About: Alans

An Entity of Type: ethnic group, from Named Graph: http://dbpedia.org, within Data Space: dbpedia.org

The Alans (Latin: Alani) were an ancient and medieval Iranian nomadic pastoral people of the North Caucasus – generally regarded as part of the Sarmatians, and possibly related to the Massagetae. Modern historians have connected the Alans with the Central Asian Yancai of Chinese sources and with the Aorsi of Roman sources. Having migrated westwards and becoming dominant among the Sarmatians on the Pontic–Caspian steppe, the Alans are mentioned by Roman sources in the 1st century CE. At that time they had settled the region north of the Black Sea and frequently raided the Parthian Empire and the Caucasian provinces of the Roman Empire. From 215–250 CE the Goths broke their power on the Pontic Steppe.

Property Value
dbo:abstract
  • Els alans (àrab: al-Lan; grec: alanoi; llatí: alani o halani), en singular alà, són un poble del grup iranià del nord (escites, saka, sàrmates, massagetes); algunes de les seves tribus afiliades són esmentades com asians, roxolans, aorsis, siracs i iazigs. En les primeres notícies, els alans estaven establerts al nord de la mar Càspia i la mar Negra i després van ocupar Crimea i part del nord del Caucas. Eren un poble nòmada i guerrer; els seus serveis com a guerrers (i especialment la cavalleria) eren utilitzats per altres tribus i per romans, parts i sassànides. Van participar en les guerres mitridàtiques i en les campanyes romanes a Armènia, Mèdia i Pàrtia. (ca)
  • Alani byli kmenový svaz íránského původu, který významně zasáhl do evropských poměrů v době stěhování národů. Poprvé jsou zmíněni severně od Kaspického moře, jako kočovníci mezi Volhou a Aralským jezerem. Číňanům byla jejich země známá jako Alanliao (阿蘭聊). Ammianus Marcellinus tvrdil, že Alani jsou potomky Massagetů. Okolo 1. století se přesunuli do míst dnešní Ukrajiny a obsadili území okolo Azovského moře a řeky Don (Tanais). Podnikali nájezdy do Persie, Zakavkazska a okolo 4. století se objevují na římských hranicích podél Dunaje. Okolo roku 370 byli napadeni Huny. Rozdělili se do dvou skupin. Jedna část se přesunula na západ a je označována jako západní. Tato skupina se připojila ke germánským kmenům (Vandalům, Svébům) při invazi do Galie, většina z nich odešla do Španělska. Později se s Vandaly přesunuli do severní Afriky. Alani, kteří zůstali v područí Hunů, jsou označováni jako východní. Tito Alani jsou zřejmě předkové dnešních Osetinců, a Balkarů, žijící v kavkazských republikách jižního Ruska. (cs)
  • الألان أو الألاني (بالإنجليزية: Alans or Alani)‏ كانوا من الرعاة الإيرانيين الرحل في العصور القديمة. (ar)
  • Die Alanen (griechisch Ἀλανοί Alanoí, lateinisch Alanī, Halanī; von iranisch Aryanam, vgl. ossetisch allon „legendäres Volk der Frühzeit“) waren ein iranisches Reitervolk, ein östlicher Teilstamm der Sarmaten. Sie existierten als Stammesverband wesentlich länger als die übrigen Sarmatenstämme und nahmen in der späteren Zeit auch andere Kulturelemente auf. Die Alanen nomadisierten ab dem 2. Jahrhundert v. Chr. im nördlichen Kasachstan und nordöstlich des Kaspischen Meeres, zogen aber seit der Mitte des 1. Jahrhunderts n. Chr. unter dem Druck östlicherer Nomadenverbände, wie der Xiongnu, in die südrussischen Steppen zwischen der Wolga, dem Don und dem Kaukasus. Nach der Eroberung ihres Steppenreiches durch die Hunnen im 4. Jahrhundert schloss sich ein Teil den Hunnen auf ihren Zügen nach Westen an und beteiligte sich später an der sogenannten Völkerwanderung, während die übrigen im Nordkaukasus und Kaukasusvorland blieben. An der Völkerwanderung beteiligten sich alanische Kriegerverbände und ihre Familien in zwei, später drei Gruppen. Eine schloss sich den Zügen der Westgoten an und siedelte sich mit ihnen schließlich in Südgallien an. Die bekanntere Gruppe schloss