Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τζένιφερ Τζόουνς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τζένιφερ Τζόουνς
Η Τζένιφερ Τζόουνς σε φωτογραφία στο Photoplay τον Αύγουστο του 1946 (με το ονοματεπώνυμό της γραμμένο από την ίδια), από την κωμική ταινία Τολμηρός εραστής (Cluny Brown) του 1946, όπου έπαιξε τον ομώνυμο ηγετικό ρόλο της Cluny Brown / Κλούνι Μπράουν.
ΓέννησηΦίλις Λι Ίσλεϊ
2  Μαρτίου 1919[1][2][3]
Τάλσα, Οκλαχόμα, ΗΠΑ
Θάνατος17 Δεκεμβρίου 2009 (90 ετών)
Μαλιμπού, Καλιφόρνια, ΗΠΑ
Αιτία θανάτουνόσος
Τόπος ταφήςΦόρεστ Λόουν Μεμόριαλ Παρκ
Χώρα πολιτογράφησηςΑμερικανική
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο Νορθουέστερν, Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών (1939)[4], Northwestern University School of Communication και Monte Cassino School
Ιδιότηταηθοποιός ταινιών, ηθοποιός και μοντέλο
Εν ενεργεία1939 — 1974
ΣύζυγοςNorton Simon (1971–1993), Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ (1949–1965) και Ρόμπερτ Γουόκερ (1939–1945)
ΤέκναΡόμπερτ Γουόκερ Τζούνιορ
ΒραβεύσειςΌσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου (1)
Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ηθοποιού (1)
Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λοκάρνο - Καλύτερη Ηθοποιός (2)
Αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλυγουντ
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Τζένιφερ Τζόουνς (αγγλικά : Jennifer Jones, γεννημένη ως Phylis Lee Isley) (2 Μαρτίου 1919 - 17 Δεκεμβρίου 2009) ήταν Αμερικανίδα ηθοποιός βραβευμένη με Όσκαρ Α' γυναικείου ρόλου για την ταινία Ουράνια οπτασία (The Song Of Bernadette) του 1943, καθώς και με Χρυσή Σφαίρα καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την ίδια ταινία, κερδίζοντάς τα αμφότερα σε ηλικία μόλις 25 ετών. Στη συνέχεια προτάθηκε για το χρυσό αγαλματίδιο άλλες τέσσερις φορές, και για Χρυσή Σφαίρα άλλη μία φορά, το 1974. Υπήρξε ένα από τα πρόσωπα που σημάδεψαν με την παρουσία και τις ταινίες τους τη χρυσή εποχή του Χόλυγουντ, ενώ παράλληλα έκανε καριέρα και ως βοηθός νοσοκόμας και στη συνέχεια, μετά την καριέρα της ως ηθοποιός, έγινε σύμβουλος και συνήγορος ψυχικής υγείας, ενώ επίσης από το 1971 και σε όλη τη μετέπειτα ζωή της προσέφερε ιδιαίτερα μεγάλο φιλανθρωπικό έργο. Κατά τη δεκαετία του 2000 ήταν μία από τις τελευταίες εν ζωή σταρ της χρυσής εποχής του Χόλυγουντ.

Η Φίλις Λι Ίσλεϊ (Phylis Lee Isley), όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στην Τάλσα της Οκλαχόμα το 1919 και ήταν κόρη του Φίλιπ Ρος Ίσλεϊ (Phillip Ross Isley), ο οποίος είχε προέλθει από την Τζόρτζια, και της Φλόρα Μέι Σούμπερ (Flora Mae, το γένος Suber), η οποία είχε προέλθει από το Σακραμέντο της Καλιφόρνια. Η Φίλις υπήρξε το μοναδικό παιδί της οικογένειας και ανατράφηκε ως ρωμαιοκαθολική. Και οι δύο γονείς της ήταν γερμανικής καταγωγής και οι πρόγονοί τους είχαν μεταναστεύσει από τη Γερμανία στις ΗΠΑ από τον 18ο αιώνα, ενώ οι ενδιάμεσες γενιές είχαν συχνά αλλάξει πολιτείες.[5][6]

Ο πατέρας της, είχε στην ιδιοκτησία του μια θεατρική επιχείρηση, την Isley Stock Company, όπου συμμετείχαν και οι δύο γονείς της σε παραστάσεις, και μάλιστα τα καλοκαίρια έκαναν περιοδείες τόσο στην Οκλαχόμα όσο και σε γειτονικές πολιτείες, ενώ και η ίδια η Φίλις ξεκίνησε να συμμετέχει στις παραστάσεις αυτές από την ηλικία των 6 ετών,[7] καθώς και σε σχολικές παραστάσεις. Το έντονο ενδιαφέρον της και ο διαρκώς αυξανόμενος ενθουσιασμός της, την ώθησαν ήδη από την παιδική της ηλικία στην απόφαση να γίνει ηθοποιός. Για την ιστορία, ο πατέρας της λίγο μετά εκμεταλλεύτηκε την παγκόσμια οικονομική ύφεση που ξεκίνησε από το Μεγάλο Κραχ του 1929 και εξαγόρασε σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, λόγω του τότε οικονομικού κραχ, μεγάλο αριθμό κινηματογράφων στην Οκλαχόμα και στο Τέξας, εφοδιάζοντάς τους και με συσκευές αναπαραγωγής ήχου (λόγω της πρόσφατης τότε εισαγωγής και καθιέρωσης των ηχητικών ταινιών) και δημιουργώντας έτσι από τότε δική του επώνυμη αλυσίδα κινηματογράφων.

Με την απόδοση αυτής της έξυπνης επένδυσης, η οικονομική κατάσταση των γονιών της βελτιώθηκε τότε ραγδαία και οι δυνατότητες για την Φίλις διευρύνθηκαν σημαντικά. Ως αποτέλεσμα, η ίδια τότε, φοίτησε στο ιδιωτικό κολέγιο Μόντε Κασίνο (Monte Cassino School) της Τάλσα, από όπου αποφοίτησε το 1936,[8] στο οποίο μάλιστα έπαιζε σταθερά στις θεατρικές παραστάσεις του, και συνήθως στον ηγετικό ρόλο των παραστάσεων. Στη συνέχεια, μετακόμισε στη Νέα Υόρκη το 1937 όταν ενηλικιώθηκε, για να διδαχτεί την υποκριτική τέχνη στην Αμερικανική Ακαδημία της Δραματικής Τέχνης, μετακόμιση που επέλεξε η ίδια, όπου έγινε δεκτή στις 10 Σεπτεμβρίου 1937, μετά από ακρόαση.[7] Με την έναρξη του δεύτερου εξαμήνου φοίτησης, στις 2 Ιανουαρίου 1938, γνωρίστηκε με τον συμφοιτητή της Ρόμπερτ Γουόκερ (από το Σολτ Λέικ Σίτι της Γιούτα), τον οποίο σύντομα ερωτεύτηκε και τελικώς παντρεύτηκε ακριβώς έναν χρόνο μετά τη γνωριμία τους, στις 2 Ιανουαρίου 1939.

Ταυτόχρονα, το νεόνυμφο ζευγάρι επέστρεψε στην Τάλσα, όπου συμμετείχε σε ένα ραδιοφωνικό πρόγραμμα κάθε Κυριακή απόγευμα, που διήρκεσε 14 εβδομάδες, με τον τίτλο The Phylis Isley Radio Theater, που σχεδιάστηκε και κανονίστηκε από τον πατέρα της, και την άνοιξη του 1939, μετά από έντονη παρότρυνση του πατέρα της να μην καθυστερήσουν περαιτέρω, το ζευγάρι κατευθύνθηκε προς το Χόλυγουντ.[7] Παρά τις συστατικές επιστολές του πατέρα της, όμως, προς τους διευθυντές επιλογής των καστ ηθοποιών, σύντομα διαπίστωσαν ότι η εξεύρεση δουλειάς ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Αρχικά, θεωρήθηκαν ακατάλληλοι και οι δύο σε ακρόαση για την εταιρεία Paramount, ενώ και στη συνέχεια δυσκολεύονταν στην εξεύρεση ρόλων.

Σκηνή από την πρώτη της ταινία, New Frontier, το 1939, ως Φίλις Ίσλεϊ. Δεξιά της ο Τζον Γουέιν και αριστερά της ο Ρέι Κόρριγκαν.

Τελικώς, και μετά από συνεχείς απορρίψεις, η Φίλις, μη βρίσκοντας δουλειά σε κανένα από τα μεγάλα κινηματογραφικά στούντιο, απευθύνθηκε στην εταιρεία ταινιών μέτριου κόστους Republic Pictures, όπου κατάφερε να υπογράψει στις 25 Ιουνίου 1939 συμβόλαιο για ταινίες γουέστερν και έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο, ως Φίλις Ίσλεϊ, πλάι στον Τζον Γουέιν, στην ταινία γουέστερν Το καραβάνι προς τη δύση (New Frontier), το καλοκαίρι του 1939, όπου έπαιξε τον ηγετικό γυναικείο ρόλο της Celia Braddock. Επόμενή της συμμετοχή ήταν στην κινηματογραφική σειρά συνεχειών Dick Tracy's G-Men, που μάλιστα γυρίστηκε ταυτόχρονα με την πρώτη ταινία, επίσης της Republic Pictures, παρομοίως ως Φίλις Ίσλεϊ, χωρίς όμως και στα δύο αυτά έργα να γνωρίσει μεγάλη απήχηση. Από την άλλη όμως, ο Ρόμπερτ Γουόκερ δυσκολευόταν σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό, καθώς και οι τρεις ρόλοι που είχε καταφέρει να παίξει ο ίδιος έως τότε ήταν τόσο ασήμαντοι που, σε αντίθεση με αυτούς της συζύγου του, δεν αναγράφονταν καν στους τίτλους των ταινιών. Τον Αύγουστο του 1939 το ζευγάρι επέστρεψε στη Νέα Υόρκη.

Σύμφωνα με τη συχνότερη εκδοχή στον Τύπο, το ζευγάρι γύρισε πίσω απογοητευμένο και αποσκοπώντας τότε σε θεατρικούς ρόλους, με στόχο την απόκτηση ακόμα μεγαλύτερης εμπειρίας για να διεκδικήσουν μετά εκ νέου δουλειές στον κινηματογράφο. Ωστόσο, σύμφωνα με μια αναφορά στην εφημερίδα The Standard-Examiner, που εκδίδεται στο Όγκντεν της Γιούτα, σε άρθρο στις 7 Απριλίου 1940 που ανέφερε ότι η ηθοποιός ανέμενε τη γέννηση του παιδιού της μέσα στον ίδιο μήνα, η Φίλις αναγκάστηκε τότε να διακόψει το συμβόλαιο που είχε με την Republic Pictures επειδή λόγω εγκυμοσύνης δεν θα μπορούσε να συμμετάσχει στις επόμενες ταινίες γουέστερν όπου επρόκειτο να λάβει μέρος σύμφωνα με το συμβόλαιό της. Καθώς μάλιστα τον Αύγουστο του 1939 η ίδια διαπίστωσε ότι ήταν έγκυος, η εκδοχή αυτή φαίνεται λογικότερη και ιστορικά πιθανότερη.

