Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αναστάσιος Α΄ ο Δίκορος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Αναστάσιος Α΄)
Αναστάσιος Α΄ ο Δίκορος
Αυτοκράτορας των Ρωμαίων
Περίοδος491 - 518
Στέψη11 Απριλίου 491
ΠροκάτοχοςΖήνων (αυτοκράτορας)
ΔιάδοχοςΙουστίνος Α΄
Γέννησηc 431
Δυρράχιο
Θάνατος9 Ιουλίου 518
Κωνσταντινούπολη
Τόπος ταφήςΝαός των Αγίων Αποστόλων
ΣύζυγοςΑριάδνη
Επίγονοιδεν άφησε απογόνους
ΟίκοςΔυναστεία του Λέοντος
ΘρησκείαΧριστιανισμός
Commons page Σχετικά πολυμέσα και Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Αναστάσιος Α΄ ο Δίκορος (Δυρράχιο, 4319 Ιουλίου 518) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας από το 491 έως το 518. Ο Αναστάσιος ο Δίκορος αποδείχτηκε κορυφαίος Ρωμαίος αυτοκράτορας με τεράστια προσφορά στον οικονομικό, στρατιωτικό, πολιτιστικό και αρχιτεκτονικό τομέα.[1] Η μεγάλη ακμή στην οποία άφησε την αυτοκρατορία με τον θάνατο του επέτρεψε στους διαδόχους του όπως ο Ιουστινιανός Α΄ να την φτάσουν στο αποκορύφωμα της ακμής της.[2] Οι διοικητικές μεταρρυθμίσεις του διατηρήθηκαν αιώνες και αποτελούν αντικείμενο θαυμασμού από όλους τους ιστορικούς. Ο Αναστάσιος ο Δίκορος ήταν αρχικά Μονοφυσίτης αλλά με την άνοδο του στον θρόνο ασπάστηκε τον Ορθόδοξη εκκλησία της Αγίας Τριάδας για να μην δυσαρεστήσει τους υπηκόους του.[3][4] Η Ορθόδοξη εκκλησία τον καθιέρωσε ως Άγιο, η μνήμη του εορτάζεται στις 29 Ιουλίου.

Ο Φλάβιος Αναστάσιος γεννήθηκε περί το 431 στο Δυρράχιο από ταπεινούς γονείς Ιλλυρικής καταγωγής και ήταν οπαδός του Μονοφυσιτισμού.[5][6] Είχε ένα ιδιαίτερο φυσικό χαρακτηριστικό. Οι κόρες των ματιών του είχαν διαφορετικό χρώμα, έτσι το ένα μάτι φαινόταν μαύρο ενώ το άλλο γαλανό, για αυτό και τον αποκαλούσαν Δίκορο.[7] Πολύ νέος ήλθε στην Κωνσταντινούπολη και έγινε δεκτός στην υπηρεσία των ανακτόρων. Με την πάροδο του χρόνου, προήχθη σε δευτερεύουσα θέση αυλικού, αυτή του Σιλεντιάριου[8][9]. Απέκτησε όμως φήμη για τις διοικητικές του ικανότητες και εξασφάλισε την εύνοια της κόρης του Αυτοκράτορα Λέοντα Α’, Αριάδνης, η οποία είχε παντρευτεί τον Αυτοκράτορα Ζήνωνα.