sich den Vandalen an und gründete in Nordgallien ein kurzzeitiges Stammesreich römischer Foederaten, die am Sieg über die Hunnen in der Schlacht auf den Katalaunischen Feldern beteiligt waren. Schon vor dieser Schlacht hatte sich ein Teil von ihnen abgespalten und war mit den Vandalen und Sueben auf die Iberische Halbinsel gezogen, wo im Süden ebenfalls ein kurzzeitiges Alanenreich entstand. Nach dessen Zerstörung durch die Westgoten zog diese dritte Gruppe mit den Vandalen nach Nordafrika. Alle in Gallien, Iberien und Afrika sesshaft gewordenen Alanen gingen bald in der einheimischen Bevölkerung auf und nur Ortsnamen (Alenquer (Portugal)) und Legenden erinnern an sie. Jene Alanen, die dagegen im Nordkaukasus-Vorland zurückblieben, bildeten im Frühmittelalter bis zum 9. Jahrhundert ein organisiertes Königreich mit mehrheitlich sesshafter, wahrscheinlich nicht allein iranischsprachiger Bevölkerung. Daneben belegen mittelalterliche Quellen kleinere alanische Gruppen auf der Krim und anfangs auch in der Zentral-Ukraine. Die Oberschicht des kaukasischen Königreichs Alanien wurde teilweise christianisiert und das Land ging erst im Mongolensturm im 13. Jahrhundert unter. Diese Alanen sind sprachliche Vorläufer der heute im Kaukasus lebenden Osseten. Daneben gehen die im 13. Jahrhundert nach Ungarn und in Nachbarländer geflüchteten Jassen wahrscheinlich auf kaukasische Alanen zurück. (de)
  • Oι Αλανοί ήταν μία συνομοσπονδία σαρματικών φυλών (δηλ. ιρανικής καταγωγής) της 1ης χιλιετίας μ.Χ., που μιλούσαν μία ανατολικοϊρανική γλώσσα που προήλθε από μία σκυθοσαρματική, και η οποία με τη σειρά της εξελίχθηκε στη σύγχρονη οσετική. Είναι λαός προερχόμενος από την ευρύτερη περιοχή μεταξύ του βόρειου τμήματος του Ευξείνου Πόντου και των βορειοανατολικών παρυφών του Καυκάσου. Είναι αδύνατον να προσδιοριστεί επακριβώς η προέλευσή τους λόγω των συνεχών μετακινήσεών τους και του έντονα νομαδικού χαρακτήρα τους. Πάντως πρόκειται για έναν σαρματοϊρανικό λαό που εμφανίστηκε σε αυτές τις περιοχές τους τελευταίους προχριστιανικούς αιώνες. Ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία με απροσδιόριστες θρησκευτικές αντιλήψεις ειδωλολατρικού και πολεμικού χαρακτήρα, που έμοιαζαν με αυτές των Σκυθών. Οι πρώτες επίσημες και σοβαρές αναφορές γι΄ αυτούς μάς έρχονται περί το 62 με 67 π.Χ. από τους Ρωμαίους, με τους οποίους και συγκρούονται μετά την μεγάλη εκστρατεία που οργανώνει ο στρατηγός Πομπήιος εναντίον τους εξαιτίας των εκτεταμένων επιδρομών τους στην Αρμενία, τη Μικρά Ασία (Καππαδοκία κ.α.) χωρίς όμως σοβαρά αποτελέσματα. Πολύ αργότερα τους βρίσκουμε να μεταναστεύουν με τους Ούννους και τους Βανδάλους στην Κεντρική Ευρώπη, όπου, αφού λεηλατούν πολλά μέρη στη Γαλλία και την Ιβηρική χερσόνησο, πολλοί εγκαθίστανται εκεί σε μόνιμη βάση (406-409). Οι Αλανοί ασπάστηκαν γρήγορα τον Χριστιανισμό και ιδιαίτερα την αίρεση του Αρείου από βυζαντινούς μοναχούς. Γενικά η βυζαντινή διπλωματία τούς χρησιμοποίησε σε ευρεία κλίμακα σε στρατιωτικούς σκοπούς αλλά και πολιτικούς, με σκοπό να ελέγχει πολιτικά και στρατιωτικά άλλους βαρβαρικούς λαούς που εισέρχονταν βίαια ή ειρηνικά στα βορειοανατολικά σύνορα του τεράστιου για την εποχή βυζαντινού κράτους. Ιδιαίτερα κατά τις περιόδους της βασιλείας των Ιουστινιανού, Θεοδοσίου Β΄ και Λέοντος Ισαύρου, οι Αλανοί αξιωματούχοι της βυζαντινής αυλής έφτασαν να επηρεάζουν σημαντικά τις εξελίξεις του κράτους. Το τέλος των Αλανών ως οργανωμένο και συγκροτημένο έθνος ξεκινάει λίγο μετά το 1204, όταν τα αλανικά φύλα υποτάσσονται στους Μογγόλους της Χρυσής Ορδής. Κάποιοι θα παραμείνουν στις μογγολικές Αυλές, άλλοι παραμένουν στη Μικρά Ασία, άλλοι πολύ αργότερα θα βρεθούν στη Βεσσαραβία και σύμφωνα με ρουμανικές ιστορικές πηγές θα αποτελέσουν τη φυλή των Βλάχων. Ο Ρωμαίος ιστορικός του 4ου αιώνα μ.Χ., Αμμιανός Μαρκελλίνος, έγραψε ότι οι Αλανοί ήταν υψηλού αναστήματος, ξανθοί, με ανοιχτού χρώματος μάτια:Σχεδόν όλοι οι Αλανοί είναι άντρες εξαιρετικoύ αναστήματος και ομορφιάς, τα δε μαλλιά τους είναι κάπως κιτρινόχρωμα και τα μάτια τους τρομερά αγριωπά. (el)