Η Τζόουνς στην ταινία του 1943 Ουράνια Οπτασία.

Στη Νέα Υόρκη, ενώ ο σύζυγός της είχε καταφέρει σταθερή δουλειά στο ραδιόφωνο, η Τζόουνς απέκτησε δύο γιούς μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο. Στα μεσοδιαστήματα που δεν την παρεμπόδιζαν οι εγκυμοσύνες της, εργάστηκε τότε ως μοντέλο στην εταιρεία Powers Agency, διαφημίζοντας κυρίως καπέλα, ενίοτε και κοσμήματα και γάντια, καθώς και σε πόζες στο περιοδικό Harper’s Bazaar, και αναζητώντας παράλληλα εργασία στον κινηματογράφο. Το καλοκαίρι του 1941, λίγους μήνες μετά τη γέννηση του δεύτερου γιού της, όταν έμαθε ότι γίνονταν ακροάσεις για την κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου της Ρόουζ Φράνκεν Κλόντια, η Τζόουνς παρουσιάστηκε στις 15 Ιουλίου στο γραφείο του παραγωγού Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ (ήδη διάσημος από την ταινία Όσα Παίρνει ο Άνεμος του 1939), που βρισκόταν στη Νέα Υόρκη, για να περάσει από δοκιμαστικό για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Αφού διάβασε για τον ρόλο, η Τζόουνς, αποχώρησε βιαστικά από το γραφείο του Σέλζνικ κλαίγοντας, νομίζοντας ότι είχε δώσει καταστροφική ερμηνεία. Η ερμηνεία της όμως, απεναντίας, εντυπωσίασε το Σέλζνικ, ο οποίος έστειλε τη γραμματέα του ξωπίσω της. Ακολούθησε μια σύντομη συνέντευξη και η Τζόουνς στα τέλη Ιουλίου υπέγραψε επταετές συμβόλαιο με την εταιρεία του Σέλζνικ.

Η Τζένιφερ Τζόουνς σε πάρτι στις 17 Δεκεμβρίου 1944.

Ο Σέλζνικ, με τον οποίο τελικώς παντρεύτηκε στις 13 Ιουλίου 1949 και έκαναν μαζί μια κόρη το 1954, ανέλαβε το ρόλο του ατζέντη, για λογαριασμό της, και όλα έδειχναν ότι την προόριζε για μεγάλη επιτυχία. Πραγματικά, αφοσιώθηκε με πάθος στο κτίσιμο της εικόνας της και τη μετέτρεψε σε σταρ, ως απόλυτος μέντορας και δάσκαλός της, και μάλιστα του έγινε εξ αρχής εμμονή το να κάνει την ηθοποιό την μεγαλύτερη σταρ του Χόλυγουντ.[9] Ο Σέλζνικ ήταν εκείνος που της πρότεινε να αλλάξει το όνομά της, για να παίξει στις επόμενες ταινίες της, και δικής του παραγωγής, ως πρωτοεμφανιζόμενη σταρ, όπως επίσης και για να αποκτήσει ένα πιο ελκυστικό καλλιτεχνικά όνομα, και μάλιστα στις 10 Σεπτεμβρίου 1941 ζήτησε από γραμματείς της εταιρείας του να σκεφτούν για αυτήν ένα εντελώς διαφορετικό όνομα. Μετά από σχετική μελέτη ονοματολογίας και τελική επιλογή, η Φίλις Λι Ίσλεϊ υιοθέτησε επίσημα το καλλιτεχνικό όνομα Τζένιφερ Τζόουνς (Jennifer Jones) στις 24 Ιανουαρίου 1942, ένα ονοματεπώνυμο που επελέγη ως εύκολο και ελκυστικό για το κοινό, λόγω της παρήχησης των αρχικών φθόγγων. Αναζητώντας τον καλύτερο δυνατό ρόλο για αυτήν, ξεκίνησε μια προσεκτική έρευνα για να εντοπίσει έναν ρόλο στα μέτρα της, ενώ παράλληλα και η ίδια η Τζόουνς στη Νέα Υόρκη έπαιρνε εντατικά μαθήματα υποκριτικής, ορθοφωνίας και απαγγελίας, καθώς και χορού.[10]

Η Τζένιφερ Τζόουνς σε προωθητική φωτογραφία στο περιοδικό Photoplay τον Ιούνιο του 1944, σχετικά με την πρόσφατη κατάκτηση του Όσκαρ της, με το ονοματεπώνυμό της γραμμένο από την ίδια, ενώ απεικονίζεται και το χρυσό αγαλματίδιο κάτω δεξιά.

Μετά από ακρόαση, από την οποία πέρασε τον Οκτώβριο του 1942 για το ρόλο της Μπερναντέτ Σουμπιρού για την ταινία Ουράνια οπτασία (The Song Of Bernadette), ο σκηνοθέτης Χένρι Κίνγκ εντυπωσιάστηκε από το ταλέντο της και στις 9 Δεκεμβρίου 1942 ανακοίνωσε ότι της προσέφερε τον ρόλο. Η ταινία γυρίστηκε το 1943, ξεκίνησε να προβάλλεται στους κινηματογράφους στις 21 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς, έκανε μεγάλη επιτυχία, συγκέντρωσε τους επαίνους όλων των κριτικών και χάρισε στην Τζόουνς το Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου την ημέρα των 25ων γενεθλίων της στις 2 Μαρτίου 1944 στην 16η απονομή των Όσκαρ,[11] ενώ προηγουμένως, στις 20 Ιανουαρίου 1944, κέρδισε και Χρυσή Σφαίρα καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την ίδια ταινία, στην πρώτη διοργάνωση του θεσμού.[12][13] Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, η Τζένιφερ Τζόουνς έγινε, ιδίως όταν κέρδισε και το Όσκαρ, κυριολεκτικά σε μια νύχτα μια νέα μεγάλη σταρ. Στην ταινία αυτή, υποδυόταν ένα υπαρκτό πρόσωπο, την Αγία Μπερναντέτ της Λούρδης. Συνυποψήφια της Τζόουνς, στην κατηγορία Α' γυναικείος ρόλος, ήταν και η στενή της φίλη Ίνγκριντ Μπέργκμαν, για την κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Έρνεστ Χέμινγουεϊ Για ποιον χτυπά η καμπάνα. Η Τζόουνς ζήτησε μετά συγγνώμη από την Μπέργκμαν, κατά τη διάρκεια της ίδιας τελετής, η οποία της απάντησε: Όχι Τζένιφερ, η Μπερναντέτ σου, ήταν καλύτερη από τη Μαρία μου. Η Μπέργκμαν κέρδισε το ίδιο Όσκαρ την επόμενη χρονιά για την ταινία Εφιάλτης (Gaslight, 1944) και μάλιστα το βραβείο της το παρέδωσε στα χέρια η Τζόουνς (η οποία ήταν, στην ίδια τελετή, υποψήφια για Όσκαρ Β΄ Γυναικείου Ρόλου, για την ταινία Απ' όταν έφυγες / Since You Went Away, 1944), δίνοντάς της συγχαρητήρια.[14]

Η Τζόουνς σε στιγμιότυπο από την ταινία Μαντάμ Μποβαρύ του 1949.

Κατά τις επόμενες δυο δεκαετίες, η Τζόουνς συγκίνησε το κοινό με τις ερμηνείες της, καθώς και με την ελκυστική της εμφάνιση, σε δραματικούς ρόλους, που επέλεγε προσεκτικά για εκείνη ο Ντέιβιντ Σέλζνικ, αν και έπαιξε επίσης σε δύο κωμικές ταινίες. Επιπρόσθετο αποτέλεσμα, μαζί με την μεγάλη της απήχηση στο κοινό, ήταν και ότι δημιουργήθηκε μια ιδιαίτερα ρομαντική σχέση μεταξύ Τζόουνς και Σέλζνικ, παράλληλα και με ισχυρές εργασιακές σχέσεις, αν και η δημόσια συζήτηση για τη σχέση εργασίας της με τον σύζυγό της, συχνά επισκίαζε την καριέρα της.[15] Μάλιστα ο Σέλζνικ ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός στο να επιλέγει ποικιλία ρόλων διαφορετικών μεταξύ τους, με αποτέλεσμα η ίδια να αποφύγει την τυποποίηση και ταύτιση με ένα είδος ρόλου (το γνωστό στα αγγλικά ως φαινόμενο typecasting), που έπαθαν τότε αρκετές άλλες ηθοποιοί της γενιάς της. Αντιθέτως, η Τζόουνς έπαιξε ένα ευρύ φάσμα χαρακτήρων, τόσο αθώες και ειρηνικές γυναίκες, όσο και αισθησιακές ξελογιάστρες και μοιραίες γυναίκες τύπου φαμ φατάλ (femme fatale), καθώς και άλλα είδη ρόλων, εντελώς διαφορετικά.

Η Τζένιφερ Τζόουνς και ο Λόρενς Ολίβιε σε σκηνή από την ταινία Συντρίμμια του Έρωτα του 1952.

Αξιοσημείωτο είναι το ότι συχνά υποδύθηκε ρόλους διαφορετικών φυλών, όπως στη βρετανικής παραγωγής, αλλά σε συμπαραγωγή με τον Ντέιβιντ Σέλζνικ, έγχρωμη ταινία Ακατανίκητοι πόθοι (Gone to Earth, 1950), όπου υποδύθηκε μια προληπτική Ουαλή Ρομά στην ύπαιθρο (ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ταινία αυτή προβλήθηκε το 1952, με σημαντικές αλλαγές από τον Σέλζνικ, όπως επανεπεξεργασία αρκετών σκηνών και περισσότερα κοντινά πλάνα της συζύγου του, και με τον τίτλο The Wild Heart / Η Άγρια Καρδιά), ή ακόμα συχνότερα μιγαδικών φυλών, με έντονές στιλιστικές προσαρμογές στην εξωτερική της εμφάνιση. Μόλις τρία χρόνια μετά την ταινία που της έδωσε το Όσκαρ, υποδύθηκε τη λάγνα και γεμάτη αισθησιασμό, μιγάδα Περλ, στην πρώτη της έγχρωμη ταινία, το επικό γουέστερν Μονομαχία στον ήλιο (Duel In The Sun, 1946), που της χάρισε ακόμη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Α' γυναικείου ρόλου για το 1947. Στην ταινία εμφανιζόταν στο πλευρό του Γκρέγκορι Πεκ, με τον οποίο και ερωτεύεται στο σενάριο, και ο ρόλος της αυτός, βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με εκείνον της Αγίας που την είχε κάνει διάσημη.