Ο Αναστάσιος είχε έναν αδελφό τον Ύπατο Παύλο (496).[10] Με την σύζυγο του Μάγκνα ο Παύλος ήταν πατέρας της Ειρήνης που παντρεύτηκε τον Ύπατο Ολύβριο (491), οι γονείς του ήταν ο Αρεόβινδος Δαγαλάιφος Αρεόβινδος και η Ανικία Ιουλιανή.[11] Η κόρη του Ολύβριου και της Ειρήνης Πρόβα παντρεύτηκε τον Ύπατο Πρόβο (525) και απέκτησε την Ιουλιανή την Νεότερη, σύζυγο του Αναστασίου που ήταν εγγονός από μητέρα της αυτοκράτειρας Θεοδώρας. Η Ιουλιανή και ο Αναστάσιος απέκτησαν τον Αρεόβινδο, την Πλακιδία και την Πρόβα την Νεότερη που παντρεύτηκε τον Φλάβιο Αναστάσιο (γεννημένος το 530). Ο Φλάβιος Αναστάσιος και η Πρόβα η Νεότερη απέκτησαν τον Αρεόβινδο (550) και την Πλακιδία (552) της οποίας σύζυγος ήταν ο στρατηγός Ιωάννης Μυστάκων.[12][13] Άλλος ένας ανεψιός και γιος αδελφού του αυτοκράτορα Αναστασίου ήταν ο Ύπατος (502) Φλάβιος Πρόβος.[14] Ο Φλάβιος Αναστάσιος Παύλος Πρόβος Μοσκιανός Πρόβος Μάγνος Ύπατος (518) ήταν εγγονός κάποιου άλλου αδελφού του Αναστασίου, η κόρη του Ιουλιανή παντρεύτηκε τον Μάρκελλο, αδελφό του αυτοκράτορα Ιουστίνου Β΄.[12] Η ευρύτερη οικογένεια περιείχε αμέτρητα μέλη ως υποψηφίους διαδόχους του θρόνου.[15]

Ανάρρηση στο θρόνο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Παράσταση του αυτοκράτορα Αναστασίου του Δίκορου σε Δίπτυχο

Με τον θάνατο του αυτοκράτορα Ζήνωνα οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης ζήτησαν έναν νέο αυτοκράτορα με Ρωμαϊκή υπηκοότητα και με την Ορθόδοξη πίστη της Αγίας Τριάδας, τα πλήθη συγκεντρώθηκαν με την κραυγή "Δώστε μας έναν Ορθόδοξο χριστιανό αυτοκράτορα".[9] Η χήρα του Ζήνωνα Αριάδνη επέλεξε τον ηλικιωμένο Αναστάσιο που είχε περάσει τα 60 χρόνια. Δεν είναι γνωστός ο λόγος για τον οποίο η Αριάδνη δεν διάλεξε τον μικρότερο αδελφό του Ζήνωνα Λογγίνο.[2] Η αγνόηση του Λογγίνου έφερε την δυσαρέσκεια της Οικογένειας των Ισαύρων που προκάλεσαν ταραχές. Τα πολιτικά κόμματα επίσης, οι Πράσινοι και οι Βένετοι ήταν πάντα πιστοί στον Λογγίνο και περίμεναν με αγωνία την άνοδο του στον θρόνο, θα ακολουθήσουν πολλές ταραχές καταστροφές και φόνοι.[2] Ο Αναστάσιος ο Δίκορος επιπλέον δεν ήταν χριστιανός Ορθόδοξος, πρέσβευε το δόγμα της αίρεσης του Ευτυχούς, δηλαδή τον Μονοφυσιτισμό.[2] Για τον λόγο αυτό, ο Πατριάρχης Ευφήμιος προέκβαλε αντιρρήσεις για την άνοδό του στον θρόνο. Η διένεξη όμως αυτή διευθετήθηκε με την έγγραφη ομολογία πίστης του Αναστασίου Α΄ στο Ορθόδοξο δόγμα και στην Σύνοδο της Χαλκηδόνας.[10] Ο Αναστάσιος Α΄ ο Δίκορος ορκίστηκε αυτοκράτορας (11 Απριλίου 491) και η Αριάδνη τον παντρεύτηκε αμέσως μετά (20 Απριλίου 491).[16][17][18]