  • The Alans (Latin: Alani) were an ancient and medieval Iranian nomadic pastoral people of the North Caucasus – generally regarded as part of the Sarmatians, and possibly related to the Massagetae. Modern historians have connected the Alans with the Central Asian Yancai of Chinese sources and with the Aorsi of Roman sources. Having migrated westwards and becoming dominant among the Sarmatians on the Pontic–Caspian steppe, the Alans are mentioned by Roman sources in the 1st century CE. At that time they had settled the region north of the Black Sea and frequently raided the Parthian Empire and the Caucasian provinces of the Roman Empire. From 215–250 CE the Goths broke their power on the Pontic Steppe. Upon the Hunnic defeat of the Goths on the Pontic Steppe around 375 CE, many of the Alans migrated westwards along with various Germanic tribes. They crossed the Rhine in 406 CE along with the Vandals and Suebi, settling in Orléans and Valence. Around 409 CE they joined the Vandals and Suebi in crossing the Pyrenees into the Iberian Peninsula, settling in Lusitania and Hispania Carthaginensis. The Iberian Alans, soundly defeated by the Visigoths in 418 CE, subsequently surrendered their authority to the Hasdingi Vandals. In 428 CE, the Vandals and Alans crossed the Strait of Gibraltar into North Africa, where they founded a kingdom which lasted until its conquest by forces of the Byzantine Emperor Justinian I in 534. Those Alans who remained under Hunnic rule eventually founded the powerful kingdom of Alania in the North Caucasus in the 9th century; it survived until the Mongol invasions of the 13th century CE. Various Ossetian scholars regard these Alans as the ancestors of the modern Ossetians. The Alans spoke an Eastern Iranian language which derived from Scytho-Sarmatian and which in turn evolved into the modern Ossetian language.The name Alan represents an Iranian dialectal form of Aryan. (en)
  • Alanoj (greke Αλανοι, Αλαννοι; ĉine O-lan-na; de la 9-a jarcento multaj fontoj nomas ilin As, ruse Jasy, kartvele Osi) estis irana nomada subetno de sarmatoj. Alanoj estis ĉiam pretaj por milito nomadaj brutobredistoj; homoj de diversaj devenoj, ili havis komunan lingvon el irana grupo kaj komunan kulturon. (eo)
  • Los alanos (llamados también alauni o halani) eran un grupo étnico de origen iranio relacionado con los sármatas, pastores nómadas muy belicosos de diferentes procedencias, que hablaban una lengua irania y compartían con ellos la misma cultura en muchos aspectos. (es)
  • Alanoa (latinez: Alani) Kaspiar itsasoaren inguruetan finkaturik zegoen talde etniko iranikoa izan zen. Artzain nomadak ziren, oso borrokazaleak. Partiarren eta erromatarren aurka aritu ondoan, hunoen inbasioa pairatu behar izan zuten IV. mendearen bukaeran. Ondorioz, alanoen zati batek beren lurraldeetatik egotzirik, Galia inbaditu (406) eta batzuk, sueboekin eta bandaloekin batera, Iberiar penintsulako lurretara igaro ziren, baina Walia errege bisigodoaren armadak suntsitu zituen. Bizirik iraun zutenek Afrika iparraldera jo zuten. Galian geratu zirenek, bestalde, herri gisa mende bat gehiago baizik ez zuten iraun. Beste batzuk iparkaukasiarantz abiatu ziren, gaurko Ipar Osetia-Alaniara. (eu)
  • Suku Alan, atau Alani, terkadang disebut Alaun atau Halan, adalah satu kelompok suku bangsa Sarmatia, pada milenium ke-1 M yang menuturkan bahasa Iran Timur yang berasal dari dan yang pada gilirannya berkembang menjadi bahasa Ossetia modern. (in)
