Γιαχβέ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
μ Removed invisible unicode characters + other fixes, αφαίρεσε: (4) |
||
(3 ενδιάμεσες εκδόσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{about|τον αρχαίο θεό των βασιλείων του Ισραήλ και της Ιουδαίας|το μεταγενέστερο εβραϊκό θεωνύμιο|Τετραγράμματο}} |
{{about|τον αρχαίο θεό των βασιλείων του Ισραήλ και της Ιουδαίας|το μεταγενέστερο εβραϊκό θεωνύμιο|Τετραγράμματο}} |
||
[[Αρχείο:Zeus Yahweh.jpg|μικρογραφία|Χάλκινο νόμισμα του 4ου αιώνα π.Χ. που πιθανώς αναπαριστά τον Γιαχβέ καθισμένο σε φτερωτό τροχό.|230x230εσ]] |
[[Αρχείο:Zeus Yahweh.jpg|μικρογραφία|Χάλκινο νόμισμα του 4ου αιώνα π.Χ. που πιθανώς αναπαριστά τον Γιαχβέ καθισμένο σε φτερωτό τροχό.|230x230εσ]] |
||
Ο '''Γιαχβέ''' ή ''' |
Ο '''Γιαχβέ''' ή '''Γιάγκβε''' ήταν ο θεός του αρχαίου [[Βασίλειο του Ισραήλ (Σαμάρεια)|βασιλείου του Ισραήλ]] και της [[Βασίλειο του Ιούδα|Ιουδαίας]].<ref>{{Cite book|title=A history of ancient Israel and Judah|first=John H.|last=Hayes|publisher=Westminster Press|isbn=0-664-21262-X|date=1986|edition=1st ed|location=Philadelphia|url=https://www.worldcat.org/oclc/12104155|id=12104155}}</ref> Η προέλευση της λατρείας του ανάγεται μεταξύ της πρώιμης [[εποχή του Σιδήρου]] και ύστερης [[Εποχή του Χαλκού|εποχής του Χαλκού]] ή και νωρίτερα.<ref>{{Cite book|title=The religion of ancient Israel|first=Patrick D.|last=Miller|publisher=SPCK|isbn=0-664-22145-9|date=2000|location=London|url=https://www.worldcat.org/oclc/44174114|id=44174114}}</ref> Στα αρχαιότερα [[Αγία Γραφή|βιβλικά]] κείμενα κατέχει ιδιότητες που αποδίδονται συνήθως σε θεότητες της φύσης και του πολέμου, όπως η καρποφορία της γης και η καθοδήγηση του ουράνιου στρατού εναντίον των εχθρών του Ισραήλ.<ref>{{cite book |
||
|last = Hackett |
|last = Hackett |
||
|first = Jo Ann |
|first = Jo Ann |
||
Γραμμή 12: | Γραμμή 12: | ||
|chapter-url = https://books.google.com/books?id=4DVHJRFW3mYC&pg=PA156 |
|chapter-url = https://books.google.com/books?id=4DVHJRFW3mYC&pg=PA156 |
||
|isbn = 978-0-19-513937-2 |
|isbn = 978-0-19-513937-2 |
||
}}</ref> |
}}</ref> |
||
[[Αρχείο:Ajrud.jpg|μικρογραφία|Ζωγραφιά σε βάζο από την [[Χερσόνησος του Σινά|χερσόνησο του Σινά]] με την επιγραφή «Ο Γιαχβέ της Σαμάρειας και η Ασερά του» (800 π.χ.)]] |
[[Αρχείο:Ajrud.jpg|μικρογραφία|Ζωγραφιά σε βάζο από την [[Χερσόνησος του Σινά|χερσόνησο του Σινά]] με την επιγραφή «Ο Γιαχβέ της Σαμάρειας και η Ασερά του» (800 π.χ.)]] |
||
Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη των μελετητών, οι Ισραηλίτες της εποχής ασπάζονταν την [[Πολυθεϊσμός|πολυθεϊστική]] [[Καναανιτική μυθολογία|Χαναανιτική θρησκεία]] και λάτρευαν τον Γιαχβέ παράλληλα με τον [[Ελ (Καναάν)|Ελ]], την [[Ασερά]], τον [[Βάαλ]] και άλλες Χαναανικτικές θεότητες.<ref name=":0">Smith, Mark S. (2002). The Early History of God: Yahweh and the Other Deities in Ancient Israel (2nd ed.). Eerdmans. ISBN 978-0-8028-3972-5.</ref> Στους μεταγενέστερους αιώνες, ο Ελ και ο Γιαχβέ συγχωνεύτηκαν και τιμητικά επίθετα που περιείχαν την λέξη Ελ, όπως το ''Ελ Σαντάι'' (אֵל |
Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη των μελετητών, οι Ισραηλίτες της εποχής ασπάζονταν την [[Πολυθεϊσμός|πολυθεϊστική]] [[Καναανιτική μυθολογία|Χαναανιτική θρησκεία]] και λάτρευαν τον Γιαχβέ παράλληλα με τον [[Ελ (Καναάν)|Ελ]], την [[Ασερά]], τον [[Βάαλ]] και άλλες Χαναανικτικές θεότητες.<ref name=":0">Smith, Mark S. (2002). The Early History of God: Yahweh and the Other Deities in Ancient Israel (2nd ed.). Eerdmans. ISBN 978-0-8028-3972-5.</ref> Στους μεταγενέστερους αιώνες, ο Ελ και ο Γιαχβέ συγχωνεύτηκαν και τιμητικά επίθετα που περιείχαν την λέξη Ελ, όπως το ''Ελ Σαντάι'' (אֵל שַׁדַּי «Θεός Παντοκράτωρ»), άρχισαν να αποδίδονται αποκλειστικά στον Γιαχβέ. Οι διάφορες άλλες θεότητες ενσωματώθηκαν στον ''Ιεχωβισμό'', την αρχαία θρησκεία του Ισραήλ, στην οποία ο Γιαχβέ είχε περίοπτη θέση χωρίς όμως να απορρίπτεται ακόμη ο πολυθεϊσμός.<ref name=":0" /> Σύμφωνα με άλλους μελετητές, η αποκλειστική λατρεία του Γιαχβέ ήταν ευρέως διαδεδομένη πριν από τη [[Βαβυλώνια αιχμαλωσία|Βαβυλωνιακή εξορία]] και ο Ισραηλιτικός [[μονοθεϊσμός]] μπορεί να υπήρχε ακόμη και πριν από την άνοδο της [[Βασίλειο του Ισραήλ (Ηνωμένη Μοναρχία)|Ηνωμένης Μοναρχίας]].<ref>{{Cite journal|title=Appendix: Monotheism and Polytheism in Ancient Israel|url=http://dx.doi.org/10.1017/cbo9780511596568.009|journal=The Bodies of God and the World of Ancient Israel|date=2009-06-29|pages=145–174|doi=10.1017/cbo9780511596568.009}}</ref> |
||
Κατά το δεύτερο μισό της εποχής του Σιδήρου, το κέντρο λατρείας του Γιαχβέ είχε γίνει η [[Ιερουσαλήμ]]. Εκεί ο θεός θεωρούταν πως κατοικούσε μέσα στον Ναό που περιείχε την [[Κιβωτός της Διαθήκης|Κιβωτό της Διαθήκης]]. Κατά το τέλος της Βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας, οι Ισραηλίτες σταμάτησαν την λατρεία ξένων θεών και ο Γιαχβέ ανακηρύχθηκε δημιουργός του σύμπαντος και ο ένας αληθινός θεός του κόσμου,<ref>Betz, Arnold Gottfried (2000). "Monotheism". In Freedman, David Noel; Myer, Allen C. (eds.). Eerdmans Dictionary of the Bible. Eerdmans. ISBN 978-90-5356-503-2.</ref> θέτοντας τα θεμέλια του [[Ιουδαϊσμός|Ιουδαϊσμού]]. Κατά την [[Περίοδος του Δεύτερου Ναού|περίοδο του Δεύτερου Ναού]], η αναφορά του ονόματος του Θεού απαγορεύτηκε<ref name=":1">Leech, Kenneth (2002) [1985]. Experiencing God: Theology as Spirituality. Eugene, OR: Wipf and Stock Publishers. ISBN 978-1-57910-613-3.</ref> και άρχισε να υποκαθίσταται από λέξεις, όπως ''Αδονάι'' ( |