Η Τζένιφερ Τζόουνς και ο Γουίλιαμ Χόλντεν σε σκηνή από την ταινία Έκσταση και πάθος του 1955.

Άλλες κλασικές ταινίες της χρυσής εποχής του Χόλυγουντ στις οποίες συμμετείχε, και σε όλες είχε πρωταγωνιστικό ή, συχνότερα, ηγετικό ρόλο, ήταν οι εξής: Απ' όταν έφυγες (Since You Went Away, 1944),[16][17] επικό πολεμικό δράμα, για την οποία έλαβε υποψηφιότητα για Όσκαρ Β΄ Γυναικείου Ρόλου και μάλιστα ο συμβατικός μισθός της τότε, το 1944, είχε ήδη φτάσει σχεδόν στα 9.900 δολάρια την εβδομάδα (ιδιαίτερα υψηλό νούμερο για την τότε εποχή και ισοτιμία), Ερωτικά γράμματα (Love Letters, 1945) με υποψηφιότητα για Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου, Τολμηρός εραστής (Cluny Brown, 1946),[18] κωμική, Το Πορτραίτο της Τζένι (Portrait of Jennie, 1948), Μαντάμ Μποβαρύ (Madame Bovary, 1949), Συντρίμμια του Έρωτα (Carrie, 1952), Πιο δυνατός απ' τον Διάβολο (Beat the Devil, 1953), με κωμικά στοιχεία (η μοναδική ταινία όπου εμφανίστηκε με ανοιχτό χρώμα μαλλιών, καθώς είχε φορέσει μια ξανθιά περούκα στα γυρίσματα), Ο τελευταίος σταθμός (Indiscretion of an American Wife, 1953), Έκσταση και πάθος (Love Is A Many-Splendored Thing, 1955), όπου υποδύθηκε την Ευρασιάτισσα γιατρό Χαν Σουγίν και έλαβε υποψηφιότητα για Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου (και κέρδισε βραβεύσεις ως η Καλύτερη Ηθοποιός της Χρονιάς και η Πλέον Δημοφιλής Ηθοποιός για το 1955, μετά από ψηφοφορία του κινηματογραφικού κοινού, δείτε την ενότητα «Φιλμογραφία και βραβεύσεις»), Ο άνθρωπος με το γκρι κουστούμι (The Man in the Gray Flannel Suit, 1956) και άλλες. Συμπρωταγωνίστησε επίσης, ως ηγετικό δίδυμο, με αρκετούς από τους πιο επιφανείς ηθοποιούς της περιόδου, όπως οι: Σαρλ Μπουαγιέ, Τζόζεφ Κότεν, Τσάρλτον Ίστον, Τζον Γκάρφιλντ, Λόρενς Ολίβιε, Μοντγκόμερι Κλιφτ, Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, Γουίλιαμ Χόλντεν, Ροκ Χάτσον και Τζέισον Ρόμπαρντς. Επίσης, ήταν η αρχική επιλογή για τον ηγετικό ρόλο στην κλασική ταινία Η χωριατοπούλα (The Country Girl) του 1954, αλλά αναγκάστηκε να αρνηθεί επειδή λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα διαπίστωσε ότι ήταν έγκυος στην κόρη της, και ο ρόλος κατέληξε στην Γκρέις Κέλι, η οποία μάλιστα κέρδισε το Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου και Χρυσή Σφαίρα για την ταινία αυτή.

Η Τζένιφερ Τζόουνς το 1953 σε διαφημιστική φωτογραφία για την ταινία Ο τελευταίος σταθμός.

Για πρώτη φορά η καριέρα της Τζόουνς άρχισε να φθίνει από το 1958, λόγω της ταινίας Αποχαιρετισμός στα όπλα (A Farewell to Arms), που έκανε πρεμιέρα τον Δεκέμβριο του 1957 στο Λος Άντζελες και στις άλλες χώρες διεθνώς το 1958. Ο λόγος ήταν ότι η ταινία εισέπραξε εξαιρετικά αρνητικά σχόλια από τους κριτικούς, καθώς η επιλογή της Τζένιφερ Τζόουνς, που κατά τα γυρίσματα ήταν 38 ετών, για τον ρόλο της Catherine Barkley που ήταν μόλις 21 ετών στην ομώνυμη νουβέλα, θεωρήθηκε εντελώς απρόσεκτη και ηλικιακά άστοχη και ότι «δεν έδενε» με το σενάριο και με τον συμπρωταγωνιστή της, τον Ροκ Χάτσον. Αν και η ταινία απέβη εισπρακτικώς κερδοφόρα για την 20th Century Fox, ωστόσο έλαβε τόσο αρνητική δημοσιότητα (αν και στα νεότερα χρόνια έχει επαναξιολογηθεί πιο θετικά) που ο Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ σταμάτησε οριστικά ως παραγωγός ταινιών και δεν ξαναέκανε παραγωγή σε καμία άλλη ταινία μετά,[19] ενώ και η Τζένιφερ Τζόουνς μετά πήγε για μεγάλο διάστημα σε διαρκή ταξίδια στην Ευρώπη και στην Ινδία, προκειμένου να αποφύγει την αρνητική δημοσιότητα της ταινίας στο αμερικανικό κοινό. Στη συνέχεια, παρακολούθησε νέα μαθήματα υποκριτικής, προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω, και τελικώς έκανε 4 χρόνια να ξαναπαίξει σε ταινία.

Το επόμενο έργο της, ήταν ο ηγετικός ρόλος της στην ταινία Τρυφερή είναι η νύχτα (Tender Is the Night), μια πολυτελής κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ (που δημοσιεύτηκε το 1934 και θεωρείται ως το δεύτερο σε απήχηση μυθιστόρημά του, μετά το Ο υπέροχος Γκάτσμπυ / The Great Gatsby του 1925, αν και αρκετοί συμφωνούν με την εκτίμηση του ίδιου του συγγραφέα ότι ήταν ανώτερο και από το The Great Gatsby) από τον βετεράνο σκηνοθέτη Χένρι Κινγκ. Τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν τον Μάιο του 1961 και το έργο έκανε πρεμιέρα τον Ιανουάριο του 1962 και εισέπραξε ανάμικτες κριτικές, αν και σαφώς καλύτερες από αυτές της προηγούμενης ταινίας, ενώ στα νεότερα χρόνια έχει επαναξιολογηθεί ακόμα πιο θετικά.

Η Τζένιφερ Τζόουνς σε στιγμιότυπο από το τρέιλερ της ταινίας Ερωτικά γράμματα του 1945.

Μετά τον θάνατο του Σέλζνικ στις 22 Ιουνίου 1965, η Τζόουνς άρχισε να ημι-αποσύρεται από τις κινηματογραφικές ταινίες, λόγω της ψυχολογικής της καταρράκωσης, αν και έπαιξε τον ηγετικό ρόλο σε δύο δραματικές ταινίες τα αμέσως επόμενα χρόνια, The Idol, βρετανικής παραγωγής του 1966, που γυρίστηκε κυρίως στο Λονδίνο,[20] και Angel, Angel, Down We Go, αμερικανικής παραγωγής του 1969. Ωστόσο, και οι δύο ήταν μέτριου κόστους, σε αντίθεση με τις υψηλού κόστους παλαιότερες ταινίες της, και σπάνια παίχτηκαν στην τηλεόραση στις επόμενες δεκαετίες. Στη συνέχεια όμως, ο τρίτος της σύζυγος, Νόρτον Σάιμον, με τον οποίο παντρεύτηκε στις 29 Μαΐου 1971 (δείτε την επόμενη ενότητα), την παρότρυνε και ενθάρρυνε να επιδιώξει τη συμμετοχή της σε ταινίες υψηλότερου κόστους και μεγαλύτερου βεληνεκούς από τις δύο προηγούμενες, στόχος που σύντομα επετεύχθη από την ίδια.

Η τελευταία εμφάνιση της Τζένιφερ Τζόουνς στη μεγάλη οθόνη, ήταν στην εξαιρετικά επιτυχημένη ταινία καταστροφής του 1974 Ο Πύργος της Κολάσεως (The Towering Inferno), που έγινε η πρώτη σε εισπράξεις και η πλέον κερδοφόρα ταινία του 1974.[21] Στην ταινία αυτή, η Τζόουνς χόρεψε με το Φρεντ Αστέρ, στη δεξίωση που γινόταν για τα εγκαίνια του υψηλότερου ουρανοξύστη στον κόσμο, λίγο πριν ξεσπάσει πυρκαγιά σε αυτόν. Μάλιστα έλαβε μέρος και σε αρκετές δύσκολες δραματικές σκηνές, κάποιες ακόμα και με επικίνδυνα ακροβατικά, στις οποίες μάλιστα έπαιξε η ίδια, χωρίς αντικαταστάτη, και μάλιστα παρά το γεγονός ότι ήταν πλέον 55 ετών. Η ερμηνεία της στην ταινία, απέσπασε ιδιαίτερα θετικές κριτικές από τον Τύπο και το κοινό, και της χάρισε μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα Β' Γυναικείου Ρόλου.[12][22][23] Πίνακες με θέμα τον ρόλο της στην ταινία, εκτέθηκαν στην γκαλερί του τότε συζύγου της, Νόρτον Σάιμον.