  • Les Alains (en latin : Alani ; en grec ancien : Ἀλανοί / Alanoi) sont un peuple iranien « scythique », mentionné à partir du Ier siècle dans la steppe eurasienne au nord du Caucase. Lors des grandes Invasions, leur défaite devant les Huns au début des années 370 inaugure une grande dispersion des populations alaniques, dont certaines rejoignent, comme alliés ou mercenaires, les royaumes germaniques d’Occident, tandis que d’autres se sédentarisent en Europe orientale, principalement au nord du Caucase où se développe une Alanie qui joue un rôle stratégique important, d’abord dans le conflit entre l’Empire sassanide et l’Empire romain d'Orient (VIe – VIIe siècles), puis entre l’Empire khazar et l’expansion arabe au Caucase (VIIIe – IXe siècles). Libérée de la tutelle khazare, l’Alanie caucasienne devient un grand royaume, christianisé au début du Xe siècle et marqué par l’influence culturelle byzantine. Dans les années 1220-1240, les Alains subissent le choc des invasions mongoles qui provoquent une seconde dispersion, et ils sont par la suite assimilés par d’autres peuples. Réfugiés dans les vallées de la Ciscaucasie centrale, les Ossètes sont les seuls Alains à avoir conservé leur langue et l’essentiel de leurs traditions culturelles. L’Ossétie ou Alanie sont des entités politiques actuelles qui revendiquent leurs racines alanes : les Ossètes d’aujourd’hui, qui vivent de part et d’autre de la passe de Darial ou Dar-i-Alan, la « passe des Alains », se présentent comme les descendants directs des Alains, qui étaient des cavaliers nomades apparentés aux Sarmates et très proches des Iazyges et des Roxolans. (fr)
  • 알란족 또는 알라니족(라틴어: Alani)은 고대의 사르마티아계 유목민족이다. 알라니(Alani)라는 명칭은 아리아인에 대한 이란어군 방언 형태이다. 마사게타이족과 관련이 되었을 수도 있는, 알란족들은 현대 역사가들에 의해서 각각 중국과 로마의 사료에서 나오는 중앙 아시아의 와 과 연관지어졌다. 서쪽으로 이주하여 폰토스 스텝 지역에 있던 사르마티아인들에게서 우위권을 장악한, 이들은 로마인들의 기록에서 서기 1세기에 언급되었다. 그 당시에 이들은 흑해 북쪽 지역에 정착했고 파르티아 제국과 로마 제국의 코카서스 속주를 자주 약탈했다. 215–250년경에 폰토스 스텝에서 알란족의 세력은 고트족들에게 붕괴되었다. 375년 쯤에 폰토스 스텝에서 고트족이 훈족에게 패배하자, 많은 알란족들은 여러 게르만 부족들과 서쪽으로 이주했다. 알란족들은 반달족, 수에비족과 함께 406년에 라인강을 , 오를레앙과 발랑스에 정착했다. 406년경에 알란족은 피레네 산맥을 넘어 이베리아 반도로 향하는 반달족과 수에비족에 동참했고, 루시타니아와 에 정착했다. 이베리아의 알란족은 418년에 서고트인에게 처참하게 패배했고, 그 후에는 반달족의 세력권에 투항했다. 428년에 반달족과 알란족은 북아프리카를 향해 지브롤터 해협을 건넜고, 6세기에 비잔티움의 황제 유스티니아누스 1세에게 정복될 때까지 지속된 강력한 왕국을 세웠다. 훈족의 지배 하에 남아 있었던 알란족은 중세시대 북캅카스 지역에 강력한 왕국을 세웠으며, 이 왕국은 13세기 몽골의 침략으로 멸망했다. 이 알란족들이 현재의 오세트인들의 조상이 되었다고 한다. 알란족은 이란어군에서 전래된 동부 이란어군을 구사했고, 그 언어는 북동부 이란어군을 거쳐 현재의 오세트어로 변했다. (ko)
  • De Alanen (Grieks: Alanoi, Latijn: Alani, Halani) waren een Iraanse nomadenstam, die deel uitmaakte van het volk der Sarmaten en nauw verwant was aan een andere stam, de Roxolanen. Hun taal behoorde tot de noordoostelijke tak van de Iraanse talen, samen met het Sogdisch en het daarvan afstammende Yaghnobi. Behoudens de Ossetisch sprekende Osseten en een zeer klein aantal is die tak nu vrijwel uitgestorven. De naam "Alanen" en alle varianten daarvan, komt uit een Iraans dialect dat "Ariërs" betekent - het woord "aryan" zelf is Sanskriet voor "nobel". Het woord is verwant aan de naam "Iron", waarmee de Ossetische nazaten van de Alanen zichzelf aanduiden. De naam "Osseten" is ontleend aan de Georgische naam voor dat volk "Osi", waar "Oseti" het "land van de Osi" betekende. Ammianus Marcellinus, Romeins historicus uit de 4e eeuw n.C., beschouwde de Alanen als afstammelingen van de Massageten. (nl)
  • アラン人(アラン族、Alans)は、紀元後に北カフカスから黒海北岸地方を支配した遊牧騎馬民族。イラン系遊牧民族であるサルマタイを構成する部族のひとつ、ないしいくつかの総称。アラニ(Alani),アラウニ(Alauni),ハラニ(Halani)ともいう。 (ja)
  • Gli alani erano un popolo nomade di etnia iranica compreso nel gruppo dei sarmati; bellicosi pastori di origine iranica che parlavano una lingua iranica e condividevano una comune cultura. (it)
  • Alanowie (Halanowie, Tanaitowie lub Asowie; gr. Αλανοί, chiń. 阿蘭聊; pinyin Ālánliáo, także chiń. 奄蔡 Yǎncài z II w. i 阿蘭 Alan z III w.) – lud będący zachodnim odłamem Sarmatów, który z kolei był odmianą Scytów. Przodkowie późniejszej ludności zachodniej Ukrainy. Uczestniczył w wielkiej wędrówce ludów podczas wojen Rzymu z barbarzyńcami. (pl)