Στρατιωτική δραστηριότητα και πόλεμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τις πρώτες πράξεις του ως Αυτοκράτορα ήταν ο περιορισμός της δύναμης των Ισαύρων. Έτσι κατέστειλε τη στάση του Λογγίνου, αδελφού του αποθανόντος Αυτοκράτορα Ζήνωνα, ο οποίος ήταν Ίσαυρος στην καταγωγή και είχε προσπαθήσει να σφετεριστεί τον θρόνο ως διάδοχος του Ζήνωνα. Στη συνέχεια, υποχρέωσε τους Ισαύρους να εγκαταλείψουν την Κωνσταντινούπολη, περιορίζοντας και τις υπέρογκες αμοιβές που τους είχε παραχωρήσει ο Ζήνων. Οι Ίσαυροι εξοργισμένοι στασίασαν και, με ορμητήριο την Ισαυρία, κατέστρεφαν τις γύρω περιοχές της Φρυγίας. Τελικά το 496, ύστερα από εξαετή πόλεμο, ο στρατός τους διαλύθηκε και έχασαν όλα τους τα προνόμια. Το 502, οι Σασσανίδες Πέρσες κατέλαβαν την πόλη Άμιδα (σημ. Ντιγιάρμπακιρ) στη Μεσοποταμία και τη Θεοδοσιούπολη (σημ. Ερζερούμ). Αναγκάστηκαν όμως να επιστρέψουν τις κατακτημένες περιοχές και συνομολόγησαν ειρήνη το 505. Για την εξασφάλιση των συνόρων ο Αναστάσιος Α΄ έκτισε το οχυρό Δάρας, το οποίο αναπτύχθηκε σε πόλη, που ονομάστηκε Αναστασιούπολη.

Οικονομική πολιτική και δημόσια έργα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αναστάσιος ο Δίκορος έμεινε διάσημος στο μεγάλο ενδιαφέρον που έδειξε για την δίκαιη διαχείριση των κοινών, ιδιαίτερα στα οικονομικά θέματα.[19] Από τις πρώτες ενέργειες του Αναστασίου ήταν η κατάργηση του μισητού στους Βυζαντινούς κεφαλικού-επαγγελματικού φόρου, του "Χρυσάργυρου". Το 498 αναμόρφωσε το νομισματικό σύστημα, εκδίδοντας νέους χρυσούς σόλιδους καθώς και υποδιαιρέσεις σε μισά και τρίτα καθώς και σε μικρότερης αξίας χάλκινα νομίσματα. Κατάργησε το παλαιό σύστημα συλλογής των φόρων, δημιουργώντας μία κεντρική υπηρεσία φοροσυλλογής. Ο τρόπος της συλλογής των φόρων άλλαξε, οι πληρωμές γινόντουσαν με το σκληρό νόμισμα αντί για τα αγαθά.[2] Το κράτος δεν παρείχε στους πολίτες το ίδιο τις στρατιωτικές τους στολές, κάθε στρατιώτης μπορούσε να αγοράσει την δική του με την διάθεση ενός χρηματικού ποσού.[2] Η πρακτική αυτή έφερε μεγάλη αύξηση στα έσοδα του αυτοκρατορικού ταμείου και ανακούφισε τον λαό από τις μεγάλες επιβαρύνσεις.[2] Οι γηγενείς Ρωμαίοι απέκτησαν περισσότερα κίνητρα να υπηρετήσουν τον αυτοκρατορικό στρατό, με τους προηγούμενους αυτοκράτορες είχαν πάρει το πάνω χέρι οι Ίσαυροι και οι υπόλοιποι βάρβαροι μισθοφόροι.[20] Οι μετέπειτα ιστορικοί υμνούν συχνά τον Αναστάσιο για την "συνετή οικονομική του διοίκηση".[21] Ήταν από τους ελάχιστους αυτοκράτορες που άφησε γεμάτα τα δημόσια ταμεία, εφόσον μετά τον θάνατό του υπήρχαν στο κρατικό θησαυροφυλάκιο 350.000 λίτρες χρυσού. Από τα μεγαλύτερα δημόσια έργα του ήταν η κατασκευή νέου τείχους γύρω από την πρωτεύουσα, το οποίο περιέλαβε όλα τα κτίσματα που είχαν κτισθεί πέρα από το Θεοδοσιανό τείχος. Έτσι έκτισε το Αναστασιανό τείχος της Κωνσταντινούπολης, ενισχυμένο με πύργους που επικοινωνούσαν με εσωτερικούς διαδρόμους. Φρόντισε επίσης να οχυρώσει πολλές πόλεις της περιφέρειας, άνοιξε τη διώρυγα που ένωσε την λίμνη Βοάνη κοντά στη Νικομήδεια με τον Αστακινό κόλπο, έκτισε υδραγωγεία και δημόσια λουτρά.