Αν και στο παρελθόν υπήρχε η εντύπωση ότι μετά την αυτοκτονία της κόρης της το 1976 (δείτε την επόμενη ενότητα) αποφάσισε να αποσυρθεί οριστικά, λόγω της ψυχολογικής της κατάρρευσης, ωστόσο στην πραγματικότητα συνέχισε να αναζητάει κατάλληλα σενάρια και στα επόμενα χρόνια, αλλά «δεν της βγήκε», κατά τα κοινώς λεγόμενα, και μάλιστα στις αρχές της δεκαετίας του 1980 έκανε με προσωπική της πρωτοβουλία δύο προσπάθειες δυναμικής επανόδου στο προσκήνιο. Συγκεκριμένα, όταν διάβασε το μυθιστόρημα του Λάρι Μακ Μέρθρι Terms Of Endearment του 1975, θεώρησε ότι θα μπορούσε να γίνει μεγάλη επιτυχία στον κινηματογράφο και απέκτησε τα δικαιώματα του μυθιστορήματος και σχεδίαζε να πρωταγωνιστήσει στην κινηματογραφική του μεταφορά (στην Ελλάδα η ταινία προβλήθηκε με τον τίτλο Σχέσεις Στοργής). Η Τζόουνς έκανε τότε το λάθος να εκμυστηρευτεί τα σχέδιά της στον σκηνοθέτη Τζέιμς Λ. Μπρουκς, ο οποίος συζήτησε με την εταιρεία Paramount Pictures το ενδεχόμενο του να σκηνοθετήσει την κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος. Όταν η Paramount Pictures αγόρασε τα δικαιώματα του μυθιστορήματος από την Τζόουνς το 1981, ο Μπρουκς δεν της επέτρεψε να πρωταγωνιστήσει στην ταινία, επειδή τη θεώρησε πολύ μεγάλη σε ηλικία για τον ρόλο αυτό, καθώς η ίδια ήταν τότε 62 ετών. Για την ιστορία, ο ρόλος κατέληξε στην κατά 15 χρόνια μικρότερη Σίρλεϊ Μακ Λέιν, η οποία κατά μια ιστορική ειρωνεία κέρδισε το Όσκαρ Α' γυναικείου ρόλου για την ταινία αυτή, που κέρδισε μάλιστα και το Όσκαρ καλύτερης ταινίας και ήταν η δεύτερη σε εμπορική επιτυχία το 1983 (πίσω μόνο από την ταινία Πόλεμος των Άστρων: Η Επιστροφή των Τζεντάι). Επίσης, την άνοιξη του 1981 η Τζόουνς ξεκίνησε συζητήσεις με παραγωγούς για να παίξει σε κινηματογραφική ταινία την καταδικασμένη δολοφόνο Τζιν Χάρρις (Jean Harris, η οποία καταδικάστηκε για τη δολοφονία του πρώην εραστή της, αν και η ίδια δήλωνε αθώα, επιμένοντας ότι ο πυροβολισμός ήταν ατύχημα και ότι το όπλο είχε εκπυρσοκροτήσει κατά λάθος ενώ ο ίδιος προσπαθούσε να της το πάρει για να τη σταματήσει από αυτοκτονία), αλλά τα σχέδια αυτά ακυρώθηκαν επειδή έτυχε να προβληθεί από το NBC στις 7 και 8 Μαΐου 1981, αναπάντεχα, μια σχετική τηλεταινία, σε 2 μέρη, με τον τίτλο The People vs. Jean Harris, με την ηθοποιό Έλεν Μπέρστιν στον ίδιο ρόλο.

Το αστέρι της Τζένιφερ Τζόουνς στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλυγουντ.

Ήδη από τις 8 Φεβρουαρίου 1960, η Τζένιφερ Τζόουνς απέκτησε το δικό της αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλυγουντ (Hollywood Walk of Fame), στον αριθμό 6429, και υπήρξε από τους πρώτους ηθοποιούς που το απέκτησαν, καθώς η Λεωφόρος της Δόξας ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 1958 (αν και η ολοκλήρωσή της καθυστέρησε σημαντικά, λόγω κάποιων νομικών ζητημάτων που εμφανίστηκαν στην πορεία) και τα πρώτα αστέρια τοποθετήθηκαν την ίδια ημερομηνία, στις 8 Φεβρουαρίου 1960. Επίσης, είναι αξιοσημείωτο ιστορικά ότι υπήρξε μία από τους μόλις 5 ηθοποιούς που προτάθηκαν για Όσκαρ επί 4 συνεχόμενα έτη. Οι άλλοι τέσσερις ήταν η Θέλμα Ρίτερ (1950 - 1953), ο Μάρλον Μπράντο (1951 - 1954), η Ελίζαμπεθ Τέιλορ (1957 - 1960) και ο Αλ Πατσίνο (1972 - 1975). Επιπρόσθετα, ήταν η πρώτη, χρονολογικά, ηθοποιός που κέρδισε και Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου και Χρυσή Σφαίρα για την ίδια ταινία - το κατάφερε με την ταινία Ουράνια οπτασία (The Song Of Bernadette), κερδίζοντας Όσκαρ Α' γυναικείου ρόλου και Χρυσή Σφαίρα καλύτερης γυναικείας ερμηνείας, όπως προαναφέρθηκε.

Στις 30 Μαρτίου 1987, η Τζένιφερ Τζόουνς απένειμε το Όσκαρ Καλύτερης Κινηματογραφίας στα 59α βραβεία Όσκαρ. Η Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου τίμησε την ηθοποιό με μια σύντομη συλλογή σκηνών από τους πιο διάσημους κινηματογραφικούς ρόλους της, που προβλήθηκε μόλις λίγο πριν η ίδια βγει στην πίστα. Στις 9 Μαρτίου 1989, η Τζόουνς συμμετείχε στην τελετή απονομής των βραβείων AFI Life Achievement (AFI : American Film Institute, Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου), που το εκείνο το έτος βράβευσε τον Γκρέγκορι Πεκ. Μεταγενέστερα, και κατά σύμπτωση και τις δύο φορές την ίδια ημερομηνία, στις 23 Μαρτίου 1998 και στις 23 Μαρτίου 2003, στις τελετές των Όσκαρ, εμφανίστηκε επί σκηνής σε μια ειδική, επίσημη τιμητική παρουσίαση ηθοποιών, προηγούμενων νικητών Όσκαρ.

Η Τζένιφερ Τζόουνς σε φωτογραφία στο περιοδικό Photoplay τον Φεβρουάριο του 1944, μόλις λίγες μέρες πριν κερδίσει το όσκαρ Α' γυναικείου ρόλου.

Η Τζόουνς παντρεύτηκε 3 φορές. Ο πρώτος της γάμος με τον Ρόμπερτ Γουόκερ στις 2 Ιανουαρίου 1939, της χάρισε δύο γιους, που αμφότεροι έγιναν ηθοποιοί, τον Ρόμπερτ Γουόκερ Τζούνιορ (Robert Walker Jr. / γέννηση στις 15 Απριλίου 1940) και τον Μάικλ Ρος Γουόκερ (Michael Ross Walker / γέννηση στις 13 Μαρτίου 1941). Η Τζόουνς υπέβαλε αίτηση διαζυγίου από τον Γουόκερ στις 3 Μαρτίου 1944 (όπου ισχυρίστηκε άσκηση ψυχολογικής σκληρότητας εναντίον της) και μάλιστα μόλις ξημέρωσε η επόμενη μέρα μετά το βράδυ της κατάκτησης του Όσκαρ της (σε μια αυθόρμητη, μετά την νίκη της, κίνηση που σχολιάστηκε τότε έντονα από τον αμερικανικό Τύπο), εφόσον είχε ερωτική σχέση με τον παραγωγό και μέντορα και δάσκαλό της, Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ, ήδη από το 1943 και είχε πρακτικώς χωρίσει από τον Γουόκερ τον Νοέμβριο του 1943, όταν η σχέση του Σέλζνικ και της Τζόουνς μέχρι τότε είχε γίνει πλέον δημόσια γνωστή. Το διαζύγιο εκδόθηκε επίσημα στις 20 Ιουνίου 1945.[24] Για την ιστορία, ο Ρόμπερτ Γουόκερ, αν και συνέχισε μετά να πρωταγωνιστεί σε μεγάλο αριθμό ταινιών και παντρεύτηκε άλλες 2 φορές, μετά την επώδυνη απώλεια της Τζένιφερ υπέστη περαιτέρω επιδείνωση του αλκοολισμού και των ήδη σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων που είχε ανέκαθεν, λόγω του διαζυγίου των γονιών του από την παιδική του ηλικία. Σύντομα μάλιστα, έφτασε να πίνει σε επικίνδυνο βαθμό και υπέστη αρκετούς νευρικούς κλονισμούς και μάλιστα μία φορά αναγκάστηκε να υποβληθεί σε αποτοξίνωση και ψυχοθεραπεία για αρκετούς μήνες στο Ίδρυμα Menninger στην Τοπίκα του Κάνσας, το 1949. Λίγα χρόνια μετά, και ενώ η καριέρα του ήταν σταθερά ανοδική, εντελώς αναπάντεχα, πέθανε τη νύχτα της 28ης Αυγούστου 1951 σε ηλικία 32 ετών από ιατρικό λάθος, που του προκλήθηκε από τη φαρμακευτική αγωγή του ψυχιάτρου του, Frederick Hacker, όταν του χορήγησε ηρεμιστικό αμοβαρβιτάλη για καταστολή, μετά από έντονο ψυχολογικό ξέσπασμα. Ο Γουόκερ φέρεται να έπινε πριν από το ξέσπασμα και πιστεύεται ότι ο συνδυασμός αμοβαρβιτάλης και αλκοόλ τον έκανε να χάσει τις αισθήσεις του και να σταματήσει να αναπνέει. Μάλιστα η θανατηφόρα κατάληξη συνέβη μέσα σε λίγα λεπτά, από αλλεργική αντίδραση που του πυροδότησε το ηρεμιστικό, λόγω καταστροφικού συνδυασμού του φαρμάκου με το αλκοόλ όπως θεωρείται επίσημα, αν και είχε γραφτεί επίσης στον Τύπο της εποχής ότι είχε πάρει ο ίδιος προηγουμένως και ένα άλλο ηρεμιστικό, με αποτέλεσμα να προκληθεί καταστροφική αλληλεπίδραση μεταξύ τους.[25] Ούτε η Τζένιφερ Τζόουνς ούτε τα δύο παιδιά του ζευγαριού παρευρέθηκαν στην κηδεία, καθώς η ίδια δήλωσε τότε επίσημα ότι κατέρρευσε και δεν είχε το ψυχικό σθένος για να πάει και ότι ήθελε να τον θυμάται όπως ήταν, αν και έστειλε λουλούδια στην κηδεία. Είναι ιστορικά βέβαιο, ωστόσο, ότι το γεγονός αυτό της άφησε βαρύ πένθος και έντονα αισθήματα ενοχής για όλη της τη ζωή.[26]

Η Τζένιφερ Τζόουνς με τον Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ στο Λος Άντζελες το 1957.