  • Os alanos constituíam um povo com origem iraniana no nordeste do Cáucaso, entre o rio Dom e o mar Cáspio. Pontuaram entre os povos que penetraram o Império Romano tardio no período das migrações dos povos bárbaros, migrando em direcção ao ocidente nos séculos IV-V. Em 460, os hunos destruíram o seu império, obrigando muitos a atravessar a Europa até a Península Ibérica (em 609). Nesta migração, acabaram por se juntar aos suevos e aos vândalos que ocuparam simultaneamente com estes a Hispânia. Os alanos se estabeleceram na Península Ibérica e fundaram um reino na Lusitânia, sediado em Pax Júlia, a actual cidade de Beja, em Portugal, chefiado por Átax, que foi destroçado em 418, obrigando-os a seguir para o norte de África onde sob os reis Gunderico e Genserico, fundam o Reino dos Vândalos e dos Alanos, que seria extinto no século VI, com a dominação bizantina. Os alanos eram um grupo nômade iraniano entre os povos sármatas, pastores nômades prontos para a guerra de diversas origens, que falavam uma língua iraniana e compartilhavam, num sentido amplo, de uma cultura comum. (pt)
  • Alaner var ett nomadfolk av indoiranskt ursprung, som vid början av den kristna tideräkningen tillades flera nomadiska stammar, som bodde mellan Kaukasus, Kaspiska havet, Volga och Don. (sv)
  • 奄蔡(上古漢語擬音:[ʔromʔ s.r̥ˁats];Alans或Alani,也拼為Alauni或Halani)为古代中亚伊朗北高加索,又作阖苏(上古汉语:[*ɣˤap sŋˤa],比较拉丁语Abzoae),1—3世纪中叶的东汉三国时期也称阿蘭聊(中古漢語擬音:[ʔɑ lɑn leu]),公元前1世纪成为康居的附庸后又称阿蘭,一般认为是萨尔马提亚人的一支,可能与马萨革泰人有关。奄蔡首次见于《太史公书·大宛列傳》。现代史学家们普遍接受汉语文献中的奄蔡、古罗马文献中的Aorsi与阿兰指同一批人,西汉时期,该民族在锡尔河与阿姆河之间的中亚河中地区的锡尔河以北的康居(咸海)西北、里海北部的草原游牧,东汉时期隶属康居。后因为在158年一小支北匈奴西迁,奄蔡也随之逐渐西迁,并在东欧大草原的萨尔马提亚人中占据主导地位,公元1世纪的罗马文献就提到了他们。这一时期他们在黑海以北的区域定居,常常袭击罗马帝国的安息帝国和高加索省份。215–250年,哥特人打破了奄蔡人在东欧大草原的统治。 公元4世纪中期(374年的巴兰姆伯尔大单于时期),这在158年西迁的一小支北匈奴/匈人越过顿河,在东欧大草原上击败哥特人,吞并了奄蔡,奄蔡人一部分随着巴兰姆伯尔大单于去了欧洲,在伏尔加河与顿河之间地区定居,另一部分则留在高加索以北地区。5世纪中期,匈王阿提拉率奄蔡人西征,一直到达了法兰西中部的奥尔良和瓦伦斯,并在当地定居。409年左右,他们与汪达尔人与苏维汇人一同越过比利牛斯山脉进入伊比利亚半岛,定居在卢西塔尼亚和卡塔赫纳,後來成為加泰隆尼亞人族源之一。伊比利亚阿兰人在418年彻底被西哥特人击溃,并向Hasdingi汪达尔人交出了权力。428年,汪达尔人和阿兰人越过直布罗陀海峡进入北非,建立了汪达尔王国,一直持续到534年被东罗马帝国查士丁尼一世征服为止。 继续留在北高加索一带的阿兰人成为可萨国(7世纪后期—1030年)的臣下(一些成为佩切涅格人),在9世纪建立了阿兰王国,一直存续到1221年蒙古征服中被哲别和速不台打败。一部分(约3万)在元朝成為阿速亲軍,成为保卫大汗的怯薛亲军,当时汉人稱綠睛回回。奥塞梯学者认为他们是现代奥塞梯人的祖先。 阿兰人说一种东伊朗语支语言,来自,并演变为现代奥塞梯语。“阿兰”是“雅利安”一词的伊朗语支方言形式。 (zh)
  • Ала́ны (др.-греч. Ἀλανοί, лат. Alani, Halani, арм. Ալանք) — ираноязычные кочевые племена скифо-сарматского происхождения, в письменных источниках упоминаются с I века н. э. — времени их появления в Приазовье и Предкавказье. Часть аланов с конца IV века приняла участие в Великом переселении народов, в то время как другие осели на территориях, прилегающих к предгорьям Кавказа. Племенной союз аланов стал основой Алании, раннефеодального государства в центральном Предкавказье, просуществовавшего до похода монголов. Монголы, разгромившие Аланию и захватившие к концу 1230-х годов плодородные равнинные районы Предкавказья, вынудили уцелевших аланов укрыться в горах Центрального Кавказа и в Закавказье. Там одна из групп аланов, при участии местных племён, дала начало современным осетинам. Определённую роль аланы сыграли в этногенезе и складывании культуры и других народов Северного Кавказа. (ru)
  • Алáни (лат. Alani, грец. Άλανοί, дав.-рус. Яси) — макроетнонім, відомий з часів античності, який застосовувався до великого загалу кочових іранських племен (переважно північних іранців). Ймовірно, спочатку етнонім алани був самоназвою певної групи племен, але вже до ІІІ сторіччя він майже повністю замінив такі макроетноніми, як сармати та аорси. Відомості чи згадки про аланів є в таких авторів як , , Сенека, Пліній Старший, Йосип Флавій, в сирійських, китайських, вірменських та грузинських хроніках. Основним заняттям аланів було кочове скотарство в поєднанні з землеробством, а згодом — і з ремеслами. Для аланів характерна самобутня і