structuring
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]structuring (en)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
structuring | structurings |
structuring (en)
structuring (en)
ενικός | πληθυντικός |
structuring | structurings |
structuring (en)