Λίγους μήνες μετά το διαζύγιο του Σέλζνικ από την Άιριν Μάγιερ, που εκδόθηκε επίσημα στις 22 Ιανουαρίου 1949[27] (αν και πρακτικώς είχαν χωρίσει ήδη από το 1945), η Τζόουνς παντρεύτηκε τον Σέλζνικ στις 13 Ιουλίου 1949 σε ένα γιότ δίπλα στις ακτές της Ιταλίας και το ζευγάρι έκανε και μια κόρη, που γεννήθηκε στις 12 Αυγούστου 1954, την Μαίρη Τζένιφερ Σέλζνικ[28] (προηγουμένως όμως, γέννησε ένα νεκρό έμβρυο 6 μηνών στις 16 Δεκεμβρίου 1950, καθώς προηγήθηκε ενδομήτριος θάνατος του εμβρύου, κάτι που της άφησε επίσης βαρύ πένθος και χρειάστηκε αρκετό καιρό για να συνέλθει από αυτή την απώλεια, και μάλιστα από το ίδιο έτος ξεκίνησε να παίρνει υπνωτικά χάπια[29]), και έμεινε μαζί μέχρι και τον θάνατο του Σέλζνικ στις 22 Ιουνίου 1965 σε νοσοκομείο μετά από διαδοχικά καρδιακά επεισόδια. Ο θάνατός του, καταρράκωσε ψυχολογικά την Τζόουνς, σε βαθμό που από τότε περιόρισε τις εμφανίσεις της στη μεγάλη οθόνη, καθώς από τότε και μετά έπαιξε μόνο σε τρεις ακόμα ταινίες, αν και μεταγενέστερα προσπάθησε να παίξει και σε άλλες, όπως προαναφέρθηκε. Η Τζόουνς φέρεται να αποπειράθηκε, σύμφωνα με επίσημες δημοσιογραφικές αναφορές, να αυτοκτονήσει στις 9 Νοεμβρίου 1967, αφού έλαβε τις ειδήσεις για το θάνατο του αγαπημένου της φίλου, του ηθοποιού Τσαρλς Μπίκφορντ, που απεβίωσε την ίδια ημέρα, αν και η ίδια είχε ήδη επιβαρυνθεί σοβαρά από την αδράνεια και την κατάθλιψη λόγω της απώλειας του Σέλζνικ. Βρέθηκε αναίσθητη στη βάση ενός γκρεμού δίπλα σε μια παραλία στο Μαλιμπού (όπου έμενε) της Καλιφόρνια, έχοντας πάρει υπερβολική δόση υπνωτικού Seconal (είχε παρκάρει το αυτοκίνητό της πάνω από τον γκρεμό δίπλα από το ξενοδοχείο όπου είχε μόλις πάει για διαμονή τότε και στη συνέχεια είχε κατεβεί από ένα μονοπάτι στη βάση του γκρεμού και τότε κατέρρευσε, αλλά ευτυχώς είχε μόλις τηλεφωνήσει στον ψυχολόγο της από το ξενοδοχείο και του είχε αναφέρει πού ήταν και τι είχε μόλις κάνει, με αποτέλεσμα να εντοπιστεί έγκαιρα στο σημείο όπου κατέρρευσε στην παραλία), και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου έμεινε αρχικά σε κωματώδη κατάσταση και την επόμενη ημέρα επανήλθε. Η ίδια, ωστόσο, και τότε και στα μετέπειτα χρόνια, σε όλες τις συνεντεύξεις της, αρνήθηκε ότι ήταν απόπειρα αυτοκτονίας και ισχυρίστηκε ότι ήταν ατύχημα υπερδοσολογίας σε μια στιγμή ψυχολογικής έντασης, αλλά ότι δεν είχε επιθυμία να πεθάνει.[30][31] Στις 29 Μαΐου 1969 έχασε τη μητέρα της, όμως κάτι πολύ χειρότερο επρόκειτο να ακολουθήσει.

Στις 11 Μαΐου 1976, ενώ η Τζένιφερ Τζόουνς είχε πάει στο Ντάλας του Τέξας για να επισκεφτεί τον ετοιμοθάνατο πατέρα της, ο οποίος απεβίωσε σε νοσοκομείο στις 27 Μαΐου από νόσο (για την ιστορία, και οι δύο γονείς της, απεβίωσαν στο Ντάλας του Τέξας), η κόρη της, Μαίρη Τζένιφερ Σέλζνικ (τότε φοιτήτρια στο ιδιωτικό κολέγιο Καλών Τεχνών Occidental College), αυτοκτόνησε πηδώντας από την ταράτσα ξενοδοχείου 22 ορόφων στο δυτικο-κεντρικό Λος Άντζελες, πριν συμπληρώσει τα 22 της χρόνια.[32] Στο αίμα της βρέθηκαν ίχνη μορφίνης, βαρβιτουρικών και αλκοόλης, και θεωρήθηκε επίσημα ως αυτοκτονία, καθώς μάλιστα υπέφερε από συχνές κρίσεις νευρικών κλονισμών, λόγω του ότι δεν είχε ποτέ συνέλθει από το θάνατο του πατέρα της όταν ήταν μόλις 11 ετών. Ως αποτέλεσμα, η Τζένιφερ Τζόουνς καταρρακώθηκε ψυχολογικά σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό και έπεσε σε βαθιά μελαγχολία και κατάθλιψη, ταυτόχρονα και με έντονα αισθήματα ενοχής για την τραγωδία αυτή και είναι ιστορικά βέβαιο ότι δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει την απώλεια της κόρης της.

Μετά όμως, το γεγονός αυτό την ώθησε να ενδιαφερθεί για τα ψυχολογικά προβλήματα και να ιδρύσει, με προσωπική της, μαζί και με τον τρίτο της σύζυγο, Νόρτον Σάιμον (του οποίου ο ένας από τους δύο γιούς του, ο Ρόμπερτ, επίσης αυτοκτόνησε το 1969), δωρεά 1 εκατομμυρίου δολαρίων (με την τότε ισοτιμία) το 1980, το Ίδρυμα Τζένιφερ Τζόουνς Σάιμον (Jennifer Jones Simon Foundation), για ενημέρωση πάνω σε θέματα που αφορούν την ψυχική υγεία και με ταυτόχρονο, επίσης, σκοπό να αποστιγματοποιήσει στην κοινωνία τα προβλήματα ψυχικής υγείας, στο οποίο υπήρξε πρόεδρος έως το 2003, όταν ήταν πλέον 84 ετών.[33] Το πρώτο σεμινάριο στο Ίδρυμα αυτό έλαβε χώρα στις 27 Ιουνίου 1980 και όπως δήλωσε μάλιστα η ίδια σε συνέντευξή της σε άρθρο εφημερίδας που δημοσιεύτηκε μόλις μία ημέρα νωρίτερα: «Ανατριχιάζω όταν παραδέχομαι ότι είχα κατά καιρούς τάσεις αυτοκτονίας, είχα ψυχικά προβλήματα, αλλά γιατί να το κάνω; Ελπίζω ότι μπορούμε να επανεκπαιδεύσουμε τον κόσμο για να δούμε ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για στίγμα στις ψυχικές ασθένειες από ό,τι στον καρκίνο.» και επίσης παραδέχτηκε ταυτόχρονα ότι ήταν υπό ψυχοθεραπεία ήδη από την ηλικία των 24 ετών και ότι μάλιστα ήταν ακόμα και τότε.[34] Γενικότερα, επίσης, προσέφερε οικονομικές δωρεές σε πλήθος από φιλανθρωπίες ξεκινώντας από το 1971 και σε όλα τα μετέπειτα χρόνια της ζωής της, κυρίως σχετικά με τον τομέα της ψυχικής υγείας, αλλά και σε ποικιλία άλλων τομέων και ειδικοτήτων, όπως για τις κληρονομικές ασθένειες, τις έρευνες για την αντιμετώπιση του καρκίνου, για τις τέχνες, και γενικώς ιατρικών και μη. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μάλιστα, έγινε και η ίδια επαγγελματική βοηθός ψυχοθεραπευτή και συνήγορος και σύμβουλος στον τομέα αυτό, δουλεύοντας εθελοντικά στο Κέντρο Ψυχοθεραπείας της Νότιας Καλιφόρνια (Southern California Counseling Center) στο Μπέβερλι Χιλς της Καλιφόρνια.

Η Τζόουνς σε φωτογραφία στο Photoplay τον Ιανουάριο του 1946.
Η Τζόουνς σε φωτογραφία στο Photoplay στο ίδιο τεύχος.

Νωρίτερα, επίσης, παράλληλα με την καριέρα της ως ηθοποιός, ξεκινώντας από τον Ιανουάριο του 1943 παρακολούθησε εκπαιδευτική σειρά μαθημάτων νοσηλευτικής στο νοσοκομείο Los Angeles County Hospital και στις 13 Αυγούστου 1943 απεφοίτησε και έγινε αναγνωρισμένη πτυχιούχος βοηθός νοσοκόμας, επάγγελμα που άσκησε στις ΗΠΑ βοηθώντας τους Αμερικανούς τραυματίες στρατιώτες κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και μεταγενέστερα στην Ιαπωνία και στη Νότια Κορέα το 1951 στον Πόλεμο της Κορέας, επίσης βοηθώντας τους Αμερικανούς τραυματίες στρατιώτες, καθώς και άλλες φορές που είχε ελεύθερο χρόνο, τόσο στη νεανική της ηλικία, όσο και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Για τη συνολική της προσφορά στον τομέα, τιμήθηκε με σχετικά βραβεία και μετάλλια, που αναφέρονται στην ενότητα Άλλες βραβεύσεις.

Στιγμιότυπο από την ταινία μικρού μήκους The Fighting Generation, λίγο πριν η Τζένιφερ Τζόουνς αρχίσει να εκφωνεί τον πατριωτικό μονόλογο.

Μάλιστα κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου προώθησε η ίδια και μια διαφημιστική καμπάνια, με προσωπικές της ομιλίες, όπου παρότρυνε το κοινό να ασχοληθεί με τη νοσηλευτική, τονίζοντας την ανάγκη της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο. Μαζί με αυτή την προσπάθεια, το 1944 προβλήθηκε στις αμερικανικές αίθουσες μία ταινία μικρού μήκους, διάρκειας μόλις 2 λεπτών, με τον τίτλο «The Fighting Generation» («Η Μαχόμενη / Μαχητική Γενιά», γράφτηκε από τον Stephen Longstreet, γυρίστηκε σε μία μέρα, στις 9 Οκτωβρίου 1944, παρήχθη για το Υπουργείο Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών και αποσκοπούσε στην αύξηση των πωλήσεων των πολεμικών ομολόγων, διασώζεται στο Academy Film Archive και υπάρχει, επίσης, στο YouTube), όπου πρωταγωνιστεί η ίδια ως ο εαυτός της και ως πτυχιούχος βοηθός νοσοκόμας (κάτι που αναγράφεται και στους τίτλους), και εκφωνεί έναν πατριωτικό μονόλογο, στον οποίο παροτρύνει την κοινή γνώμη να αγοράσει ο καθένας από ένα πολεμικό ομόλογο για την οικονομική στήριξη των ΗΠΑ στον πόλεμο.[35][36] Το ίδιο έτος, επίσης, στην ταινία Απ' όταν έφυγες (Since You Went Away), που είχε κάνει πρεμιέρα μόλις λίγους μήνες νωρίτερα, είχε υποδυθεί μια βοηθό νοσοκόμας. Μεταγενέστερα, επίσης, το 1970 ξεκίνησε να δουλεύει στο Πρότζεκτ Μανχάταν (Manhattan Project, πήρε την ονομασία του από το Πρόγραμμα Μανχάταν), μια αλυσίδα ιατρικών κέντρων φροντίδας για προσφορά βοήθειας σε νεαρά άτομα που αντιμετώπιζαν εξάρτηση από τα ναρκωτικά.

Η Τζένιφερ Τζόουνς και ο Νόρτον Σάιμον σε φωτογραφία την ημέρα του γάμου τους, στις 29 Μαΐου 1971.