яскрава культура, одним з проявів якої є так званий поліхромний «бірюзово-золотий» стиль ювелірних виробів. У XIII столітті у чорноморських степах з'явилася нова хвиля аланів, постали їхні поселення міського типу в Криму, Нижньому Подніпров'ї й Молдові, але незабаром вони загинули під ударами монголів. Монголи, розгромивши Аланію і захопили до кінця 1230-х років родючі рівнинні райони Передкавказзя, змусили уцілілих аланів сховатися в горах Центрального Кавказу і в Закавказзі. Ймовірно, певні групи аланів, разом з іншими групами сарматського кола, дали початок сучасним осетинам. (uk)
dbo:language
dbo:thumbnail
dbo:wikiPageExternalLink
dbo:wikiPageID
  • 45121 (xsd:integer)
dbo:wikiPageLength
  • 64019 (xsd:nonNegativeInteger)
dbo:wikiPageRevisionID
  • 1123313124 (xsd:integer)
dbo:wikiPageWikiLink
dbp:author
  • Amin Tesaev (en)
  • Giovanni da Pian del Carpine (en)
dbp:authorLink
  • Harold Walter Bailey (en)
  • Vasily Abaev (en)
dbp:authorlink
  • Peter Benjamin Golden (en)
dbp:date
  • 2006-02-12 (xsd:date)
  • April 2015 (en)
dbp:fascicle
  • 8 (xsd:integer)
dbp:first
  • Peter B. (en)
  • H.W. (en)
  • V.I. (en)
dbp:group
  • Alans (en)
dbp:imageCaption
  • Map showing the migrations of the Alans (en)
dbp:languages
dbp:last
  • Bailey (en)
  • Golden (en)
  • Abaev (en)
dbp:nativeName
  • Alani (en)
dbp:pages
  • 801 (xsd:integer)
dbp:reason
  • citation is not referenced properly & work advocates Altaic theory, which is discredited (en)
dbp:relatedGroups
dbp:source
  • report from 1250 (en)
dbp:text
  • 3.786912E8 (dbd:second)
  • When they begin to besiege a fortress, they besiege it for many years, as it happens today with one mountain in the land of the Alans. We believe they have been besieging it for twelve years and they put up courageous resistance and killed many Tatars, including many noble ones. (en)
dbp:title
  • Alans (en)
  • Alāns (en)
  • The Legend and struggle of the Chechen hero Idig (en)
dbp:url
dbp:volume
  • 1 (xsd:integer)
dbp:wikiPageUsesTemplate
dbp:year
  • 2009 (xsd:integer)
dct:subject
gold:hypernym
rdf:type
rdfs:comment
  • الألان أو الألاني (بالإنجليزية: Alans or Alani)‏ كانوا من الرعاة الإيرانيين الرحل في العصور القديمة. (ar)
  • Alanoj (greke Αλανοι, Αλαννοι; ĉine O-lan-na; de la 9-a jarcento multaj fontoj nomas ilin As, ruse Jasy, kartvele Osi) estis irana nomada subetno de sarmatoj. Alanoj estis ĉiam pretaj por milito nomadaj brutobredistoj; homoj de diversaj devenoj, ili havis komunan lingvon el irana grupo kaj komunan kulturon. (eo)
  • Los alanos (llamados también alauni o halani) eran un grupo étnico de origen iranio relacionado con los sármatas, pastores nómadas muy belicosos de diferentes procedencias, que hablaban una lengua irania y compartían con ellos la misma cultura en muchos aspectos. (es)
  • Suku Alan, atau Alani, terkadang disebut Alaun atau Halan, adalah satu kelompok suku bangsa Sarmatia, pada milenium ke-1 M yang menuturkan bahasa Iran Timur yang berasal dari dan yang pada gilirannya berkembang menjadi bahasa Ossetia modern. (in)
  • アラン人(アラン族、Alans)は、紀元後に北カフカスから黒海北岸地方を支配した遊牧騎馬民族。イラン系遊牧民族であるサルマタイを構成する部族のひとつ、ないしいくつかの総称。アラニ(Alani),アラウニ(Alauni),ハラニ(Halani)ともいう。 (ja)
  • Gli alani erano un popolo nomade di etnia iranica compreso nel gruppo dei sarmati; bellicosi pastori di origine iranica che parlavano una lingua iranica e condividevano una comune cultura. (it)
  • Alanowie (Halanowie, Tanaitowie lub Asowie; gr. Αλανοί, chiń. 阿蘭聊; pinyin Ālánliáo, także chiń. 奄蔡 Yǎncài z II w. i 阿蘭 Alan z III w.) – lud będący zachodnim odłamem Sarmatów, który z kolei był odmianą Scytów. Przodkowie późniejszej ludności zachodniej Ukrainy. Uczestniczył w wielkiej wędrówce ludów podczas wojen Rzymu z barbarzyńcami. (pl)
  • Alaner var ett nomadfolk av indoiranskt ursprung, som vid början av den kristna tideräkningen tillades flera nomadiska stammar, som bodde mellan Kaukasus, Kaspiska havet, Volga och Don. (sv)