Κατά το δεύτερο μισό της εποχής του Σιδήρου, το κέντρο λατρείας του Γιαχβέ είχε γίνει η [[Ιερουσαλήμ]]. Εκεί ο θεός θεωρούταν πως κατοικούσε μέσα στον Ναό που περιείχε την [[Κιβωτός της Διαθήκης|Κιβωτό της Διαθήκης]]. Κατά το τέλος της Βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας, οι Ισραηλίτες σταμάτησαν την λατρεία ξένων θεών και ο Γιαχβέ ανακηρύχθηκε δημιουργός του σύμπαντος και ο ένας αληθινός θεός του κόσμου,<ref>Betz, Arnold Gottfried (2000). "Monotheism". In Freedman, David Noel; Myer, Allen C. (eds.). Eerdmans Dictionary of the Bible. Eerdmans. ISBN 978-90-5356-503-2.</ref> θέτοντας τα θεμέλια του [[Ιουδαϊσμός|Ιουδαϊσμού]]. Κατά την [[Περίοδος του Δεύτερου Ναού|περίοδο του Δεύτερου Ναού]], η αναφορά του ονόματος του Θεού απαγορεύτηκε<ref name=":1">Leech, Kenneth (2002) [1985]. Experiencing God: Theology as Spirituality. Eugene, OR: Wipf and Stock Publishers. ISBN 978-1-57910-613-3.</ref> και άρχισε να υποκαθίσταται από λέξεις, όπως ''Αδονάι'' (אֲדֹנָי «Κύριος»). Στην [[Ιουδαία (ρωμαϊκή επαρχία)|Ρωμαϊκή κατάκτηση]] και μετά την [[Πολιορκία της Ιερουσαλήμ (70 μ.Χ.)|πολιορκία της Ιερουσαλήμ]] το 70 μ.Χ. η αρχική προφορά του ονόματος του Θεού είχε ξεχαστεί ολοκληρωτικά.<ref name=":1" /> |
||
== Ετυμολογία == |
== Ετυμολογία == |
||
Το όνομα του Θεού γραφόταν στο παλαιό εβραϊκό αλφάβητο χωρίς φωνήεντα ως '''𐤉𐤄𐤅𐤄''', το οποίο αποδίδεται ως ''' |
Το όνομα του Θεού γραφόταν στο παλαιό εβραϊκό αλφάβητο χωρίς φωνήεντα ως '''𐤉𐤄𐤅𐤄''', το οποίο αποδίδεται ως '''יַהְוֶה''' στο σύγχρονο [[εβραϊκό αλφάβητο|αλφάβητο]]. Στο [[λατινικό αλφάβητο]] μεταγραμματίζεται ως YHWH και ως ΓΧΒΧ στα [[Ελληνικό αλφάβητο|ελληνικά]]. Συντετμημένοι τύποι όπως [[Γιαχ]], ''Γιέχο'', ''Γιο'' κ.λπ. χρησιμοποιούνται επίσης σε λέξεις, όπως το [[Αλληλούια]]. |
||
Το όνομα δεν καταγράφεται ξεκάθαρα σε μη Ισραηλιτικές πηγές και δεν υπάρχει πειστική εξήγηση για την ετυμολογική του προέλευση.<ref>Hoffman, Joel (2004). In the Beginning: A Short History of the Hebrew Language. NYU Press. ISBN 978-0-8147-3706-4.</ref> Η συχνότερη εξήγηση πως το όνομα προκύπτει από την φράση ''εχγέχ ασέρ εχγέχ'' (Είμαι αυτός που είμαι - μετάφραση των Εβδομήκοντα «Ἐγώ εἰμι ὁ ὤν») θεωρείται μεταγενέστερη θεολογική εφεύρεση σε μια εποχή που η αρχική σημασία του ονόματος είχε ξεχαστεί και συχνότερα αποδίδεται σε λαϊκή παρετυμολογία.