Σύντομα μετά την επιβίωσή της μετά την ολική ψυχολογική κατάρρευση που είχε φτάσει το 1967, η Τζένιφερ Τζόουνς άρχισε σταδιακά να ανακάμπτει ψυχολογικά και ακολουθώντας τη συμβουλή της στενής φίλης της, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, να ξαναπαντρευτεί, άρχισε να δοκιμάζει νέους δεσμούς. Τελικώς, μετά από μια σύντομη γνωριμία τριών εβδομάδων, στις 29 Μαΐου 1971 η Τζόουνς παντρεύτηκε τον πολυεκατομμυριούχο και μετέπειτα δισεκατομμυριούχο βιομήχανο, συλλέκτη έργων τέχνης και φιλάνθρωπο Νόρτον Σάιμον (Norton Simon), σε ένα ρυμουλκό πλοίο, 5 μίλια / 8 χιλιόμετρα από τις ακτές της Αγγλίας. Κατά μια παράξενη ιστορική σύμπτωση, πολλά χρόνια νωρίτερα, ο Νόρτον Σάιμον είχε προσπαθήσει να αγοράσει το πορτραίτο της ηθοποιού που είχε ζωγραφιστεί από τον Ρόμπερτ Μπράκμαν και χρησιμοποιήθηκε στη δραματική ταινία μυστηρίου και φαντασίας του 1948 Το Πορτραίτο της Τζένι (Portrait of Jennie) και αποκτήθηκε στη συνέχεια επίσημα από τον Σέλζνικ, και μετά τον γάμο του Σέλζνικ με την Τζόουνς το 1949 κατέληξε στο σπίτι του ζευγαριού. Ο Σάιμον συνάντησε για πρώτη φορά την ίδια την Τζόουνς σε ένα πάρτι που διοργάνωσε ο συνάδελφος βιομήχανος και συλλέκτης έργων τέχνης Walter Annenberg και η γνωριμία αυτή σε ελάχιστο χρονικό διάστημα κατέληξε σε γάμο.

Αυτόγραφο της Τζένιφερ Τζόουνς, από τη δεκαετία του 1950. Η ίδια υπέγραφε αυτόγραφα στους θαυμαστές της, σε αντίθεση με την τακτική αρκετών άλλων ηθοποιών.

Τον Μάιο του 1984, ο Σάιμον διαγνώστηκε με το σπάνιο παραλυτικό σύνδρομο Γκιλαίν-Μπαρέ, αν και παρέμεινε ενεργός στο Μουσείο Norton Simon στην Πασαντίνα, Καλιφόρνια, όπου είχε ήδη συγκεντρώσει την τεράστια προσωπική του ιδιωτική συλλογή έργων τέχνης. Στα επόμενα χρόνια, η κατάστασή του επιδεινώθηκε σοβαρά και τελικώς απεβίωσε στις 2 Ιουνίου 1993 σε ηλικία 86 ετών από πνευμονία στο σπίτι του στο Μπελ Αίρ, με τη συνολική περιουσία του να έχει φτάσει έως τότε σχεδόν 10 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, ενώ στο διάστημα αυτό η Τζόουνς είχε προσωπικά αναλάβει την καθημερινή του φροντίδα.[37] Τέσσερα χρόνια πριν από τον θάνατό του, λόγω σοβαρής επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του, είχε παραιτηθεί της θέσης του προέδρου του Μουσείου έργων τέχνης Norton Simon και το συμβούλιο των μετόχων ανέδειξε νέο πρόεδρο την Τζόουνς, όταν η ίδια ήταν πλέον 70 ετών. Τη θέση αυτή κράτησε από το 1989 μέχρι και το 2003, όταν έφτασε ηλικία 84 ετών, και τότε παραιτήθηκε λόγω ηλικίας και έλαβε το αξίωμα της επίτιμης προέδρου έως το θάνατό της. Νωρίτερα, το 1995 ξεκίνησε να συνεργάζεται με τον αρχιτέκτονα Φρανκ Γκέρι, έναν μακροχρόνιο διαχειριστή του μουσείου, και την σχεδιάστρια τοπίων Νάνσυ Γκόσλι Πάουερ (Nancy Goslee Power) για την ριζική ανακαίνιση του μουσείου και των κήπων του, ανακαίνιση που κόστισε 5 εκατομμύρια δολάρια με την τότε ισοτιμία και ολοκληρώθηκε το 1999.[38] Οι διασυνδέσεις της Τζένιφερ Τζόουνς στο Χόλυγουντ, επίσης, έφεραν και άλλα μέλη της κινηματογραφικής και τηλεοπτικής κοινότητας στο συμβούλιο του μουσείου Norton Simon, συμπεριλαμβανομένων των Μπίλι Γουάιλντερ, Γκρέγκορι Πεκ, Κάρι Γκραντ, David Geffen, Tom Brokaw και της Κάντις Μπέργκεν.[39]

Η Τζένιφερ Τζόουνς (με τον δίσκο με τα φαγητά) σε στιγμιότυπο από το τρέιλερ της κωμικής ταινίας Τολμηρός εραστής (Cluny Brown) του 1946, όπου έπαιξε τον ομώνυμο ηγετικό ρόλο της Cluny Brown / Κλούνι Μπράουν.

Η Τζόουνς ήταν εγγεγραμμένο μέλος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και μάλιστα υποστήριξε επίσημα την προεκλογική εκστρατεία του Ντουάιτ Αϊζενχάουερ στις προεδρικές εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών το 1952,[40] ο οποίος τότε εξελέγη για πρώτη φορά Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, και επίσης ήταν εξ αρχής ρωμαιοκαθολική στο θρήσκευμα,[41] αν και παράλληλα ασκούσε γιόγκα για μακροχρόνιο διάστημα. Επίσης, ήδη από τη νεανική της ηλικία ήταν ένθερμη οδηγός και ιδιοκτήτρια αυτοκινήτων και οπαδός της οδήγησης, εξαίρετη κολυμβήτρια (κάτι στατιστικώς σπάνιο ακόμα στις δεκαετίες του 1930 και του 1940, καθώς η κολύμβηση στις ΗΠΑ άρχισε να διαδίδεται ευρύτερα στο κοινό μόλις από τη δεκαετία του 1950) και καλή τενίστρια. Εκτός φυσικά από τα αγγλικά, κατείχε επίσης και τα λατινικά και τα γαλλικά, καθώς τα είχε διδαχθεί στο ιδιωτικό κολέγιο Μόντε Κασίνο στην εφηβεία της, και μάλιστα μία φορά είχε κερδίσει ένα σχολικό μετάλλιο στα λατινικά.[8]

Η Τζένιφερ Τζόουνς μαζί με τη στενή φίλη της, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, σε εστιατόριο στη Ρώμη, στις 25 Οκτωβρίου 1952, όπου είχε πάει η Τζόουνς για τα γυρίσματα της ταινίας της Ο τελευταίος σταθμός.

Σε αντίθεση με άλλες ηθοποιούς της γενιάς της, που τα Μέσα Ενημέρωσης είχαν κυριαρχήσει τότε στις ζωές τους, η Τζένιφερ Τζόουνς, παρά τη μακροχρόνια επιτυχία της και τη δημοτικότητά της στο ευρύ κοινό, ήταν πολύ κλειστή στην προσωπική της ζωή και προτιμούσε να μην κάνει δημόσιες εμφανίσεις (αν και υπέγραφε αυτόγραφα στους θαυμαστές της, σε αντίθεση με την τακτική άλλων ηθοποιών), εκτός από λίγες ειδικές εξαιρέσεις (όπως στις διαφημιστικές της καμπάνιες, με προσωπικές της ομιλίες, που η ίδια προώθησε, όπου ήταν απαραίτητο, όπως για παράδειγμα για λόγους κοινωνικής προσφοράς ή πολιτικούς), και διατηρούσε έναν σχετικά μικρό κύκλο γνωστών, αλλά πολύ στενών φίλων της. Μεταξύ των πλέον αγαπητών της φίλων, ήταν η Ίνγκριντ Μπέργκμαν, ο Τσαρλς Μπίκφορντ και η Πέγκυ Κνούντσεν. Η τελευταία μάλιστα υπέφερε από μια παραλυτική αρθριτική πάθηση στα μετέπειτα χρόνια της ζωής της, που τελικά χρειάστηκε πέντε εγχειρήσεις, και για μεγάλο διάστημα η Τζένιφερ Τζόουνς είχε αναλάβει την προσωπική της φροντίδα.[42]

Η Τζένιφερ Τζόουνς στο τρέιλερ της ταινίας Έκσταση και πάθος του 1955, όπου είχε βάλει ένα ειδικό ολόσωμο μέικ απ για να φαίνεται μικτής καταγωγής, όπως έκανε και σε όλες τις ταινίες όπου οι ρόλοι της ήταν μιγαδικοί ή διαφορετικών φυλών.
Η Τζένιφερ Τζόουνς το 1955 σε διαφημιστική φωτογραφία για την ταινία Έκσταση και πάθος (Love Is a Many-Splendored Thing).

Διαχρονικά, η Τζόουνς υπέφερε από ψυχολογικά προβλήματα για το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής της και ήταν υπό ψυχοθεραπεία ήδη από την ηλικία των 24 ετών όπως παραδέχτηκε και η ίδια δημόσια το 1980,[34] και για μεγάλο διάστημα της ζωής της (αν και κατά μια ανατρεπτική ιστορική ειρωνεία, μετά τα 70 της χρόνια έγινε η ίδια επαγγελματική βοηθός ψυχοθεραπευτή και συνήγορος και σύμβουλος στον τομέα αυτό, όπως προαναφέρθηκε), μεταξύ των οποίων διπολική (μανιοκαταθλιπτική) διαταραχή και ντροπαλότητα, σε βαθμό που είναι χαρακτηριστικό ότι στις σπάνιες συνεντεύξεις που έδωσε αρνιόταν να αναφέρει πληροφορίες για την προσωπική της ζωή και για το παρελθόν της. Ήταν επίσης αντίθετη στο να συζητάει η ίδια σχετικά με την κριτική ανάλυση του έργου της.[43] Όπως είχε τονίσει η ίδια κάποια φορά, σε συνέντευξη:

«Η μητέρα μου, μου είπε ποτέ μην εξηγείς, ποτέ μην παραπονιέσαι. Ακόμη και ως νέα ηθοποιός, αποφάσισα ότι δεν θα έδινα ποτέ προσωπικές συνεντεύξεις, αφού με έκαναν να νιώθω τόσο άβολα.»

και μία άλλη φορά είχε, παρομοίως, δηλώσει:

Οι περισσότεροι συνεντευκτές* εξερευνούν και εξετάζουν την προσωπική σας ζωή και αυτό απλά δεν μου αρέσει. Σέβομαι το δικαίωμα όλων στην ιδιωτική ζωή και πιστεύω ότι πρέπει να γίνει σεβαστό και το δικό μου.