  • Els alans (àrab: al-Lan; grec: alanoi; llatí: alani o halani), en singular alà, són un poble del grup iranià del nord (escites, saka, sàrmates, massagetes); algunes de les seves tribus afiliades són esmentades com asians, roxolans, aorsis, siracs i iazigs. (ca)
  • Alani byli kmenový svaz íránského původu, který významně zasáhl do evropských poměrů v době stěhování národů. Poprvé jsou zmíněni severně od Kaspického moře, jako kočovníci mezi Volhou a Aralským jezerem. Číňanům byla jejich země známá jako Alanliao (阿蘭聊). Ammianus Marcellinus tvrdil, že Alani jsou potomky Massagetů. Alani, kteří zůstali v područí Hunů, jsou označováni jako východní. Tito Alani jsou zřejmě předkové dnešních Osetinců, a Balkarů, žijící v kavkazských republikách jižního Ruska. (cs)
  • Oι Αλανοί ήταν μία συνομοσπονδία σαρματικών φυλών (δηλ. ιρανικής καταγωγής) της 1ης χιλιετίας μ.Χ., που μιλούσαν μία ανατολικοϊρανική γλώσσα που προήλθε από μία σκυθοσαρματική, και η οποία με τη σειρά της εξελίχθηκε στη σύγχρονη οσετική. Είναι λαός προερχόμενος από την ευρύτερη περιοχή μεταξύ του βόρειου τμήματος του Ευξείνου Πόντου και των βορειοανατολικών παρυφών του Καυκάσου. Είναι αδύνατον να προσδιοριστεί επακριβώς η προέλευσή τους λόγω των συνεχών μετακινήσεών τους και του έντονα νομαδικού χαρακτήρα τους. (el)
  • The Alans (Latin: Alani) were an ancient and medieval Iranian nomadic pastoral people of the North Caucasus – generally regarded as part of the Sarmatians, and possibly related to the Massagetae. Modern historians have connected the Alans with the Central Asian Yancai of Chinese sources and with the Aorsi of Roman sources. Having migrated westwards and becoming dominant among the Sarmatians on the Pontic–Caspian steppe, the Alans are mentioned by Roman sources in the 1st century CE. At that time they had settled the region north of the Black Sea and frequently raided the Parthian Empire and the Caucasian provinces of the Roman Empire. From 215–250 CE the Goths broke their power on the Pontic Steppe. (en)
  • Die Alanen (griechisch Ἀλανοί Alanoí, lateinisch Alanī, Halanī; von iranisch Aryanam, vgl. ossetisch allon „legendäres Volk der Frühzeit“) waren ein iranisches Reitervolk, ein östlicher Teilstamm der Sarmaten. Sie existierten als Stammesverband wesentlich länger als die übrigen Sarmatenstämme und nahmen in der späteren Zeit auch andere Kulturelemente auf. (de)
  • Alanoa (latinez: Alani) Kaspiar itsasoaren inguruetan finkaturik zegoen talde etniko iranikoa izan zen. Artzain nomadak ziren, oso borrokazaleak. Partiarren eta erromatarren aurka aritu ondoan, hunoen inbasioa pairatu behar izan zuten IV. mendearen bukaeran. Beste batzuk iparkaukasiarantz abiatu ziren, gaurko Ipar Osetia-Alaniara. (eu)
  • Les Alains (en latin : Alani ; en grec ancien : Ἀλανοί / Alanoi) sont un peuple iranien « scythique », mentionné à partir du Ier siècle dans la steppe eurasienne au nord du Caucase. Lors des grandes Invasions, leur défaite devant les Huns au début des années 370 inaugure une grande dispersion des populations alaniques, dont certaines rejoignent, comme alliés ou mercenaires, les royaumes germaniques d’Occident, tandis que d’autres se sédentarisent en Europe orientale, principalement au nord du Caucase où se développe une Alanie qui joue un rôle stratégique important, d’abord dans le conflit entre l’Empire sassanide et l’Empire romain d'Orient (VIe – VIIe siècles), puis entre l’Empire khazar et l’expansion arabe au Caucase (VIIIe – IXe siècles). (fr)
  • 알란족 또는 알라니족(라틴어: Alani)은 고대의 사르마티아계 유목민족이다. 알라니(Alani)라는 명칭은 아리아인에 대한 이란어군 방언 형태이다. 마사게타이족과 관련이 되었을 수도 있는, 알란족들은 현대 역사가들에 의해서 각각 중국과 로마의 사료에서 나오는 중앙 아시아의 와 과 연관지어졌다. 서쪽으로 이주하여 폰토스 스텝 지역에 있던 사르마티아인들에게서 우위권을 장악한, 이들은 로마인들의 기록에서 서기 1세기에 언급되었다. 그 당시에 이들은 흑해 북쪽 지역에 정착했고 파르티아 제국과 로마 제국의 코카서스 속주를 자주 약탈했다. 215–250년경에 폰토스 스텝에서 알란족의 세력은 고트족들에게 붕괴되었다. 훈족의 지배 하에 남아 있었던 알란족은 중세시대 북캅카스 지역에 강력한 왕국을 세웠으며, 이 왕국은 13세기 몽골의 침략으로 멸망했다. 이 알란족들이 현재의 오세트인들의 조상이 되었다고 한다. 알란족은 이란어군에서 전래된 동부 이란어군을 구사했고, 그 언어는 북동부 이란어군을 거쳐 현재의 오세트어로 변했다. (ko)