Θρησκευτικές διαμάχες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Σόλιδος με παράσταση του Αναστάσιου του Δίκορου

Την εποχή του Αναστασίου Α΄, το Βυζάντιο σπαρασσόταν από θρησκευτικές διαμάχες ανάμεσα στους Ορθοδόξους και τους Μονοφυσίτες (την αίρεση του Ευτυχούς). Ο Αυτοκράτορας, αν και μονοφυσιτικών τάσεων, δήλωσε επίσημα την αποδοχή του Ορθόδοξου (Χαλκηδόνιου) δόγματος και προσπάθησε να ακολουθήσει ήπια πολιτική ανάμεσα στις αντιμαχόμενες μερίδες, εφαρμόζοντας το Ενωτικόν του Ζήνωνα.[22] Η διαμάχη όμως είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις, με τους πληθυσμούς της Αιγύπτου, Συρίας και Παλαιστίνης να ασπάζονται τον Μονοφυσιτισμό, ενώ στην πρωτεύουσα και τις Ευρωπαϊκές κτήσεις επικρατούσε το Ορθόδοξο (Χαλκηδόνιο) δόγμα.[2] Φανατικοί και από τις δύο πλευρές ξεσήκωναν τον πληθυσμό και ταραχές ξεσπούσαν στην Αλεξάνδρεια και την Κωνσταντινούπολη.

Ο Αναστάσιος Α΄ αναγκάστηκε να καθαιρέσει τον Πατριάρχη Ευφήμιο (496), ο Ευφήμιος τον αντιπολιτεύονταν, αρνήθηκε έντονα τον Μονοφυστιτισμό και ήρθε σε κρυφές συνεννοήσεις με τον Πάπα της Ρώμης. Στη θέση του τοποθετήθηκε ο Πατριάρχης Μακεδόνιος Β΄, ο οποίος ενώ στην αρχή έδειξε κάποια διαλλακτικότητα, στη συνέχεια αντιτάχθηκε και αυτός στον Αναστάσιο Α΄. Ο Μακεδόνιος δέχτηκε τις αποφάσεις τις Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου και κατηγόρησε τους Μονοφυσίτες ακόμα και τον ίδιο τον αυτοκράτορα ως αιρετικούς. Ο Μακεδόνιος καθαιρέθηκε (511) και στη θέση του τοποθετήθηκε ο Πατριάρχης Τιμόθεος Α΄ (511-518), ο οποίος διοίκησε την Εκκλησία με μετριοπάθεια και αποδέχτηκε τον Μονοφυσιτισμό. Οι Χαλκηδόνιοι εξεγέρθηκαν και ξεκίνησαν ταραχές υπό την ηγεσία του Ύπατου Βιταλιανού (514), νίκησε τον αυτοκρατορικό στρατό και βάδισε στην Κωνσταντινούπολη.[2] Ο Αναστάσιος ο Δίκορος φοβήθηκε την ανατροπή του για θρησκευτικούς λόγους, ξεκίνησε την συνεννόηση με τον πάπα για να λήξουν τα Ακακιανά σχίσματα.[2] Την επόμενη χρονιά ωστόσο ο Έπαρχος Μαρίνος επιτέθηκε στον Βιταλιανό για λογαριασμό του αυτοκράτορα, τον νίκησε και τον ανάγκασε να πάει εξορία στην Θράκη. Ο Αναστάσιος ο Δίκορος κυβέρνησε τα υπόλοιπα χρόνια χωρίς άλλες συγκρούσεις με την εφαρμογή του Ενωτικού και την νομιμοποίηση του Μονοφυσιτισμού.[19]

Στάση του Βιταλιανού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Σήμισις με παράσταση του Αναστάσιου του Δίκορου

