Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γλουτένη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πηγές της γλουτένης: Ξεκινώντας από την κορυφή και πηγαίνοντας δεξιόστροφα ανάλογα με την περιεκτικότητα: Αλεύρι σίτου, όλυρα, κριθάρι, και νιφάδες σίκαλης.

Η γλουτένη (ή γλουτένιο) (από το λατινικό: (ουδ.) gluten/glutinis που σημαίνει «κόλλα») είναι μία πρωτεϊνικής φύσεως κολλώδης ύλη του ενδοσπερμίου πολλών δημητριακών καρπών, όπως του μαλακού σιταριού, του κριθαριού και της σίκαλης. Η γλουτένη αποτελείται από τις πρωτεΐνες γλοιαδίνη και γλουτελίνη.

Η γλοιαδίνη είναι διαλυτή σε 70% αλκοόλη και η γλουτελίνη είναι διαλυτή σε αραιά όξινα ή αλκαλικά διαλύματα. Το σύνολο αυτών στο νερό δίδει μια κολλοειδή ουσία στο σώμα της γλουτένης.

Η γλουτένη στην αρτοποιία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη γλουτένη οφείλεται το «φούσκωμα» του ζυμαριού του ψωμιού. Δημητριακά με υψηλή περιεκτικότητα σε γλουτένη είναι το σιτάρι, το ντίνκελ, το μονόκοκκο, το σκληρό σιτάρι και η σίκαλη. Βρώμη και κριθάρι έχουν μια χαμηλή αναλογία γλουτένης. Δημητριακά όπως τεφ, κεχρί, καλαμπόκι, ρύζι καθώς και ψευδο-δημητριακά όπως κινόα, αμάρανθος και το φαγόπυρο είναι χωρίς γλουτένη.

Λόγω της κολλοειδούς δομής της δημιουργεί συσσωματώματα με τους κόκκους του αμύλου και σε πλήρη συμβολή με τη μαγιά (ζυμομύκητες του γένους Saccharomyces) δημιουργούν μικρούς θύλακες αέρα (διοξειδίου του άνθρακα) που δημιουργούν οι ζύμες με τον μεταβολισμό τους.

Διατροφικά προβλήματα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γλουτένη μπορεί να δίνει μεγάλο πλεονέκτημα στην αρτοποιία αλλά σε μια ομάδα ανθρώπων δημιουργεί δυσανεξία που ονομάζεται κοιλιοκάκη και στομαχο-εντερικά προβλήματα.

Εναλλακτικές τροφές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άτομα που παρουσιάζουν δυσανεξία στη γλουτένη, μπορούν να καταναλώσουν άλλες τροφές, που είναι επίσης πλούσιες σε άμυλο/υδατάνθρακες, όπως ρύζι, καλαμπόκι, κεχρί, κινόα και φαγόπυρο είτε ολόκληρους τους καρπούς, είτε ως αλεύρια.