  • De Alanen (Grieks: Alanoi, Latijn: Alani, Halani) waren een Iraanse nomadenstam, die deel uitmaakte van het volk der Sarmaten en nauw verwant was aan een andere stam, de Roxolanen. Hun taal behoorde tot de noordoostelijke tak van de Iraanse talen, samen met het Sogdisch en het daarvan afstammende Yaghnobi. Behoudens de Ossetisch sprekende Osseten en een zeer klein aantal is die tak nu vrijwel uitgestorven. Ammianus Marcellinus, Romeins historicus uit de 4e eeuw n.C., beschouwde de Alanen als afstammelingen van de Massageten. (nl)
  • Os alanos constituíam um povo com origem iraniana no nordeste do Cáucaso, entre o rio Dom e o mar Cáspio. Pontuaram entre os povos que penetraram o Império Romano tardio no período das migrações dos povos bárbaros, migrando em direcção ao ocidente nos séculos IV-V. Em 460, os hunos destruíram o seu império, obrigando muitos a atravessar a Europa até a Península Ibérica (em 609). Nesta migração, acabaram por se juntar aos suevos e aos vândalos que ocuparam simultaneamente com estes a Hispânia. (pt)
  • Ала́ны (др.-греч. Ἀλανοί, лат. Alani, Halani, арм. Ալանք) — ираноязычные кочевые племена скифо-сарматского происхождения, в письменных источниках упоминаются с I века н. э. — времени их появления в Приазовье и Предкавказье. Часть аланов с конца IV века приняла участие в Великом переселении народов, в то время как другие осели на территориях, прилегающих к предгорьям Кавказа. Племенной союз аланов стал основой Алании, раннефеодального государства в центральном Предкавказье, просуществовавшего до похода монголов. (ru)
  • 奄蔡(上古漢語擬音:[ʔromʔ s.r̥ˁats];Alans或Alani,也拼為Alauni或Halani)为古代中亚伊朗北高加索,又作阖苏(上古汉语:[*ɣˤap sŋˤa],比较拉丁语Abzoae),1—3世纪中叶的东汉三国时期也称阿蘭聊(中古漢語擬音:[ʔɑ lɑn leu]),公元前1世纪成为康居的附庸后又称阿蘭,一般认为是萨尔马提亚人的一支,可能与马萨革泰人有关。奄蔡首次见于《太史公书·大宛列傳》。现代史学家们普遍接受汉语文献中的奄蔡、古罗马文献中的Aorsi与阿兰指同一批人,西汉时期,该民族在锡尔河与阿姆河之间的中亚河中地区的锡尔河以北的康居(咸海)西北、里海北部的草原游牧,东汉时期隶属康居。后因为在158年一小支北匈奴西迁,奄蔡也随之逐渐西迁,并在东欧大草原的萨尔马提亚人中占据主导地位,公元1世纪的罗马文献就提到了他们。这一时期他们在黑海以北的区域定居,常常袭击罗马帝国的安息帝国和高加索省份。215–250年,哥特人打破了奄蔡人在东欧大草原的统治。 继续留在北高加索一带的阿兰人成为可萨国(7世纪后期—1030年)的臣下(一些成为佩切涅格人),在9世纪建立了阿兰王国,一直存续到1221年蒙古征服中被哲别和速不台打败。一部分(约3万)在元朝成為阿速亲軍,成为保卫大汗的怯薛亲军,当时汉人稱綠睛回回。奥塞梯学者认为他们是现代奥塞梯人的祖先。 (zh)
  • Алáни (лат. Alani, грец. Άλανοί, дав.-рус. Яси) — макроетнонім, відомий з часів античності, який застосовувався до великого загалу кочових іранських племен (переважно північних іранців). Ймовірно, спочатку етнонім алани був самоназвою певної групи племен, але вже до ІІІ сторіччя він майже повністю замінив такі макроетноніми, як сармати та аорси. Відомості чи згадки про аланів є в таких авторів як , , Сенека, Пліній Старший, Йосип Флавій, в сирійських, китайських, вірменських та грузинських хроніках. (uk)
rdfs:label
  • Alans (en)
  • ألان (ar)
  • Alans (ca)
  • Alani (cs)
  • Alanen (de)
  • Αλανοί (el)
  • Alanoj (eo)
  • Alanos (es)
  • Alano (eu)
  • Alains (fr)
  • Suku Alan (in)
  • Alani (it)
  • 알란인 (ko)
  • アラン人 (ja)
  • Alanen (nl)
  • Alanowie (pl)
  • Alanos (pt)
  • Аланы (ru)
  • Alaner (sv)
  • Алани (uk)
  • 奄蔡 (zh)
owl:differentFrom
owl:sameAs
prov:wasDerivedFrom
foaf:depiction
foaf:isPrimaryTopicOf
foaf:name
  • Alans (en)
is dbo:parent of
is dbo:related of
is dbo:wikiPageDisambiguates of
is dbo:wikiPageRedirects of
is dbo:wikiPageWikiLink of
is dbp:combatant of
is dbp:followedby of
is dbp:related of
is rdfs:seeAlso of
is foaf:primaryTopic of
Powered by OpenLink Virtuoso    This material is Open Knowledge     W3C Semantic Web Technology     This material is Open Knowledge    Valid XHTML + RDFa
This content was extracted from Wikipedia and is licensed under the Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 Unported License