα ίδια αποτελέσματα, ανεξάρτητα από την
προσωπικότητα αυτού που τη χρησιμοποιεί και από τις περιστάσεις όπου χρησιμοποιείται.
Στην πραγματικότητα, τα αποτελέσματα μιας ψυχότροπης ουσίας καθορίζονται όχι μόνο
από τη συγκεκριμένη ουσία, αλλά και από άλλους παράγοντες, που τους ονομάζουμε
συμπληρωματικούς παράγοντες. Αυτοί είναι:
1.To "set", δηλ. το σύνολο των παραγόντων, που συνδέονται με τα άτομο το οποίο
χρησιμοποιεί την ουσία: προσωπικότητα, ψυχική διάθεση, σωματική κατάσταση,
προσδοκίες που τρέφει για την επίδραση της ουσίας, προηγούμενες εμπειρίες κ.λπ.
2. Το "setting", δηλ. το σύνολο των παραγόντων που συνδέονται με το περιβάλλον, όπου
γίνεται η χρήση της ουσίας: χώρος, συντροφιά, μορφή κοινωνίας, επίπεδο μόρφωσης,
επικοινωνία κ.λπ.

ΟΠΙΟΥΧΑ (ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΑΝΑΛΓΗΤΙΚΑ)

ΦΥΣΙΚΑ ΟΠΙΟΥΧΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΑ ΟΠΙΟΥΧΑ


Μορφίνη Πεθιδίνη
Κωδεϊνη Πενταζοκίνη
Προποξυφαίνη
ΗΜΙΣΥΝΘΕΤΙΚΑ ΟΠΙΟΥΧΑ Φαιντανύλη
Ηρωίνη Μεθαδόνη
Βουπρενορφίνη
Τα φάρμακα αυτά χαρακτηρίζονται από πολύ ισχυρή ψυχολογική και φυσική εξάρτηση, η
οποία εγκαθίσταται ταχύτατα, δηλ. σε διάστημα λίγων ημερών. Επίσης εμφανίζουν έντονη
αντοχή, n οποία είναι διασταυρούμενη για όλα τα μέλη της ομάδας. Η αντοχή είναι πλήρης,
με την έννοια ότι αφορά πολλές ενέργειες, με εξαίρεση την δυσκοιλιότητα. Η εγκατάσταση
της αντοχής επιβάλλει τη συνεχή αύξηση της δόσης, που μπορεί να φθάσει σε θανατηφόρα
επίπεδα για το φυσιολογικό άνθρωπο. Η ένταση και η δριμύτητα του συνδρόμου στέρησης,
είναι συνάρτηση του βαθμού αντοχής, που εν τω μεταξύ έχει εγκατασταθεί.
Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Η χρήση οπιούχων έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση ευφορίας. Τα τυχόν υπάρχοντα
δυσάρεστα συναισθήματα εξαφανίζονται και δημιουργείται μια κατάσταση εφησυχασμού,
συναισθηματικής αδιαφορίας, χωρίς παρορμήσεις. Το άτομο αισθάνεται ότι "όλα είναι
ωραία" και "όπως ακριβώς θα έπρεπε να είναι". Ταυτόχρονα υπάρχει ισχυρή αναλγησία.
Συνυπάρχουν, εξάλλου, μικρός βαθμός υπνηλίας, μύση, βραδύπνοια (λόγω καταστολής του
αναπνευστικού κέντρου), καθώς και ελάττωση της σεξουαλικής διάθεσης. Τέλος, μπορεί να
προκληθεί εμετός (λόγω ερεθισμού της χημειοαισθητικής ζώνης του προμήκη),
δυσκοιλιότητα, κατακράτηση ούρων και δυσουρία, καθώς επίσης ελαφρά πτώση της
αρτηριακής πίεσης και αύξηση της ενδοκρανιακής πίεσης.
Σύνδρομο Στέρησης
Τα πρώτα στερητικά συμπτώματα εμφανίζονται μέσα σε δέκα περίπου ώρες από την
τελευταία λήψη και χαρακτηρίζονται από άγχος, ιδεοληπτική αναζήτηση του φαρμάκου και
έντονη καταβολή δυνάμεων. Στις επόμενες ώρες κυριαρχούν ανησυχία και κύματα ρίγους.
Μεταξύ της 20ης και 30ης ώρας από την τελευταία λήψη, εμφανίζεται η πλέον κρίσιμη φάση,
που έχει σαν κύρια συμπτώματα εντονότατη αγχώδη αντίδραση, νευρικότητα, ημικρανία,
ναυτία, ανορεξία, γαστρεντερικές διαταραχές, κοιλιακούς κολικούς και μυοσκελετικούς
πόνους. Η κορύφωση των συμπτωμάτων συμπίπτει με τη δεύτερη και την τρίτη μέρα. Τα
υποκειμενικά συμπτώματα εξακολουθούν να είναι νευρικότητα και ημικρανία, ενώ στα
αντικειμενικά κλινικά σημεία περιλαμβάνονται αύξηση της θερμοκρασίας μέχρι
υπερπυρεξίας, μυδρίαση, ιδιαίτερα επιθετική συμπεριφορά, κύματα ανατριχίλας (χήνειο
δέρμα, έντονη εφίδρωση, υπέρταση, στύση και αυτόματες εκσπερματώσεις, σιελόρροια,
επίμονα χασμουρητά, ρινόρροια, δακρύρροια, τρεμούλα, επίμονος βήχας, διάρροιες, εμετοί,
μυδρίαση και διπλωπία. Τα συμπτώματα υποχωρούν προοδευτικά μέχρι και την όγδοη μέρα.
Το σύνδρομο στέρησης από τα οπιούχα, παρά τη θορυβώδη του μορφή, σπάνια οδηγεί στο
θάνατο.
Οξεία τοξικότητα
Η οξεία τοξικότητα στα οπιούχα εμφανίζεται με την υπέρβαση της δοσολογίας. Η κλινική
εικόνα της δηλητηρίασης εμφανίζεται με την χαρακτηριστική τριάδα κώμα - βραδύπνοια -
μύση. Στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να επέλθει ακόμη και θάνατος, από τρεις κυρίως αιτίες:
α. Από την καταστολή του αναπνευστικού κέντρου, β. Από την καρδιακή αρρυθμία, που
οφείλεται κυρίως στην ανοξαιμία και γ. Από το πνευμονικό οίδημα, που η παθοφυσιολογία
του είναι προς το παρόν αδιευκρίνιστη. Αρκετοί ερευνητές πιστεύουν ότι τα αίτια πρέπει να
αναζητηθούν στις διάφορες προσμίξεις, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι αυτό οφείλεται στην
εντονότατη υποξαιμία και τις καρδιακές αρρυθμίες που ακολουθούν την δηλητηρίαση με
οπιούχα.
Χρόνια τοξικότητα
Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η παρατεταμένη χρήση οπιούχων προκαλεί οργανικές
εγκεφαλικές βλάβες ή αλλοιώσεις σε άλλα όργανα. Το μόνο ίσως σύστημα που επηρεάζεται,
είναι τα ενδοκρινολογικό και ιδιαίτερα το γεννητικό, όπου παρουσιάζεται ελάττωση της
γενετήσιας ορμής και ειδικότερα στις γυναίκες διαταραχές του φυσιολογικού ρυθμού του
έμμηνου κύκλου. Παράλληλα με την πάροδο του χρόνου εμφανίζεται σημαντική απίσχναση,
λόγω μείωσης της όρεξης. Τα μόνα σημεία που παρατηρούνται από τα άλλα συστήματα,
είναι μια μέτρια βραδύπνοια, μια μέτρια ταχυσφυγμία και μια ελαφρά αύξηση της
θερμοκρασίας του σώματος. Υπάρχουν όμως πολλές επιπλοκές από την χρησιμοποίηση
μολυσμένων συρίγγων, όπως: ηπατίτιδα, ενδοκαρδίτιδα, σηψαιμία, τέτανος, AIDS,
νεφροπάθεια με έντονη πρωτεϊνουρία, συστηματικές μυκητιάσεις, πνευμονικό απόστημα,
οστεομυελίτιδα, χρόνια ηπατοπάθεια, θρομβοφλεβίτιδα, σκλήρυνση και απόφραξη των
φλεβών, κυτταρίτιδα και τοπικά αποστήματα. Επιπρόσθετοι κίνδυνοι αναφύονται από τις
διάφορες ουσίες που προστίθενται σκόπιμα για τη νόθευση της καθαρής ουσίας

KANNABΗ (ΧΑΣΙΣ - ΜΑΡΙΧΟΥΑΝΑ)

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Οι επιδράσεις της κάνναβης στην ψυχική σφαίρα εξαρτώνται από την προσωπικότητα του
καταναλωτή, το περιβάλλον που γίνεται n χρήση και τις προσδοκίες που τρέφει για την
επίδραση της ουσίας. Η λήψη κάνναβη, έχει ευφορικό αποτέλεσμα, που είναι εντονότερο
στον έμπειρο καπνιστή. Αντίθετα, ο πρωτόπειρος μπορεί να μην αναγνωρίσει καμιά
ευφορική δράση, ή, αντί για ευφορικό αποτέλεσμα, να παρουσιάσει έντονη δυσφορία και
αίσθημα πανικού. Παρατηρούνται επίσης, ελαφρά επιδείνωση των κινήσεων, ελάττωση της
πρόσφατης μνήμης, ανάπτυξη ιδιαίτερης προσοχής για αντικείμενα που σε φυσιολογική
κατάσταση φαίνονται ασήμαντα, τάση του καταναλωτή να απορροφάτε από τις σκέψεις του,
τάση για ενδοσκόπηση, αίσθηση αυξημένης φαντασίας και δημιουργικότητας, αίσθηση
αυτοπεποίθησης, πλήρης συγκέντρωση του ατόμου στο παρόν, υπεραλγησία, αν η προσοχή
στραφεί στο επώδυνο ερέθισμα και αναλγησία, αν η προσοχή είναι στραμμένη αλλού. Με
την κατάλληλη συντροφιά, εκδηλώνονται φλυαρία, αυξημένο αίσθημα επικοινωνίας και
ομαδικής αλληλεγγύης, αίσθημα κατανόησης των άλλων, τάση γέλιου και ιλαρότητας,
χαλάρωση και ηρεμία. Σε μεγαλύτερες όμως δόσεις, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι
εντελώς διαφορετικά. Ο καταναλωτής μπορεί να γίνει λιγότερο κοινωνικός, να αποτραβηχτεί
από την ομάδα για να αφεθεί ολοκληρωτικά στις εσωτερικές του εμπειρίες. Αν οι
πραγματικές σχέσεις με ορισμένα πρόσωπα η κύκλους είναι κακές, η εντατικοποίηση των
σχέσεων μπορεί να αποδειχτεί ολότελα αρνητική. Επίσης, είναι χαρακτηριστικό ότι συνήθως
ενισχύεται n διάθεση που υπήρχε πριν την λήψη της ουσίας, κάτι που μπορεί να οδηγήσει
σε σοβαρές αρνητικές αντιδράσεις, αν η διάθεση ήταν κακή. Σχετικά μεγαλύτερες δόσεις
κάνναβης είναι δυνατό να προκαλέσουν διαταραχές της αντίληψης (παραισθήσεις). Τα
χρώματα δυναμώνουν, τα περιγράμματα γίνονται σαφέστερα, η πιστότητα και η "διάσταση"
του ήχου αυξάνουν, οι άλλες αισθήσεις (αφή, όσφρηση, γεύση) "οξύνονται". Αλλάζει η
αντίληψη του χώρου-χρόνου, με αποτέλεσμα οι αποστάσεις να φαίνονται ή πιο μακρινές ή
πιο κοντινές, ενώ χαρακτηριστικό είναι και το αίσθημα ότι ο χρόνος επιβραδύνεται. Όταν οι
δόσεις είναι ακόμη μεγαλύτερες, η στρέβλωση της αντίληψης γίνεται τόσο ισχυρή, ώστε
φτάνει στα όρια των ψευδαισθήσεων. Από τη σεξουαλική σφαίρα έχουμε αύξηση της
οργασμικής ικανοποίησης (επίταση της αίσθησης του οργασμού), χωρίς να υπάρχει γνήσια
αφροδισιακή ενέργεια. Άλλες κεντρικές επιδράσεις της κάνναβης είναι η ελαφρά υποθερμία,
η αύξηση της όρεξης, η ξηροστομία, η υπεραιμία των επιπεφυκότων, η μείωση της
ενδοφθάλμιας πίεσης (σε μικρές δόσεις), η βραδυκαρδία και πτώση της αρτηριακής πίεσης
(σε μεγάλες δόσεις), ενώ με απευθείας δράση στις λείες μυϊκές ίνες των βρόγχων, έχουμε
βρογχοδιαστολή. Τέλος, σε σχετικά μεγάλες δόσεις μετά το ευφορικό και το
παραισθησιογόνο αποτέλεσμα, παρουσιάζεται κατά κανόνα ληθαργικότητα, βαθύς ύπνος
και γενική καταστολή του Κ.Ν.Σ.
Οξεία τοξικότητα
Τα κανναβοειδή είναι πολύ ασφαλείς ουσίες, αφού n θανατηφόρα δόση είναι 100Ό φορές
μεγαλύτερη από τη μέση αποτελεσματική δόση. Τα συμπτώματα της οξείας δηλητηρίασης
αφορούν κυρίως έντονες διαταραχές της συμπεριφοράς, με υπερδιέγερση και στοιχεία
τοξικής ψύχωσης. Η κλινική εικόνα περιλαμβάνει , κρίσεις πανικού, άγχος, κατάθλιψη,
ανησυχία, καχυποψία η παρανοειδή ιδεασμό, βίαιες αντιδράσεις και επιθετικότητα,
διαταραχές αντίληψης, μείωση μνήμης και προσοχής, διαταραχές στην αντίληψη του
χρόνου. Οι οξείες οργανικές επιδράσεις αφορούν μείωση κινητικών ικανοτήτων και
ικανοτήτων λεπτών χειρισμών καθώς και την επίδραση στο χειρισμό μηχανημάτων και την
οδήγηση. Επίσης παρατηρείται 20 - 50 % αύξηση των καρδιακών παλμών για 3 ώρες μετά τη
χρήση, αύξηση της αρτηριακής πίεσης σε καθιστή θέση και ορθοστατική υπόταση.
Χρόνια τοξικότητα
Η χρόνια χρήση κάνναβης προκαλεί: χρόνια βρογχίτιδα, πνευμονική ίνωση,.. επιδείνωση
του άσθματος και πτώση· της αρτηριακής πίεσης. Επίσης καρκίνο του πνεύμονα (5 φορές
περισσότερο. καρκινογόνος από τσιγάρα νικοτίνης), χειλιών, γλώσσας και λάρυγγα. Έχουν
παρατηρηθεί χρωμοσωμιακές μεταβολές (in vitro) καθώς και καταστολή του
ανοσοποιητικού συστήματος. Η επίδραση ·στο ορμονικό σύστημα προκαλεί αύξηση της
προλακτίνης, διαταραχές γεννητικών ορμονών, μείωση της λίμπιντο και μείωση του
αριθμού των σπερματοζωαρίων. Επίσης μπορεί να προκαλέσει εγκεφαλική ατροφία,
ηπατοτοξικότητα, αρτηρίτιδα και ενδοκαρδίτιδα
Η επίδραση της χρόνιας χρήσης στην ψυχική υγεία είναι ιδιαίτερα σημαντική. Όσον αφορά
τις γνωστικές ικανότητες παρατηρείται ελάττωση της μνήμης και της προσοχής, δυσκολία
στην οργάνωση σύνθετων πληροφοριών καθώς και χαμηλή επίδοση στην επίτευξη υψηλών
ακαδημαϊκών στόχων. Οι χρόνιοι χρήστες κάνναβης εμφανίζουν μείωση των ενδιαφερόντων
που χαρακτηρίζεται σαν σύνδρομο αποδραστηριοποίησης. Υπάρχει συσχέτιση της χρήσης
κάνναβης και της εμφάνισης ψυχωσικών συμπτωμάτων καθώς και τη διάγνωση
σχιζοφρένειας. Σε μεγάλες δόσεις η χρόνια χρήση κάνναβης προκαλείται σύγχυση, αμνησία
και ψευδαισθήσεις. Επίσης η χρόνια χρήση συνδέεται με την εμφάνιση διωκτικού
παραληρήματος, άγχους και επιθετικότητας. Όσον αφορά τη σχιζοφρένεια η σχέση με τη
χρήση κάνναβης είναι δοσοεξαρτώμενη και εμφανίζεται σε μεγαλύτερη έκταση και ένταση
στην εφηβική και πρώτη νεαρή ηλικία. Τα ποσοστά σχιζοφρένειας στους καταναλωτές
κάνναβης είναι πολύ υψηλοτέρα από τα ποσοστά στο γενικό πληθυσμό.

ΚΑΤΑΣΤΑΛΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΑΛΚΟΟΛ
ΒΕΝΖΟΔΙΑΖΕΠΙΝΕΣ(διαζεπάμη,χλωροδιαξεποξίδη, φλουραζεπάμη, αλπραζολάμη κ.ά.)
ΒΑΡΒΙΤΟΥΡΙΚΑ (Πεντοβαρβιτάλη, φαινοβαρβιτάλη κ.ά.)
ΜΕΠΡΟΒΑΜΑΤΗ
ΓΛΟΥΤΑΙΘΙΜΙΔΗ
ΜΕΘΑΚΑΛΟΝΗ
ΕΙΣΠΝΕΟΜΕΝΑ (Αιθέρας, βενζινόκολες, χλωριούχο αιθύλιο κ.ά)

Στην κατηγορία αυτή ανήκουν πολλά φάρμακα που έχουν σαν κοινό χαρακτηριστικό την
ισχυρή καταστολή του ΚΝΣ. Τα φάρμακα αυτά έχουν διαφορετικές χημικές δομές μεταξύ
τους, παρά τις κοινές τους φαρμακολογικές ιδιότητες. Στα κατασταλτικά αναπτύσσεται
ψυχολογική εξάρτηση, φυσική εξάρτηση και αντοχή, η οποία είναι διασταυρούμενη για όλα
τα μέλη αυτής της ομάδας και μετρίου βαθμού. Τα φαινόμενα αυτά εγκαθίστανται βραδέως
μετά από μακροχρόνια λήψη.

ΒΑΡΒΙΤΟΥΡΙΚΑ

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Οι συνηθισμένες δόσεις βαρβιτουρικών προκαλούν καταστολή που συνοδεύεται από
αίσθημα χαλάρωσης, θόλωσης της διάνοιας και αποσυντονισμό των κινήσεων. Σε
μεγαλύτερες δόσεις προκαλούν υπνηλία, δυσαρθρία και αστάθεια στη βάδιση. Ακόμη
μεγαλύτερες δόσεις προκαλούν ύπνο με ελάττωση των ονειρικών φάσεων (REM).
Από την ψυχική σφαίρα έχουμε ποικιλία αντιδράσεων, που εξαρτώνται κατά πολύ από την
προηγούμενη διάθεση του ατόμου και τη βασική δόμηση της προσωπικότητας του. Σε
ορισμένα άτομα προκύπτει αίσθημα ευφορίας και χαλάρωσης, ειδικά όταν, για κάποιο λόγο
βρίσκονται σε κατάσταση υπερέντασης. Άλλοτε αναδύονται απωθημένα δυσάρεστα
συναισθήματα, όπως άγχος και κατάθλιψη, ενώ μπορεί να παρατηρηθεί εχθρική και
επιθετική συμπεριφορά. Πολλές φορές το άτομο χαρακτηρίζεται από συναισθηματική
αστάθεια, δηλ. μεταπίπτει σε σύντομο χρονικό διάστημα από τη μια συναισθηματική
κατάσταση στην άλλη. Εκτός από την κεντρική καταστολή, τα βαρβιτουρικά είναι δυνατόν να
προκαλέσουν διέγερση, ιδιαίτερα όταν υπάρχει το δυσάρεστο αίσθημα σωματικού πόνου,
οπότε το άτομο αντιδρά με μεγάλη νευρικότητα και συναισθηματική υπερβολή. Εκτός από
το Κ.Ν.Σ., ορισμένες φαρμακολογικές δράσεις των βαρβιτουρικών θα εκδηλωθούν από το
κυκλοφοριακό σύστημα και από τις λείες μυϊκές ίνες των σπλάχνων. Οι δράσεις όμως αυτές
είναι σχετικά ήπιες και εκδηλώνονται μόνον όταν χρησιμοποιηθούν μεγάλες δόσεις.
Οξεία τοξικότητα
Οι τοξικές εκδηλώσεις από τα βαρβιτουρικά, συνδέονται κατά κανόνα με την υπέρβαση της
δοσολογίας ή με παράλληλη χορήγηση άλλων κατασταλτικών ουσιών. Παρ' όλα αυτά,
υπάρχουν και ορισμένες τοξικές εκδηλώσεις "υπερευαισθησίας", με αποτέλεσμα αλλεργικές
αντιδράσεις διαφόρων τύπων. Στην υπέρβαση της δοσολογίας, το άτομο θα είναι σε
κωματώδη κατάσταση, με βραδεία αναπνοή, κυανωτικούς βλεννογόνους και δέρμα και με
ελάττωση ή πλήρη κατάργηση των αντανακλαστικών. Η θερμοκρασία του σώματος θα είναι
χαμηλή, n αρτηριακή πίεση ελαττωμένη και οι κόρες θα εμφανίζουν μύση (συνήθως). Η
δηλητηρίαση είναι δυνατό να καταλήξει σε θάνατο από καταστολή του αναπνευστικού
κέντρου. 0 θάνατος μπορεί να επέλθει και αργότερα από κυκλοφορικές διαταραχές και
αναπνευστική ανεπάρκεια, n οποία αποδίδεται σε εκτεταμένη ατελεκτασία, πνευμονικό
οίδημα και βρογχοπνευμονία.
Χρόνια τοξικότητα
Η μακροχρόνια λήψη μεγάλων δόσεων βαρβιτουρικών δεν στερείται τοξικών εκδηλώσεων,
που κάνουν την εμφάνιση τους κυρίως στη συμπεριφορά του ατόμου και στις εν γένει
λειτουργίες του Κ.Ν.Σ. Εκτός από τα κενά μνήμης, παρουσιάζεται έντονη συναισθηματική
αστάθεια που μπορεί να προσλάβει ακόμη και εικόνα μανιοκατάθλιψης. Αποτέλεσμα της
κατάθλιψης είναι και οι συχνές απόπειρες αυτοκτονίας, με υπερβολικές