<ref>Parke-Taylor, G. H. (1975), Yahweh: The Divine Name in the Bible, Wilfrid Laurier University Press, ISBN 978-0-88920-013-5</ref> Η απόδοση ιερότητας στο όνομα, καθώς και η εντολή του να μην εκφέρεται μάταια, οδήγησαν σε αυστηρές απαγορεύσεις στην χρήση του. [[Ραββίνος|Ραββινικές]] πηγές αναφέρουν πως το όνομα προφερόταν μόνο μια φορά τον χρόνο κατά την [[Γιομ Κιπούρ|Ημέρα της Εξιλέωσης]],<ref>{{Cite book|title=Man, sin, and redemption in Rabbinic Judaism|first=Steven T.|last=Katz|publisher=Cambridge University Press|date=2006-06-22|pages=925–945|url=http://dx.doi.org/10.1017/chol9780521772488.038}}</ref> αν και αυτό θεωρείται υπερβολή και είναι πιθανό η χρήση του ονόματος να ήταν συχνότερη κατά τις λειτουργίες. Έξω από τον ναό και τις συναγωγές του υποκατάστατο ''Αδονάι'' βρισκόταν σε συχνή χρήση. Με την καταστροφή του ναού το όνομα δεν χρησιμοποιούταν σε λειτουργίες και έως τον 5ο αιώνα μ.Χ. η προφορά του είχε πλέον ξεχαστεί.<ref>{{cite EB1911|wstitle= Jehovah |volume= 15 | pages = 311–314 |last1= Moore |first1= George Foot |author-link=George Foot Moore }}</ref> |
Το όνομα δεν καταγράφεται ξεκάθαρα σε μη Ισραηλιτικές πηγές και δεν υπάρχει πειστική εξήγηση για την ετυμολογική του προέλευση.<ref>Hoffman, Joel (2004). In the Beginning: A Short History of the Hebrew Language. NYU Press. ISBN 978-0-8147-3706-4.</ref> Η συχνότερη εξήγηση πως το όνομα προκύπτει από την φράση ''εχγέχ ασέρ εχγέχ'' (Είμαι αυτός που είμαι - μετάφραση των Εβδομήκοντα «Ἐγώ εἰμι ὁ ὤν») θεωρείται μεταγενέστερη θεολογική εφεύρεση σε μια εποχή που η αρχική σημασία του ονόματος είχε ξεχαστεί και συχνότερα αποδίδεται σε λαϊκή παρετυμολογία.<ref>Parke-Taylor, G. H. (1975), Yahweh: The Divine Name in the Bible, Wilfrid Laurier University Press, ISBN 978-0-88920-013-5</ref> Η απόδοση ιερότητας στο όνομα, καθώς και η εντολή του να μην εκφέρεται μάταια, οδήγησαν σε αυστηρές απαγορεύσεις στην χρήση του. [[Ραββίνος|Ραββινικές]] πηγές αναφέρουν πως το όνομα προφερόταν μόνο μια φορά τον χρόνο κατά την [[Γιομ Κιπούρ|Ημέρα της Εξιλέωσης]],<ref>{{Cite book|title=Man, sin, and redemption in Rabbinic Judaism|first=Steven T.|last=Katz|publisher=Cambridge University Press|date=2006-06-22|pages=925–945|url=http://dx.doi.org/10.1017/chol9780521772488.038}}</ref> αν και αυτό θεωρείται υπερβολή και είναι πιθανό η χρήση του ονόματος να ήταν συχνότερη κατά τις λειτουργίες. Έξω από τον ναό και τις συναγωγές του υποκατάστατο ''Αδονάι'' βρισκόταν σε συχνή χρήση. Με την καταστροφή του ναού το όνομα δεν χρησιμοποιούταν σε λειτουργίες και έως τον 5ο αιώνα μ.Χ. η προφορά του είχε πλέον ξεχαστεί.<ref>{{cite EB1911|wstitle= Jehovah |volume= 15 | pages = 311–314 |last1= Moore |first1= George Foot |author-link=George Foot Moore }}</ref> |
||