Μετά την καθαίρεση του Πατριάρχη Μακεδόνιου, οι φανατικοί Ορθόδοξοι της Κωνσταντινούπολης υποκίνησαν σοβαρή στάση στην πρωτεύουσα, η οποία όμως κατεστάλη. Στη συνέχεια όμως εκδηλώθηκε κίνημα στη Θράκη υπό την ηγεσία του Βιταλιανού, που ήταν εγγονός του Άσπαρος. Ο Βιταλιανός -κόμης των φοιδεράτων, δηλαδή αρχηγός των Γότθων, Αλανών και άλλων βαρβάρων μισθοφόρων του Βυζαντινού στρατού- κατευθύνθηκε προς τις βορειότερες επαρχίες του κράτους, όπου συγκέντρωσε στρατό από Βουλγάρους και Ούννους. Στη συνέχεια ναυπήγησε στόλο και εμφανίστηκε μπροστά στην πρωτεύουσα, απειλώντας να την κυριεύσει, ζητώντας την επαναφορά του Μακεδόνιου και το διορισμό τού ίδιου ως γενικού διοικητή της Θράκης. Η επανάστασή του όμως απέτυχε. Σύμφωνα με τον ιστορικό Ι. Μαλάλα, ο στόλος του καταστράφηκε από εύφλεκτη ουσία κατασκευασμένη με βάση το θειάφι. Αυτό ήταν το περίφημο ελληνικόν πυρ (υγρό πυρ), που επινόησε ο Αθηναίος φιλόσοφος, φυσικός και χημικός Πρόκλος, το οποίο εκτοξευόταν επάνω στα ξύλινα καράβια και άναβε με μόνη τη θερμότητα του ήλιου, κατακαίγοντας τον στόλο των πολιορκητών.

Ο Αναστάσιος Α΄ απεβίωσε σε βαθύ γήρας (9 Ιουλίου 518), χωρίς να αφήσει απογόνους.[23][24][25] Ο Ιωάννης Μαλάλας και το Πασχάλιο χρονικό αναφέρουν ότι πέθανε σε ηλικία 90 ετών.[26][27] Ο Βίκτωρας της Τοννένας καταγράφει την ηλικία των 88 ετών, η άποψη αυτή έγινε αποδεκτή από τους ιστορικούς.[28][29] Είχε βέβαια τρεις ανεψιούς, από τους οποίους όμως δεν εξέλεξε κανέναν για διάδοχό του. Πολλοί σύγχρονοί του έγραψαν ατελείωτους επαίνους για τα έργα του και την προσφορά του στην Αυτοκρατορία, ενώ άλλοι τον πολέμησαν με φανατισμό, επικρίνοντας τα θρησκευτικά του πιστεύω και τη στάση του απέναντι στην Εκκλησία. Όπως και να έχουν τα πράγματα, μπορεί μεν να μην έφερε τον χρυσό αιώνα στο Βυζάντιο, επέτυχε όμως όσο λίγοι να αντιμετωπίσει πολλούς εξωτερικούς κινδύνους, να ανακουφίσει τον λαό, να προάγει την τεχνολογία, την οικονομία και τη δικαιοσύνη, και να αφήσει γεμάτα τα κρατικά ταμεία. Ήταν ο τελευταίος Ρωμαίος Αυτοκράτορας που θεοποιήθηκε [εκκρεμεί παραπομπή]. Ετάφη στον ναό των Αγίων Αποστόλων. Νέος Αυτοκράτορας αναγορεύτηκε ο αρχηγός των βασιλικών σωματοφυλάκων Ιουστίνος Α΄.

Νυμφεύτηκε την Αριάδνη, κόρη του Λέοντα Α΄ Αυτοκράτορα των Ρωμαίων στην Ανατολή. Δεν απέκτησε απογόνους.