ΒΕΝΖΟΔΙΑΖΕΠΙΝΕΣ

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Η λήψη βενζοδιαζεπινών ακολουθείται από αγχόλυση και καταστολή, που· εκδηλώνεται με
αίσθημα κούρασης, αποσυντονισμό των κινήσεων, αύξηση του χρόνου αντίδρασης, αταξία
και ελάττωση της λίμπιντο. Οι ενέργειες αυτές συνοδεύονται και από κεντρική μυοχάλαση,
που ασκείται στο επίπεδο του νωτιαίου μυελού και πολλές φορές από απώλεια της
πρόσφατης μνήμης. Η υπνογόνος ενέργεια των βενζοδιαζεπινών (σε μικρή δοσολογία) είναι
συχνά έμμεση, λόγω μείωσης του άγχους και της τάσης, που επιτρέπουν έτσι την εύκολη
αποκοίμιση. Όμως, ορισμένες βενζοδιαζεπίνες ( φλουραζεπάμη , νιτραζεπάμη) έχουν μια
άμεση, αρκετά έντονη υπνογόνο δράση. Η επίδραση των βενζοδιαζεπινών στη φυσιολογική
λειτουργία του εγκεφάλου, δεν είναι ίδια σε όλα τα άτομα. Αναφέρονται δράσεις εντελώς
αντίθετες ,από τις αναμενόμενες, με το χαρακτηριστικό όνομα "αντίστροφο ψυχολογικό
φαινόμενο", που συνίσταται σε ευερεθιστότητα, διέγερση, αϋπνία και αύξηση της
επιθετικότητας. Η παράδοξη διέγερση εμφανίζεται συχνότερα σε ηλικιωμένα και νεαρά
άτομα. Εκτός από το Κ.Ν.Σ., η δράση των βενζοδιαζεπινών σε άλλα συστήματα του
οργανισμού, δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα σημαντική
Οξεία τοξικότητα
Η υπερβολική λήψη βενζοδιαζεπινών μπορεί να οδηγήσει σε θάνατο από κατάργηση της
αναπνοής, που οφείλεται σε παράλυση του αναπνευστικού κέντρου του προμήκη. Η
δηλητηρίαση από βενζοδιαζεπίνες θεωρείται ότι έχει καλύτερη πρόγνωση από τη
δηλητηρίαση με άλλα κατασταλτικά του Κ.Ν.Σ. και πολύ σπάνια οδηγεί στο θάνατο, εφ' όσον
γίνει κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση. Η δηλητηρίαση αυτή εκδηλώνεται συνήθως με
απώλεια της συνείδησης, κατά τη διάρκεια της οποίας ο ασθενής αντιδρά σε επώδυνα
ερεθίσματα. Η διάρκεια αυτής της ελαφριάς κωματώδους κατάστασης, σπάνια ξεπερνά τις
12 ώρες.
Χρόνια τοξικότητα
Τα προβλήματα από τη μακροχρόνια λήψη βενζοδιαζεπινών εμφανίζονται κυρίως στη
βασική συμπεριφορά του ατόμου. Μαζί με την εξάλειψη του άγχους, αναφέρεται αρκετά
συχνά επιθετικότητα, με στοιχεία παράνοιας και έμμονης. Επίσης παρατηρούνται συχνά
καταθλιπτικά φαινόμενα, με τάσεις αυτοκτονίας. Τέλος, πολλά προβλήματα προστίθενται
και από την μακροχρόνια ελάττωση της λίμπιντο.
Σύνδρομο στέρησης
Η απότομη διακοπή των κατασταλτικών φαρμάκων, μετά τη μακροχρόνια χρήση,
ακολουθείται από εντονότατο σύνδρομο στέρησης, που συχνά οδηγεί στο θάνατο με
επιληπτοειδείς σπασμούς και πτώση της αρτηριακής πίεσης. Τα μείζονα στερητικά
συμπτώματα των κατασταλτικών, περιγράφονται με την γενική ονομασία "τρομώδες
παραλήρημα" και περιλαμβάνουν τρεμούλα, επιθετικότητα, διανοητική σύγχυση,
διαταραχές στον προσανατολισμό, οπτικές και ακουστικές ψευδαισθήσεις. Επίσης,
εμφανίζονται κράμπες που μπορεί να μεταπέσουν σε γενικευμένες επιληπτικές κρίσεις,
παροδικές ή παρατεταμένες. Η ταχύτητα εμφάνισης και η διάρκεια του συνδρόμου στέρησης
εξαρτώνται κυρίως από τις ιδιότητες της ουσίας η οποία χρησιμοποιείται. Για παράδειγμα,
τα βαρβιτουρικά βραχείας δράσης και η αιθανόλη, παρουσιάζουν συνήθως στερητικά
συμπτώματα μέσα σε λίγες ώρες μετά την διακοπή. Αντίθετα, n διακοπή της διαζεπάμης
χαρακτηρίζεται από ένα ηπιότερο σύνδρομο στέρησης, που εμφανίζεται 1-2 μέρες μετά.

ΑΛΚΟΟΛ

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Στις βασικότερες ενέργειες της αιθανόλης περιλαμβάνονται εκείνες που αφορούν το
ΚΝΣ. Συμπτώματα από το ΚΝΣ θα εμφανιστούν μετά από κατανάλωση ποσού που αντιστοιχεί
σε δυο μπουκάλια μπύρας σε δύο δυνατά ποτά, επειδή η κατανάλωση αυτή οδηγεί σε
δημιουργία επιπέδων περίπου 0.5%. Οι επιπτώσεις της αιθανόλης στο ΚΝΣ χαρακτηρίζονται
από σωματοαισθητηριακές διαταραχές, που περιλαμβάνουν δυσαρθρία, ασυντόνιστες
κινήσεις και επιβράδυνση των αντανακλαστικών. Τα συμπτώματα επιδεινώνονται, καθώς
ανεβαίνει το επίπεδο του οινοπνεύματος στο αίμα. Από άποψη ψυχικής διάθεσης, μικρές
δόσεις οινοπνεύματος δημιουργούν τόνωση της αυτοπεποίθησης. Το άτομο έχει την
εντύπωση ότι είναι σε θέση να επιτελέσει διάφορα δύσκολα έργα, η οποία όμως δεν
ανταποκρίνεται στη πραγματικότητα. Χαρακτηριστική αντίδραση στο οινόπνευμα είναι η
ελάττωση του αυτοελέγχου (άρση των αναστολών), με αποτέλεσμα αρκετοί-άνθρωποι, που
συνήθως είναι ολιγόλογοι, να μετατρέπονται σε φλύαρους και μωρολόγους, χωρίς ειρμό στη
σκέψη τους και χωρίς να συνειδητοποιούν ότι γίνονται κουραστικοί στους άλλους. Με την
προϊούσα καταστολή του ΚΝΣ, όλη αυτή η υπερδραστηριότητα φθίνει, με τελική κατάληξη
την υπνηλία ή και την αναισθησία ακόμη, αν έχουν καταναλωθεί μεγάλες ποσότητες. Αξίζει
να σημειωθεί ότι η επίδραση οινοπνεύματος διαφέρει ανάλογα με το χαρακτήρα του
ατόμου. Η βασική ευφορική φαρμακολογική ενέργεια της αιθανόλης είναι δυ-νατόν να
βιώνεται κατά διαφορετικό τρόπο, που υπαγορεύεται από τη βασική δομή της
προσωπικότητας του καταναλωτή. Υπάρχουν άτομα που αντιδρούν με υπερβολική
αυτοπεποίθηση και φλυαρία, ενώ άλλα αντιδρούν με σιωπηλή απόλαυση της ευφορικής
διάθεσης. Τέλος, σε μερικές περιπτώσεις αναδύονται ορισμένα απωθημένα δυσάρεστα
συναισθήματα, επειδή δεν υπάρχει ο έλεγχος των ανώτερων κέντρων, με αποτέλεσμα το
άτομο να διακατέχεται από κατήφεια και μελαγχολία. Στα πλαίσια της γενικότερης
αυτοπεποίθησης και. επιθετικότητας του ατόμου, αναπτύσσεται επίσης και
υπερδραστηριότητα, όσον αφορά τη σεξουαλική εν γένει συμπεριφορά, δηλαδή τη διάθεση
για προσέγγιση του άλλου φύλου. Παρόλα αυτά, είναι διαπιστωμένο ότι το οινόπνευμα
αυξάνει μεν τη σεξουαλική διάθεση, απομακρύνει όμως την σεξουαλική ικανότητα. Από
άποψη φυσιολογικών λειτουργιών; το οινόπνευμα έχει σαφή επίδραση στο κυκλοφορικό, το
πεπτικό και το ενδοκρινικό σύστημα, καθώς και στον διάμεσο μεταβολισμό του οργανισμού.
Από το κυκλοφορικό σύστημα, παρατηρείται αγγειοδιαστολή στο δέρμα με το
χαρακτηριστικό αναψοκοκκίνισμα του πότη, που αποδίδεται σε κεντρική δράση. Επίσης,
κεντρικής αιτιολογίας είναι και μια ελαφρά πτώση του καρδιακού ρυθμού και της
αρτηριακής πίεσης. Μερικές φορές, παρατηρείται έντονη εφίδρωση, ωχρότητα και απότομη
πτώση της πίεσης, με τελική κατάληξη τη λιποθυμία. Στο πεπτικό σύστημα η αιθανόλη
ερεθίζει το γαστρικό βλεννογόνο, επειδή διεγείρει την έκκριση πεπτικών υγρών. Το
φαινόμενο αυτό ξεκινά ως ήπια γαστρίτιδα και μπορεί να καταλήξει σε γαστρικό ή
δωδεκαδακτυλικό έλκος. Επίσης αυξάνεται η έκκριση παγκρεατικών υγρών, και
δημιουργούνται έτσι οι προϋποθέσεις για ανάπτυξη χημικής παγκρεατίτιδας.Ακόμη και
μικρές ποσότητες αιθανόλης προκαλούν αναστολή της έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης, η
οποία οδηγεί σε συχνουρία. Όσον αφορά το διάμεσο μεταβολισμό, η αιθανόλη είναι δυνατόν
να προκαλέσει στην αρχή υπεργλυκαιμία, με την απελευθέρωση ενδογενών κατεχολαμινών,
η οποία αργότερα μεταπίπτει σε υπογλυκαιμία. Επίσης, επηρεάζει σημαντικά το
μεταβολισμό των λιπιδίων, οδηγώντας σε οξεία υπερλιπιδαιμία.
Οξεία Τοξικότητα
Η υπερβολική κατανάλωση οινοπνεύματος είναι δυνατόν να οδηγήσει σε τόσο υψηλά
επίπεδα στο αίμα, ώστε να προκληθεί τελικώς κωματώδης κατάσταση ή ακόμη και θάνατος.
Ως αιτία θανάτου θεωρείται η καταστολή ζωτικών κέντρων του προμήκη, όπως το
αγγειοκινητικό και το κέντρο της αναπνοής. Η οξεία δηλητηρίαση με οινόπνευμα
αντιμετωπίζεται με γενικά υποστηρικτικά μέτρα, που στοχεύουν συνήθως στη διατήρηση της
αναπνοής. Η πρόληψη τυχόν αναπνευστικών επιπλοκών, από την εισρόφηση εμεσμάτων,
επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση του ασθενούς σε πλαγιοπρηνή θέση. Για την απομάκρυνση
οινοπνεύματος, το οποίο υπάρχει ενδεχομένως ακόμη στο στομάχι, γίνεται γαστρική πλύση.
Επειδή συνυπάρχουν οι παθοφυσιολογικοί παράγοντες που έχουν ήδη αναφερθεί
(προβλήματα οξεοβασικής ισορροπίας, υπογλυκαιμία και εν γένει μεταβολικές διαταραχές),
η προσπάθεια στρέφεται στη διατήρηση της ομοιοστασίας του οργανισμού, με χορήγηση
ορών και ισοτόνων διαλυμάτων γλυκόζης. Η βαριά δηλητηρίαση αποτελεί ένδειξη για
αιματοκάθαρση, ιδιαίτερα όταν το επίπεδο στο αίμα αγγίζει το 5%
Χρόνια Τοξικότητα
Από όλα τα συστήματα του οργανισμού, το ΚΝΣ εμφανίζει πληθώρα εκδηλώσεων, τόσο από
νευρολογική όσο και από ψυχιατρική άποψη, κατά τη φάση του αλκοολισμού. Η αλκοολική
άνοια είναι μια μορφή χρόνιας δηλητηρίασης με οινόπνευμα, η οποία χαρακτηρίζεται από
μείωση της κριτικής ικανότητας, της μνήμης, της συγκέντρωσης της προσοχής και της
ικανότητας για διαπροσωπική επικοινωνία. Η αλκοολική περιφερική νευρίτιδα εκδηλώνεται
με παραισθησία, κυρίως του τύπου της απώλειας της επιφανειακής αισθητικότητας των
άκρων, με επιβράδυνση των τενόντιων αντανακλαστικών και άλλες διαταραχές του τύπου
της πολυνευροπάθειας. Σχετιζόμενη με την κατάχρηση οινοπνεύματος είναι και η Αλκοολική
Εκφύλιση της Παρεγκεφαλίδας. Η εγκεφαλοπάθεια του Wernicke είναι μια οξεία κατάσταση,
δυνητικά θανατηφόρα, που χαρακτηρίζεται από διαταραχές του επιπέδου της συνείδησης
με διαταραχή της ψυχονοητικής λειτουργίας σε ποσοστό μεγαλύτερο από 80%
οφθαλμοπληγία και αταξία, και είναι δυνατόν να οδηγήσει σε αιμορραγίες στο εγκεφαλικό
στέλεχος. Έχει γρήγορη εξέλιξη και απαιτεί άμεση χορήγηση Θειαμίνης. Εάν δεν
αντιμετωπισθεί με θειαμίνη, είναι δυνατόν να οδηγήσει σε μόνιμες εγκεφαλικές αλλοιώσεις,
γνωστές ως ψύχωση του Korsakoff. Χαρακτηριστικά συμπτώματα της αλκοολικής ψύχωσης
αυτού του τύπου είναι οι διαταραχές προσανατολισμού στο χώρο και το χρόνο, καθώς και η
υπερβολική φλυαρία του ατόμου, με έντονα στοιχεία μυθομανίας, σκοπός της οποίας είναι
συνήθως η κάλυψη των κενών της μνήμης. Άλλη σημαντική διαταραχή από το Κεντρικό
Νευρικό σύστημα, σαν εκδηλώσεις χρόνιας τοξικότητας του οινοπνεύματος, είναι η
Αλκοολική Ψευδαισθήτωση. Πρόκειται για αλκοολική ψύχωση, στην οποία οι
ψευδαισθήσεις (συνήθως ακουστικές) και μερικές φορές οι παραληρητικές ιδέες αποτελούν
την κύρια ανωμαλία. Χαρακτηριστικό και σχετικά σύνηθες στους αλκοολικούς είναι και το
ζηλοτυπικό παραλήρημα. Άλλη χαρακτηριστική εκφυλιστική εκδήλωση του χρόνιου
αλκοολισμού είναι η μυοπάθεια, ανάλογη διαταραχή είναι η καλούμενη χρόνια αλκοολική
μυοκαρδιοπάθεια. 'Ένα ποσοστό περίπου 10% των αλκοολικών θα οδηγηθούν οπωσδήποτε
σε ηπατική κίρρωση.
Σύνδρομο στέρησης - Τρομώδες Παραλήρημα
Το σύνδρομο στέρησης εμφανίζεται συνήθως μετά από 6-24 ώρες σχετικής ή απόλυτης
αποχής από το οινόπνευμα, μερικές φορές ακόμη και 36 ώρες μετά το τελευταίο ποτό, αφού
έχει προηγηθεί μία περίοδος χρονιάς τοξίνωσης. Τα πρώτα σημεία και συμπτώματα του
συνδρόμου είναι αδρός τρόμος των χεριών, της γλώσσας και των βλέφαρων,
υπερδραστηριότητα του αυτόνομου νευρικού συστήματος, ναυτία, έμετοι, διάρροια,
ευερεθιστικότητα, άγχος, αϋπνία, κακουχία, πυρετός, κεφαλαλγία, παροδικές
ψευδαισθήσεις ή παραισθήσεις. Προοδευτικά τα συμπτώματα επιδεινώνονται, ιδιαίτερα η
ταχυκαρδία, η διέγερση και κυρίως ο τρόμος, που είναι χαρακτηριστικό της νόσου και είναι
γενικευμένος, υψηλής συχνότητας, ακανόνιστος και μεταβλητής βαρύτητας. 24-48 ώρες
μετά το τελευταίο ποτό' μπορεί να εμφανιστούν γενικευμένοι σπασμοί., οι οποίοι συνήθως
προηγούνται της μεγάλης διέγερσης και του παραληρήματος. Η κλινική του εικόνα
χαρακτηρίζεται κυρίως από βαριά σύγχυση, έντονες ψευδαισθήσεις (οπτικές και απτικές
κυρίως, που αφορούν ζώα ή έντομα, αλλά και ακουστικές), παρερμηνείες, παραισθήσεις,
παραληρητικές ιδέες, αποπροσανατολισμό, ασυνάρτητη ομιλία, έντονη ψυχοκινητική
ανησυχία, τρόμο, υπερπυρεξία, ταχυκαρδία, άφθονη εφίδρωση, αφυδάτωση και
ηλεκτρολυτικές διαταραχές. Στις περισσότερες περιπτώσεις το τρομώδες παραλήρημα είναι
: καλοήθες, μικρής διάρκειας και τελειώνει εξίσου απότομα όπως άρχισε. Λιγότερο συχνά, η
κατάσταση αυτή υποχωρεί βαθμηδόν, ενώ σπάνια μπορεί να υπάρξουν υποτροπές και η όλη
διαδικασία να διαρκέσει 4 έως 5 εβδομάδες. Σε ποσοστό 15% των περιπτώσεων χωρίς
ιατρική βοήθεια , το τρομώδες παραλήρημα αποβαίνει μοιραίο, συνήθως συνδυαζόμενο με
λοίμωξη ή ατύχημα, ενώ ο ασθενής πεθαίνει συχνά σε κατάσταση υπερθερμίας ή
κυκλοφορικής καταπληξίας.

ΚΟΚΑΪΝΗ

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Η κοκαΐνη είναι ισχυρό διεγερτικό του Κ.Ν.Ε. Η διέγερση των φλοιωδών κέντρων
χαρακτηρίζεται από ευφορία, ευεξία, αίσθημα αυξημένης αυτοπεποίθησης με υπερεκτίμηση
των σωματικών και πνευματικών ικανοτήτων, ελάττωση της σωματικής κούρασης, ανορεξία
υπερεπαγρύπνηση, έκπτωση της κρίσης και αύξηση της λίμπιντο.
Χαρακτηριστική είναι και n ταχεία παρέλευση αυτών των υποκειμενικών αισθημάτων σε
διάστημα 10-30 λεπτών. Η αρχική διέγερση του φλοιού, συνοδεύεται και από διέγερση των
κατώτερων κέντρων, όπως του αναπνευστικού (ταχύρρυθμη αναπνοή) και της
χημειοαισθητικής ζώνης του προμήκη- Την αρχική κεντρική διέγερση είναι δυνατόν να
ακολουθήσει κατάθλιψη, που υποδηλώνει καταστολή των ανώτερων εγκεφαλικών κέντρων.
Η καταστολή επεκτείνεται με την ίδια διαδοχική σειρά επίδρασης και στα κατώτερα
εγκεφαλικά κέντρα. Άλλα αποτελέσματα της κοκαΐνης είναι η αύξηση της θερμοκρασίας του
σώματος, η ξηρότητα του βλεννογόνου του στόματος, η εφίδρωση, η μυδρίαση, η υπέρταση,
η βραδυκαρδία (σε μικρές δόσεις) και η ταχυκαρδία (σε μεγαλύτερες δόσεις), η τοπική
αναισθησία και η αγγειοσύσπαση, ενώ μπορεί να παρατηρηθεί ναυτία ή έμετος. Η
ενδοφλέβια χορήγηση της κοκαΐνης βιώνεται από αρκετούς καταναλωτές σαν οργασμικό
κύμα ηδονής.
Οξεία τοξικότητα
Τα οξέα συμπτώματα από υπερβολική λήψη κοκαΐνης είναι δυνατόν να καταταχθούν σε τρείς
μεγάλες κατηγορίες. 1. Ψυχική διέγερση, με αισθήματα πανικού, ψευδαισθήσεις (οπτικές ή
απτικές), διωκτικό παραλήρημα (τοξική ψύχωση), ναυτία και εμετούς.
2. Υπερκινητικότητα, με τρεμούλα, μυϊκές συσπάσεις, κοιλιακά άλγη, γενικευμένους
επιληπτοειδείς σπασμούς, ταχυκαρδία, αύξηση της αρτηριακής πίεσης, άρρυθμη αναπνοή,
μυδρίαση και υπερπυξία. 3. Γενικά κατασταλτικά φαινόμενα, με απώλεια των
αντανακλαστικών, αναισθησία, κυκλοφορική και αναπνευστική ανεπάρκεια και θάνατο.
Η οξεία δηλητηρίαση με κοκαΐνη, μπορεί να έχει ταχύτατη κλινική πορεία και να οδηγήσει σε
θάνατο μέσα σε λίγα μόνο λεπτά. Ασφαλέστερη οδός χορήγησης είναι η από του στόματος
και ακολουθεί ο ερρινισμός. Η ενδοφλέβια χορήγηση και το κάπνισμα, θεωρούνται αρκετά
επικίνδυνοι τρόποι χορήγησης.
Χρόνια τοξικότητα
Η χρόνια τοξικότητα της κοκαΐνης έχει σαν κύρια επίδραση την τοξική ψύχωση. 0 χρόνιος
καταναλωτής μεγάλων δόσεων αναπτύσσει παράλογη συμπεριφορά, με παρανοϊκές τάσεις,
και διωκτικό παραλήρημα, αυξημένη επιθετικότητα, ανεξέλεγκτη χρήση κοκαΐνης, οπτικές,
ακουστικές και απτικές ψευδαισθήσεις (αισθάνεται διάφορα ζωύφια να περπατούν στο
δέρμα του). Χρόνια λήψη κοκαΐνης από το ρινικό βλεννογόνο είναι δυνατόν να οδηγήσει σε
σταδιακή τοπική νέκρωση, λόγω του ισχυρού αγγειόσπασμου, με τελική κατάληξη την
διάτρηση του ρινικού διαφράγματος.
ΑΜΦΕΤΑΜΙΝΕΣ

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Οι συνηθισμένες, από του στόματος, δόσεις αμφεταμινών, ενεργούν διεγερτικά στο Κ.Ν.Σ.
με επακόλουθα: ευφορία, εξαφάνιση της κόπωσης, ευεξία, πνευματική εγρήγορση, καθώς
και ανορεξία. Συνήθως συνυπάρχει νευρικότητα και αϋπνία, που οδηγούν βαθμιαία σε
σωματική εξάντληση. Χαρακτηριστικό σύμπτωμα από την ψυχική σφαίρα, είναι n υπέρμετρη
αυτοπεποίθηση, με ιδέες μεγαλείου και ανωτερότητας και έντονα ναρκισσιστικά στοιχεία.
Γενικότερα αποτελέσματα είναι η αύξηση της αρτηριακής πίεσης, η ταχυκαρδία, η
μυδρίαση» που οδηγεί σε ελαφρά αμβλυωπία, η ξηροστομία και η δυσκαταποσία. Η
ενδοφλέβια λήψη του φαρμάκου δεν διαφέρει ως προς τα αποτελέσματα, με εξαίρεση ένα
ειδικό ευχάριστο αίσθημα που χαρακτηρίζεται σαν "οργασμική ανατριχίλα". Όμως, δεν είναι
σίγουρο ότι υπάρχει πραγματική αφροδισιακή ενέργεια των αμφεταμινών.
Οξεία τοξικότητα
Η υπέρβαση της δοσολογίας, έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση χαρακτηριστικής κλινικής
εικόνας με θόλωση της διάνοιας, ανησυχία, ευερεθιστότητα, αύξηση των αντανακλαστικών,
υπερθερμία, μυδρίαση» υπέρταση» ταχυκαρδία, καρδιακές αρρυθμίας, τρέμουλο,
κεφαλαλγία, έξαψη και υπεραιμία του προσώπου. Συνυπάρχουν έντονες ψυχικές
διαταραχές, κυρίως παρανοϊκού περιεχομένου (ιδέες δίωξης και ιδέες συσχέτισης) με
παραληρηματική συμπεριφορά, επιθετικότητα, ψυχοκινητική διέγερση, ψευδαισθήσεις
(οπτικές και απτικές εντόμων ή σκουληκιών) και τάσεις αυτοκαταστροφής (τοξική ψύχωση).
Η δηλητηρίαση από αμφεταμίνες, σπάνια οδηγεί στο μοιραίο, λόγω της σχετικά μεγάλης
απόστασης ανάμεσα στην αποτελεσματική και την θανατηφόρα δόση. Αν η δόση είναι πάρα
πολύ μεγάλη, ο θάνατος επέρχεται από κυκλοφορική καταπληξία εν μέσω υπερπυρεξίας.
Χρόνια τοξικότητα
Η μακροχρόνια λήψη αμφεταμινών συνοδεύεται συχνά από διαλείψεις, διαταραχές των
συνειρμών, στιγμιαίες άρσεις του μυϊκού τόνου εντελώς απροειδοποίητα, μεγάλη ανορεξία
που καθιστά προβληματική ακόμη και την κατάποση» αϋπνία, μεγάλη σωματική και ψυχική
εξάντληση. Επίσης, μπορεί να παρατηρηθεί ψυχαναγκαστική επανάληψη ορισμένων
στερεοτυπικών πράξεων, με χαρακτηριστικότερες τη "στερεοτυπία αναζήτησης" και τη
"στερεοτυπία ανασυναρμολόγησης". Τέλος μπορεί να αναπτυχθεί τοξική ψύχωση που
χαρακτηρίζεται από ιδεοληπτική παράνοια διωκτικού περιεχομένου, υπερδραστηριότητα,
μεταβολές στην αντικειμενική εκτίμηση της πραγματικότητας και του Εγώ,
υπερσεξουαλικότητα, υπερδραστηριότητα, ενώ το άτομο διατηρεί την ικανότητα
προσανατολισμού και γενικά δεν παρατηρούνται συγχυτικά φαινόμενα ή κενά μνήμης.