Μάλιστα πολλές, άγνωστες προηγουμένως, λεπτομέρειες για τη ζωή της βγήκαν στο φως μετά το θάνατό της, σε βιογραφικό βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2011 μετά από σχετική ιστορική έρευνα,[44] αν και τα πρώτα βιογραφικά βιβλία για την ίδια είχαν κυκλοφορήσει ήδη από το 1985 και το 1990 και το 1995 (δείτε την ενότητα: «Περαιτέρω ανάγνωση»). Ειδικότερα στο βιβλίο του 2011, Jennifer Jones: The Life and Films, ο βιογράφος Πωλ Γκριν (Paul Green) υποστήριξε ότι ενώ ο παραγωγός και μετέπειτα σύζυγός της Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ την βοήθησε, διευκολύνοντας την καριέρα της και αναζητώντας ρόλους για αυτήν, «η Τζόουνς αρίστευσε διότι όχι μόνο κατείχε εξαιρετική ομορφιά, αλλά επίσης κατείχε αληθινό, γνήσιο ταλέντο».[15]

Μία φορά, επίσης, η Τζόουνς επιβίωσε από καρκίνο του μαστού, μολονότι η ίδια δεν είχε δώσει ποτέ δημόσια αναλυτικές πληροφορίες για αυτό, αν και πιθανότατα συνέβη στη δεκαετία του 1970. Ενδιαφέρον ιστορικά είναι ότι η ηθοποιός Σούζαν Στράσμπεργκ, η οποία τελικώς απεβίωσε από καρκίνο του μαστού στις 21 Ιανουαρίου 1999, σε ηλικία 60 ετών, ονόμασε την κόρη της, που είχε κάνει το 1966 με τον ηθοποιό Κρίστοφερ Τζόουνς, την Τζένιφερ Ρόμπιν Τζόουνς, προς τιμήν της ηθοποιού Τζένιφερ Τζόουνς.

(*): Συνεντευκτής: αυτός που παίρνει συνεντεύξεις, αγγλικά: interviewer.

Τα τελευταία έξι χρόνια της ζωής της, η Τζόουνς τα πέρασε ήρεμα στην οικία του μεγαλύτερου γιου της Ρόμπερτ και της οικογένειάς του, στο Μαλιμπού της Καλιφόρνια (ο μικρότερος γιός της, ο Μάικλ Ρος Γουόκερ, απεβίωσε στις 23 Δεκεμβρίου 2007 από καρδιακό επεισόδιο σε ηλικία 66 ετών, ενώ ο Ρόμπερτ Γουόκερ απεβίωσε στις 5 Δεκεμβρίου 2019 σε ηλικία 79 ετών[45][46][47][48]), δεν έδινε συνεντεύξεις και σπάνια έκανε δημόσιες εμφανίσεις. Πέθανε από φυσικά αίτια στο σπίτι αυτό στις 17 Δεκεμβρίου 2009, σε ηλικία 90 ετών,[49] και αποτεφρώθηκε (δεν έγινε γνωστό αν η αποτέφρωση ήταν προσωπική της επιλογή ή των συγγενών της) και οι στάχτες της τοποθετήθηκαν δίπλα σε αυτές του Ντέιβιντ Σέλζνικ στο ιδιωτικό νεκροταφείο Forest Lawn Memorial Park, στο Glendale της Καλιφόρνια.

Ο μικρός πλανήτης (εδώ ειδικότερα αστεροειδής) που περιφέρεται κοντά στο εσωτερικό όριο της Κύριας Ζώνης Αστεροειδών (λίγο πιο έξω από την τροχιά του πλανήτη Άρη) 6249 Jennifer ονομάστηκε έτσι στις 5 Ιανουαρίου 1996 προς τιμήν της.[50]

Φιλμογραφία και βραβεύσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειωτέον ότι η ηθοποιός δεν έκανε σχεδόν ποτέ τηλεόραση, παρά μόνο κινηματογράφο και σχετικά λίγες θεατρικές παραστάσεις (ως ενήλικη, αν δεν συνυπολογιστούν και οι παραστάσεις της στη θεατρική επιχείρηση των γονιών της, στο σχολείο και στο κολέγιο Μόντε Κασίνο της Τάλσα, όταν η ίδια ήταν ακόμα ανήλικη) σε επιλεγμένα θέατρα, μεταξύ αυτών και στο Μπρόντγουεϊ. Μοναδική εξαίρεση ήταν ο ηγετικός ρόλος της σε μία τηλεταινία παραγωγής του NBC (που ξεκίνησε να λειτουργεί τηλεοπτικά στις 30 Απριλίου 1939, το παλαιότερο δίκτυο τηλεοπτικής εκπομπής στις ΗΠΑ) που γυρίστηκε στη Νέα Υόρκη και προβλήθηκε στις 31 Αυγούστου 1939 με τον τίτλο «The Streets of New York» («Οι Δρόμοι της Νέας Υόρκης»), όπου έπαιξε στον ρόλο της Alida Bloodgood.[51]

Έτος Ταινία Ελληνικός Τίτλος Ρόλος Σημειώσεις
1939 New Frontier Το καραβάνι προς τη δύση Celia Braddock Ως Φίλις Ίσλεϊ. Κινηματογραφικό ντεμπούτο.[52]
Dick Tracy's G-Men (Οι G-Men του Ντικ Τρέισι)* Gwen Andrews Ως Φίλις Ίσλεϊ. Σειρά ταινιών, με συνολικά 15 επεισόδια.
The Streets of New York (Οι Δρόμοι της Νέας Υόρκης) Alida Bloodgood Ως Φίλις Ίσλεϊ (τηλεταινία). Εναλλακτικός τίτλος: Poverty Is No Crime (Η Φτώχεια Δεν Είναι Έγκλημα).
1943 The Song of Bernadette Ουράνια Οπτασία Bernadette Soubirous (Μπερναντέτ Σουμπιρού) Νίκη - Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου.
Νίκη - Χρυσή Σφαίρα - Καλύτερη Γυναικεία Ερμηνεία (στην πρώτη διοργάνωση).
Νίκη - Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λοκάρνο - Καλύτερη Ηθοποιός (το 1946, στην πρώτη διοργάνωση).
1944 Since You Went Away Απ' όταν έφυγες Jane Deborah Hilton Υποψηφιότητα - Όσκαρ Β´ Γυναικείου Ρόλου.
The Fighting Generation (Η Μαχόμενη / Μαχητική Γενιά) Ο εαυτός της, ως η βοηθός νοσοκόμας, που ήταν και πραγματικά. Ταινία μικρού μήκους, διάρκειας 2 λεπτών, ως ο εαυτός της.
1945 Love Letters Ερωτικά γράμματα Singleton / Victoria Morland Υποψηφιότητα - Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου.
1946 Cluny Brown Τολμηρός εραστής Cluny Brown Νίκη - Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λοκάρνο - Καλύτερη Ηθοποιός.
Duel in the Sun Μονομαχία στον ήλιο Pearl Chavez Υποψηφιότητα - Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου.
1948 Portrait of Jennie Το Πορτραίτο της Τζένι Jennie Appleton
1949 We Were Strangers Στις φλόγες της συμφοράς China Valdés
Madame Bovary Μαντάμ Μποβαρύ Emma Bovary
1950 Gone to Earth Ακατανίκητοι πόθοι Hazel Woodus Ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες προβλήθηκε το 1952, με σημαντικές αλλαγές αρκετών σκηνών και με τον τίτλο The Wild Heart (Η Άγρια Καρδιά).
1952 Carrie Συντρίμμια του Έρωτα Carrie Meeber
Ruby Gentry Κολασμένοι πόθοι / Πάθος και προδοσία Ruby Gentry
1953 Beat the Devil Πιο δυνατός απ' τον Διάβολο Mrs. Gwendolen Chelm
Terminal Station Ο Τελευταίος Σταθμός Mary Forbes Ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες προβλήθηκε το 1954 και με τον τίτλο Indiscretion of an American Wife, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο προβλήθηκε με τον τίτλο Indiscretion.
1955 Love Is a Many-Splendored Thing Έκσταση και πάθος Dr. Han Suyin (Χαν Σουγίν) Νίκη - Χρυσό μετάλλιο και Βραβείο του Photoplay Magazine ως η Πλέον Δημοφιλής Ηθοποιός.
Νίκη - Βραβείο μετά από ψηφοφορία του κινηματογραφικού κοινού ως η Καλύτερη Ηθοποιός της Χρονιάς και η Πλέον Δημοφιλής Ηθοποιός για το 1955.
Υποψηφιότητα - Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου.
Υποψηφιότητα - Βραβείο Α' Γυναικείου Ρόλου της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης (τρίτη θέση).
Good Morning Miss Dove Σκιές του παρελθόντος Miss Dove Νίκη - Κινηματογραφικό Βραβείο της Ομοσπονδίας Γυναικείων Συλλόγων της Καλιφόρνια (California Federation of Women's Clubs Motion Picture Award).
1956 The Man in the Gray Flannel Suit Ο άνθρωπος με το γκρι κουστούμι Betsy Rath
1957 The Barretts of Wimpole Street Ο μεγάλος έρως της μις Μπάρετ Elizabeth Barrett (Ελίζαμπεθ Μπάρετ Μπράουνινγκ)
A Farewell to Arms Αποχαιρετισμός στα όπλα Catherine Barkley
1962 Tender Is the Night Τρυφερή είναι η νύχτα Nicole Diver
1966 The Idol Το τρίγωνο Carol
1969 Angel, Angel, Down We Go Άγριες νύχτες Astrid Steele Επαναπροβλήθηκε το 1970 και το 1971 με τον τίτλο Cult of the Damned.
1974 The Towering Inferno Ο Πύργος της κολάσεως Lisolette Mueller Υποψηφιότητα - Χρυσή Σφαίρα Β' Γυναικείου Ρόλου.
(*): Το «G-Man», πληθυντικός «G-Men» (συντομογραφία του Government Men / Άντρες της Κυβέρνησης), είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για τους πράκτορες του FBI.
Η Τζένιφερ Τζόουνς ενώ έχει μόλις παραλάβει το Βραβείο του κινηματογραφικού κοινού (μετά από σχετική ψηφοφορία) ως η Καλύτερη Ηθοποιός της Χρονιάς, για την ταινία Έκσταση και πάθος, στη σχετική τελετή στις 6 Δεκεμβρίου 1955. Εδώ καθώς δέχεται τα συγχαρητήρια από τον συμπρωταγωνιστή της, Γουίλιαμ Χόλντεν (δεξιά), και τον Robert O'Donnell (αριστερά).