Οίκος του Αναστάσιου Α΄

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κωνστάντιος Γάλλος
καίσαρ
Κωνσταντίνα
(κόρη Κωνσταντίνου Α΄ Αυτ. των Ρωμαίων)
Θεοδόσιος Α΄
Αυτ. των Ρωμαίων
Αρκάδιος
Αυτ. των Ρωμαίων στην Ανατολή
Ευδοξία
ΑναστασίαΆσπαρ
μάγιστρος του στρατού
Κωνστάντιος Γ΄
Αυτ. των Ρωμαίων στη Δύση
Γάλλα ΠλακιδίαΘεοδόσιος Β΄
Αυτ. των Ρωμαίων
Αιλία Ευδοκία
ΟΙΚΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ Α΄(γιος)Αρδαβούρ
ύπατος
Ουαλεντινιανός Γ΄
Αυτ. των Ρωμαίων στη Δύση
Λικινία Ευδοξία
Πομπήιος
ευγενής από την Ιλλυρία
Αναστασία ΚωνσταντίναΓοδισθέαΦλάβιος Ολύβριος
ύπατος
Πλακιδία
ΣεκουνδίνοςΚαισαρία(αδελφ.)Αναστάσιος Α΄ ο Δίκορος
Αυτ. των Ρωμαίων
(αδελφ.)Παύλος
ύπατος
∞Μάγκνα
Αρεόβινδος Δαγαλάιφος Αρεόβινδος
ύπατος
Ανικία Ιουλιανή
Υπάτιος
ύπατος
Πομπήιος
ύπατος
Φλάβιος Πρόβος
ύπατος
Σαβινιανός
ύπατος
(κόρη)ΕιρήνηΦλάβιος Ολύβριος
ύπατος
Θεοδώρα (αυτοκράτειρα)
Φλάβιος Αναστάσιος Παύλος Πρόβος Μοσκιανός Πρόβος Μάγνος
ύπατος
Φλάβιος Αναστάσιος Παύλος Πρόβος Σαβινιανός Πομπήιος Αναστάσιος
ύπατος
Πρόβα η ΠρεσβύτερηΦλάβιος Πρόβος
ύπατος
(κόρη)
ΙουλιανήΜάρκελλος (αδελφός Ιουστίνου Β΄)ΙουλιανήΑναστάσιος
ΑρεόβινδοςΠλακιδίαΠρόβα η ΝεότερηΦλάβιος Αναστάσιος
Μαυρίκιος
Αυτ. των Ρωμαίων
Πέτρος
κουροπαλάτης
Αναστασία ΑρεοβίνδαΑρεόβινδοςΠλακιδία
Ιωάννης Μυστάκων
  1. Croke, Brian (1 January 2009). Haarer, F. K. (ed.). "Anastasius I". The Classical Review. 59 (1): 208–210
  2. 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 Treadgold, Warren (2001). A Concise History of Byzantium. Houndmills, Hampshire: Palgrave. σ. 57
  3. Bryan Ward-Perkins; Michael Whitby (2000). The Cambridge ancient history. 14. Late antiquity: empire and successors, A.D. 425–600. Cambridge University Press. σσ. 51–52
  4. Justo L. González (2010). A History of Christian Thought Volume II: From Augustine to the Eve of the Reformation. Abingdon Press. σσ. 79–82
  5. Focanti, Lorenzo (1988). The fragments of late antique patria (PDF) (Thesis). University of Gottingen. σ. 214
  6. Croke, Brian (2001). Count Marcellinus and his chronicle. Oxford University Press. σ. 89
  7. https://web.archive.org/web/20060824180146/http://www.roman-emperors.org/anastasi.htm
  8. Donald Nicol, Βιογραφικό Λεξικό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,μτφρ.Ευγένιος Πιερρής, εκδ.Ελληνική Ευρωεκοδοτική, Αθήνα, 1993, σελ.50
  9. 9,0 9,1 Ostrogorski, Georgije (1969). History of the Byzantine State. New Brunswick, NJ.: Rutgers University Press. σ. 59
  10. 10,0 10,1 https://web.archive.org/web/20080417024211/http://www.roman-empire.net/articles/article-024.html
  11. Pazdernik 1999, σσ. 300–301
  12. 12,0 12,1 Prosopography of the Later Roman Empire, Τομ. 3
  13. Christian Settipani, Continuité des élites à Byzance durant les siècles obscurs. Les princes caucasiens et l'Empire du VIe au IXe siècle, Paris, de Boccard, 2006, 26 vii 2014
  14. Prosopography of the Later Roman Empire, Τομ. 2
  15. https://web.archive.org/web/20080515232101/http://www.roman-emperors.org/justin.htm
  16. Zacharias Rhetor, Book VI
  17. Chronicon Paschale 491