Γραμμή 34: | Γραμμή 34: | ||
==Εξωτερικοί σύνδεσμοι== |
==Εξωτερικοί σύνδεσμοι== |
||
* {{commonscat2}} |
* {{commonscat2}} |
||
{{Authority control}} |
{{Authority control}} |
Τρέχουσα έκδοση από την 15:36, 22 Ιουνίου 2024
Ο Γιαχβέ ή Γιάγκβε ήταν ο θεός του αρχαίου βασιλείου του Ισραήλ και της Ιουδαίας.[1] Η προέλευση της λατρείας του ανάγεται μεταξύ της πρώιμης εποχή του Σιδήρου και ύστερης εποχής του Χαλκού ή και νωρίτερα.[2] Στα αρχαιότερα βιβλικά κείμενα κατέχει ιδιότητες που αποδίδονται συνήθως σε θεότητες της φύσης και του πολέμου, όπως η καρποφορία της γης και η καθοδήγηση του ουράνιου στρατού εναντίον των εχθρών του Ισραήλ.[3]
Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη των μελετητών, οι Ισραηλίτες της εποχής ασπάζονταν την πολυθεϊστική Χαναανιτική θρησκεία και λάτρευαν τον Γιαχβέ παράλληλα με τον Ελ, την Ασερά, τον Βάαλ και άλλες Χαναανικτικές θεότητες.[4] Στους μεταγενέστερους αιώνες, ο Ελ και ο Γιαχβέ συγχωνεύτηκαν και τιμητικά επίθετα που περιείχαν την λέξη Ελ, όπως το Ελ Σαντάι (אֵל שַׁדַּי «Θεός Παντοκράτωρ»), άρχισαν να αποδίδονται αποκλειστικά στον Γιαχβέ. Οι διάφορες άλλες θεότητες ενσωματώθηκαν στον Ιεχωβισμό, την αρχαία θρησκεία του Ισραήλ, στην οποία ο Γιαχβέ είχε περίοπτη θέση χωρίς όμως να απορρίπτεται ακόμη ο πολυθεϊσμός.[4] Σύμφωνα με άλλους μελετητές, η αποκλειστική λατρεία του Γιαχβέ ήταν ευρέως διαδεδομένη πριν από τη Βαβυλωνιακή εξορία και ο Ισραηλιτικός μονοθεϊσμός μπορεί να υπήρχε ακόμη και πριν από την άνοδο της Ηνωμένης Μοναρχίας.[5]
Κατά το δεύτερο μισό της εποχής του Σιδήρου, το κέντρο λατρείας του Γιαχβέ είχε γίνει η Ιερουσαλήμ. Εκεί ο θεός θεωρούταν πως κατοικούσε μέσα στον Ναό που περιείχε την Κιβωτό της Διαθήκης. Κατά το τέλος της Βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας, οι Ισραηλίτες σταμάτησαν την λατρεία ξένων θεών και ο Γιαχβέ ανακηρύχθηκε δημιουργός του σύμπαντος και ο ένας αληθινός θεός του κόσμου,[6] θέτοντας τα θεμέλια του Ιουδαϊσμού. Κατά την περίοδο του Δεύτερου Ναού, η αναφορά του ονόματος του Θεού απαγορεύτηκε[7] και άρχισε να υποκαθίσταται από λέξεις, όπως Αδονάι (אֲדֹנָי «Κύριος»). Στην Ρωμαϊκή κατάκτηση και μετά την πολιορκία της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. η αρχική προφορά του ονόματος του Θεού είχε ξεχαστεί ολοκληρωτικά.[7]
Ετυμολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το όνομα του Θεού γραφόταν στο παλαιό εβραϊκό αλφάβητο χωρίς φωνήεντα ως 𐤉𐤄𐤅𐤄, το οποίο αποδίδεται ως יַהְוֶה στο σύγχρονο αλφάβητο. Στο λατινικό αλφάβητο μεταγραμματίζεται ως YHWH και ως ΓΧΒΧ στα ελληνικά. Συντετμημένοι τύποι όπως Γιαχ, Γιέχο, Γιο κ.λπ. χρησιμοποιούνται επίσης σε λέξεις, όπως το Αλληλούια.