LSD

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Η επίδραση του LSD στην ψυχική σφαίρα, επηρεάζεται από την ψυχολογική διάθεση του
ατόμου, το περιβάλλον που γίνεται η χρήση, τις τυχόν προηγούμενες εμπειρίες, τους
ατομικούς παράγοντες συμπεριφοράς και τις προσδοκίες για το αποτέλεσμα της ουσίας. Η
δόση καθορίζει απλά τη διάρκεια δράσης της ουσίας. Τα ψυχικά συμπτώματα αναφέρονται
συχνά σαν "ταξίδι", που ανάλογα με την τελική εμπειρία μπορεί να είναι "καλό" ή "άσχημο".
Από την ψυχική σφαίρα μπορεί να έχουμε αίσθημα χαλάρωσης και ευφορίας ή υπερέντασης
και δυσφορίας. Το συνηθισμένο "ταξίδι" του LSD χαρακτηρίζεται από ψευδαισθήσεις
συνήθως οπτικού περιεχομένου (τα χρώματα γίνονται πιο έντονα και ακτινοβόλα) και, σε
πολύ μικρότερο βαθμό, ακουστικού. Η μουσική μπορεί να γίνει αντιληπτή με τη μορφή
χρωμάτων και οι ήχοι με τη μορφή σχημάτων (συναισθησία). Η αντίληψη των αποστάσεων
μεταβάλλεται και το άτομο δείχνει υπερβολικό θαυμασμό για την ομορφιά πολύ κοινών
πραγμάτων. Επέρχεται απώλεια της αίσθησης των μελών και των σωματικών διαστάσεων.
Το άτομο έχει την αίσθηση ότι "βγαίνει έξω και παρατηρεί τον εαυτό του", η την εντύπωση
ότι το χέρι του αρχίζει να απομακρύνεται από το σώμα, η ότι δεν αισθάνεται την διάταξη και
διάσταση των μελών του μέσα στο χώρο. Η ικανότητα του συντονισμού των κινήσεων
περιορίζεται και υπάρχει μια αίσθηση "ρευστότητας" στις κινήσεις. Ο συνειρμός χαλαρώνει,
οι σκέψεις κινούνται με ιλιγγιώδη ταχύτητα και με άλματα στον ειρμό. Επέρχεται απώλεια
του περιεχομένου πολλών λέξεων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για αντίθετες έννοιες (καλός-
κακός), όπως και απώλεια της αίσθησης του χρόνου ("τα δευτερόλεπτα μοιάζουν με
αιώνες"), χωρίς να υπάρχει απώλεια της συνείδησης. Η διαπροσωπική επικοινωνία
μεταβάλλεται, το άτομο προσπαθεί να επικοινωνήσει με τους άλλους εξωτερικά και έχει την
αίσθηση συγχώνευσης με τους γύρω του. Μια αίσθηση "νέας αυτογνωσίας" κατακλύζει το
άτομο, τόσο στο επίπεδο της συνείδησης ("διανοητικός σεισμός"), όσο και στο επίπεδο του
συναισθήματος ("συναισθηματικός σεισμός"), ενώ μπορεί να αναδυθούν απωθημένα
βιώματα και να αποκτήσουν ακόμη και έντονο περιεχόμενο (παρελθοντοστρέφεια). Τα
ψυχικά συμπτώματα μπορεί να συνοδεύονται και από σωματικά, όπως εφίδρωση,
ταχυκαρδία, αίσθημα παλμών, ελαφρά υπέρταση. θάμβος της όρασης, μυδρίαση, τρόμο και
αύξηση των τενόντιων αντανακλαστικών.
Οξεία τοξικότητα
Πρακτικά θάνατο από υπέρβαση δοσολογίας του LSD δεν έχουμε, αφού η μέση θανατηφόρα
δόση είναι 1000 φορές μεγαλύτερη από τη μέση αποτελεσματική. Η πειραματική χορήγηση
μεγάλων δόσεων ακολουθείται, κατά κανόνα, από γενικευμένους τονικοκλονικούς
σπασμούς, με απώλεια της συνείδησης και ακράτεια ούρων. Συνήθως τοξική εκδήλωση από
LSD είναι το καλούμενο "άσχημο ταξίδι", που περιλαμβάνει οξεία αγχώδη αντίδραση, με
έντονα τα στοιχεία του πανικού, της απόγνωσης και της απώλειας της ταυτότητας. Τα
σοβαρότερα περιστατικά χαρακτηρίζονται από οξεία ψυχωσική αντίδραση κατατονικής
μορφής, με απώλεια ταυ συναισθηματικού ελέγχου και συχνές απρόβλεπτες αντιδράσεις
πανικού, που μπορεί να αποβούν επικίνδυνες για τη ζωή του ατόμου.
Χρόνια τοξικότητα
Οι πλέον αναγνωρισμένες χρόνιες τοξικές εκδηλώσεις από τη συστηματική λήψη LSD,
αναφέρονται ψυχώσεις και άλλα ψυχικά προβλήματα (απάθεια, κατάθλιψη,
ευερεθιστικότητα, απώλεια μνήμης) και σε εμβρυοτοξικές επιπτώσεις, αν και στον άνθρωπο
δεν έχει αποδειχθεί κάτι τέτοιο. Χαρακτηριστική είναι επίσης και η "αναλαμπή
συμπτωμάτων" που παρουσιάζεται σε άτομα που στο παρελθόν έχουν κάνει χρήση LSD.
Μετά από κάποιο εξωτερικό ερέθισμα, όπως νευρική υπερένταση ή κούραση, μπορεί να
εκλυθούν συμπτώματα τοξικής ψευδαισθήτωσης, παρά το γεγονός ότι δεν έχει ληφθεί LSD.

ΜΕΣΚΑΛΙΝΗ

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Η λήψη μεσκαλίνης οδηγεί σε παροδικά δυσάρεστα συμπτώματα (ναυτία, εμετοί, έντονη
εφίδρωση, τρεμούλα). Με την πάροδο του χρόνου (μετά 1 ώρα) αρχίζουν οπτικές
ψευδαισθήσεις με έντονα χρώματα και σχήματα. Αυτές εκφράζουν εικονοποίηση των
σκέψεων και των συναισθημάτων του ατόμου που Βρίσκεται κάτω από την επίδραση του
φαρμάκου. Όλες οι αισθητηριακές αντιλήψεις μετατρέπονται σε οπτικές εικόνες, ενώ
ταυτόχρονα. διαταράσσεται η αντίληψη του χώρου και του χρόνου, δεν προκαλείται
απώλεια της συνείδησης, ούτε ακουστικές ή απτικές ψευδαισθήσεις. Μετά την
ψευδαισθησιογόνο φάση, το άτομο πέφτει σε βαθύ ύπνο. Η συνολική εμπειρία διαρκεί
περίπου 12 ώρες.
Οξεία τοξικότητα
Η μέση θανατηφόρα δόση της μεσκαλίνης είναι 60-70 φορές μεγαλύτερη της μέσης
αποτελεσματικής δόσης. Σε περίπτωση υπέρβασης της δοσολογίας ,θα έχουμε θάνατο από
καρδιακή ανακοπή και παράλυση του αναπνευστικού κέντρου. Κατά την διάρκεια της
εμπειρίας, σαν δυσάρεστα συμπτώματα αναφέρονται η τρεμούλα, η έντονη εφίδρωση, η
αύξηση των αντανακλαστικών και ένα αίσθημα: άγχους, ενώ υπάρχουν κίνδυνοι και από ένα
"άσχημο ταξίδι".
Χρόνια τοξικότητα
Σαν χρόνια τοξικότητα της μεσκαλίνης μπορεί να εμφανισθεί ψύχωση. Κατά τα άλλα, δεν
υπάρχουν σοβαρές τοξικές εκδηλώσεις.

ΨΙΛΟΚΥΒΙΝΗ

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Η λήψη ψιλοκυβίνης οδηγεί σε οπτικές ψευδαισθήσεις (αλλοιώνονται τα χρώματα),
ευφορία, ιλαρότητα, μεταβολές στην αντίληψη του τόπου και του χρόνου, ιδεοφυγή,
αποπροσωποποίηση του ατόμου, καθώς και μυοχάλαση και μυδρίαση. Τα συμπτώματα
διαρκούν περίπου 2 ώρες.
Οξεία τοξικότητα
Η μέση θανατηφόρα δόση της ψιλοκυβίνης είναι περίπου 300mg/Kg. Η δηλητηρίαση
εκδηλώνεται με υπερπυρεξία και γενικευμένους τονικοκλονικούς σπασμούς, που
καταλήγουν σε οπισθότονο.
Χρόνια τονικότητα
Μετά από χρόνια χρήση ψιλοκυβίνης μπορεί να εμφανισθεί ψύχωση, ενώ μπορεί να έχουμε
και "αναλαμπή συμπτωμάτων".

ΨΥΧΩΣΕΟΜΙΜΗΤΙΚΕΣ ΑΜΦΕΤΑΜΙΝΕΣ (DOM, MDA, PAM, MMDA,MDMA)

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Οι ουσίες αυτές μεταβάλλουν την αντίληψη και προκαλούν ένα "οπτικό όργιο" με επίταση
της ζωηρότητας των χρωμάτων και της φωτεινότητας των αντικειμένων. Ταυτόχρονα,
προκαλούν κεντρική διέγερση. Το μεγάλο τους μειονέκτημα, είναι η έντονη
συμπαθητικομιμητική δράση που προκαλεί ταχυκαρδία, υπέρταση, μυδρίαση» φωτοφοβία,
τρεμούλα, εξάψεις, δυσκολία στην ούρηση και στην αφόδευση, ξηροστομία.
Οξεία τοξικότητα
Κοινό χαρακτηριστικό των ουσιών αυτών είναι η μεγάλη τους τοξικότητα. Η οξεία
δηλητηρίαση μπορεί να οδηγήσει σε γενικευμένους επιληπτοειδείς σπασμούς και θάνατο
από παράλυση του αναπνευστικού και του αγγειοκινητικού κέντρου και του
θερμορυθμιστικού κέντρου. Στο PAM, ο θάνατος μπορεί να επέλθει με άγνωστο μηχανισμό,
μετά από διάστημα 2-3 βδομάδων.
Σε μικρότερες δόσεις έχουμε συχνά αντιδράσεις πανικού και τις ανεπιθύμητες ενέργειες από
την παρατεταμένη συμπαθητικομιμητική δράση.
Χρόνια τοξικότητα
Η μακροχρόνια και συστηματική λήψη των ψυχωσεομιμητικών αμφεταμινών, ακολουθείται
συχνά από συμπτώματα ψύχωσης και κατάθλιψης
ΦΑΙΝΟΚΥΚΛΙΔΙΝΗ (PCP)

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
Η φαινοκυκλιδίνη εμφανίζει αρχικά ψυχοδιεγερτική δράση, που καταλήγει προοδευτικά σε
καταστολή, με στοιχεία τοξικής ψευδαισθήτωσης. Μικρές δόσεις προκαλούν νυσταγμό
(κάθετο ή οριζόντιο), υπερακουσία, υπέρταση, ταχυκαρδία, αιμωδία, οπτικές διαταραχές,
δυσαρθρία, αστάθεια στο βάδισμα, μυϊκή δυσκαμψία, αταξία, ευφορία, άρση των
κοινωνικών αναστολών, παρορμητικότητα, ευσυγκινησία, θόλωση της διάνοιας, διαταραχές
της σωματαισθησίας, επιθετική συμπεριφορά και διαταραχές της πρόσφατης μνήμης.
Μεγαλύτερες δόσεις οδηγούν μετά από μια βραχεία διέγερση, σε αναλγησία και βαθιά
αναισθησία (παρά το γεγονός ότι τα μάτια είναι ανοικτά), ενώ παρατηρείται και γενικευμένη
συμπαθητικοτονία. έντονες εφιδρώσεις και υπερπυρεξία παρατηρούνται από την αύξηση
του μυϊκού τόνου. Τα σημεία εμφανίζονται μέσα σε 1 ώρα από τη λήψη της ουσίας και
διαρκούν 3- 6 ώρες.
Οξεία τοξικότητα
Μεγάλες δόσεις, εκτός από κώμα και κατατονία, μπορεί να προκαλέσουν γενικευμένους
σπασμούς, ενώ προεξάρχουν οι κίνδυνοι από την μεγάλη υπόταση και την μανιακή
υπερκινητικότητα, θάνατος μπορεί να επέλθει εν μέσω γενικευμένων σπασμών, από
αναπνευστική καταστολή και καρδιακή ανακοπή. Εκτός από την υπέρβαση της δοσολογίας,
θάνατοι μπορεί να προκληθούν και από την ασυνάρτητη και παρορμητική συμπεριφορά του
ατόμου που οδηγεί σε βίαιες πράξεις και ατυχήματα. Το "άσχημο ταξίδι" χαρακτηρίζεται από
θόλωση της διάνοιας, διαταραχές του προσανατολισμού, έντονη ανησυχία και άγχος.
Χρόνια τοξικότητα
Η χρόνια λήψη φαινοκυκλιδίνης μπορεί να οδηγήσει ψύχωση
Μπορεί όμως να παρατηρηθεί και αναλαμπή συμπτωμάτων χωρίς τη λήψη του φαρμάκου.

GHB

Φαρμακολογικά αποτελέσματα
ο GHB προκαλεί διέγερση και καταστολή του ΚΝΣ και δημιουργεί αίσθημα ευφορίας , άρση
αναστολών , διάθεση φιλοκοινωνικής συμπεριφοράς, μείωση της κρίσης, μείωσης της
μνήμης αυξημένη λίμπιντο, και υπνηλία. Οι επιδράσεις του GHB μπορούν να διαρκέσουν
από 1,5 έως 4 ώρες ή περισσότερο εάν έχουν καταναλωθεί μεγάλες δόσεις. Το GHB έγινε
γνωστό στο ευρύ κοινό ως ναρκωτικό βιασμού. Το GHB είναι άχρωμο και άοσμο και έχει
περιγραφεί ως "πολύ εύκολο να προστεθεί στα ποτά". Όταν καταναλώνεται, το θύμα θα
νιώσει γρήγορα γοργό και υπνηλία και μπορεί να μείνει αναίσθητο. Κατά την ανάρρωση
έχουν μειωμένη ικανότητα ανάκλησης γεγονότων που έχουν συμβεί κατά την περίοδο
δηλητηρίασης. Σε αυτές τις καταστάσεις είναι συχνά δύσκολη η απόδειξη και ο
προσδιορισμός του δράστη του βιασμού
Οξεία τοξικότητα
Σε υψηλότερες δόσεις, το GHB μπορεί να προκαλέσει ναυτία, ζάλη, έντονη εφίδρωση, εμετό,
διέγερση, θολή όραση, μειωμένη κινητική λειτουργία, αμνησία, σύγχυση, υπνηλία, απώλειας
της συνείδησης, καταστολή της αναπνοής. Άλλες παρενέργειες περιλαμβάνουν σπασμούς
(ειδικά όταν συνδυάζονται με διεγερτικά ) και ναυτία, έμετο (ειδικά όταν συνδυάζονται με
αλκοόλ). Σε υψηλές δόσεις προκαλούν θάνατο είτε λόγω καταστολής του αναπνευστικού
κέντρου, είτε λόγω βραδυκαρδίας και καρδιακής ανακοπή. Μία πιθανή αιτία θανάτου από
την κατανάλωση GHB είναι η συγχορήγηση με άλλα κατασταλτικά του ΚΝΣ όπως το αλκοόλ
ή οι βενζοδιαζεπίνες που μπορεί να προκαλέσει καταστολή του αναπνευστικού κέντρου.
ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ

Η Σχιζοφρένεια είναι μια διαταραχή που προσβάλλει πολλές ψυχικές λειτουργίες. Έτσι,
χαρακτηριστικά ψυχωτικά συμπτώματα προέρχονται από διαταραχή της αντίληψης,
της σκέψης, του συναισθήματος, της αίσθησης του εαυτού, της βούλησης, της
διαπροσωπικής λειτουργικότητας και σχέσης με τον εξωτερικό κόσμο, της
ψυχοκινητικότητας κλπ.
Σκέψη
Διαταραχές του περιεχομένου της σκέψης με τη μορφή παραληρητι-κών ιδεών είναι κοινές
στη σχιζοφρένεια. Όσο πιο παράξενες ή αλλόκο-τες οι παραληρητικές ιδέες; τόσο πιθανότερο
να είναι σχιζοφρενικής προ-έλευσης: π.χ. παραληρητικές ιδέες μεταβίβασης ή εκπομπής της
σκέψης, παραληρητικές ιδέες ελέγχου της σκέψης από εξωτερικές δυνάμεις, παραληρητικές
ιδέες τοποθέτησης σκέψης από άλλου κλπ. Κοινές είναι και οι παραληρητικές ιδέες
συσχέτισης και δίωξης, ενώ παραληρητικές ιδέες μεγαλείου, θρησκευτικού περιεχομένου,
μηδενιστικές, σωματικές κλπ. είναι λιγότερο συχνές. Συχνά στη Σχιζοφρένεια είναι πα-ρούσα
και διαταραχή του ειρμού ή της μορφής της σκέψης (μορφολογική ή τυπική διαταραχή της
σκέψης). Αυτή εκδηλώνεται συνήθως ως χάλαση των συνειρμών και μπορεί να φθάσει
μερικές φορές την ασυναρτησία ή τη γλωσσική σαλάτα. Άλλες διαταραχές της σκέψης που
παρατηρούνται στη Σχιζοφρένεια είναι η πτωχεία του λόγου, η συγκεκριμένη ή άκαμπτη
σκέψη, οι νεολεξίες, η εμμονή, οι ηχητικοί συνειρμοί, η ανακοπή, η ηχολαλία κ.ά.
Αντίληψη
Οι πιο χαρακτηριστικές διαταραχές της αντίληψης είναι οι ψευδαι-σθήσεις και ιδιαίτερα οι
ακουστικές. Οι ακουστικές ψευδαισθήσεις μπο-ρεί να είναι διάφοροι ήχοι, χαρακτηριστικές
όμως θεωρούνται οι φωνές που ακούει ο ασθενής να προέρχονται μέσα από το κεφάλι του
ή από έξω και που είτε τον σχολιάζουν είτε εφόσον είναι περισσότερες από μια συζητούν
μεταξύ τους (διάλογος) ή του δίνουν εντολές. Οι τελευταίες είναι πολύ επικίνδυνες γιατί
μπορεί να τον διατάξουν να κάνει κακό στον εαυτό του ή σε άλλους. Οπωσδήποτε, καθώς
ακουστικές ψευδαισθήσεις μπορούν σπάνια να εμφανισθούν και σέ φυσιολογικά ακόμη
άτομα, θα πρέπει οι φωνές που αναφέραμε να είναι παρούσες για μέρες ή εβδομάδες είτε
συνέχεια είτε κατά διαστήματα. Οπτικές, απτικές, οσφρητικές και γευστικές ψευδαι-σθήσεις
συμβαίνουν λιγότερο συχνά στη Σχιζοφρένεια. Σωματικές ψευδαισθήσεις και κιναισθητικές
ψευδαισθήσεις παρατηρούνται επίσης στη Σχιζοφρένεια.Μια γενική υπερευαισθησία στον
ήχο, το φως και τις οσμές είναι συχνή στη Σχιζοφρένεια.
Συναίσθημα
Συχνά στη Σχιζοφρένεια παρατηρούμε αμβλύ ή επίπεδο συναίσθημα ή απρόσφορο
συναίσθημα. Η διαταραχή του συναισθήματος, εκτός από τις περιπτώσεις που είναι
παρούσα σε υπερβολικό βαθμό (πρόσωπο ακίνητο σα μάσκα, ανόητο γέλιο) δεν είναι από
τα πιο χρήσιμα διαγνωστικά στοιχεία, καθώς είναι και δύσκολο να προσδιορισθεί ακριβώς.
Επίσης τα αντιψυχωσικά φάρμακα προκαλούν επιπέδωση του συναισθήματος που
μπερδεύει ακόμη περισσότερο τη διαγνωστική αξιολόγηση. Ιδιαίτερα, σημειώνουμε ότι στον
Παρανοϊκό Τύπο της Σχιζοφρένειας είναι συχνή η ύπαρξη φυσιολογικού συναισθήματος.
Αίσθηση του εαυτού
Η αίσθηση του εαυτού που δίνει στο φυσιολογικό άτομο ένα αίσθημα ατομικότητας,
μοναδικότητας και αυτο-κατεύθυνσης συχνά διαταράζεται. Έτσι μιλούμε για απώλεια των
ορίων του εγώ που εκδηλώνεται με σύγχυ-ση ταυτότητας, παραληρητικές ιδέες εξωτερικού
ελέγχου κλπ.
Βούληση
Σχεδόν πάντα υπάρχει κάποιου βαθμού διαταραχή στην αυτόνομη, πρωτοβουλιακή,
στοχοκατευθυνόμενη δραστηριότητα, γεγονός που παραβλάπτει σε έντονο βαθμό την
ικανότητα για εργασιακή και γενικότερα για παραγωγική λειτουργία. Η διαταραχή της
βούλησης εκδηλώνεται ως ανεπαρκές ενδιαφέρον ή ανικανότητα να ακολουθήσει ο ασθενής
μια πορεία ενεργειών μέχρι τη λογική τους κατάληξη. Διαταραχή της βούλησης αποτελεί
και η αμφιβουλησία (αμφιθυμία)που παρατηρείται συχνά στη Σχιζοφρένεια και που
εκδηλώνεται ως δυσκολία ή αδυναμία επιλογής ανάμεσα σε εναλλακτικές πορείες δράσης.
Και η αμφιβουλησία μπορεί να οδηγήσει σε διακοπή της στοχο-κατευθυνόμενης
δραστηριότητας.
Διαπροσωπική λειτουργικότητα και σχέση με τον εξωτερικό κόσμο
Σχεδόν πάντα υπάρχει δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις. Συχνή είναι η απόσυρση του
ασθενή από τον εξωτερικό κόσμο με ταυτόχρονη υπέρμετρη προσήλωση και ενασχόληση με
εγωκεντρικές και παράλογες ιδέες και φαντασίες, όπου η αντικειμενικότητα έχει χαθεί.
Αυτή η κατάσταση, ιδιαίτερα όταν είναι έντονη έχει αναφερθεί σαν «αυτισμός». 'Έτσι, ο
ασθενής συχνά περιγράφεται από τους οικείους του ή φίλους του σαν χαμένος στον κόσμο
του και συναισθηματικά αποκομμένος από τους άλλους.
Ψυχοκιvητικότητα
Μια ποικιλία διαταραχών χαρακτηρίζει την ψυχοκινητικότητα ιδιαί-τερα του βαριά χρόνιου
ή σε έντονα οξεία φάση ασθενή. Εκτός από την έντονη διέγερση που μπορεί να χαρακτηρίζει
τον ασθενή που βρίσκεται σε οξεία φάση (αρχική ή υποτροπής), η διαταραχή της
ψυχοκινητικότητας μπορεί να εμφανισθεί σαν αντίσταση σε εντολές ή σε προσπάθειες
μετακίνησης, κατατονικός αρνητισμός, σαν κατατονικό stupor, σαν κατατονική διέγερση ή
σαν ανάληψη απρόσφορων ή παράδοξων κατατονικών στάσεων. Επίσης, μπορεί να
εμφανίζονται παράξενοι μανιερισμοί, ηχοπραξία ή κηρώδης ευκαμψία (κατά τις παθητικές
κινήσεις των μελών δίνεται η εντύπωση ότι αυτά λυγίζουν σα να είναι από κερί.
Κλινική εικόνα και πορεία της σχιζοφρένειας
Η εμφάνιση της Σχιζοφρένειας γίνεται συνήθως στην εφηβεία ή στα πρώτα χρόνια της
ενήλικης ζωής (υπάρχει όμως και όψιμη έναρξη, όταν η διαταραχή (συμπεριλαμβανόμενης
και της πρόδρομης φάσης) αναπτύσσεται μετά τα 45. Έτσι π.χ. ένας φοιτητής αρχίζει να
αδιαφορεί για τα μα-θήματα χωρίς συγκεκριμένο λόγο, οι βαθμοί του χειροτερεύουν και
αρχί-ζει να περνά τις ώρες του στο κρεβάτι χαμένος στον κόσμο του. Ή μια γυναίκα
εγκαταλείπει σιγά-σιγά τους φίλους της και δεν νοιάζεται για την εμφάνισή της. Εκκεντρική
ή παράξενη συμπεριφορά αρχίζει να εμφανίζεται, όπως π.χ. η αναζήτηση κάποιου ειδικού
προσωπικού μηνύματος στους τίτλους των εφημερίδων ή χρησιμοποίηση λέξεων με
παράξενο τρόπο. Σιγά-σιγά το άτομο δεν μπορεί να εκπληρώσει τις καθημερινές του
υποχρεώσεις σαν εργαζόμενος, φοιτητής ή νοικοκυρά, αποσύρεται κοινωνικά και χάνει την
πρωτοβουλία του και τα ενδιαφέροντά του. Μπορεί να πάψει να ενδιαφέρεται για την
προσωπική του υγιεινή και εμφάνιση και μπορεί να εμφανίσει πολύ παράξενη συμπεριφορά,
όπως π.χ. να μαζεύει σκουπίδια, να μιλά μόνος του στο δρόμο, να μαζεύει τροφές κλπ. Στην
αρχή το άτομο μπορεί να δείχνει σημαντικού βαθμού άγχος και υπερευαισθησία σε
εξωτερικά και διαπροσωπικά ερεθίσματα, αλλά σιγά-σιγά απορροφάται στον εσωτερικό του
κόσμο και μπορούν να εμφανισθούν αμβλύ συναίσθημα, πτωχεία του λόγου, παράξενες
πεποιθήσεις, προκαταλήψεις, ιδέες συσχέτισης, παραισθήσεις κ.ά.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν την πρόδρομη φάση της Σχιζοφρένειας που μπορεί να
διαρκέσει για μέρες ή μήνες. Εντούτοις, μερικοί άνθρωποι δεν αναπτύσσουν τη Σχιζοφρένεια
μ' αυτόν τον τρόπο, αλλά αντίθετα ξαφνικά εμφανίζουν μια ψυχωσική διάσπαση, δηλαδή
μπαίνουν κατ' ευθείαν στην ενεργό φάση. Άσχετα με το αν εμφανισθεί ή όχι πρόδρομη φάση,
όλοι οι σχιζοφρενικοί ασθενείς έχουν αυτό που ονομάζεται ενεργός φάση, στη διάρκεια της
οποίας η ψύχωση είναι έντονη και φανερή και οι ασθενείς παρου-σιάζονται έντονα
διαταραγμένοι. Σ' αυτή τη φάση χαρακτηριστικά ψυχωσικά συμπτώματα, όπως
παραληρητικές ιδέες, ψευδαισθήσεις, χάλαση των συνειρμών, ασυναρτησία, παράλογη
σκέψη και συμπεριφορά που είναι έντονα αποδιοργανωμένη ή κατατονική κυριαρχούν στην
κλινική εικόνα. Σ' αυτή τη φάση ο σχιζοφρενικός ασθενής μπορεί να είναι σίγουρος ότι είναι
ο Ιησούς Χριστός και η αποστολή του είναι να σώσει τον κόσμο ή ότι θα μεταμορφωθεί σε
γυναίκα και θα ξεκινήσει μια νέα φυλή ανθρώ-πων ή ότι τον παρακολουθούν ή ελέγχουν τον
εγκέφαλό του με ραδιοκύματα από διαστημικούς σταθμούς ή άλλους πλανήτες ή ότι τα
έντερά του σαπίζουν με καρκίνο κλπ. Έντονες ακουστικές ψευδαισθήσεις κατηγορούν το
άτομο για ομοφυλόφιλο ή του δίνουν εντολές για ασυνήθιστες πράξεις, πολλές φορές, όπως
αναφέρθηκε, επικίνδυνες. Το άτομο μπορεί να είναι φοβισμένο από αυτές τις αντιληπτικές
ή σκεπτικές εμπειρίες ή να τις έχει αποδεχθεί και να φαίνεται ικανοποιημένο. Η ενεργός
φάση της Σχιζοφρένειας μπορεί να διαρκέσει για απροσδιόριστο χρόνο ή μόνο λίγες
βδομάδες ή μέρες. Όταν η ενεργός φάση υποχωρήσει (με ή χωρίς θεραπεία), ο σχιζοφρενικός
ασθενής συνήθως δεν επιστρέφει στην προηγούμενη προνοσηρή του λειτουργικότητα, αλλά
μπαίνει σε μια υπολειμματική φάση, της οποίας τα συμπτώματα είναι παρόμοια με τα
συμπτώματα της πρόδρομης φάσης, αν και η αμβλύτητα ή επιπέδωση του συναισθήματος
και η κοινωνικοεπαγγελματική έκπτωση τείνουν να είναι πιο κοινές στην υπολειμματική
φάση. Στη διάρκεια της υπολειμματικής φάσης μερικά από τα ψυχω-τικά συμπτώματα, όπως
παραληρητικές ιδέες ή ψευδαισθήσεις, μπορεί να επιμένουν αλλά συνήθως είναι λιγότερο
συναισθηματικά φορτισμένα.
Τι προκαλεί τη σχιζοφρένεια
Η αιτία της Σχιζοφρένειας αναζητείται εδώ και πολλά χρόνια, χωρίς ν' ανευρεθεί.
Προοδευτικά, όμως, έχει γίνει αντιληπτό, ότι πιθανότατα είναι λάθος ν' αναζητούμε ένα
συγκεκριμένο αιτιολογικό παράγοντα και ότι η αιτιολογία της Σχιζοφρένειας, όπως και
πολλών άλλων ψυχικών και σωματικών διαταραχών, κατά πάσα πιθανότητα. περιλαμβάνει
τη σύμπλοκη αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων, βιολογικών, ψυχολογιών, κοινωνικών.
Οι έρευνες μέχρι τώρα συνήθως έψαχναν για αίτια με μονοδιάστατο τρόπο
παθολογοανατομικές αλλοιώσεις στον εγκέφαλο, διαταραχές στην πρώτη αναπτυξιακή
ηλικία, μεταβολικές διαταραχές, νευροχημικές ανωμαλίες, ενδοκρινική δυσλειτουργία κλπ.
χωρίς επιτυχία. Ήδη, όμως, έχουν σχεδιασθεί νέες ερευνητικές μεθοδολογίες ικανές να
εξετάσουν την αλληλεπίδραση διαφόρων παραγόντων, π.χ. γενετικής προδιάθεσης και
περιβάλλοντος, που ίσως μας δώσουν στο μέλλον κάποιες πιο ουσιαστικές απαντήσεις.
Η πιο διαδεδομένη ίσως αιτιολογική βιολογική υπόθεση είναι η υπόθεση της ντοπαμίνης,
που ξεκίνησε από την ιδέα ότι ο μηχανισμός της δράσης των αντιψυχωτικών φαρμάκων θα
μπορούσε να φωτίσει την παθοφυσιολογία των σχιζοφρενικών διαταραχών που
θεραπεύουν. Καθώς έχει δειχθεί ότι τα αντιψυχωσικά φάρμακα αναστέλλουν τη
μεταβίβαση των νευρικών ερεθισμάτων αποκλείοντας τη δράση της ντοπαμίνης, ενός
νευροδιαβιβαστή στους υποδοχείς της στο μετασυναπτικό νευρώνα, δημιουργήθηκε η
υπόθεση ότι η Σχιζοφρένεια μπορεί να οφείλεται ή τουλάχιστον να σχετίζεται με
υπερβολικά επίπεδα δραστηριότητας της ντοπαμίνης. Η υπόθεση αυτή θα μπορούσε να
εξηγήσει τα θεραπευτικά αποτελέσματα των αντιψυχωτικών φαρμάκων στη Σχιζοφρένεια
και κατ΄ επέκταση την αιτία της Σχιζοφρένειας, αν δεν είχε αρκετά προβλήματα. Δεν έχει
αποδειχθεί ότι υπάρχει αυξημένη δραστηριότητα ντοπαμίνης στους εγκέφαλους
σχιζοφρενών. Αν και ο αποκλεισμός των υποδοχέων ντοπαμίνης φαίνεται να συμπίπτει με
τα αντιψυχωσικά αποτελέσματα αυτών των φαρμάκων, δεν έχει δειχθεί ότι αυτός είναι ο
μηχανισμός με τον οποίο βελτιώνεται η ψύχωση. Τα φάρμακα αυτά δεν είναι ειδικά
αντισχιζοφρενικά φάρμακα αλλά έχουν αντιψυχωσικά αποτελέσματα και σ' άλλες
διαταραχές, όπως μανία, ψυχωσική κατάθλιψη, οργανικές ψυχώσεις κλπ. Έτσι ουσιαστικά, η
ντοπαμινική υπόθεση δεν έχει αποδειχθεί ακόμη. Η Σχιζοφρένεια είναι το αποτέλεσμα της
αλληλεπίδρασης γενετικών και περιβαλλοντολογικών παραγόντων κινδύνου α)πολλαπλά
γονίδια περιορισμένης διεισδυτικότητας, β)ρυθμιστές νευροαναπτυξιακών μηχανισμών του
ΚΝΣ, γ)ρυθμιστές της δράσης των κατεχολαµινών αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους και µε
περιβαλλοντολογικούς παράγοντες κινδύνου ( stress, συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού,
ινδική κάνναβη, κοκαΐνη, αμφεταμίνες, LSD), έτσι ώστε να εκτινάξουν το άτομο πέρα από τον
ουδό ευαλωτότητας, στην εκδήλωση της νόσου.
Επιδημιολογία της σχιζοφρένειας
Επιπολασμός: 0.7% - 1% , Άνδρες και γυναίκες προσβάλλονται στο ίδιο ποσοστό. Ηλικία
έναρξης των συμπτωμάτων: Άνδρες: 15-25, Γυναίκες: 20-35. Επιπολασμός όλων των
Ψυχώσεων 3.5 %.
Κληρονομικότητα
Γενικός Πληθυσμός 1%, Αδέλφια σχιζοφρενών 8%, Παιδιά µε ένα σχιζοφρενή γονέα 12%
Ετεροζυγώτες δίδυμοι σχιζοφρενούς 12%, Παιδιά µε δύο σχιζοφρενείς γονείς 40%
Οµοζυγώτες δίδυμοι σχιζοφρενούς 48%, Μελέτες διδύµων: Αυξημένη συν-νοσηρότητα (50%)
σε Μονοζυγωτικά δίδυμα, σε σχέση µε Διζυγωτικά δίδυμα( 15%), Μελέτες Υιοθεσίας:
Αυξημένη επίπτωση διαταραχών του Σχιζοφρενικού φάσματος σε νέους που αφενός είχαν
βιολογικό γονέα µε σχιζοφρένεια, αφετέρου, μεγαλώνουν σε υιοθετημένη οικογένεια.

ΠΑΙΔΙΚΗ ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ

Η σχιζοφρένεια εμφανίζεται σπάνια στην παιδική ηλικία (επιπολασμός σημείου < 1/10.000
πριν την ηλικία των 12 ετών) και συνηθέστερα έχει ύπουλη έναρξη, βαριά κλινική εικόνα και
δυσμενή πορεία και έκβαση. Η συχνότητα εμφάνισης της διαταραχής αυξάνει δραματικά
στην εφηβεία (ηβηφρένεια)και, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, ο επιπολασμός της
ανέρχεται σε 0,23% στην ηλικία των 13–18 ετών. Τα ευρήματα από κλινικές,
νευροαπεικονιστικές, νευροψυχολογικές και νευροβιολογικές μελέτες υποστηρίζουν ότι,
παρά τις αναπτυξιακές διαφορές, υπάρχει μια θεμελιώδης συνέχεια ανάμεσα στην παιδική,
την εφηβική και τη σχιζοφρένεια των ενηλίκων. Η διάγνωση της σχιζοφρένειας στις
μικρότερες ηλικίες είναι δύσκολη, και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά της εκάστοτε αναπτυξιακής φάσης. Η κλινική εικόνα χαρακτηρίζεται από
ακουστικές κυρίως ψευδαισθήσεις, παραληρητικές ιδέες οι οποίες είναι λιγότερο σύνθετες
από ό,τι στους ενήλικες, και αμβλύ ή απρόσφορο συναίσθημα. Αρκετά συχνή είναι η
διαταραχή στη δομή της σκέψης καθώς και η αποδιοργάνωση της συμπεριφοράς.
Προνοσηρά νευροαναπτυξιακά ελλείμματα που αφορούν κυρίως στον λόγο, στην κινητική
εξέλιξη και στην κοινωνική αλληλεπίδραση, εμφανίζονται κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής με
μεγαλύτερη συχνότητα και βαρύτητα σε άτομα που αργότερα θα εκδηλώσουν σχιζοφρένεια
κατά την παιδική ή εφηβική ηλικία, σε σύγκριση με την ενήλικη περίοδο. Επίσης,
εμφανίζονται συχνά πρόδρομες εκδηλώσεις, που προηγούνται της εμφάνισης των
ψυχωσικών συμπτωμάτων. Η εμφάνιση των κύριων ψυχωσικών εκδηλώσεων είναι κατά
κανόνα βραδεία και ύπουλη, και οδηγεί συχνά σε καθυστέρηση της διάγνωσης και
θεραπείας, με δυσμενείς επιπτώσεις στην πορεία και έκβαση της διαταραχής. Η έναρξη της
ενεργού ψύχωσης συνοδεύεται από σοβαρή έκπτωση της λειτουργικότητας στη συντριπτική
πλειοψηφία των παιδιών και εφήβων, και η πορεία και έκβαση της διαταραχής είναι
δυσμενής στο 50–60% των περιπτώσεων. Σε σύγκριση με τη σχιζοφρένεια των ενηλίκων, η
παιδική σχιζοφρένεια εμφανίζει υψηλότερη οικογενή προδιάθεση και πιθανόν μεγαλύτερη
κληρονομική επιβάρυνση. Ορισμένα από τα γονίδια κινδύνου που έχουν ανιχνευθεί στη
σχιζοφρένεια των ενηλίκων επαληθεύτηκαν και σε μελέτες για την παιδική σχιζοφρένεια. Οι
νευροαπεικονιστικές μελέτες στην παιδική σχιζοφρένεια εμφανίζουν ενδείξεις για
προοδευτικά εξελισσόμενες μορφολογικές ανωμαλίες του εγκεφάλου. Οι ασθενείς με
παιδική σχιζοφρένεια εμφανίζουν κατά τη διάρκεια της εφηβείας σημαντική προοδευτική
μείωση του όγκου της φαιάς ουσίας, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από την αναμενόμενη
φυσιολογικά μείωση της φαιάς ουσίας κατά την ανάπτυξη του εγκεφάλου στην εφηβεία, η
οποία φαίνεται ότι συνδέεται με την αναδιοργάνωση («κλάδεμα») των συνάψεων. Τα
συγκλίνοντα δεδομένα από τις μελέτες για τη σχιζοφρένεια σε παιδιά, εφήβους και
ενηλίκους υποστηρίζουν τις επικρατούσες σύγχρονες νευροαναπτυξιακές θεωρίες για την
αιτιοπαθογένεια της σχιζοφρένειας. Η αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας σε παιδιά και
εφήβους στηρίζεται σε ένα πολυδιάστατο θεραπευτικό σχέδιο που περιλαμβάνει
φαρμακευτική αγωγή, ατομική ψυχοθεραπεία, καθώς και οικογενειακές, κοινωνικές και
εκπαιδευτικές παρεμβάσεις.

ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

Επιδημιολογικά δεδομένα της κατάθλιψης


Τα επιδημιολογικά δεδομένα σχετικά με την συχνότητα της κατάθλιψης, διαφέρουν ανάλογα
με τον τρόπο μέτρησης και τον ορισμό. Σε μελέτες στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ αναφέρουν το
9-26% των γυναικών και το 5-12% των ανδρών θα παρουσιάσουν ένα ή περισσότερα
επεισόδια κατάθλιψης στη ζωή τους. Περίπου 2% των παιδιών, κάτω των 12 χρονών,
παρουσιάζουν κατάθλιψη. Το ποσοστό ανέρχεται σε 10% κατά την εφηβεία, ενώ 5% των
εφήβων, παρουσιάζει σοβαρή κατάθλιψη. Στην όψιμη εφηβεία, η συχνότητα, κυμαίνεται
από 10-20%. Οι περισσότερες μελέτες υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχουν διαφορές ως προς το
φύλο κατά την προεφηβική ηλικία, ενώ κατά την όψιμη εφηβεία, η διαταραχή είναι πιο
συχνή στα κορίτσια. Σε πολλές χώρες, η αυτοκτονία είναι μια από τις τρεις πιο κοινές αιτίες
του θανάτου στην ομάδα ηλικίας 15-34 ετών.
Καταθλιπτική διάθεση
Το άτομο που βρίσκεται σε καταθλιπτική διαταραχή συνήθως περιγράφει τη διάθεση του
σαν καταθλιπτική, λέγοντας ότι νιώθει λύπη, θλί-ψη, απογοήτευση, απελπισία κλπ.
Η καταθλιπτική αυτή διάθεση χαρακτη-ριστικά κυριαρχεί στη ζωή του ατόμου. Συχνά είναι
έτσι και τα εύκολα κλάματα. Μπορεί όμως το άτομο να περιγράψει τη διάθεσή του και με
λόγια όπως «δεν με νοιάζει πια» ή μπορεί ακόμη να μας λέει ότι δεν νιώ-θει θλίψη. Το,
τελευταίο είναι ιδιαίτερα συχνό σε παιδιά, που όμως δεί-χνουν την κατάθλιψη στο πρόσωπό
τους. Όπως, ήδη τονίσαμε, ψάχνουμε και για άλλα συμπτώματα πέρα από την καταθλιπτική
διάθεση, σε άτομα που δεν την παρουσιάζουν αλλά πιστεύουμε ότι πάσχουν από κατάθλιψη,
έτσι στην επικοινωνία με καταθλιπτικό άτομο , ο συζητητής μπορεί να νιώσει θλίψη, πολλές
φορές αφόρητη, ενώ ο άτομο δεν αναφέρει θλίψη.
Ανηδονία
Απώλεια της ευχαρίστησης σε δραστηριότητες που προηγούμενα ήταν ευχάριστες αποτελεί
βασικό σύμπτωμα της κατάθλιψης και χρειάζε-ται προσοχή γιατί το άτομο μπορεί να μην το
έχει συναισθανθεί και να μην παραπονιέται γι' αυτό. Η οικογένειά του μπορεί όμως να το
έχει προσέξει. Δραστηριότητες που παύουν να είναι ευχάριστες είναι το φαγητό, το σεξ, τα
χόμπι, τα σπορ, κοινωνικές και οικογενειακές εκδηλώσεις. Ανά-λογη προς την ανηδονία είναι
και η απώλεια ενδιαφέροντος σε διάφορες δραστηριότητες
Άγχος
Πολλοί καταθλιπτικοί ασθενείς νιώθουν άγχος υπό μορφή εσωτερικής δυσφορίας, φόβου,
αισθήματος επικειμένου κινδύνου, ευερεθιστότητας ή ακόμη και προσβολών ,πανικού με
συvοδά σωματικά συμπτώματα όπως ιδρώτες, αίσθημα παλμών, ταχυκαρδία κλπ. Η
συνύπαρξη άγχους και κατάθλιψης μπορεί να κάνει δύσκολη τη διάκριση ποιο από τα δύο
αποτελεί τη βασική διαταραχή.
Διαταραχή του ύπνου
Οι περισσότεροι καταθλιπτικοί ασθενείς παρουσιάζουν κάποιας μορ-φής διαταραχή του
ύπνου, συνήθως αϋπνία, μερικές φορές και υπερυπνία (ιδιαίτερα παιδιά, νεαρά άτομα).
Η αϋπνία μπορεί να συνίσταται σε δυσκολία του ατόμου να κοιμηθεί (αρχική αϋπνία), σε
αφύπνιση στη διάρκεια της νύχτας και δυσκολία να ξανακοιμηθεί (μέση αϋπνία) και σε
αφύπνιση νωρίς το πρωί (τελική αϋπνία). Μπορεί επίσης να παρατηρηθεί υπνοβασία,
εφιάλτες και ενύπνιος τρόμος
Διαταραχή της όρεξης
Πολλοί καταθλιπτικοί ασθενείς παρουσιάζουν ανορεξία που συνοδεύεται ή όχι από απώλεια
βάρους. Η απώλεια βάρους μπορεί να είναι μικρή, μεγάλη ή και απειλητική για τη ζωή.
Λιγότερο συχνή είναι η αύξηση της όρεξης, που μπορεί να οδηγήσει και σε πρόσληψη
σημαντικού βάρους - ιδιαίτερα σε νεαρές γυναίκες.
Κόπωση, εξάντληση (απώλεια ενέργειας)
Συχνό παράπονο των καταθλιπτικών ατόμων είναι ένα αίσθημα κό-πωσης ή εξάντλησης, σαν
όλη η ζωτικότητα ή ενέργεια που έχουν μέσα τους να έχει φύγει. Αυτό το αίσθημα, που
πολλές φορές είναι ανυπόφορο, μπορεί να παρακολουθεί τις ημερήσιες διακυμάνσεις της
συναισθηματι-κής διάθεσης, οπότε χαρακτηριστικά μπορεί να έχουμε μεγαλύτερη
κατάθλιψη και κόπωση-εξάντληση το πρωί και βελτίωση και των δύο καθώς προχωρά η
ημέρα.
Ελάττωση της σεξουαλικήs διάθεσης (LIbido)
Συχνή είναι η ελάττωση της Libido, και στα δύο φύλα, αλλά ενοχλεί ιδιαίτερα τους άντρες,
κα-θώς μπορεί να εκφράζεται και με διαταραχή της στύσης, που επηρεάζει ακό-μη
περισσότερο την αυτοεκτίμησή τους.
Ψυχοκινητική επιβράδυνση
Πολλοί καταθλιπτικοί παρουσιάζουν επιβράδυνση της σκέ-ψης, του λόγου και των κινήσεων.
Έτσι, οι απαντήσεις τους είναι φτωχές ή και μονολεκτικές, ο λόγος γίνεται μονότονος και
βραδύς, το βλέμμα είναι απλανές, οι κινήσεις του σώματος αργές.
Ψυχοκινητική διέγερση
Ορισμένοι καταθλιπτικοί, ιδιαίτερα ηλικιωμένα άτομα ή έφηβοι και παιδιά παρουσιάζουν
εκνευρισμό, ανησυχία, ένταση ή και διέγερση αντί για επιβράδυνση. Έτσι άτομα αυτά
εκδραματίζουν έντονα το συναίσθημά τους, βηματίζουν πάνω κάτω, στριφογυρνούν τα χέρια
τους, τραβούν τα μαλλιά τους, το δέρμα τους, τα ρούχα τους, παραπονιούνται έντονα ή
φωνάζουν.
Απώλεια του ενδιαφέροντος στις συνηθισμένες δραστηριότητες
Οι καταθλιπτικοί βιώνουν όχι μόνο μια απώλεια της ικανό-τητας για ευχαρίστηση, αλλά
επίσης και μια ελάττωση της κινητοποίησης σ' όλες τις εκφράσεις της ζωής. Εργασία,
οικογενειακή ζωή, σπορ κλπ. χάνουν το ενδιαφέρον τους και το άτομο νιώθει ότι δεν έχει την
ικανότητα και τη διάθεση να εκτελέσει συνηθισμένες ασχολίες.
Αvημπόpια, έλλειψη ελπίδας
Χαρακτηριστικά το καταθλιπτικό άτομο νιώθει ανήμπορο να φέρει σε πέρας τις υποχρεώσεις
του, ακόμη και απλά καθήκοντα, μέχρι και το πώς να φροντίσει την εμφάνισή του και την
υγιεινή του. Επίσης, νιώθει χωρίς ελπίδα για το μέλλον ή για την κατάστασή του.
Σκέψεις ή απόπειρες αυτοκτονίας
Η πιο σοβαρή και επικίνδυνη επιπλοκή των καταθλιπτικών διαταραχών είναι οπωσδήποτε
Η πιο σοβαρή και επικίνδυνη επιπλοκή των καταθλιπτικών διαταρα-χών είναι οπωσδήποτε
η αυτοκτονία. Η συχνότητα των ολοκληρωμένων αυτοκτονιών είναι μεγάλη. Υπολογίζεται
ότι 1% των καταθλιπτικών ασθενών πεθαίνει αυτοκτονώντας μέσα σε 12 μήνες από την
έναρξη του καταθλιπτικού επεισοδίου. Σε ασθενείς που υποφέρουν από υποτροπιάζοντα
επεισόδια κατάθλιψης το ποσοστό ανεβαίνει στο 15%. Ιδιαίτερα επικίνδυνο είναι το γεγονός
ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για αυτοκτονία είναι στην περίοδο των 6 έως 9 μηνών που
ακολουθεί τη συμπωματική βελτίωση των ασθενών. Κι αυτό, αν και φαίνεται παράδοξο,
οφείλεται κατά πάσα πιθανότητα στο ότι στην περίοδο αυτή ο ασθενής έχει αποκτήσει
αρκετή ενεργητικότητα για να ολοκληρώσει ένα σχέδιο αυτοκτονίας, ενώ δεν έχει αλλάξει
σημαντικά η θεώρηση της ζωής του, που τη θεωρεί αρκετά αρνητική ώστε να θέλει έντονα
να αυτοκτονήσει.
Αισθήματα - σκέψεις ενοχής, ή και αναξιότητας, χαμηλή αυτοεκτίμηση
Οι καταθλιπτικοί συχνά εκφράζουν αισθήματα και σκέψεις ενοχής για τρέχουσες ή
παρελθούσες αποτυχίες ή λάθη. Ο βαθμός αυτοκατηγορίας, όμως, είναι υπερβολικός, που
φαίνεται είτε από το ότι τα γεγονότα στα οποία αναφέρει είναι μηδαμινά είτε από το ότι
αποδίδει στον εαυτό του περισσότερη ευθύνη απ' ότι του αναλογεί. Επίσης το αίσθημα
αναξιότητας, το οποίο παρουσιάζουν πολλοί ασθενείς, κυμαίνεται από αισθήματα
ανεπάρκειας μέχρι έντονη αρνητική εκτίμηση της προσωπικής αξίας του ατόμου. Ανάλογα
επηρεάζεται και η αυτοεκτίμηση καθώς οι ασθενείς είναι ανίκανοι να εκτιμήσουν ρεαλιστικά
την απόδοσή τους στις καθημερινές υποχρεώσεις, που είναι και μειωμένη από την
κατάθλιψη. Ενοχή, αναξιότητα, χαμηλή αυτοεκτίμηση, όταν φθάσουν στο σημείο να είναι σε
σταθερή και ακλόνητη διάσταση με την πραγματικότητα, αποτελούν πια παραληρητικές
ιδέες.
Δυσκολία στη συγκέντρωση
Οι καταθλιπτικοί ασχολούνται τόσο έντονα με τις καταθλιπτικές τους σκέψεις που
δυσκολεύονται να προσέξουν τι γίνεται γύρω τους. Επίσης, παραπονούνται για «έκπτωση
της μνήμης» ή για δυσκολία συγκέντρωσης που φαίνεται στην προσπάθειά τους να
διαβάσουν, να δουν τηλεόραση κλπ. Επειδή τα ανοϊκά άτομα ουσιαστικά έχουν δυσκολία με
τη μνήμη και τη συγκέντρωση, μερικές φορές είναι δύσκολο να, διαφοροδιαγνώσει κανείς
την κατάθλιψη από την άνοια στα ηλικιωμένα άτομα. Οι καταθλιπτικοί ασθενείς.
παρουσιάζουν επίσης συχνά και επιβρά-δυνση της σκέψης και αναποφασιστικότητα.
Ψύχωση
Η κατάθλιψη μπορεί να είναι αρκετά βαριά, ώστε να περιλαμβάνει ψυχωσικά συμπτώματα,
κυρίως ψευδαισθήσεις και παραληρητικές ιδέες. Το περιεχόμενο αυτών των
ψευδαισθήσεων και των παραληρητικών ιδε-ών συνήθως είναι σύντονο με την κατάθλιψη
(ψευδαισθήσεις ή παραληρητικές ιδέες σύμφωνες με τη συναισθηματική διάθεση) π.χ. το
άτομο πιστεύει ότι το καταδιώκουν επειδή είναι αμαρτωλό ή ανεπαρκές ή έχει ακουστικές
ψευδαισθήσεις που το κατηγορούν για αμαρτίες ή λάθη του. Μπορεί επίσης να
εμφανισθούν μηδενιστικές παραληρητικές ιδέες καταστροφής του κόσμου ή του ατόμου,
σωματικές παραληρητικές ιδέες ή ψευδαισθήσεις καρκίνου ή άλλης σοβαρής ασθένειας,
παραληρητικές ιδέες φτώχειας. Λιγότερο συχνά, το περιεχόμενο των ψευδαισθήσεων και
των παραληρητικών ιδεών δεν έχει σχέση με την κατάθλιψη (ψευδαισθήσεις ή
παραληρητικές ιδέες ασύμφωνες με τη συναισθηματική διάθεση). Π.χ. το άτομο πιστεύει ότι
το καταδιώκουν χωρίς να μπορεί να εξηγήσει το λόγο κλπ.
Σωματικά ενοχλήματα
Εκτός από τα κλασικά συμπτώματα από το αυτόνομο νευρικό σύστημα που αναφέραμε
παραπάνω, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός σωματικών συμπτωμάτων που αποτελούν
έκφραση του καταθλιπτικού συνδρόμου. Στην κλινική πράξη, παθολόγοι, γενικοί γιατροί κλπ.
βομβαρδίζονται με τέτοια ενοχλήματα, όπως πονοκέφαλοι, πόνοι στη μέση, μυϊκοί σπασμοί
(κράμπες), ναυτία, έμετος, δυσκοιλιότητα, οπισθοστερνικό κάψιμο, δυσκολία στην αναπνοή,
υπέρπνοια, πόνος στο στήθος κλπ. Μεγάλος αριθμός εξετάσεων γίνεται χωρίς λόγο και
τελικά ο γιατρός καταλήγει ότι όλα αυτά ήταν «ψυχολογικά». Ο όρος «καλυμμένη
κατάθλιψη» έχει χρησιμο-ποιηθεί για τις περιπτώσεις αυτές. Δεν πρόκειται όμως, για άλλου
είδους κατάθλιψη. Απλώς, πρέπει να σκεφθούμε ότι το άτομο με τέτοια συμπτώματα
μπορεί να έχει κατάθλιψη, οπότε ρωτώντας για άλλα συ-μπτώματα κατάθλιψης- εκτός των
πόνων κλπ. οδηγούμαστε στη διάγνωσή της.
Χαρακτηριστικά της κατάθλιψης ανάλογα με την ηλικία
Αν και τα βασικά χαρακτηριστικά της κατάθλιψης είναι τα ίδια στα νήπια, στα παιδιά, στους
εφήβους και στους ενήλικες, εντούτοις υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που διαφέρουν
ανάλογα με την ηλικία. Απώλειες σημαντικών ατόμων, δύσκολες σχέσεις, οικονομικά
προβλήματα, σημαντική αλλαγή στη ζωή του ατόμου (πχ διαζύγιο γονιών για τα παιδιά),
καταστάσεις παραμέλησης και συναισθηματικής αποστέρησης, παιδική κακοποίηση
αποτελούν παράγοντες που συνεισφέρουν στην εμφάνιση της κατάθλιψης. Γενετικοί και
οικογενειακοί παράγοντες μπορεί να προδιαθέτουν σε κατάθλιψη δια μέσου της επίδρασης
στην ιδιοσυγκρασία του παιδιού, που προσαρμόζεται αργά σε νέες εμπειρίες. Το γνωστικό
και συμπεριφορικό προφίλ του παιδιού, η τάση να κατηγορεί τον εαυτό του, η επιλεκτική
προσοχή στα αρνητικά χαρακτηριστικά των γεγονότων , τα γνωστικά λάθη, μπορεί να αυξάνει
τον κίνδυνο εκδήλωσης καταθλιπτικής συμπτωματολογίας Σύμφωνα με την γνωστική
θεωρία, η κατάθλιψη δεν ενεργοποιείται απλώς από αρνητικές εμπειρίες ζωής, αλλά κυρίως
από τον τρόπο με τον οποίο το άτομο τις αντιλαμβάνεται και τις επεξεργάζεται.
Προσχολική ηλικία
Τα βρέφη και τα μικρά παιδιά είναι δύσκολο να εκφράσουν τα συναισθήματά τους.
Παρουσιάζουν, όμως, κάποια χαρακτηριστικά συμπτώματα που είναι ενδεικτικά για την
κατάθλιψη. Αυτά είναι: Κλάμα ,άρνηση για λήψη τροφής, διαταραγμένος ύπνος,
επιβράδυνση της σωματικής τους ανάπτυξης χωρίς να υπάρχουν οργανικά ευρήματα,
απομόνωση και κούνημα εμπρός-πίσω. Η κατάθλιψη στα παιδιά προσχολικής ηλικίας
χαρακτηρίζεται από τα τυπικά συμπτώματα όπως θλίψη, ευερεθιστότητα που συνοδεύονται
από σωματικά συμπτώματα. όπως κεφαλαλγία και κοιλιακό άλγος, ανηδονία, καταστροφικά
και αυτοκτονικά θέματα παιχνιδιού. Τα βρέφη, τα νήπια και τα παιδιά προσχολικής ηλικίας,
εκδηλώνουν κατάθλιψη και εμφανίζονται ως απαθή, δυστυχισμένα, αρνούνται τη λήψη
τροφής, είναι ευερέθιστα και κλαίνε συχνά. Στα παιδιά παρατηρείται συνήθως,
ευερεθιστότητα, παρά καταθλιπτική διάθεση, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η απελπισία και οι
υποτροπιάζουσες ιδέες θανάτου, είναι δύσκολο να αναγνωριστούν στα μικρά παιδιά΄
Σχολική ηλικία
Στην ηλικία αυτή τα παιδιά έχουν τη δυνατότητα να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, αλλά
όχι ότι έχουν κατάθλιψη. Αναφέρουν ότι αισθάνονται πλήξη, ότι βαριούνται και ότι δεν
έχουν ενδιαφέρον να κάνουν πράγματα, παραπονούνται κυρίως για ανία που διαρκεί και
έλλειψη ενδιαφέροντος για συνήθεις δραστηριότητες, φαίνονται δυστυχισμένα, χωρίς
ζωντάνια και ενεργητικότητα. Παρουσιάζουν συχνά ευερεθιστότητα, ξεσπάσματα, φτωχή
συγκέντρωση προσοχής, χαμηλή απόδοση στο σχολείο με δυσκολία στη συγκέντρωση της
προσοχής, απομόνωση, δυσκολία στις κοινωνικές σχέσεις αδυναμία να χειριστούν
απογοητεύσεις, δυσκολία λήψης αποφάσεων και αισθήματα απελπισίας. Σε μερικές
περιπτώσεις, χαρακτηριστική είναι η απάθεια και ο βραδυψυχισμός, όπως και στους
ενήλικες. Οι διαταραχές μειωμένη όρεξη ή υπερφαγία, αϋπνία, ή υπερβολική υπνηλία,
απώλεια ενέργειας παρατηρούνται σπάνια, σε σύγκριση με τους ενήλικες. Τα ψυχοσωματικά
συμπτώματα όπως κοιλιακά άλγη, κεφαλαλγίες, εγκόπριση. είναι επίσης συχνά. Η διάκριση
της κατάθλιψης από άλλες συναισθηματικές διαταραχές με καταθλιπτικά χαρακτηριστικά και
συμπτώματα άγχους, μπορεί να είναι δύσκολη. Μπορεί να αναπτυχθεί άγχος αποχωρισμού
και να κάνει το παιδί να προσκολληθεί, να αρνείται να πάει στο σχολείο και να φοβάται ότι
οι γονείς του θα πεθάνουν. Ιδιαίτερα αν έχει προϋπάρξει ιστορικό άγχους αποχωρισμού τα
συμπτώματα του άγχους είναι πολύ έντονα Τα ψυχωσικά συμπτώματα οι παραληρητικές
ιδέες είναι σπάνια πριν στη σχολική ηλικία.
Εφηβική ηλικία
Η κατάθλιψη στην εφηβεία, συνήθως δεν περιλαμβάνει τη μορφή της τυπικής εικόνας. Η
αρνητική ή καθαρά αντικοινωνική συμπεριφορά, η εξάρτηση σε ψυχοδραστικές ουσίες, η
αχαλίνωτη σεξουαλική εκδραμάτιση, οι αυτοτραυματισμοί, οι ιδέες και οι απόπειρες
αυτοκτονίας κατά την περίοδο αυτή, είναι συχνές συμπεριφορές. Τάσεις φυγής από το σπίτι,
αισθήματα έλλειψης κατανόη-σης και επιδοκιμασίας, ανησυχία, εκνευρισμός,
ευερεθιστότητα και επι-θετικότητα είναι συχνά, όπως και η απομάκρυνση από κοινωνικές
δραστηριότητες, η απομόνωση και προβλήματα με το σχολείο. Η προσωπική εμφάνιση
μπορεί να παραμεληθεί. Μπορεί να εμφανισθεί ιδιαίτερη ευαισθησία στην απόρριψη στις
ετεροφυλικές σχέσεις. Η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από καταθλιπτική διάθεση και απώλεια
της ευχαρίστησης από τις καθημερινές δραστηριότητες (ανηδονία). Άλλα συμπτώματα, όπως
σκέψη με καταθλιπτικό περιεχόμενο, συναισθήματα κατωτερότητας, προβλήματα ύπνου,
δυσκολία συγκέντρωσης της προσοχής, μειωμένη όρεξη και απώλεια βάρους ή υπερφαγία
και αύξηση βάρους, ανησυχία για την εμφάνιση και την σωματική του υγεία παρατηρούνται
συχνά. Οι τελευταίοι πιθανόν να αντιμετωπίσουν μεγάλες δυσκολίες στις επαφές τους, οι
σχέσεις τους θα είναι μάλλον επιφανειακές και μπορεί να καταλήξουν στο να
καταπολεμήσουν αυτό το συναίσθημα αναζητώντας μια προσωρινή διέγερση ή ανακούφιση
που σκοπό θα έχει να τους ανακουφίσει από τα έντονα συναισθήματα άγχους, πανικού και
οργής που τους κατακλύζουν. Σε μεγαλύτερους εφήβους η κατάθλιψη μπορεί να
εκδηλώνεται σαν θλίψη, απελπισία, έλλειψη ενέργειας, ανία και γενική απογοήτευση από τη
ζωή και μια αίσθηση ότι τίποτε δεν έχει αξία. Οι έφηβοι αυτοί εμφανίζονται απαθείς και
αδιάφοροι, χωρίς κίνητρο για τον εαυτό τους και τη ζωή.
Νευροδιαβιβαστές, ορμόνες και ρύθμιση της διάθεσης
Υπάρχουν τρεις νευροδιαβιβαστές (σεροτονίνη, νοραδρεναλίνη και ντοπαμίνη), που είναι
γνωστοί ως μονοαμίνες, οι οποίοι παίζουν κύριο ρόλο στη ρύθμιση της διάθεσης και την
κατάθλιψη. Στην κατάθλιψη παρατηρείται μείωση των επιπέδων της σεροτονίνης, της
νοραδρεναλίίνης και της ντοπαμίνης. Μια άλλη βιολογική διαταραχή που εντοπίστηκε
στην κατάθλιψη είναι η υπερδραστηριότητα του άξονα υποθάλαμος - υπόφυση -
επινεφρίδια, όπως φαίνεται από μια αύξηση της έκκρισης κορτιζόλης από τον φλοιό των
επινεφριδίων. Ελλιπής παραγωγή του νευροδιαβιβαστή (π.χ. σεροτονίνη).Περιορισμένοι
υποδοχείς για την πρόσληψη του νευροδιαβιβαστή.Ο νευροδιαβιβαστής δεν είναι
διαθέσιμος για πολύ ώρα (στο προσυναπτικό άκρο) πριν φτάσει στις θέσεις του υποδοχέα.
Οι πρόδρομες ουσίες (μόρια από τα οποία δομούνται οι νευροδιαβιβαστές) ίσως να είναι σε
μικρή διαθεσιμότητα. Τα μόρια που διευκολύνουν την παραγωγή των νευροδιαβιβαστών,
όπως τα ένζυμα, ίσως να είναι σε μικρή διαθεσιμότητα. Όπως αντιλαμβάνεστε, αν υπάρχει
οποιοδήποτε εμπόδιο σε αυτά τα μονοπάτια, η ποσότητα του νευροδιαβιβαστή δεν είναι
επαρκής για να καλύψει τις ανάγκες σας. Η έλλειψη κάποιου νευροδιαβιβαστή οδηγεί στα
συμπτώματα που γνωρίζουμε ως «κατάθλιψη». Σε σοβαρές καταστάσεις στρες στη νηπιακή
ηλικία προκαλούν εξάντληση των μονοαμινών νευροδιαβιβαστών (σεροτονίνη,
νοραδρεναλίίνη, ντοπαμίνη) στον εγκέφαλο, πράγμα που αν επαναληφθεί ή συνεχιστεί για
μακρόχρονες περιόδους, μπορεί να αλλοιώσει σοβαρά το μεταβολισμό τους στον εγκέφαλο
με αποτέλεσμα να τον καταστήσει μόνιμα ευπαθή. Στα παιδιά που έχουν αποκτήσει αυτή
την ευαισθησία, διάφοροι πυροδοτικοί μηχανι-σμοί. όπως ένα στρες ή μια απώλεια,
μπορούν να προκαλέσουν μια ελάττωση στους νευροδιαβιβαστές μέσα από ένα
νευροφυσιολογικό μηχανισμό. Το συνεχές στρες παράλληλα προκαλεί αύξηση κορτιζόλης
από τα επινεφρίδια.

ΑΓΧΩΔΕΙΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

Διευκρίνιση εννοιών
Ο φόβος είναι η δυσάρεστη συναισθηματική κατάσταση, που δημιουργείται ως απάντηση σε
εξωτερικό πραγματικό κίνδυνο ή απειλή, που γίνεται αντιληπτός συνειδητά. Η ένταση και η
διάρκεια του φόβου είναι ανάλογη προς τον κίνδυνο και ο φόβος υποχωρεί όταν το άτομο
αναλάβει δράση που οδηγεί σε φυγή ή επίθεση. Το άγχος, είναι η δυσάρεστη
συναισθηματική κατάσταση που περιλαμβάνει αισθήματα τάσης, φόβου ή ακόμη και τρόμου
και σε αντίθεση με το φόβο η πηγή του άγχους σαν απά-ντηση σε κίνδυνο είναι σε μεγάλο
βαθμό άγνωστη ή μη αναγνωρίσιμη, είτε έχει ελάχιστη επίπτωση σε σύγκριση με την ένταση
της φυσιολογικής (σωματικής) και συναισθηματικής (ψυχολογικής) αντίδρασης που
προκαλεί. Τη στρατηγική της φυγής είναι εύκολο να την επιλέξεις απομακρυνόμενος από
την πηγή του φόβου, ενώ δεν μπορεί να επιλεγεί στο άγχος όπου ο κίνδυνος είναι άγνωστος
ή απροσδιόριστος, άρα για να απαλλαγείς από το άγχος σου πρέπει να το αντιμετωπίσεις να
το διαχειριστείς. Το άγχος θεωρείται παθολογι-κό εάν δημιουργεί προβλήματα στην
καθημερινή λειτουργικότητα, στην επίτευξη επιθυμητών στόχων ή στη συναισθηματική
ηρεμία του ατόμου - οπότε και έχουμε κάποια Αγχώδη Διαταραχή.