  18. Theophanes Confessor 491
  19. 19,0 19,1 Treadgold, Warren (2001). A Concise History of Byzantium. Houndmills, Hampshire: Palgrave. σ. 56
  20. Treadgold, Warren (2001). A Concise History of Byzantium. Handmills, Hampshire: Palgrave. σ. 57
  21. Laiou, Angeliki (2002). The Economic History of Byzantium. Washington DC: Dumbarton Oaks Research Library and Collections. σ. 940
  22. Chisholm, Hugh, ed. (1911). "Anastasius I". Encyclopædia Britannica. Τομ. 1 (11th ed.). Cambridge University Press. σ. 919
  23. Κόμης Μαρκελλίνος, 518
  24. Ζαχαρίας Σχολαστικός VII, xiv
  25. Θεοφάνης Ομολογητής, 518
  26. Πασχάλιο χρονικό, 518
  27. Ιωάννης Μαλάλας, XVI, 22
  28. Βίκτωρας της Τοννένας, s.a. 518
  29. PLRE II, σ. 78
  • Donald Nicol, Βιογραφικό Λεξικό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,μτφρ.Ευγένιος Πιερρής, εκδ.Ελληνική Ευρωεκοδοτική, Αθήνα, 1993, σελ.49-51
  • Arce, Ignacio; Feissel, Denis (2014). The Edict of Emperor Anastasius I (491–518 AD): An Interim Report. Amman: DAAD.
  • Brown, Peter (1989). The World of Late Antiquity: AD 150–750. New York and London: W.W. Norton and Co.
  • Charanis, Peter (1935). The religious policy of Anastasius I: emperor of the later Roman Empire 491–518. Madison Wis.: University of Wisconsin—Madison.
  • Durant, Will (1950). The Age of Faith. The Story of Civilization. Vol. IV. New York: Simon and Schuster.
  • Greatrex, Geoffrey; Lieu, Samuel N. C. (29 June 2005). The Roman Eastern Frontier and the Persian Wars AD 363–628. London: Routledge.
  • Hussey, J.M., ed. (1985). The Cambridge Medieval History. CUP Archive.
  • Meyendorff, John (1989). Imperial unity and Christian divisions: The Church 450–680 A.D. The Church in history. Vol. 2. Crestwood, NY: St. Vladimir's Seminary Press.
  • Norwich, John (1988). Byzantium: the Early Centuries. London: Penguin.
  • Ostrogorsky, George (1957). History of The Byzantine State. New Brunswick: Rutgers University Press.
  • Pazdernik, Charles (1999). "Anicia Juliana". In G.W. Bowersock; Peter Brown; Oleg Grabar (eds.). Late Antiquity: A Guide to the Postclassical World. Cambridge, MA: The Belknap Press of Harvard University Press.
  • Settipani, Christian (1989). Les ancêtres de Charlemagne (in French).
  • Settipani, Christian (2000). Continuité gentilice et continuité sénatoriale dans les familles sénatoriales romaines à l'époque impériale (in French).
  • Settipani, Christian (2006). Continuité des élites à Byzance durant les siècles obscurs. Les princes caucasiens et l'Empire du VIe au IXe siècle Continuité des élites à Byzance durant les siècles obscurs (in French).
  • Rösch, Gerhard (1978). Onoma Basileias: Studien zum offiziellen Gebrauch der Kaisertitel in spätantiker und frühbyzantinischer Zeit. Byzantina et Neograeca Vindobonensia (in German). Verlag der österreichischen Akademie der Wissenschaften.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αναστάσιος Α΄ ο Δίκορος
Γέννηση: 431 Θάνατος: 9 Ιουλίου 518
Προκάτοχος
Ζήνων
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου
491 - 518
Διάδοχος
Ιουστίνος Α΄