Το όνομα δεν καταγράφεται ξεκάθαρα σε μη Ισραηλιτικές πηγές και δεν υπάρχει πειστική εξήγηση για την ετυμολογική του προέλευση.[8] Η συχνότερη εξήγηση πως το όνομα προκύπτει από την φράση εχγέχ ασέρ εχγέχ (Είμαι αυτός που είμαι - μετάφραση των Εβδομήκοντα «Ἐγώ εἰμι ὁ ὤν») θεωρείται μεταγενέστερη θεολογική εφεύρεση σε μια εποχή που η αρχική σημασία του ονόματος είχε ξεχαστεί και συχνότερα αποδίδεται σε λαϊκή παρετυμολογία.[9] Η απόδοση ιερότητας στο όνομα, καθώς και η εντολή του να μην εκφέρεται μάταια, οδήγησαν σε αυστηρές απαγορεύσεις στην χρήση του. Ραββινικές πηγές αναφέρουν πως το όνομα προφερόταν μόνο μια φορά τον χρόνο κατά την Ημέρα της Εξιλέωσης,[10] αν και αυτό θεωρείται υπερβολή και είναι πιθανό η χρήση του ονόματος να ήταν συχνότερη κατά τις λειτουργίες. Έξω από τον ναό και τις συναγωγές του υποκατάστατο Αδονάι βρισκόταν σε συχνή χρήση. Με την καταστροφή του ναού το όνομα δεν χρησιμοποιούταν σε λειτουργίες και έως τον 5ο αιώνα μ.Χ. η προφορά του είχε πλέον ξεχαστεί.[11]
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Hayes, John H. (1986). A history of ancient Israel and Judah (1st ed έκδοση). Philadelphia: Westminster Press. ISBN 0-664-21262-X. 12104155.
- ↑ Miller, Patrick D. (2000). The religion of ancient Israel. London: SPCK. ISBN 0-664-22145-9. 44174114.
- ↑ Hackett, Jo Ann (2001). «'There Was No King in Israel': The Era of the Judges». Στο: Coogan, Michael David. The Oxford History of the Biblical World. Oxford University Press. ISBN 978-0-19-513937-2.
- ↑ 4,0 4,1 Smith, Mark S. (2002). The Early History of God: Yahweh and the Other Deities in Ancient Israel (2nd ed.). Eerdmans. ISBN 978-0-8028-3972-5.
- ↑ «Appendix: Monotheism and Polytheism in Ancient Israel». The Bodies of God and the World of Ancient Israel: 145–174. 2009-06-29. doi:. http://dx.doi.org/10.1017/cbo9780511596568.009.
- ↑ Betz, Arnold Gottfried (2000). "Monotheism". In Freedman, David Noel; Myer, Allen C. (eds.). Eerdmans Dictionary of the Bible. Eerdmans. ISBN 978-90-5356-503-2.
- ↑ 7,0 7,1 Leech, Kenneth (2002) [1985]. Experiencing God: Theology as Spirituality. Eugene, OR: Wipf and Stock Publishers. ISBN 978-1-57910-613-3.
- ↑ Hoffman, Joel (2004). In the Beginning: A Short History of the Hebrew Language. NYU Press. ISBN 978-0-8147-3706-4.
- ↑ Parke-Taylor, G. H. (1975), Yahweh: The Divine Name in the Bible, Wilfrid Laurier University Press, ISBN 978-0-88920-013-5
- ↑ Katz, Steven T. (22 Ιουνίου 2006). Man, sin, and redemption in Rabbinic Judaism. Cambridge University Press. σελίδες 925–945.
- ↑ Moore, George Foot (1911) «Jehovah» στο: Chisholm, Hugh, επιμ. Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 15 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σσ. 311–314
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Yahweh στο Wikimedia Commons