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΠΑΝΙΚΟΥ

Η Διαταραχή Πανικού είναι ένα έντονο σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από διακριτά
επεισόδια προσβολών πανικού - κρίσεις υπερβολικού άγχους (δυσφορίας) και φόβου - που
συνοδεύονται από μια ποικιλία σωματικών συμπτωμάτων (που είναι η σωματική έκφραση
του άγχους). Πρόκειται για την ίδια κλινική εικόνα που μπορεί να συμβεί σε συνθήκες
έντονης σωματικής άσκησης ή σε συνθήκες απειλητικές για τη ζωή, που όμως στη διαταραχή
πανικού δεν υπάρχουν και οι προσβολές εμφανίζονται ξαφνικά, απρόσμενα και χωρίς
συγκεκριμένη πρόκληση. Τα κύρια χαρακτηριστικά μιας προσβολής πανικού είναι ο έντονος
φόβος, ή υπερβολική ένταση και η αίσθηση επικείμενης καταστροφής με συνοδεία
διάφορων σωματικών συμπτωμάτων.
Συμπτώματα της διαταραχής πανικού
 κοντανάσαιμα ,ταχύπνοια, δύσπνοια, αίσθημα πνιγμονής
 ζάλη, αίσθημα αστάθειας, τάση για λιποθυμία, αίσθημα άδειου κεφαλιού
 αίσθημα παλμών ή επιτάχυνση του καρδιακού ρυθμού (ταχυκαρδία)
 πόνος ή στενοχώρια στο στήθος, αίσθημα πλακώματος στο στήθος
 δυσκολία στην κατάποση ή κόμπος στο λαιμό
 στεγνό στόμα, συχνουρία
 τρεμούλα ή έντονος τρόμος, αίσθηση ότι τρέμει
 μυϊκή τάση, μυϊκά άλγη, κεφαλαλγία
 εφίδρωση, ψυχρές και υγρές παλάμες
 ναυτία, διάρροια, επιγάστρια δυσφορία, κοιλιακά άλγη
 μουδιάσματα ή μυρμηγκιάσματα ,παραισθησίες
 ξαφνικά αισθήματα ζέστης ή κρύου, ρίγη
 εύκολη κόπωση, έλλειψη ενέργειας
 ευερεθιστότητα, νιώθει τεντωμένος , κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα
 φόβος ότι θα πεθάνει
 φόβος ότι θα τρελαθεί ή ότι θα κάνει κάτι το ανεξέλεγκτο
 αποπροσωποποίηση ή αποπραγματοποίηση
Η αποπροσωποποίηση είναι παρόμοια με την αποπραγματοποίηση και συνήθως οι δυο
διαταραχές αντιμετωπίζονται ως μια. Η αποπροσωποποίηση είναι μια διαταραχή της
αντίληψης, που συνίσταται σε μεταβολή στη συνηθισμένη αίσθηση πραγματικότητας του
ατόμου όσον αφορά τον εαυτό του. Η αποπραγματοποίηση είναι το αίσθημα ότι η εξωτερική
πραγματικότητα δεν είναι αληθινή, ενώ η αποπροσωποποίηση είναι το αίσθημα ότι ο εαυτός
κάποιου δεν είναι αληθινός, ότι είναι αποκολλημένος από το σώμα του. Κάποιος που βιώνει
αυτή την κατάσταση μπορεί να νιώθει ότι παρατηρεί τον εαυτό του "απ' έξω" (με την έννοια
ότι νιώθει το σώμα ή τις σκέψεις του σαν κάτι ξένο), να έχει την αίσθηση ότι η
πραγματικότητα είναι "σαν όνειρο" ή "σαν ταινία", ή ότι το σώμα του λειτουργεί και κινείται
μηχανικά σαν ρομπότ, έχοντας ωστόσο πλήρη έλεγχο των κινήσεων του σώματός του.
Αυτά τα αισθήματα μπορούν να βιωθούν από τον καθένα ο οποίος βρίσκεται κάτω από
έντονο άγχος και συνήθως υποχωρούν όταν αντιμετωπιστούν τα αίτια του άγχους που τα
προκάλεσε.
Συχνά οι άνθρωποι με διαταραχή πανικού μπαίνουν σε ένα φαύλο κύκλο
αυτοαναπαραγόμενου στρες. Αγχογόνες σκέψεις τους (προμετωπιαίες περιοχές ) έχουν σαν
αποτέλεσμα να αυξάνουν το άγχος (αμυγδαλή) και η αύξηση του άγχους με τη σειρά του
αυξάνουν τα συμπτώματα άγχους (υποφάλαμος, υπόφυση, επινεφρίδια, συμπαθητικό
σύστημα) και τα συμπτώματα άγχους αυξάνουν τις αγχογόνες σκέψεις κ.ο.κ. και οδηγείται
σε μεγάλη αύξηση του άγχους και πανικό.
Οι προσβολές πανικού συνήθως διαρκούν πολλά λεπτά ή πιο σπάνια για μια ώρα ή
περισσότερο. Τυπικά συμβαίνουν επανειλημμένες προσβολές πανικού αρκετές φορές την
εβδομάδα ή και καθημερινά. Η διαταραχή πανικού μπορεί να περιορίζεται σε μια και μόνο
περίοδο που να διαρκέσει βδομάδες ή μήνες ή μπορεί να υποτροπιάσει πολλές φορές ή πιο
τυπικά να γίνει χρόνια, με περιόδους μερικής ή πλήρους ύφεσης και περιόδους όξυνσης. Οι
προσβολές της διαταραχής πανικού μιμούνται πολλές οργανικές διαταραχές, οπότε οι
ασθενείς επισκέπτονται πολλούς γιατρούς και κάνουν πολυάριθ-μες εξετάσεις, έως ότου
επιτέλους η ιδέα ότι πρόκειται για διαταραχή πα-νικού έρθει στο μυαλό του γιατρού ή του
ασθενή. Τα άτομα που έχουν Διαταραχή Πανικού συνήθως αναπτύσσουν νευρικότητα και
φόβο ανάμεσα στις προσβολές (άγχος αναμονής). Συχνά αυτή η νευρικότητα και ο φόβος ότι
θα ξανασυμβεί η προσβολή με όλη την αίσθηση φοβερής δυσφορίας, ανημπόριας και
απώλειας του ελέγχου που συνοδεύουν την προσβολή οδηγούν στην ανάπτυξη
αγοραφοβίας και κοινωνικής φοβίας. Δηλ. το άτομο, πρώτα υφίσταται μια ή περισσότερες
προσβολές πανικού (άγχος πανικού), μετά αναπτύσσει το φόβο ότι θα ξανασυμβεί (άγχος
αναμονής) και μετά αρχίζει ν' αποφεύγει καταστάσεις όπου η πιθανότητα να συμβεί κάποια
προ-σβολή πανικού του δημιουργεί έντονο φόβο (αγοραφοβία, κοινωνική φοβία)

ΑΓΟΡΑΦΟΒΙΑ

Φόβος του ατόμου να είναι σε μέρη ή καταστάσεις από όπου η φυγή μπορεί να είναι
δύσκολη (ή να του προκαλεί αμηχανία) ή στις οποίες μπορεί να μην υπάρχει δυνατότητα
βοήθειας σε περίπτωση που το άτομο εμφανίσει ξαφνικά κάποια συμπτώματα που μπορεί
να προκαλέσουν έντονη αδυναμία ή υπερβολική αμηχανία. Παραδείγματα: ζάλη ή αίσθημα
ότι θα πέσει, αποπροσωποποίηση ή αποπραγματοποίηση, απώλεια του ελέγχου της κύστης
ή του εντέρου, έμετος ή καρδιακή δυσφορία. Σαν αποτέλεσμα αυτού του φόβου, το άτομο
είτε περιορίζει της μετακινήσεις και τα ταξίδια του είτε χρειάζεται κά-ποιο συνοδό όταν
βρίσκεται μακριά από το σπίτι είτε αλλιώς υπομένει τις αγοραφοβικές καταστάσεις παρά το
έντονο άγχος. Κοινές αγοραφοβικές καταστάσεις περιλαμβάνουν το να είναι το άτομο έξω
από το σπίτι μόνο του, να βρίσκεται μέσα στο πλήθος ή να στέκεται στην ουρά, να βρίσκεται
πάνω σε μια γέφυρα και το να ταξιδεύει μέσα σ' ένα λεωφορείο, τραίνο ή αυτοκίνητο.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΦΟΒΙΑ

Φόβος ταπείνωσης ή αμηχανίας σε κοινωνικές καταστάσεις στις οποίες το άτομο εκτίθεται


σε πιθανό έλεγχο από μέρους άλλων ατόμων και φοβάται μήπως κάνει κάτι ή ενεργήσει με
τρόπο ταπεινωτικό ή αμήχανο. Παραδείγματα περιλαμβάνουν: αδυναμία του ατόμου να
συνεχίσει την ομιλία του ενώ μιλά δημόσια, αίσθημα να πνίγεται με την τροφή του ενώ τρώει
μπροστά σε άλλους, αδυναμία να ουρήσει σε δημόσια τουαλέτα, τρέμουλο του χεριού όταν
γράφει μπροστά σε άλλους, το να λέει ανοησίες ή να μην μπορεί ν' απαντήσει ερωτήσεις σε
κοινωνικές καταστάσεις. Κατά τη διάρκεια κάποιας φάσης της διαταραχής, έκθεση στο
συγκεκριμένο φοβικό ερέθισμα (ή ερεθίσματα) σχεδόν πάντα προκαλεί άμεση απάντηση
άγχους. Οι φοβικές καταστάσεις αποφεύγονται ή υπομένονται με έντονο άγχος. Η
συμπεριφορά αποφυγής παρεμποδίζει την επαγγελματική λειτουργία ή τις συνηθισμένες
κοινωνικές δραστηριότητες ή σχέσεις με τους άλλους ή υπάρχει έντονη υποκειμενική
ενόχληση που το άτομο έχει το φόβο. Το άτομο αναγνωρίζει ότι ο φόβος του είναι
υπερβολικός ή παράλογος.

ΑΠΛΗ ΦΟΒΙΑ

Φόβος συγκεκριμένων αντικειμένων ή καταστάσεων. Οι πιο κοινές απλές φοβίες που


ανευρίσκονται στο γενικό πληθυσμό περιλαμβάνουν ζώα, ιδιαίτερα σκύλους, φίδια, έντομα
και ποντικούς. Άλλες απλές φοβίες είναι το να δει το άτομο αίμα, τραυματισμό ιστών (φοβία
αίματος-ιστών), η φοβία κλειστών χώρων (κλειστοφοβία), του ύψους (ακροφοβία ή
υψοφοβία), η φοβία του αεροπλάνου. Μόνον όταν η συμπεριφορά αποφυγής παρεμποδίζει
τη φυσιολογική λειτουρ-γικότητα του ατόμου στην καθημερινή του ζωή, στις κοινωνικές του
δραστηριότητες ή στις σχέσεις του ή του προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση, βάζουμε
τη διάγνωση της απλής φοβίας. Η έκθεση στο συγκεκριμένο φοβικό ερέθισμα πάντα
προκαλεί άμεση απάντηση άγχους. Το αντικείμενο ή η κατάσταση αποφεύγετε ή υπομένετε
με έντονο άγχος. Το άτομο αναγνωρίζει ότι ο φόβος του είναι υπερβολικός ή παράλογος.

ΨΥΧΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Το βασικό χαρακτηριστικό της διαταραχής αυτής είναι υποτροπιάζο-ντες ψυχαναγκασμοί ή


καταναγκασμοί. Οι ψυχαναγκασμοί είναι επίμονες ιδέες, σκέψεις, εικόνες ή παρορμήσεις,
που το άτομο δεν τις θέλει - μοιά-ζουν σαν να έρχονται από μόνοι τους και να επιβάλλονται
ενάντια στη θέλησή του - είναι δηλαδή δυστοvικοί προς το εγώ. Το άτομο προσπαθεί να
αγνοήσει ή να απωθήσει συνειδητά τους ψυχαναγκασμούς, τους οποίους αναγνωρίζει σαν
παράλογους και στην προσπάθειά του αυτή η ένταση και το άγχος του ανεβαίνουν. Οι
καταναγκασμοί είναι τα συμπερι-φορικά ανάλογα των ψυχαvαγκασμών - επανειλημμένες
παρορμήσεις του ατόμου να εκτελέσει κάποιες στερεότυπες πράξεις. Οι πράξεις αυτές
φαί-νονται χωρίς νόημα, η εκτέλεσή τους δεν είναι ευχάριστη, όμως ανακου-φίζει την ένταση
και το άγχος που ανεβαίνουν σε μεγάλο βαθμό αν το άτομο προσπαθήσει να τις αποφύγει.Το
άτομο προσπαθεί να αγνοήσει ή να καταστείλει τέτοιες σκέψεις ή παρορμήσεις ή να τις
εξουδετερώσει με κάποια άλλη σκέψη ή πράξη. Το άτομο αναγνωρίζει ότι οι ψυχαναγκασμοί
είναι το προϊόν του δικού του μυαλού και όχι ότι επιβάλλονται από έξω΄
Κοινά παραδείγματα ψυχαvαγκασμώv είναι επαναλαμβανόμενες σκέψεις βίας (π.χ. να
σκοτώσει το παιδί του), μόλυνσης (π.χ. μήπως μολυνθεί κάνοντας χειραψία) και αμφιβολίας
(π.χ. επανειλημμένη ενασχό-ληση με το αν έχει τραυματίσει κάποιον σε κάποιο τροχαίο
ατύχημα) το να έχει ένας γονιός επανειλημμένες παρορμήσεις ότι θα σκοτώσει ένα
αγαπημένο του παιδί, το να έχει ένα θρησκευόμενο άτομο επαναλαμβανόμενες βλάσφημες
σκέψεις. Κοινά παραδείγματα καταναγκασμών είναι το επανειλημμένο πλύσιμο των χεριών
ή το επανειλημμένο μέτρημα (π.χ. χρημάτων), ο επανειλημμέ-νος έλεγχος (π.χ. διακοπτών,
φώτων, της ηλεκτρικής κουζίνας κλπ.) Δηλαδή επαναλαμβανόμενη, σκόπιμη συμπεριφορά
που εκτελείται σε απάντηση κάποιου ψυχαναγκασμού ή σύμφωνα με ορισμένους κανόνες ή
κατά στερεότυπο τρόπο. Η καταναγκαστική συμπεριφορά είναι σχεδιασμένη να
εξουδετερώσει ή να αποτρέψει υποκει-μενική δυσφορία ή κάποιο γεγονός ή κατάσταση που
το άτομο φοβάται. Η Ψυχαναγκαστική καταναγκαστική διαταραχή αρχίζει συνήθως στην
εφηβεία ή στην αρχή της ενήλικης ζωής. Μπορεί, όμως, ν' αρχίσει και στην παιδική ηλικία. Η
πορεία της είναι συνήθως χρόνια με επιδεινώ-σεις και υφέσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις
η κατάσταση μπορεί να γίνει τόσο σοβαρή ώστε το άτομο να μην μπορεί να κάνει τίποτε άλλο
εκτός από καταναγκασμούς.

ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗ ΑΓΧΩΔΗΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Το βασικό χαρακτηριστικό της διαταραχής αυτής είναι γενικευμένο, επίμονο άγχος διάρκειας
μηνών ή περισσότερο. Εμφανίζεται μη ρεαλιστικό ή υπερβολικό άγχος και ανησυχία
(φοβισμένη προσδοκία) για δυο ή περισσότερες περιστάσεις της ζωής, π.χ. ανησυχία για
πιθανό κακό που μπορεί να συμβεί στο παιδί ενός ατόμου (που δεν βρίσκεται σε κίνδυνο)
και ανησυχία για τα οικονομικά του (χωρίς ουσιαστικό λόγο), για μια μεγάλη περίοδο, κατά
τη διάρκεια της οποίας το άτομο έχει ενοχληθεί τις περισσότερες μέρες της περιόδου αυτής
από αυτές τις έγνοιες. Σε παιδιά και εφήβους, αυτό μπορεί να πάρει τη μορφή άγχους και
ανησυχίας για σχολική αθλητική και κοινωνική απόδοση.

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΨΥΧΟΤΡΑΥΜΑΤΙΚΟ ΣΤΡΕΣ

Η διαταραχή αυτή μπορεί να παρουσιαστεί σε άτομα που έχουν ζήσει κάποιο ή κάποια
τραυματικά γεγονότα που είναι έξω από τις συνηθισμένες ανθρώπινες εμπειρίες. Τέτοια
παραδείγματα είναι το να υποστεί το άτομο βιασμό ή επίθεση ή σωματικό τραυματισμό, οι
μάχες, οι πλημμύρες, οι σεισμοί, οι βομβαρδισμοί, τα βασανιστήρια, τα στρατόπεδα
συγκεντρώσεως, ατυχήματα αυτοκινήτων ή αεροπλάνων κλπ. Σ' όλες αυτές τις καταστάσεις
υπάρχει έντονη απειλή ή πραγματικός τραυματισμός της προσωπικής ακεραιότητας ή
περιουσίας του ατόμου ή συγγενών ή φίλων του. Το άτομο που προσβάλλεται από τη
διαταραχή αυτή επαναβιώνει το τραυματικό γεγονός μέσα από επανειλημμένες και
αθέλητες αναμνήσεις του συμβάντος ή μέσα από επαναλαμβανόμενα όνειρα και εφιάλτες
του συμβάντος ή κυριολεκτικά ξαναζεί το συμβάν με παραισθήσεις, ψευδαι-σθήσεις και
διασχιστικές (flashback) καταστάσεις και επιδεικνύει παρό-μοια με τότε συμπεριφορά.
Επιπλέον το άτομο μπορεί να βιώσει έντονη δυσφορία σε ανάλογες συμβολικά παρόμοιες
καταστάσεις συμπεριλαμβανομένων των επετείων του συμβάντος. Τα επεισόδια της
διαταραχής μπορεί να διαρκούν από λεπτά μέχρι πολλές ημέρες. Η διαταραχή περιλαμβάνει
κάποιο είδος «ψυχικού μουδιάσματος» ή ελαττωμένης απαντητικότητας στο περιβάλλον,
που βιώνεται από το άτομο σαν μείωση του ενδιαφέροντος για τις δραστηριότητές του, σαν
αίσθημα απομάκρυνσης ή αποξένωσης από τους άλλους, σαν αδυναμία για τρυφερά
συναισθήματα, σαν έλλειψη μελλοντικών σχεδίων κλπ. Επίσης, το άτομο με τη διαταραχή
αυτή προσπαθεί να αποφύγει κάθε σκέψη, αίσθη-μα, δραστηριότητα, κατάσταση κλπ., που
σχετίζεται ή μπορεί να του θυ-μίζει το τραυματικό γεγονός. Επιπλέον, το άτομο παρουσιάζει
επίμονα συμπτώματα αυξημένης διεγερσιμότητας (που δεν υπήρχαν πριν από το τραύμα),
όπως δυσκολία να κοιμηθεί ή να διατηρήσει τον ύπνο του, ευερεθιστότητα ή εκρήξεις οργής,
δυσκολία στη συγκέντρωση, υπερεπαγρύπνηση κλπ. Άγχος και κατάθλιψη είναι συχνές
επιπλοκές της διαταραχής αυτής. Επίσης συχνά είναι αισθήματα ενοχής (γι' αυτούς που δεν
επέζησαν) σε επιζώντες από τραυματικά γεγονότα που αφορούσαν ομάδα (π.χ. στρατόπεδα
συγκεντρώσεως, στρατόπεδα αιχμαλώτων πολέμου).

ΑΓΧΩΔΕΙΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΑΓΧΟΥΣ ΑΠΟΧΩΡΙΣΜΟΥ

Το άγχος αποχωρισμού είναι άγχος που εκδηλώνεται κατά τον αποχωρισμό συνήθως από
τους γονείς αλλά καμιά φορά κι από άλλα πρόσωπα στα οποία το παιδί έχει προσκολληθεί.
Το άγχος αποχωρισμού απο-τελεί στοιχείο πολλών περιπτώσεων άρνησης του παιδιού να
πάει στο σχολείο.
Φύλο, ηλικία έναρξης, πορεία, προδιαθεσικοί παράγοντες
Η διαταραχή είναι εξίσου συχνή και στα δύο φύλα. Μπορεί να αρχί-σει στην προσχολική
ηλικία, σπάνια στην εφηβεία. Υπάρχουν περίοδοι έξαρσης και υποχώρησης των
συμπτωμάτων σε χρονικό διάστημα πολλών ετών. Η διαταραχή αυτή δεν φαίνεται να
συνδέεται με κάποιου τύπου διαταραχή της προσωπικότητας. Στις περισσότερες
περιπτώσεις η διατα-ραχή αναπτύσσεται μετά από κάποιο στρες - το θάνατο ενός συγγενούς
ή ζώου του σπιτιού, μια αρρώστια του παιδιού ή κάποιου συγγενούς, μια αλλαγή στο
περιβάλλον του παιδιού, όπως αλλαγή σχολείου ή μετακίνηση σε καινούργια γειτονιά. Τα
παιδιά μ' αυτή τη διαταραχή συνήθως προέρχονται από στενά δε-μένες οικογένειες που
δείχνουν φροντίδα στα παιδιά τους. Η διαταραχή είναι πιο συχνή σε βιολογικούς συγγενείς
πρώτου βαθμού απ' ότι στο γενικό πληθυσμό και μπορεί να είναι πιο συχνή σε παιδιά
μητέρων με Διαταραχή Πανικού.
Διάγνωση
Τα διαγνωστικά κριτήρια για τη Διαταραχή Άγχους Αποχωρισμού είναι τα εξής: Υπερβολικό
άγχος που αφορά τον αποχωρισμό του παιδιού από εκείνους στους οποίους είναι
συναισθηματικά προσκολλημένο. Επίμονη ανησυχία ότι κάτι κακό θα τους συμβεί ή φόβος
πως θα φύγουν και δεν θα επιστρέψουν. Επίμονη ανησυχία ότι θα χωρίσει το παιδί από
τους οικείους του π.χ. ότι το παιδί θα χαθεί, θα απαχθεί, θα δολοφονηθεί ή θα πέσει θύμα
ατυχήματος. Επίμονη άρνηση του παιδιού να πάει στο σχολείο, για να μπο-ρέσει να μείνει
στο σπίτι ή μαζί με τα πρόσωπα προσκόλλησής του. Επίμονη απροθυμία του παιδιού να πάει
για ύπνο χωρίς να βρίσκεται πλάι του πρόσωπο προσκόλλησής του ή να πάει να κοιμηθεί
εκτός σπιτιού. Αποφεύγει επίμονα να μείνει μόνο του και θέλει να «κολλά επάνω» και να
γίνεται η «σκιά» των προσώπων προσκόλλησης. Επαναλαμβανόμενοι εφιάλτες που
αφορούν το θέμα του αποχωρισμού. Αιτιάσεις σωματικών συμπτωμάτων, π.χ. κεφαλαλγίες,
στομαχόπονοι, ναυ-τία ή έμετος για πολλές από τις μέρες που πηγαίνει σχολείο ή σε άλλες
περιστάσεις όταν προβλέπει αποχωρισμό από τα πρόσωπα προσκόλλησης.
Επαναλαμβανόμενες υπερβολικές ενοχλήσεις όταν αναμένεται αποχωρισμός από το σπίτι ή
τα πρόσωπα προσκόλλησης π.χ. ξεσπάσματα θυμού ή κλάμα, εκλιπα-ρεί τους γονείς να μη
φύγουν. Επαναλαμβανόμενη υπερβολική ενό-χληση όταν αποχωρίζεται από το σπίτι ή τα
πρόσωπα προσκόλλησης π.χ. θέλει να γυρίσει σπίτι, χρειάζεται να τηλεφωνεί τους γονείς
όταν απουσιάζουν ή όταν το παιδί είναι μακριά από το σπίτι

ΑΠΟΦΕΥΚΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Το βασικό χαρακτηριστικό αυτής τής διαταραχής είναι μία υπερβολι-κή αποφυγή της επαφής
με ξένους που είναι αρκετά σοβαρή ώστε να δυσχεραίνει τις σχέσεις με τους συνομήλικους
και που διαρκεί τουλάχιστον 6 μήνες. Ταυτόχρονα, υπάρχει ξεκάθαρη επιθυμία για
κοινωνικές σχέσεις με γνώριμα άτομα, όπως συνομήλικους που το παιδί ξέρει καλά και μέλη
της οικογένειας. Οι σχέσεις με τα οικογενειακά μέλη και άλλα γνώριμα πρόσωπα είναι
εγκάρδιες και ικανοποιητικές. Ένα παιδί μ' αυτή τη διαταραχή φαίνεται συνήθως κοινωνικά
απο-συρμένο, αμήχανο και δειλό όταν βρίσκεται στη συντροφιά μη γνώριμων ανθρώπων και
αγχώνεται ακόμη και όταν κανείς του ζητήσει να έρθει σε ελάχιστη επαφή με ξένους. Όταν
το κοινωνικό του άγχος είναι σοβαρό, το παιδί μπορεί να έχει μεγάλη δυσκολία να μιλήσει
ή και να παραμένει βουβό.
Φύλο, ηλικία έναρξης, πορεία, προδιαθεσικοί παράγοντες
Η διαταραχή είναι πιο συνηθισμένη στα κορίτσια από ότι στο αγόρια.
Αρχίζει συνήθως στα πρώτα σχολικά χρόνια αλλά μπορεί να αρχίσει ακόμη και στα δυόμιση
χρόνια, όταν ο «φόβος των ξένων» σαν ένα φυσιολογικό αναπτυξιακό φαινόμενο θα έπρεπε
να έχει εξαφανιστεί. Υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι Ειδικές Αναπτυξιακές Διαταραχές
που αφορούν τη γλώσσα και την ομιλία μπορεί να προδιαθέσουν στην ανάπτυξη αυτής
της διαταραχής. Η πορεία ποικίλλει ορισμένα παιδιά βελτιώνονται από μόνα τους, ενώ άλλα
έχουν επεισοδιακή ή χρόνια πορεία.
Διάγνωση
Τα διαγνωστικά κριτήρια της Αποφευκτικής Διαταραχής είναι τα εξής: Υπερβολική αποφυγή
της επαφής με μη γνώριμα άτομα για μια περίοδο έξι μη-νών ή περισσότερο, αρκετά σοβαρή
ώστε να παρεμποδίζεται ο τρόπος που λειτουργεί κοινωνικά το άτομο στις σχέσεις του με
συνομήλικους. Επιθυμία να έχει κοινωνικές σχέσεις με γνώριμα πρόσωπα, όπως μέλη
της οικογένειας και συνομήλικους που το άτομο ξέρει καλά και γενικά εγκάρδιες και
ικα-νοποιητικές σχέσεις με μέλη της οικογένειας και άλλα γνώριμα άτομα. Ηλικία
τουλάχιστον 2½ χρονών.