Άλλες βραβεύσεις

  • Καλύτερη Ξένη Ηθοποιός για το 1948 - Φεστιβάλ Ταινιών του Παρισιού, 29 Ιουνίου 1949.
  • Πρώτη σε Δημοτικότητα Γυναίκα Σταρ (Most Popular Female Star) από το Photoplay Awards το 1956.
  • Χρυσό Βραβείο για συνολικό επίτευγμα ζωής - Γερμανικά Βραβεία Ταινιών στο Βερολίνο, 6 Ιουνίου 1997.
  • Βραβείο Υπηρεσίας - Μνεία του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, για συμπόνια και συμπαράσταση προς τους τραυματισμένους Αμερικανούς στρατιώτες στον Πόλεμο της Κορέας, 1951.
  • Χρυσό Μετάλλιο από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, για εμψύχωση του ηθικού των τραυματισμένων Αμερικανών στρατιωτών στον Πόλεμο της Κορέας, 1951.
  • Πατριωτικό Βραβείο για την επίσκεψη στους Αμερικανούς στρατιώτες στην Ιαπωνία και στη Νότια Κορέα, 1951.
  • Τιμώμενο Πρόσωπο της Σχολής Νοσηλευτικής της Πενσυλβάνια, για προώθηση μιας πιο τίμιας και πιο συμπονετικής κοινωνίας, 1985.
  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb13497790j. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: «Jennifer Jones». (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 119400022. Ανακτήθηκε στις 17  Οκτωβρίου 2015.
  3. (Αγγλικά) SNAC. w6jx1j94. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. «Notable Past Students». Notable Past Students. Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών.
  5. Paul Green and Robert Osborne, Jennifer Jones: The Life and Films (McFarland & Company, 2011), (ISBN 978-0786460410), p. 11. Excerpts available at Google Books.
  6. Isley family genealogy page, which shows Jennifer Jones's paternal ancestry dating back generations.
  7. 7,0 7,1 7,2 L'encyclopédie du cinéma - Tome 2 - Roger Boussinot - Les Savoirs Bordas (ISBN 2-04-027052-3)
  8. 8,0 8,1 Paul Green and Robert Osborne, Jennifer Jones: The Life and Films (McFarland & Company, 2011), (ISBN 978-0786460410), pp. 13-15. Excerpts available at Google Books.
  9. Le Cinéma Grande histoire illustrée du 7e art. Volume 2. Éditions Atlas.
  10. Grand dictionnaire illustré du cinéma, vol. 2, éditions Atlas - (ISBN 2-7312-0414-0) édité erroné.
  11. www.oscars.org/oscars/ceremonies/ THE 16TH ACADEMY AWARDS. 1944. Grauman's Chinese Theatre. Thursday, March 2, 1944. Honoring movies released in 1943.
  12. 12,0 12,1 https://goldenglobes.com/person/ Jennifer Jones
  13. https://goldenglobes.com/film/ The Song Of Bernadette
  14. Gary Moody. «All the Oscars: 1943». the OscarSite.com - A celebration of all things Oscar. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Δεκεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2006. 
  15. 15,0 15,1 Green, Paul (2011). Jennifer Jones: The Life and Films. Jefferson, North Carolina: McFarland. ISBN 978-0-786-48583-3, page 9.
  16. Thomson, David (1993). Showman: The Life of David O. Selznick. Abacus, p. 418.
  17. Green, Paul (2011). Jennifer Jones: The Life and Films. Jefferson, North Carolina: McFarland. ISBN 978-0-786-48583-3, page 44.
  18. https://www.criterion.com/ Classic Hollywood.
  19. David Thomson (1993). Showman: The Life of David O. Selznick, London: Abacus, p. 656. (ISBN 978-0349105239), OCLC 1000546022
  20. A Change in Directions, Smith, Cecil. Los Angeles Times 29 Aug 1977: f1.
  21. Finler, Joel Waldo (2003). The Hollywood Story. Wallflower Press. pp. 360–361. ISBN 978-1-903364-66-6.
  22. «The Towering Inferno». Golden Globe Awards. Hollywood Foreign Press Association. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις Νοεμβρίου 22, 2018. Ανακτήθηκε στις Νοεμβρίου 22, 2018. 
  23. https://goldenglobes.com/film/ The Towering Inferno
  24. Watters, Sam (October 2, 2010). «Lost L.A.: Time for tea — and spin control: When Jennifer Jones' affair with David Selznick sank their marriages, the actress played tea party for a magazine spread». Los Angeles Times. http://articles.latimes.com/2010/oct/02/home/la-hm-lost-la-tea-party-20101002. Ανακτήθηκε στις March 28, 2014. 
  25. Brettell, Andrew; Imwold, Denis; Kennedy, Damien; King, Noel (2005). Cut!: Hollywood Murders, Accidents, and Other Tragedies. Leonard, Warren Hsu; von Rohr, Heather. Barrons Educational Series. p. 253. ISBN 0-7641-5858-9.
  26. Linet, Beverly (1985) Star Crossed: The Story of Robert Walker and Jennifer Jones, New York: G. P. Putnam's Sons. (ISBN 0-399-13194-9)
  27. Green, Paul (2011). Jennifer Jones: The Life and Films. McFarland. p. 105. ISBN 978-0-786-46041-0.
  28. Morton, Hortense. «Additional Re-release Planned by Selznick». The San Francisco Examiner (San Francisco, California): σελ. 82. https://www.newspapers.com/clip/25606221/the_san_francisco_examiner/.  open access
  29. Jennifer Jones obituary. Hollywood star who won an Oscar for her role as a saintly peasant girl in the 1943 film The Song of Bernardette.
  30. L.A. Times obituary
  31. «Oscar-Winning Actress Jennifer Jones Dies at 90». KCOP-TV. December 17, 2009. http://www.myfoxla.com/dpp/entertainment/oscar-winner-jennifer-jones-dies-20091217. Ανακτήθηκε στις 2009-12-19. «Malibu - Jennifer Jones, a best actress Oscar winner for 1943's "The Song of Bernadette" and known for her marriages to film mogul David O. Selznick and industrialist Norton Simon, died today at her Malibu home. She was 90.» 
  32. Kirk, Christina (June 6, 1976). «Tragic curse haunts film star Jennifer Jones». San Antonio Express (San Antonio, Texas). https://www.newspapers.com/clip/25606279/san_antonio_express/.  open access
  33. Green, Paul (2011). Jennifer Jones: The Life and Films. Jefferson, North Carolina: McFarland. ISBN 978-0-786-48583-3, page 247.
  34. 34,0 34,1 Battelle, Phyllis (June 26, 1980). «Team For Mental Health». Lancaster Eagle-Gazette (Lancaster, Ohio): σελ. 4. https://www.newspapers.com/clip/25606500/lancaster_eaglegazette/.  open access
  35. «The Fighting Generation» στο imdb
  36. Alfred Hitchcock and The Fighting Generation
  37. «Wealthy Industrialist Norton Simon Dies». The Washington Post. June 2, 1993. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις January 10, 2021. https://archive.today/20210110232819/https://www.washingtonpost.com/archive/local/1993/06/04/wealthy-industrialist-norton-simon-dies/83754729-c690-4080-a9a8-4c731ce29547/. Ανακτήθηκε στις January 10, 2021. 
  38. Giovannini, Joseph (July 18, 1999). «The Norton Simon Museum Lightens Up». The New York Times. https://www.nytimes.com/1999/07/18/arts/art-architecture-the-norton-simon-museum-lightens-up.html. 
  39. Muchnic, Suzanne (December 18, 2009). «Jennifer Jones Simon gave new life to husband's museum». Los Angeles Times. http://articles.latimes.com/2009/dec/18/entertainment/la-et-jones-appreciation18-2009dec18. 
  40. Motion Picture and Television Magazine, November 1952, page 34, Ideal Publishers.
  41. Morning News, January 10, 1948, Who Was Who in America (Vol. 2).
  42. Wollstein, Hans J. «Peggy Knudsen Biography». Ανακτήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2008. 
  43. Green, Paul (2011). Jennifer Jones: The Life and Films. Jefferson, North Carolina: McFarland. ISBN 978-0-786-48583-3, page 7.
  44. Green, Paul (2011). Jennifer Jones: The Life and Films. Jefferson, North Carolina: McFarland. ISBN 978-0-786-48583-3.
  45. Mike Barnes (December 6, 2019). «Robert Walker Jr., 'Star Trek' Actor and Son of Hollywood Superstars, Dies at 79». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις December 7, 2019. https://web.archive.org/web/20191207171524/https://www.hollywoodreporter.com/news/robert-walker-jr-dead-star-trek-actor-son-hollywood-superstars-was-79-1260215. Ανακτήθηκε στις December 5, 2023. 
  46. Dena Miller (January 15, 2020). «Actor Robert Walker Jr. Dies». Taos News. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις October 27, 2020. https://web.archive.org/web/20201027205500/https://www.taosnews.com/tempo/film/actor-robert-walker-jr-dies/article_b542d25f-a9cb-5dd1-abf3-0ebeac940f8d.html. Ανακτήθηκε στις August 26, 2020. 
  47. «Obituary: Robert Walker». Malibu Times. December 21, 2019. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις December 20, 2021. https://web.archive.org/web/20211220111023/https://www.malibutimes.com/obituaries/article_742240d2-21d0-11ea-b9a3-176e2419d68f.html. Ανακτήθηκε στις December 20, 2021. 
  48. Will Thorne (December 7, 2019). «'Star Trek' Actor Robert Walker Jr. Dies at 79». Variety. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις August 6, 2020. https://web.archive.org/web/20200806153858/https://variety.com/2019/tv/news/star-trek-actor-robert-walker-jr-dies-79-1203427571/. Ανακτήθηκε στις August 26, 2020. 
  49. Harmetz, Aljean (December 17, 2009). «Jennifer Jones, Postwar Actress, Dies at 90». New York Times. http://www.nytimes.com/2009/12/18/movies/18jones.html?em. Ανακτήθηκε στις 2009-12-19. «Jennifer Jones, who achieved Hollywood stardom in “The Song of Bernadette” and other films of the 1940s and ’50s while gaining almost as much attention for a tumultuous personal life, died Thursday at her home in Malibu, Calif. She was 90. Ms. Jones, who was the chairwoman of the Norton Simon Museum in Pasadena, Calif., died of natural causes, said Leslie Denk, a museum spokeswoman. Ms. Jones was the widow of the industrialist and art patron Norton Simon.» 
  50. (6249) Jennifer In: Dictionary of Minor Planet Names. Springer. 2003. doi:10.1007/978-3-540-29925-7_5751. ISBN 978-3-540-29925-7. 
  51. «The Streets of New York» στο imdb
  52. «New Frontier». AFI Catalog of Feature Films. American Film Institute. Ανακτήθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2017. 

Περαιτέρω ανάγνωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Linet, Beverly (1985) Star Crossed: The Story of Robert Walker and Jennifer Jones, New York: G. P. Putnam's Sons. (ISBN 0-399-13194-9).
  • Carrier, Jeffrey L. / Jennifer Jones: A Bio-Bibliography / Westport, Connecticut / Greenwood Press / 1990 / (ISBN 0-313-26651-4).
  • Epstein, Edward (1995). Portrait of Jennifer. New York: Simon & Schuster. ISBN 0-671-74056-3. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]