ΥΠΕΡΑΓΧΩΔΗΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Το βασικό χαρακτηριστικό αυτής της διαταραχής είναι υπερβολικό άγχος ή αίσθημα


ανησυχίας ασύμβατο με την πραγματική κατάσταση που το παιδί αντιμετωπίζει και του
οποίου η διάρκεια ξεπερνάει τους 6 μήνες. Το παιδί που παρουσιάζει αυτή τη διαταραχή έχει
μια τάση να ασχο-λείται υπερβολικά με τον εαυτό του, να ανησυχεί για γεγονότα πού μπορεί
να συμβούν στο μέλλον, όπως εξετάσεις, για την πιθανότητα να πέσει και να χτυπήσει ή για
το αν οι φίλοι του θα του επιτρέψουν να παίξει μαζί τους π.χ. ποδόσφαιρο. Ανησυχεί επίσης
υπερβολικά για πράγματα όπως χρονικά όρια μέσα στα οποία πρέπει να κάνει κάτι, για το
πόσο ακριβής θα είναι σε κάποια συνάντηση, για το πόσο σωστά θα καταφέρει να κάνει
κάποια μικροθελήματα στο σπίτι ή για το τι σκέφτονται οι άλλοι για την απόδοσή του. Επίσης
ασχολείται υπερβολικά με ένα γείτονα ή ένα δάσκαλο που μοιάζει «κακός» ή «επικριτικός».
Αργότερα, καθώς μεγαλώνει, οι ενασχολήσεις αυτές επικεντρώνονται στο κατά πόσο το
αποδέχονται οι συνομήλικοι, στο «πώς τα πάει» κοινωνικά ή στα αθλητικά ή στο πόσο
«βγάζει» μεγάλους βαθμούς στο σχολείο.
Μερικές φορές ασχολείται υπέρμετρα με κάποιου τύπου συμπεριφορά που είχε στο
παρελθόν. Λόγω του άγχους του, το παιδί μπορεί να ξοδεύει ατέλειωτο χρόνο ερευνώντας
για τυχόν δυσκολίες ή κινδύνους σε μια μεγάλη ποικιλία καταστάσεων. Επακόλουθο όλων
των παραπάνω είναι ότι το παιδί χρειάζεται υπερβολική καθησύχαση. Σε ορισμένες
περιπτώσεις οι σωματικές εκφράσεις του άγχους είναι εμφανείς: «κόμπος» στο λαιμό,
κοιλιακά άλγη, κεφαλαλγίες, δύσπνοια, ναυτία, ζάλη, αίσθημα σωματικής δυσφορίας. Το
παιδί δυσκο-λεύεται συχνά να κοιμηθεί και δίνει το αίσθημα στους άλλους ότι είναι νευρικό
και κάτω από μια συνεχή ένταση.
Φύλο, ηλικία έναρξης, πορεία, προδιαθεσικοί παράγοντες
Η διαταραχή είναι εξίσου συχνή και στα δύο φύλα. Σχετικά με την ηλικία έναρξης δεν
υπάρχουν αρκετές πληροφορίες. Η διαταραχή μοιάζει να είναι πιο συχνή στα μεγαλύτερα
παιδιά, σε μικρές οικογένειες, σε ανώτερες κοινωνικοοικονομικά ομάδες και σε οικογένειες
όπου υπάρχει μεγάλη έγνοια για επιτυχία, ακόμη κι όταν το παιδί λειτουργεί σε ένα
ικανοποιητικό ή και ανώτερο επίπεδο. Η έναρξη μπορεί να είναι αιφνίδια ή βαθμιαία, με
εξάρσεις σχετιζόμενες με στρες. Μπορεί επίσης να συνυπάρχει Απλή ή Κοινωνική Φοβία. Τα
παιδιά αρνούνται να πάνε στο σχολείο λόγω του άγχους που τους προκαλεί το σχολικό
περιβάλλον. Συχνά μοιάζουν υπερώριμα και συχνά είναι τελειοθηρικά και αμφιβάλλουν
επίμονα για τον εαυτό τους. Επίσης, μπορεί να είναι εξαιρετικά υπάκουα και να ζητούν
συνέχεια επιδοκιμασία. Πολλές φορές τα παιδιά αυτά διστάζουν να πάρουν μέρος σε
ομαδικές δραστηριότητες όπου υπάρχουν απαιτήσεις, όπως οι αθλοπαιδιές.
Διάγνωση
Υπερβολική ή μη ρεαλιστική ανησυχία για μελλοντικά γεγονότα ή για το πόσο σωστή ήταν η
συμπεριφορά στο παρελθόν. Υπερβολική ή μη ρεαλιστική έγνοια γύρω από την επάρκεια σε
ένα ή περισσότερους τομείς π.χ. αθλητικό, σχολικό, κοινωνικό. Σωματικά ενοχλήματα όπως
π.χ. κεφαλαλγίες ή στομαχόπονοι για τα οποία δεν μπορεί να βρεθεί καμιά σωματική βάση.
Έντονα «σφιγμένη» συμπεριφορά. Υπερβολική ανάγκη για καθησύχαση όσον αφορά τις
διάφορες ανησυχίες του. Υπερβολική ένταση ή αδυναμία χαλάρωσης.

ΠΑΙΔΙΚΟ ΤΡΑΥΜΑ

Ως «παιδικό τραύμα» ορίζεται «μια εμπειρία που απειλεί τη ζωή ή μπορεί να προκαλέσει
σωματικό τραυματισμό, η δυσάρεστη εμπειρία που αφορά πρόσωπα του οικογενειακού
περιβάλλοντος, και είναι τόσο ισχυρή και επικίνδυνη που καταστέλλει την ικανότητα του
παιδιού να ρυθμίσει τα συναισθήματά του ή να αντιμετωπίσει την κατάσταση». Τα
τραυματικά γεγονότα προκαλούν ακραία συναισθήματα φόβου και αδιεξόδου που μπορούν
να επηρεάσουν τη μάθηση και τις σχολικές επιδόσεις και να προκαλέσουν σωματική και
συναισθηματική ένταση στα παιδιά.
Συμπτώματα τραύματος παιδιών προσχολικής ηλικίας
Αίσθημα αβεβαιότητας για το αν υπάρχει συνεχιζόμενος κίνδυνος. Γενικευμένος φόβος
αισθήματα αδυναμίας και άγχους που εκτείνονται πέρα από το τραυματικό συμβάν.
Απώλεια ήδη κατακτημένων αναπτυξιακών δεξιοτήτων: π.χ. λόγου ή και υγιεινής (π.χ. τα
παιδιά μπορεί να μην μπορούν να κοιμηθούν μόνα τους ή να μην μπορούν να αποχωριστούν
τους γονείς τους και να πάνε στο σχολείο). Δυσκολία στον ύπνο, εφιάλτες και νυχτερινοί
τρόμοι. Απροθυμία να παίξουν σε εξωτερικούς χώρους εάν ένα μέλος της οικογένειας δεν
είναι μαζί τους. Επαναλαμβανόμενη μορφή παιχνιδιού που υποδηλώνει είτε τη συνεχή
εστίαση του παιδιού στο τραυματικό συμβάν είτε την προσπάθειά του να αλλάξει την
αρνητική έκβαση αυτού του γεγονότος. Πόνοι, ανορεξία.
Συμπτώματα τραύματος παιδιών σχολικής ηλικίας
Άγχος ή/και διαρκής ανησυχία. Φόβος για την ασφάλεια τη δική τους ή των άλλων. Ενοχή ή
και ντροπή για το τι έκαναν ή τι δεν έκαναν κατά τη διάρκεια του τραυματικού γεγονότος.
Συναισθηματική απάθεια και απόσυρση. Μειωμένη προσοχή. Αλλαγές στις σχολικές
επιδόσεις. Επιθετικότητα, εκρήξεις θυμού. Επαναφορά του τραυματικού γεγονότος (σε
λεκτικές περιγραφές, σε παιχνίδι, σε ζωγραφιές). Πόνοι (πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι,
κοιλόπονοι). Φόβος ύπνου, διαταραχές ύπνου, εφιάλτες. Φοβίες. Απουσίες στο σχολείο.
Συνέπειες τραύματος
Έχει βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία και την ευημερία των
παιδιών. Όσο πιο παρατεταμένο και έντονο είναι, τόσο μεγαλύτερος είναι ο αντίκτυπος σε
διάφορους τομείς λειτουργίας. Οι τρόποι αντίδρασης ενός παιδιού στο τραύμα μπορούν να
γίνουν τόσο πολύ μέρος του τρόπου λειτουργίας του, που να είναι δύσκολο για τους ενήλικες
να αναγνωρίζουν τις συμπεριφορές του ως συμπεριφορές απόκρισης στο τραύμα. Ένα παιδί
πρέπει οπωσδήποτε να παραπεμφθεί για εξατομικευμένη βοήθεια όταν οι αντιδράσεις του
φαίνονται να είναι σοβαρές (όπως συνεχής απελπισία και φόβος), διαρκούν για μεγάλο
διάστημα (πάνω από ένα μήνα) και επηρεάζουν την καθημερινότητά του.

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ-ΥΠΕΡΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

Τα ποσοστά της ΔΕΠ-Υ κυμαίνονται από 3 μέχρι 10% στα παιδιά σχολικής ηλικίας. Η ΔΕΠ-Υ
είναι 5 φορές πιο συχνή στα αγόρια απ' ότι στα κορίτσια. Πολλές φορές μπορεί να εμφανιστεί
από την ηλικία των 3 χρονών αλλά συνήθως σ' αυτές τις περιπτώσεις η διάγνωση είναι
δύσκολη και πολλές φορές δεν εντοπίζεται πριν το παιδί αρχίσει το σχολείο. Για να
χαρακτηρίσουμε μια διαταραχή ως Διαταραχή Ελαττωματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητας
θα πρέπει τα συμπτώματα να εμφανιστούν πριν από την ηλικία των 7 χρόνων και να
διαρκούν για περισσότερο από 6 μήνες.
Το κυριότερο χαρακτηριστικό αυτής της διαταραχής είναι η μικρή διάρκεια προσοχής, η
οποία κάνει το παιδί να μη μπορεί να ολοκληρώσει ορισμένες καθημερινές ασχολίες (π.χ.
μαθήματα, δουλειές σπιτιού, παιχνίδια) και η εύκολη διάσπαση (πηδάει πολύ εύκολα από
τη μια δραστηριότητα στην άλλη). Ένα άλλο σημαντικό χαρακτηριστικό είναι η
παρορμητικότητα. Τα παιδιά δηλαδή με τη διαταραχή αυτή ενεργούν χωρίς να σκέφτονται,
έχουν έντονες μεταπτώσεις, δεν μπορούν να περιμένουν τη σειρά τους κλπ. Τέλος, σε πολλά
από τα παιδιά με διάσπαση προσοχής εμφανίζεται ταυτόχρονα και υπερκινητικότητα,
υπερβολική δηλαδή ενεργητικότητα (το παιδί κινείται υπερβολικά ακόμη και στη διάρκεια
του ύπνου, δεν μπορεί να σταθεί ούτε λεπτό στην ίδια θέση χωρίς να κουνάει τα πόδια ή να
μουτζουρώνει και γενικά δίνει την αίσθηση ότι βρίσκεται συνέχεια «υπ' ατμόν»).
Επακόλουθο της διαταραχής είναι τα παιδιά αυτά να δημιουργούν προβλήματα και να μη
γίνονται αποδεκτά ούτε από τους συνομήλικους ούτε από τους μεγάλους. Επίσης, λόγω της
μεγάλης διάσπασης και του μικρού χρόνου προσήλωσης στην ίδια δραστηριότητα, συχνά
αν και έχουν κανονική νοημοσύνη παρουσιάζουν χαμηλή απόδοση στο σχολείο. Η
υπερκινητικότητα με την πάροδο του χρόνου μειώνεται, αλλά παραμένει η διάσπαση της
προσοχής. Η διαταραχή είναι πιο συχνή στους βιολογικούς συγγενείς πρώτου βαθμού
ατόμων που έχουν τη διαταραχή.
Διάγνωση
Τα διαγνωστικά κριτήρια της Διαταραχής Ελαττωματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητας
πρέπει να διαρκούν τουλάχιστον 6 μήνες.
 Το παιδί συμπεριφέρεται σα νευρόσπαστο ή δεν μπορεί να κάτσει "ήσυχο σε μια
Θέση (στους εφήβους αυτό μπορεί να περιορίζεται σε υποκειμενικά αισθήματα
κινητικής ανησυχίας).
 Δυσκολεύεται να παραμείνει καθισμένο όταν το απαιτεί η περίσταση.
 Εύκολα διασπάται η προσοχή του από εξωτερικά ερεθίσματα.
 Δυσκολεύεται να περιμένει τη σειρά του στα παιχνίδια ή στις ομαδικές καταστάσεις.
 Συχνά πετάγεται ν' απαντήσει ερωτήσεις προτού ακόμη αυτές ολοκληρωθούν.
 Δυσκολεύεται να φέρει σε πέρας οδηγίες που του έχουν δοθεί από άλλους (χωρίς
αυτό να οφείλεται σε εναντιωτική συμπεριφορά ή σε αδυναμία κατανόησης), π.χ.
δεν καταφέρνει να ολοκληρώσει μικροθελήματα που του ανατίθενται.
 Δυσκολεύεται να διατηρήσει την προσοχή του στα μαθήματά του ή σε
δραστηριότητες παιχνιδιού.
 Συχνά μεταπηδά από μια ανολοκλήρωτη δραστηριότητα σε μια άλλη.
 Δυσκολεύεται να παίξει ήσυχα.
 Συχνά μιλά υπερβολικά.
 Συχνά διακόπτει ή «χώνεται» στους άλλους, π.χ. παρεμβαίνει απρόσκλητο στα
παιχνίδια άλλων παιδιών.
 Συχνά δεν μοιάζει να ακούει τι του λένε.
 Συχνά χάνει πράγματα απαραίτητα για τα μαθήματά ή τις δραστηριότητες στο
σχολείο ή στο σπίτι (π.χ. παιχνίδια, στυλό, βιβλία, σχολική δουλειά στο σπίτι).
 Συχνά μπλέκεται σε δραστηριότητες που είναι σωματικά επικίνδυνες χωρίς να
λογαριάσει τις πιθανές συνέπειες (χωρίς αυτό να αποσκοπεί στο να αισθανθεί «τα
ρίγη του κινδύνου»), π.χ. τρέχει μέσα στο δρόμο χωρίς να κοιτάει.

ΑΥΤΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Η αυτιστική διαταραχή αποτελεί μια σοβαρή μορφή Βαριάς Εκτεταμένης Διαταραχής της
Ανάπτυξης με έναρξη στη βρεφονηπιακή ή πρώτη παιδική ηλικία.
Διάγνωση
Ένα κριτήριο θεωρείται ότι πληρούται μόνον εφόσον η συμπεριφορά είναι μη φυσιολογική
για το αναπτυξιακό επίπεδο του παιδιού. Τα διαγνωστικά κριτήρια της Αυτιστικής
Διαταραχής είναι τα εξής:
Α. Ποιοτική έκπτωση στην ανταπόδοση ή ανταπόκριση κατά την κοινωνική επαφή και
συναλλαγή, όπως εκδηλώνεται με τα παρακάτω:
1. Εκσεσημασμένη έλλειψη επίγνωσης της ύπαρξης των άλλων ή των αισθημάτων τους π.χ.
συμπεριφέρεται σ' έναν άνθρωπο σαν αυτός να ήταν κάποιο έπιπλο, δεν παίρνει είδηση τον
πόνο ενός άλλου ατόμου, εμφανώς δεν κατέχει την έννοια της ανάγκης των άλλων να
μείνουν μόνοι τους.
2. Δεν αποζητάει καθόλου παρηγοριά ή το κάνει με μη φυσιολογικό τρόπο όταν του
συμβαίνει κάτι κακό π.χ. δεν έρχεται να παρηγορηθεί ούτε όταν είναι άρρωστο, χτυπημένο
ή κουρασμένο, αναζητά παρηγοριά με ένα στερεότυπο τρόπο, π.χ. λέει «τυρί, τυρί, τυρί»
όποτε χτυπάει.
3. Καθόλου ή μειωμένη μίμηση π.χ. δεν κουνάει το χέρι του για το «γεια σου» δεν αντιγράφει
τις οικιακές δραστηριότητες της μητέρας, αντιγράφει τις πράξεις των άλλων μηχανιστικά και
έξω από το νόημά του.
4. Καθόλου ή μη φυσιολογικό κοινωνικό παιχνίδι π.χ. δεν παίρνει μέρος ενεργητικά σε απλά
παιχνίδια, προτιμάει μοναχικά παιχνίδια, επιτρέπει σε άλλα παιδιά να πάρουν μέρος στο
παιχνίδι του μόνο σαν «μηχανικοί βοηθοί».
5. Η ικανότητά του να γίνει φίλος με τους συνομηλίκους του είναι εμφανώς μειωμένη π.χ.
δεν ενδιαφέρεται να κάνει φιλίες με τους συνομηλίκους του, παρά το ενδιαφέρον να κάνει
φίλους δείχνει ότι δεν καταλαβαίνει τους βασικούς κανόνες της κοινωνικής συναλλαγής, για
παράδειγμα, διαβάζει τον τηλεφωνικό κατάλογο σε ένα συνομήλικο που δεν ενδιαφέρεται.
Β. Ποιοτική έκπτωση στη λεκτική και μη λεκτική επικοινωνία και στη δραστηριότητα που έχει
σχέση με τη φαντασία, όπως εκδηλώνεται με τα παρακάτω:
6. Δεν υπάρχει κανένας τύπος επικοινωνίας, όπως επικοινωνιακή μωρουδίστικη γλώσσα,
εκφράσεις του προσώπου, χειρονομίες, μίμηση ή γλωσσική επικοινωνία.
7. Εκσεσημασμένα παθολογική μη λεκτική επικοινωνία, όπως στη χρήση της βλεμματικής
επαφής, της έκφρασης του προσώπου, στη στάση του σώματος ή σε κινήσεις που εισάγουν
ή ρυθμίζουν την κοινωνική συναλλαγή π.χ. δεν είναι προετοιμασμένο να το πάρει κάποιος
αγκαλιά, όταν το κρατάνε αγκαλιά το σώμα του γίνεται άκαμπτο, όταν κάνει μια κοινωνική
επαφή δεν κοιτάζει τον άλλον ή δε χαμογελάει, δε χαιρετάει τους γονείς του ή τους
επισκέπτες, έχει ένα καθηλωμένο βλέμμα σε κοινωνικές καταστάσεις.
8. Απουσία δραστηριότητας που έχει σχέση με τη φαντασία, όπως το να παίζει υποδυόμενο
το ρόλο κάποιου ενήλικα, φανταστικούς ήρωες ή ζώα, έλλειψη ενδιαφέροντος για ιστορίες
που αφορούν φανταστικά γεγονότα.
9. Εκσεσημασμένες ανωμαλίες στην παραγωγή της ομιλίας, συμπεριλαμβανόμενης της
έντασης, της χροιάς, της έμφασης, της ταχύτητας, του ρυθμού και του τονισμού της ομιλίας
π.χ. μονότονη ομιλία, ερωτηματική μελωδικότητα της ομιλίας ή οξύτονη χροιά της ομιλίας.
10. Εκσεσημασμένες ανωμαλίες στη μορφή ή, το περιεχόμενο της ομιλίας που
περιλαμβάνουν στερεότυπη και επαναληπτική χρήση της ομιλίας π.χ. άμεση ηχολαλία ή
μηχανική επανάληψη διαφημίσεων της τηλεόρασης, χρήση του «εσύ» στη θέση του «εγώ,
π.χ. λέγοντας «θέλεις ένα γλυκό» να εννοεί «θέλω ένα γλυκό», ιδιοσυγκρασιακή χρήση
λέξεων ή φράσεων π.χ. λέει «πάω πράσινη καβάλα» εννοώντας «θέλω να κάνω κούνια», ή
συχνές παρατηρήσεις εκτός θέματος π.χ. αρχίζει να μιλάει για τα ωράρια των τραίνων σε μια
συζήτηση που αφορά σπορ.
11. Εκσεσημασμένη έκπτωση της ικανότητας ν' αρχίσει ή να διατηρήσει μια συζήτηση με
άλλους, παρόλο που υπάρχει επαρκής ομιλία π.χ. καταπιάνεται με μακροσκελείς
μονολόγους δίχως να παίρνει υπόψη τις παρεμβάσεις των άλλων.
Γ. Εκσεσημασμένα περιορισμένο ρεπερτόριο δραστηριοτήτων και ενδιαφερόντων, όπως
εκδηλώνεται με τα παρακάτω:
12. Στερεοτυπικές κινήσεις του σώματος, π.χ. συστρέφει τα χέρια ή κάνει «στράκε» με τα
δάκτυλα, στριφογύρισμα σα σβούρα, χτυπάει το κεφάλι του, περίπλοκες κινήσεις ολόκληρου
του σώματος.
13. Επίμονη ενασχόληση με τμήματα αντικειμένων π.χ. μυρίζει ή γλύφει αντικείμενα,
δοκιμάζει επαναληπτικά την υφή των αντικειμένων, περιστρέφει συνεχώς και γρήγορα τις
ρόδες από τα αυτοκίνητα που έχει σαν παιχνίδια ή προσκόλληση σε ασυνήθιστα αντικείμενα
π.χ. επιμένει όπου πάει να κουβαλάει μαζί του ένα κομμάτι κορδόνι
14. Αναστατώνεται έντονα όταν γίνουν ασήμαντες αλλαγές στο περιβάλλον του, π.χ. όταν
ένα βάζο μετακινηθεί από τη συνηθισμένη του θέση
15. Μη λογική επιμονή στο να ακολουθεί ρουτίνες με ακριβείς λεπτομέρειες, π.χ. επιμένει
να ακολουθείται πάντα ακριβώς ο ίδιος δρόμος όταν πηγαίνουν για ψώνια
16. Εξαιρετικά περιορισμένο εύρος ενδιαφερόντων και επίμονη ενασχόληση με κάποιο πολύ
περιορισμένο ενδιαφέρον, πχ. ενδιαφέρεται μόνο να βάλει στη σειρά κάποια αντικείμενα,
να συσσωρεύσει στοιχεία σχετικά με τη μετεωρολογία ή να προσποιείται ότι είναι
φανταστικός ήρωας.
ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΡΟΦΗΣ

ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ ΑΝΟΡΕΞΙΑ

Η Ψυχογενής Ανορεξία (ή vευρογεvής ανορεξία) είναι ένα σύνδρομο αυτοεπιβαλλόμενης


ασιτίας στο οποίο το άτομο με τη θέλησή του περιορίζει την πρόσληψη τροφής καθώς
φοβάται έντονα μήπως γίνει παχύ. Τα βασικά χαρακτηριστικά της είναι η άρνηση του ατόμου
να διατηρήσει ένα ελάχιστο φυσιολογικό βάρος, ο έντονος φόβος του ατόμου μήπως γίνει
παχύ, η διαταραχή στη σωματική εικόνα, η σημαντική απώλεια βάρους, και η αμηνόρροια
στις γυναίκες. Άτομα με τη διαταραχή αυτή λένε ότι «νιώθουν παχιά» όταν το βάρος τους
είναι φυσιολογικό ή ακόμα κι όταν έχουν απισχνανθεί κι αυτό γιατί η απώλεια του βάρους
δεν καθησυχάζει το φόβο τους της παχυσαρκίας. Τα ανορεκτικά άτομα υποφέρουν από μια
διαταραγμένη αντίληψη του σώματός τους ολόκληρου και της εξωτερικής τους σωματικής
εικόνας. Δεν μπορούν να αναγνωρίσουν σωματικές αισθήσεις συμπεριλαμβανόμενου του
αισθήματος της πείνας, πιστεύουν ότι το σώμα τους ή διάφορα μέρη του είναι «πολύ παχιά»
ακόμα και όταν είναι κάτω από το φυσιολογικό βάρος.
Βέβαια η λέξη «ανορεξία» είναι αποπροσανατολιστική. Η ψυχογενής ανορεξία δεν είναι
διαταραχή της όρεξης, γιατί η όρεξη δεν προσβάλλεται παρά μόνον αργά στην πορεία της
νόσου. Μάλλον πρόκειται για διαταραχή της αίσθησης του εαυτού, στην ταυτότητα και στην
αυτονομία, για λόγους που ακόμα δεν γνωρίζουμε. Η απώλεια του βάρους συνήθως
κατορθώνεται: με μείωση της συνολικής ποσότητας τροφής, με δυσανάλογη ελάττωση σε
τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες και λίπος, με προκλητό εμετό, με χρήση καθαρτικών ή
διουρητικών και με εξαντλητική άσκηση. Η αμηνόρροια συχνά μπορεί να εμφανισθεί πριν
παρατηρηθεί σημαντική ελάττωση βάρους.
Στην αρχή το περιβάλλον δεν αντιλαμβάνεται τίποτα. Απλώς το ανο-ρεκτικό άτομο αρχίζει
να αδυνατίζει με κάποια δίαιτα.
Προοδευτικά, όμως, καθώς η απώλεια του βάρους προχωρά και η πρόσληψη τροφής
συ-νεχώς ελαττώνεται, συγγενείς και φίλοι αρχίζουν να τρομάζουν καθώς το ανορεκτικό
άτομο δηλώνει ότι «πρέπει να χάσει βάρος γιατί είναι παχύ». Όταν, τελικά, το άτομο έρθει
στο γιατρό η απώλεια βάρους είναι μεγάλη. Όταν γίνει ακόμη μεγαλύτερη, τότε μπορεί να
εμφανισθούν υποθερμία, οίδημα των αστραγάλων, βραδυκαρδία, υπόταση, οι τρίχες
γίνονται λεπτές και μαλακές όπως του νεογέννητου και σοβαρές μεταβολικές διαταραχές
(ηλεκτρολυτικές διαταραχές κλπ.), κώμα και θάνατος.
Η ψυχογενής ανορεξία είναι δυνητικά θανατηφόρα νόσος, η θνησιμότητα κυμαίνεται μεταξύ
5% και 18%. Γι' αυτό και συχνά η νοσηλεία και η υποχρεωτική σίτιση (συχνά με ρινογαστρικό
καθετήρα ή παρεντερικά) είναι απαραίτητη για τη σωτηρία του ανορεκτικού ατόμου.
Φύλο, ηλικία έναρξης, πορεία, προδιαθεσικοί παράγοντες
Τα ανορεκτικά άτομα είναι σχεδόν αποκλειστικά γυναίκες (95%). Υπολογίζεται ότι 1 στις 250
γυναίκες μεταξύ 12 και 18 ετών μπορεί να εμφανίσει τη διαταραχή. Η ηλικία έναρξης είναι
επομένως η εφηβική ηλικία αν και η διαταραχή μπορεί να εμφανισθεί και στη νεαρή ενήλικη
ζωή - μέχρι τα 30 - σπανιότερα όμως. Η πορεία της νόσου μπορεί να είναι σταθερή
επιδείνωση με κατάληξη το θάνατο από ασιτία, επεισοδιακή ή πιο συχνά ένα μοναδικό
επεισόδιο με πλήρη ανάνηψη. Καλοί προγνωστικοί παράγοντες θεωρούνται η έναρξη του
προβλήματος πριν τα 15 και η απόκτηση βάρους μέσα σε δύο χρόνια από την έναρξη της
θεραπείας. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η διαταραχή είναι πιο συχνή στις αδερφές και τις μητέρες
ατόμων που έχουν τη διαταραχή απ' ότι στο γενικό πληθυσμό.
Πολλές ανορεκτικές έφηβοι δίνουν ιστορικό «πρότυπων παιδιών» που ήταν εξαιρετικά
υπάκουα και τελειοθηρικά και που εμφανίζουν εξαι-ρετικό θυμό και αρνητισμό καθώς
αναπτύσσεται το σύνδρομο και αρχίζουν να αντιμάχονται την οικογένειά τους γύρω από την
πρόσληψη τροφής. Τα ανορεκτικά άτομα τυπικά αρνούνται ότι έχουν κάποιο πρόβλημα και
αρνούνται ότι χρειάζονται θεραπεία. Οι ανορεκτικές έφηβοι συχνά παρουσιάζουν
καθυστέρηση στη σεξουαλική τους ανάπτυξη και οι ενήλι-κες δείχνουν μικρό ενδιαφέρον για
το σεξ. Έτσι, ορισμένοι θεωρητικοί ισχυρίζονται ότι ο φόβος της σεξουαλικότητας είναι ένας
συντελεστικός παράγοντας στην εσωτερική παρότρυνση του ατόμου να γίνει υπερβολικά
ισχνό. Σε μερικά άτομα η έναρξη της αρρώστιας συνδέεται με κάποια στρεσογόνα
κατάσταση. Περίπου το 1/3 των ατόμων είχαν μεγαλύτερο από το κανονικό βάρος πριν
αρχίσει η αρρώστια.

ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ ΒΟΥΛΙΜΙΑ

Η άλλη συχνή διαταραχή στην πρόσληψη τροφής κατά την εφηβεία και την ενήλικη ζωή είναι
η Ψυχογενής Βουλιμία. Βασικό χαρακτηριστι-κό της είναι επανειλημμένα επεισόδια
υπερφαγίας στη διάρκεια των οποί-ων το άτομο νιώθει ότι δεν μπορεί να ελέγξει τον εαυτό
του και να σταματήσει να τρώει. Τα επεισόδια υπερφαγίας συνίστανται στην ταχύτατη
κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων τροφής σε σύντομο χρονικό διάστημα. Σε αντίθεση με τα
άτομα που πάσχουν από Ψυχογενή Ανορεξία, τα βουλιμικά άτομα γενικά γνωρίζουν ότι η
συμπεριφορά τους είναι παθολογική και μπορεί να νιώθουν κατάθλιψη και να κατηγορούν
τον εαυτό τους μετά τα επεισόδια υπερφαγίας.
Τα επεισόδια αυτά συνίστανται στην κατανάλωση τροφών με υψηλή θερμιδική αξία, που
συνήθως είναι γλυκές ή ευκολομάσητες και μπορούν να καταναλωθούν γρήγορα. Το άτομο
συνήθως τρώει κρυφά και δεν σταματάει παρά μόνον όταν πονέσει οι κοιλιά του ή πέσει
στον ύπνο ή κάποιος το διακόψει ή προκαλέσει εμετό. Ο προκλητός εμετός χρησιμοποιείται
για ν' ανακουφίσει το άτομο τον κοιλιακό πόνο να μειώσει τα αισθήματα ενοχής και να
ελεγχθεί το βάρος. Τα βουλιμικά άτομα συχνά δείχνουν υπερβολικό νοιάξιμο για το βά-ρος
τους και επανειλημμένα προσπαθούν να το ελέγξουν με αυστηρή δίαιτα, παρατεταμένη
νη-στεία, εντατική άσκηση, προκλητό εμετό ή με τη χρήση καθαρτικών ή διουρητικών. Είναι
συχνές οι διακυμάνσεις του βάρους των βουλιμικών που οφείλονται σε εναλ-λασσόμενες
περιόδους υπερφαγίας και νηστείας. Συχνά η υπεραπασχόληση με το βάρος ή τα
επανειλημμένα επεισόδια υπερφαγίας και προκλητού εμετού δημιουργούν κοινωνικά ή
επαγγελματικά προβλήματα.
Η Ψυχογενής Βουλιμία τυπικά αρχίζει στην εφηβεία ή νωρίς στην ενήλικη ζωή και
προσβάλλει κυρίως τις γυναίκες. Η πορεία της γενικά είναι χρόνια και διαλείπουσα με
εναλλαγές περιόδων υπερφαγίας και πε-ριόδων φυσιολογικής δίαιτας ή νηστείας. Τα
επεισόδια υπερφαγίας συχνά εκλύονται από στρεσογόνα γεγονότα. Η αιτιολογία της
βουλιμίας δεν είναι γνωστή. Σε πολλές περιπτώσεις ανευρίσκεται πιο σφαιρική
ψυχοπαθολογία, που μπορεί να σχετίζεται με τη βουλιμία (π.χ. διαταραχή προσωπικότητας).
Συχνά η παχυσαρκία είναι παρούσα στους γονείς ή τα αδέλφια των βουλιμικών, ενώ οι ίδιες
μπορεί να έχουν μεγαλύτερο ή μικρότερο βάρος από το κανονικό, που όμως τις απασχολεί
έντονα καθώς και η εξωτερική τους εμφάνιση.

ΨΥΧΟΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

Οι ψυχοφυσιολογικές μελέτες αναζητούν συσχετίσεις ανάμεσα σε επιλεγμένες ψυχολογικές


και φυσιολογικές μεταβλητές.
Ένα κλινικό πα-ράδειγμα τέτοιας μελέτης είναι η χορήγηση ενός ερωτηματο-λογίου που
μετράει άγχος σε άτομα που πάσχουν από στηθάγχη με ταυτόχρονο ηλεκτροκαρδιογραφικό
έλεγχο και η ανεύρεση της επίδρασης του στρες στην ισχαιμι-κή νόσο, σε σχέση με ομάδα
ελέγχου υγιών ατόμων. Σε ανάλογες μελέτες σε εργάτες στη Σουηδία βρέθηκαν πιθανές
συν-δέσεις ανάμεσα στο επαγγελματικό στρες (μονοτονία και νοητική υπερ-φόρτωση,
θόρυβος, έλλειψη ελέγχου στο ρυθμό παραγωγής κλπ.), τη δρα-στηριότητα του
συμπαθητικού νευρικού συστήματος (αύξηση στην έκκριση κατεχολαµινών) και την
ισχαιμική καρδιοπάθεια.
Άλλοι ερευνητές βρήκαν ότι τα επίπεδα στο αίμα της κορτιζόλης, της αδρεναλίνης, της
νοραδρεναλίνης, της θυροξίνης, της ινσουλίνης, της αυξητικής ορμόνης και της
τεστοστερόνης μεταβάλλονται σε απάντηση σε ποικίλα ψυχοκοινωνικά ερεθίσματα, γεγονός
που τα καθιστά ικανά να επηρεάζουν όλες τις μεταβολικές διεργασίες. Άλλοι ερευνητές
έδειξαν πως προσωπικά σημαντικές πληροφορίες ή συμβολικά ερεθίσματα επηρεάζουν το
αυτόνομο νευρικό ή το ανοσοποιητικό σύστημα ή ακόμη το πώς η ψυχολογική κατάσταση
ενός ατόμου μέσω νευροεvδοκρινικών μηχανισμών μπορεί να προκαλέσει μεταβολές στο
ανοσοποιητικό σύστημα και να διευκολύνει έτσι δυνητικά την ανάπτυξη νεοπλασιών ή
άλλων νόσων.
Ιδιαίτερα η ψυχοφυσιολογική έρευνα έχει δείξει ότι πληροφόρηση που είναι απειλητική ή
σημαίνει απώλεια για τον αποδέκτη είναι πολύ πιθανό να προκαλεί μεταβολές στις
λειτουργίες των διαφόρων συστημά-των του σώματος. Τέτοιες μεταβολές κάτω από
ορισμένες συνθήκες, μπορεί να αuξάvoυv την ευαισθησία ή ευαλωτότnτα τοι ατόμου στην
αρρώστια και έτσι να διαδραματίζουν ένα αιτιολογικό ρόλο στην ανθρώπινη νοσηρότητα.
Κλασικό παράδειγμά της σχέσης ανάμεσα σε συγκεκριμένο ψυχοκοινωνικό παράγοντα και
την εμφάνιση και διαδρομή μιας συγκεκριμένης αρρώστιας είναι η έρευνα που έχει γίνει
γύρω από τη Προσωπικότητα τύπο Α και της σχέσης της με τη στεφανιαία νόσο.
Ανασκόπηση μεγάλου αριθμού μελετών γύρω από αυτό το θέμα έχει καταλήξει ότι ο τύπος
αυτός της συμπεριφοράς ή της προσωπικότητας (χρόνια αίσθηση έλλειψης χρόνου, τάση
και προ-σπάθεια του ατόμου να επιτύχει συνεχώς περισσότερα, επιθετικότητα,
ανταγωνιστική εχθρικότητα) είναι παράγοντας κινδύνου για στεφανιαία νόσο. Σαν συνέπεια
των παραπάνω έχουν δημιουργηθεί ειδικά προγράμματα τροποποίησης της συμπεριφοράς
αυτής, για λόγους φυσικά προληπτικούς. Μια άλλη περιοχή έρευνας είναι η αναζήτηση
συσχετίσεων ανάμεσα σε αλλαγές ή γεγονότα ή συμβάντα της ζωής και την εμφάνιση
γενικά σωματικής αρρώστιας μέσα σε 6-12 μήνες. Υπάρχουν ενδείξεις ότι προσωπικά
σημαντικά γεγονότα όπως, πένθος, απώλεια της εργασίας κλπ. αυξάνουν την ευαισθησία του
ατόμου για την ανάπτυξη σωματικής αρρώστιας, ελαττώνοντας την αντίσταση του σώματος
σε εσωτερικά ή εξωτερικά παθογόνα αίτια.
Το αν θα αναπτυχθεί ή όχι τελικά αρρώστια ή το πόσο βαριά θα είναι εξαρτάται από
επιπρόσθετους παράγοντες, άλλους μέσα στο άτομο, κι άλλους έξω από το άτομο. Ο όρος
εξειδίκευση της ατομικής απάντησης αναφέρεται στους ατομικούς παράγοντες και σημαίνει
ακριβώς ότι κάθε άτομο έχει την προδιάθεση από την κληρονομικότητα, τις μαθησιακές
εμπειρίες και την προηγούμενη έκθεση σε αρρώστια ή τραύμα να απαντά σε ερεθίσματα
διαφόρων τύπων με ένα σχετικά περιορισμένο σχήμα ψυχοφυσιολογικών απαντήσεων.
Αν, π.χ., ένα άτομο είναι προδιατεθειμένο να απαντά σε διάφορα ερεθίσματα με διέγερση
του συμπαθητικού νευρικού συστήματος και αύξηση της αρτηριακής πίεσης, τότε μπορεί
κανείς να προβλέψει ότι έκθεση σε μία αλλαγή της ζωής είναι πιθανό ότι θα προκαλέσει μια
υπερτασική κρίση μεγαλύτερης ή μικρότερης σοβαρότητας και διάρ-κειας. Αν, ένα τέτοιο
άτομο, έχει ήδη αναπτύξει ισχαιμική καρδιοπάθεια, η αυξημένη πίεση του αίματος μπορεί
να οδηγήσει σε έμφραγμα.
ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Ο ΚΩΛΙΚΟΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΜΗΝΩΝ

Πρόκειται, συνήθως, μία παροδική αντίδραση που εκδηλώνεται στην κρίσιμη περίοδο των
τριών μηνών. Το μωρό καταλαμβάνεται από κρίσεις κλάματος, ανησυχία και άλλες
σωματικές εκδηλώσεις που δηλώνουν ότι υποφέρει. Η ένταση της κρίσης αυξάνει συνεχώς
και διαρκεί επί ώρες, χωρίς να φαίνεται ότι η μητέρα μπορεί να ησυχάσει το μωρό. Ο κωλικός
των τριών μηνών συμβαίνει στην κρίσιμη φάση μιας αλλαγής στη σχέση μωρού-μητέρας
που συμπίπτει με την κατάκτηση μιας στοιχειώδους νοητικής και ψυχικής δομής, ικανής να
απελευθερώσει τη μητέρα από τη συνεχή της παρουσία.
Η μητέρα αρχίζει να εισάγει την απουσία της ως ένα μέρος της φροντίδας της. Το μωρό
αντιλαμβάνεται τη διακοπή της διαθεσιμότητάς της και αντιδρά στο βίωμα της εσωτερικής
πίεσης με κωλικούς. Ενδείκνυται να χρησιμοποιηθεί προσωρινά ένα άλλο πρόσωπο ως
υποκατάστατο της μητέρας, για να βοηθήσει το μωρό και τη μητέρα κατά τη μεταβατική
αυτή περίοδο και να τους δώσει χρόνο να αποκτήσουν μια καινούρια ισορροπία στη σχέση
τους, η οποία θα προάγει την εξέλιξη προς την αυτονομία του παιδιού, ενώ θα ενισχύει το
αίσθημα ασφάλειάς του και θα μειώνει το άγχος του. Όταν στο μωρό η αναπτυχθεί η αίσθηση
ότι η μητρική φροντίδα υπάρχει παρά την μερική απουσία της και έχει αποκτήσει νέα
σταθερή θέση στη καθημερινότητά του , η παρέμβαση αυτή από το τρίτο πρόσωπο δεν θα
χρειάζεται.

ΗΜΙΚΡΑΝΙΑ

Πρόκειται για κεφαλαλγία η οποία πάντα αρχίζει από τη μια πλευρά του κρανίου και
συνοδεύεται από ναυτία, εμετό και διαταραχές της ό-ρασης. Οι κρίσεις της ημικρανίας
οφείλονται στη διαστολή και των αρτηριών του εγκεφάλου και, κυρίως, των κλάδων της
καρωτίδας, κυρίως της κροταφικής αρτηρίας. Πολύ συχνά οι ημικρανίες αρχίζουν στην
παιδική ηλικία. Έχει υπολογιστεί ότι το 43% των περιπτώσεων αρχίζει κατά την παιδική ηλικία
και το14% κατά την εφηβεία.
Οι ψυχολογικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στην αιτιολογία της ημικρανίας, καθώς
και στην έναρξη των συμπτωμάτων της. Συνήθως εμφανίζονται μετά τη χαλάρωση που
ακολουθεί μια περίοδο έντασης. Όσον αφορά τις σχέσεις αντικειμένου, τα άτομα αυτά ζουν
με ένταση και με διαρκή αποφυγή εκδήλωσης συναισθημάτων επιθετικό-τητας.
Χαρακτηριστική είναι, εξάλλου, η τάση τους για τελειοθηρία, δογματισμό και επιδίωξη
μεγάλων στόχων. Θέλουν να τα σκέφτονται και να τα γνωρίζουν όλα «μην αφήνοντας τίποτα
να περάσει έτσι».

ΕΛΚΩΔΗΣ ΚΟΛΙΤΙΔΑ

Είναι μια σοβαρή πάθηση του παχέος εντέρου και του ορθού με χρόνια πορεία και με
περιόδους υποτροπών και εξάρσεων. Εκδηλώνεται με αιματώδη διάρροια, πυρετό, απώλεια
βάρους και τοπικές ελκώσεις του εντέρου. Η ελκώδης κολίτιδα εμφανίζεται, συνήθως, μετά
την ηλικία των 9 ε-τών. Τα παιδιά και οι έφηβοι αποτελούν περίπου το 10% των εισαγωγών
για κολίτιδα στα νοσοκομεία. Πιστεύεται ότι η ελκώδης κολίτιδα οφείλεται σε
αυτοανοσοποιητικούς μηχανισμούς. Επίσης συ- σχετίζεται αιτιολογικά με σημαντικές
συναισθηματικές αντιδράσεις και παράγοντες εσωτερικής πίεσης.
Οι ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα είναι συνήθως μεθοδικοί, ενεργητικοί και ικανοί. Στο
σχολείο εργάζονται σκληρά γιατί δεν αντέχουν να δουν κανένα καλύτερο από τον εαυτό
τους, αλλά παράλληλα επιθυμούν να αποτινάξουν τον εσωτερικό καταναγκασμό τον οποίο
τους επιβάλλουν, συνήθως, οι απαιτητικοί γονείς. Νιώθουν εύκολα ανησυχία για το αν θα
τα καταφέρουν. Εύκολά προσβάλλονται και μπορεί επί μέρες να μη μιλάνε αλλά να κρατούν
μέσα τους τη στεναχώρια που προέρχεται συχνά από ασήμαντες αφορμές.
Οι ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα εμφανίζουν χαρακτηριστικά ψυχαναγκαστικής και
εξαρτημένης προσωπικότητας, με τάση να ελέγχουν τον εαυτό τους και το περιβάλλον
τους για να αντιμετωπίσουν το φόβο ότι θα κατακλυσθούν από εσωτερική ένταση.
Ως παιδιά, αναφέρεται ότι έχουν δημιουργήσει μια στενή σχέση με τον έναν από τους γονείς,
στην οποία αισθάνονται καταναγκασμένοι να αποδεικνύουν συνεχώς ότι παράγουν ένα
τέλειο αποτέλεσμα. Ικανοποιούν τη φιλοδοξία του γονέα κάνοντας «μια άψογη δουλειά»,
που δε θα δώσει δικαίωμα σε κανένα να κάνει την παραμικρή παρατήρηση. Τρέμουν ότι θα
χάσουν την αξιοπρέπειά τους, ότι δε θα κατορθώσουν να λειτουργήσουν σύμφωνα με τις
προδιαγραφές και ότι θα ρεζιλευτούν χάνοντας τον έλεγχό τους.

You might also like